Το μυθιστόρημα του Γιάννη Σιώτου «Μάνα πατρίδα, κακιά μητριά» είναι ένα ανατρεπτικό βιβλίο. Όλη η βασική δράση διαδραματίζεται σε διάστημα δώδεκα μηνών, από τον Αύγουστο του 1922 μέχρι τον Αύγουστο του 2023, έχοντας ως θέμα την άφιξη των Μικρασιατών προσφύγων. Δεν αρκείται όμως σε μια συμπονετική ματιά για τη μαύρη τους μοίρα. Αναπόφευκτα θα υπάρχει και μια τέτοια όψη, το ζήτημα όμως εδώ, πέρα από την εξαθλίωσή τους, είναι η εργαλειοποίησή τους από το επίσημο κράτος και την άρχουσα τάξη, καθώς και ο ρόλος των ξένων δυνάμεων σε όλα αυτά.
Για να μπορέσει να μιλήσει με αποστασιοποιημένο βλέμμα, και για να είναι αξιόπιστη η δική του μυθιστορηματική αφήγηση που καλείται να κλονίσει άλλες, εμπεδωμένες, καθεστωτικές αφηγήσεις, ο Σιώτος χρησιμοποιεί ως ήρωες, χαρακτήρες με ξένες υπηκοότητες, έστω και αν κάποιοι από αυτούς έχουν ελληνικές ρίζες. Άλλοι είναι δημοσιογράφοι που στέλνουν ανταποκρίσεις στο εξωτερικό, άλλοι είναι υπάλληλοι ξένων πρεσβειών της Αθήνας. Ζουν ταυτόχρονα τη ζωή τους, τους έρωτές τους, κάνουν τσάρκες στα μπαρ, τα εστιατόρια και τα καφενεία της Αθήνας και του Πειραιά, καταφέρνουν όμως, έχοντας πρόσβαση στην πληροφόρηση και καθαρή ματιά, να αποτυπώσουν μια εντελώς άλλη αλήθεια σε σχέση με τα κοινώς παραδεδεγμένα.
Ο Σιώτος, οικονομικός συντάκτης σε ημερήσιες εφημερίδες, αρχισυντάκτης του οικονομικού ρεπορτάζ στα Νέα στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και τις αρχές του 2000, σύμβουλος έκδοσης αργότερα του Foreign Affairs – The Hellenic Edition και αρθρογράφος σήμερα στην Εφημερίδα των Συντακτών, έκανε μια ενδελεχή έρευνα στη βιβλιογραφία και τον Τύπο της εποχής και ανέδειξε, λίγο όπως κάνει και ο Ερίκ Βυϊγιάρ στα βιβλία του, το σκοτεινό παρασκήνιο μεγάλων ιστορικών γεγονότων στο οποίο ελάχιστη έμφαση και προσοχή, σε σχέση με τη σημασία του, έχει δοθεί.
Κάποιες στιγμές μάλιστα, θυμίζει πολύ τον Βυϊγιάρ, όταν λ.χ., όπως κάνει ο Γάλλος στη 14η Ιουλίου, που παραθέτει ονοματεπώνυμα (ή ό,τι από αυτά είναι διαθέσιμο) και ιδιότητες –δολοφονημένων συνήθως– διαδηλωτών της Βαστίλης, παραθέτει και αυτός ονοματεπώνυμα και ιδιότητες διαδηλωτών απεργών που είτε συλλαμβάνονται είτε δολοφονούνται στις μεγάλες απεργίες του καλοκαιριού του 2023.
