Macro

Νίκος Γιαννόπουλος: Ιδιωτικά πανεπιστήμια: Η κερκόπορτα προς την πλήρη εμπορευματοποίηση άνοιξε

Εκμεταλλευόμενη τη συντριπτική κοινοβουλευτική ισχύ της, η κυβέρνηση πέρασε άνετα από τη Βουλή, όπως αναμενόταν άλλωστε, το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ωστόσο, τόσο κατά τη διάρκεια της δημόσιας διαβούλευσης, που κράτησε μόλις οκτώ ημέρες, όσο και κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου στη Βουλή, αποκαλύφθηκε η ένδεια των επιχειρημάτων της κυβερνητικής πλευράς και ο πολύ πρόχειρος χαρακτήρας με τον οποίο πολιτεύεται, ακόμα και σε τεράστιας σημασίας ζητήματα, όπως είναι το μέλλον της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα.

Ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, δεν είχε κανένα πρόβλημα να δηλώσει δημοσίως (δύο φορές μάλιστα, προφανώς προς γενικότερη εμπέδωση) πως η χώρα «δεν μπορεί να περιμένει την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος για να προχωρήσει». Ίσως πιο ωμή παραδοχή πως πράγματι το νομοθέτημά του παραβιάζει το Σύνταγμα δεν μπορούσε να υπάρξει. Με αυτή την κουβέντα ο υπουργός παραδέχθηκε ότι το γράμμα και το πνεύμα του νόμου του βρίσκεται μακριά από το Σύνταγμα και ότι …βιάστηκε να νομοθετήσει «γιατί η χώρα δεν μπορεί να περιμένει». Την πολιτική του πρεμούρα περιέγραψε, δηλαδή, ο υπουργός για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.

Οπισθοδρόμηση και οικονομικά ντιλ

Είπε και κάτι άλλο πολύ ωραίο ο κ. Πιερρακάκης: ό,τι μπορούμε να αναζητήσουμε ταυτίσεις με το νομοσχέδιό του όχι στο Σύνταγμα του 1975, σ’ αυτό, δηλαδή, που βρίσκεται σε ισχύ στη χώρα, αλλά σ’ αυτό του… Ελευθερίου Βενιζέλου το 1911, το οποίο έδινε το δικαίωμα και σε ιδιώτες για σύσταση σχολών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μάς πρότεινε, κοντολογίς, ο κ. Πιερρακάκης να γυρίσουμε το ρολόι της ιστορίας 113 χρόνια πίσω και να αντλήσουμε επιρροές από την πολιτική πραγματικότητα των αρχών του 20ου αιώνα.

Επί της ουσίας: Ο κ. Πιερρακάκης, και η κυβέρνηση βιάστηκαν, γιατί ήξεραν ότι έχουν στα χέρια τους μία χρυσή ευκαιρία. Να καταστρατηγήσουν, στην πραγματικότητα, το Σύνταγμα, εκμεταλλευόμενοι το πολύ περιορισμένο πολιτικό αποτύπωμα της αντιπολίτευσης και τους συσχετισμούς. Η ιδιωτικοποίηση του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (γιατί περί αυτού πρόκειται) ανοίγει παράθυρα επιχειρηματικών ντιλ δεκάδων εκατομμυρίων, για τα οποία οι όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μεταλυκειακής εκπαίδευσης πιέζουν παραδοσιακά πάρα πολύ. Αποτελεί, δε, κοινό μυστικό ότι ο επιχειρηματικός αυτός χώρος βρίσκεται σε απευθείας επαφή με το Μαξίμου.

Με το νομοσχέδιο Πιερρακάκη, επιπρόσθετα, η κυβέρνηση ικανοποιεί και ένα πάγιο αίτημα του ΣΕΒ. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο σύνδεσμος κλήθηκε σε ακρόαση από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, γιατί θεωρήθηκε ότι το νομοσχέδιο τον ενδιαφέρει και μάλιστα άμεσα. Δεν κλήθηκε όμως η ΟΛΜΕ, για παράδειγμα, αν και φαίνεται ότι το μοντέλου εισόδου στις πανεπιστημιακές σχολές από το λύκειο θα αλλάξει άρδην λόγω του νόμου Πιερρακάκη. Οι έλληνες βιομήχανοι, λοιπόν, είχαν λόγο στη σχετική συζήτηση, αλλά οι έλληνες εκπαιδευτικοί όχι. Αποκαλυπτικό αυτό των κυβερνητικών προθέσεων.

Ρωτήσαμε μία νομική πηγή γιατί το κυβερνητικό στρατόπεδο δεν έκανε ακόμη τρία χρόνια υπομονή, έτσι ώστε να επιχειρήσει την αναθεώρηση του άρθρου 16 και εν συνεχεία να νομοθετήσει; Η απάντηση ήταν κυνική, αλλά χαρακτηριστική της κατάστασης: «Είναι πολλά τα λεφτά».