«Στη συγκέντρωση της ακτής Τζελέπη (σ.σ. 21/8/1923) συλλαμβάνονται οι: Ι. Καστρόκαλος, λιπαντής, Σ. Μαυριδόγλου και Γερ. Γιώτης, θερμαστές, Στεργίου, ανθρακεύς, Ν. Μόσχος, αρτεργάτης, Π. Γιαγγιώτης, ναύτης, Ν. Περατικός και Παν. Χελιώτης, αρτεργάτες. […] 23/8/1923: Πλήθος διαδηλωτών στα γραφεία του Εργατικού Κέντρου Πειραιά, κοντά στο Δημοτικό Θέατρο. Στις 15:30 εργάτες διαδήλωναν στο Πασαλιμάνι. Ήρθε ο στρατός. Οι επικεφαλής ζήτησαν από τους απεργούς να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Αρνήθηκαν. […] Οι συγκεντρωμένοι χωρίστηκαν. Μια ομάδα κατευθύνθηκε προς το Δημοτικό Θέατρο. Στη διασταύρωση Σωτείρας και Καραΐσκου στρατός και αστυνομία είχαν στήσει μπλόκο. Οι απεργοί προσπάθησαν να το ανατρέψουν. Ο ταγματάρχης Βαμβακόπουλος διέταξε τους στρατιώτες ν’ ανοίξουν πυρ. Ο χωματόδρομος κοκκίνησε. Ήμουν αυτόπτης μάρτυρας στις δολοφονίες του εργάτη θερμαστή Γ. Γκαζή, του ναυτεργάτη από την Κύμη Χ. Αντωνιάδη και του δωδεκάχρονου πρόσφυγα Ζαχαριάδη, και στον τραυματισμό των Γ. Κολοβού, κτίστη, Γ. Γκαζούρη, εργάτη στο λιμάνι, Κ. Κολοκοθόη, θαλαμηπόλου, Γ. Βαλσαμή, εργάτη, Καρμάτσου, αρτεργάτη, και Α. Μεγαρά, εργάτη».
Στις πλάτες δυστυχισμένων ανθρώπων
Τι ήταν όμως αυτό που οδήγησε χιλιάδες εργάτες στις μεγάλες απεργίες εκείνης της περιόδου και ποια ήταν η σχέση των γεγονότων αυτών με το προσφυγικό; Οι πρωταγωνιστές του βιβλίου ρίχνουν φως στα πολιτικοοικονομικά γεγονότα εκείνης της χρονιάς που είναι συγκλονιστικά. Η Ελλάδα συνάπτει προσφυγικό δάνειο και το σχετικό πρωτόκολλο που υπογράφεται μεταξύ της κυβέρνησης και της Κοινωνίας των Εθνών μετατρέπει τη χώρα σε προτεκτοράτο. Υποχρεώνεται σε πλήρες ισοζύγιο εσόδων και δαπανών, αφιερώνει στις υποχρεώσεις εξόφλησης δανείων τα έσοδα από τα κρατικά μονοπώλια των Νέων Χωρών (άλατος, πυρείων, παιγνιοχάρτων, σιγαροχάρτων), τις εισπράξεις των τελωνείων πέντε νησιωτικών πόλεων, τα πλεονάσματα προσόδων από φόρους στον καπνό και στο οινόπνευμα, όσες δηλαδή προσόδους δεν δίνονται ήδη στα δάνεια από τη χρεοκοπία του 1893 κ.λπ.
Έχει προηγηθεί ψήφιση νόμου που προβλέπει ιδιωτικοποιήσεις δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, υδάτων προς παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, των λιμένων Πειραιά, Θεσσαλονίκης, των επεκτάσεων του σιδηροδρομικού δικτύου, με απαλλαγή των αναδόχων από τέλη και φόρους για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Βρετανικά κεφάλαια έχουν τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος (μέχρι και των αποθεμάτων χρυσού και συναλλάγματος), επίσης του ηλεκτρικού ρεύματος και των μεταφορών, των εταιρειών διαχείρισης των Μονοπωλίων, της διώρυγας της Κορίνθου και πολλών άλλων τομέων δραστηριότητας. Γάλλοι και Αμερικανοί επίσης είναι ενεργοί στη χώρα.
Ταυτόχρονα, την περίοδο εκείνη, έχουν στηθεί κερδοσκοπικά παιχνίδια με τη λίρα. Η αξία της αυξήθηκε υπερβολικά προκαλώντας μεγάλο πληθωρισμό, τις οποίες μόνο εν μέρει κάλυψαν κάποιες αυξήσεις. Ο κόσμος πιέστηκε πολύ, η κερδοσκοπία στα τρόφιμα ήταν μεγάλη, μετά όμως η λίρα κατέρρευσε και οι εργοδότες, λόγω αυτού, προέβαιναν σε μειώσεις μισθών και ημερομισθίων της τάξης του 30%, σε συνθήκες μεγάλης ακρίβειας (ο συγγραφέας συμπεριλαμβάνει αναλυτικότατα στοιχεία). Αυτό ήταν που προκάλεσε τις μεγάλες διαδηλώσεις και απεργίες. Ταυτόχρονα οι πρόσφυγες στοχοποιήθηκαν για την οικονομική κρίση, κάποιοι από αυτούς χρησιμοποιήθηκαν ως απεργοσπάστες, ενώ την ίδια ώρα γίνονταν φτηνό εργατικό δυναμικό και υπηρετικό προσωπικό, ή σπρώχνονταν στην πορνεία που είχε πάρει πρωτοφανή έκταση. Οι κυβερνήσεις, βολικά, καλλιέργησαν αυτή την εργαλειοποίηση ώστε να στραφούν οι εργάτες εναντίον των προσφύγων και να προκληθεί ένας εμφύλιος των πεινασμένων.
Κάπως έτσι ένα ολόκληρο σύστημα, που κερδοσκόπησε στις πλάτες δυστυχισμένων ανθρώπων, ένα ολόκληρο πλέγμα πολιτικών και οικονομικών τζακιών, βγήκε αλώβητο, εν μέρει και κερδισμένο, μετά από μια πρωτοφανή ήττα και αποτυχία του.
Πώς το σύστημα έμεινε όρθιο
Ο Σιώτος, μέσω των πρωταγωνιστικών του χαρακτήρων, θεωρεί ότι σε αυτό το παιχνίδι Βενιζέλος και στέμμα αποτέλεσαν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι δε Πλαστήρας και Γονατάς ανέλαβαν τον δύσκολο ρόλο να κρατήσουν το προαναφερθέν σύστημα όρθιο. Καθώς υπήρχε μια αλυσίδα μικρών και μεγαλύτερων χρεοκοπιών όπως και προσφυγικών κυμάτων από τον δέκατο ένατο αιώνα μέχρι εκείνη την εποχή, στην πραγματικότητα το κράτος είχε τεχνογνωσία. Και στη διαχείριση προσφύγων, αλλά και στη διαχείριση του θυμού των εκάστοτε πεινασμένων. Η Μεγάλη Ιδέα άρκεσε για τη διαχείριση προηγούμενων κυμάτων οργής, τώρα χρειάστηκε και η εκτέλεση των έξι.
Πρόκειται για μια διαφορετική αφήγηση της Μικρασιατικής Καταστροφής, των αιτιών και της διαχείρισής της, που αποτελεί πραγματική γροθιά στο στομάχι, με διευθύνσεις και ονόματα. Όπως και με συχνή παράθεση ειδησάριων από τις εφημερίδες, με επιμονή στην ισοτιμία της λίρας αλλά και με νέα όπως αυτά: «Συνελήφθη ο Ι. Λιβαδάρας διότι αποπλάνησε την πρόσφυγα Ε. Παπανικολάου και την ανάγκασε να κλέβει χρήματα από τη μητέρα της» ή «Το αυτοκίνητο του πρίγκιπα Παύλου παρέσυρε στη Λεωφόρο Συγγρού τον εικοσαετή πρόσφυγα Ι. Δροσάκη. Το θύμα εξέπνευσε και το Παλάτι ρίχνει την ευθύνη στον πρόσφυγα».
Μανώλης Πιμπλής