«Πολλά τα λεφτά» για τόσο «λίγα» πανεπιστήμια. Πανεπιστήμια που θα μπορούν να συστήνονται διαθέτοντας μόνο τρεις σχολές. Πανεπιστήμια που θα μπορούν να απασχολούν τους καθηγητές τους περισσότερες από 12 ώρες την εβδομάδα. Πανεπιστήμια που δεν θα αναλαμβάνουν καμία συγκεκριμένη δέσμευση για το ερευνητικό τους έργο. Και κυρίως πανεπιστήμια που θα μπορούν να πιέζουν για αντιδραστικές αλλαγές στο δημόσιο πανεπιστήμιο.

Η πρόσφατη ανάρτηση στο faceboοk του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, Φοίβου Παναγιωτίδη, είναι αρκούντως χαρακτηριστική για το πώς θα λειτουργήσει το μοντέλο και στην Ελλάδα. Στην Κύπρο, λοιπόν, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια πίεσαν το δημόσιο πανεπιστήμιο, έτσι ώστε να αυξήσει τις τιμές συγκεκριμένων μεταπτυχιακών προγραμμάτων «για να μην υπάρχει νόθευση του ανταγωνισμού». Το δημόσιο πανεπιστήμιο έκανε αποδεκτό το σκεπτικό αυτό (!) και προχώρησε σε αύξηση των διδάκτρων! Καθαρό εμπόρευμα, λοιπόν, η πανεπιστημιακή γνώση που πρέπει να υπακούει στους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού.

Ποιος, λοιπόν, αμφιβάλλει ότι θα γίνει το ίδιο και στην Ελλάδα, ιδιαίτερα για τα προγράμματα τα οποία θα προσφέρονται και από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια; Και ποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι το επόμενο βήμα, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, θα είναι και η επιβολή διδάκτρων ακόμη και στα προπτυχιακά προγράμματα των δημόσιων πανεπιστημίων «για να μην νοθεύεται ο ανταγωνισμός;» Αυτήν την κερκόπορτα άνοιξε διάπλατα χθες στη Βουλή το νομοσχέδιο Πιερρακάκη.

Οι επόμενες μάχες

Είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι η συνταγματικότητα του νομοθετήματος θα κριθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο θα υπάρξουν προσφυγές αμέσως μετά την έκδοση της πρώτης υπουργικής απόφασης που θα έχει ως βάση τον νόμο Πιερρακάκη. Η κυβέρνηση εκφράζει την αισιοδοξία ότι αυτή τη νομική μάχη θα την κερδίσει, ο υπουργός παρουσιάστηκε σχεδόν απόλυτος γι’ αυτό στη Βουλή.

Όμως δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει πρόβλημα από εκεί που δεν το περιμένει, από την πλευρά δηλαδή του ενωσιακού δικαίου. Συνταγματολόγοι που κατά τα άλλα στηρίζουν το νομοσχέδιο, τόνιζαν ότι η διατύπωση περί μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων μπορεί να προκαλέσει ακόμα και την επέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό την έννοια ότι έτσι «παραβιάζεται ο ανταγωνισμός». Αυτό αφορά βέβαια τη νεοφιλελεύθερη όψη των πραγμάτων, ωστόσο είναι κάτι που πρέπει να τονιστεί γιατί, εκτός των άλλων, αποκαλύπτει και την κυβερνητική προχειρότητα.

Πέρα όμως από αυτό, μιλώντας για την παραβίαση του ελληνικού Συντάγματος, η πλευρά που θεωρεί το νομοθέτημα αντισυνταγματικό έχει όπλα στη φαρέτρα της, ελληνικά και ευρωπαϊκά. Πρώτα απ’ όλα το γράμμα του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει τη σύσταση σχολών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από ιδιώτες (σε μία διάταξη που δεν επιδέχεται άλλη ερμηνεία). Δευτερευόντως, η Συνθήκη της Λισσαβώνας επιτρέπει στα κράτη να ρυθμίζουν το τοπίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης όπως τα ίδια επιθυμούν και σύμφωνα με τις κατά τόπους νομοθεσίες.

Οπωσδήποτε αυτή η νομική μάχη θα είναι σκληρή. Όμως, παρά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς, δεν μοιάζει εκ προοιμίου χαμένη. Χαμένες, σε τελική ανάλυση, είναι οι μάχες που δεν δόθηκαν ποτέ. Και αυτή πρέπει να δοθεί για μία σειρά σημαντικούς λόγους, που η «Εποχή» ανέλυσε ενδελεχώς στα προηγούμενα φύλλα της. Πάνω απ’ όλα όμως, γιατί το δημόσιο πανεπιστήμιο και η ενίσχυσή του είναι η πραγματικά προοδευτική επιλογή στον 21ο αιώνα.

Νίκος Γιαννόπουλος