Έχοντας αποσαφηνίσει, τόσο θεσμικά όσο και κοινωνικά, ότι η Αυτοδιοίκηση είναι ο εγγύτερος προς τον πολίτη πολιτειακός θεσμός, είναι προφανές ότι, με βάση τις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας, θα έπρεπε, σύμφωνα και με το σύνταγμα (άρθρο 102), να ασκεί το σύνολο των τοπικών δημόσιων πολιτικών με εξασφαλισμένους τους αναγκαίους πόρους (ανθρώπινους και οικονομοτεχνικούς).
Φευ! Αντιμετωπίζεται, μέσω της μεταφοράς αρμοδιοτήτων χωρίς πόρους και με ασαφές πλαίσιο (αλληλοεπικαλυπτόμενα πεδία ευθύνης με τις περιφερειακές και κρατικές Αρχές), ως το εξιλαστήριο θύμα των πολιτειακών αστοχιών, ο αυτοφωράκιας του κράτους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα ζητήματα πολιτικής προστασίας (πυρκαγιές, παγετοί, πλημμύρες κ.λπ.).
Γίνεται φανερό ότι, παρά την αντικειμενικά αναγκαία κοινή αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων λειτουργίας των πόλεων (καθαριότητα, ηλεκτροφωτισμός, οδική ασφάλεια, βιώσιμη κινητικότητα, κοινωνικές δομές, σχολικές υποδομές κ.λπ.), στην ιεράρχηση και στις επιλογές επίλυσής τους υπεισέρχεται η πολιτική αντίληψη, άρα και η κομματική εμπλοκή, άμεσα ή έμμεσα. Περισσότερο άμεσα στον δεύτερο βαθμό (περιφέρειες) και λιγότερο στον πρώτο βαθμό (δήμοι), όπου τα πρόσωπα του επικεφαλής και των υποψηφίων των συνδυασμών παίζουν σημαντικότερο ρόλο στο τελικό εκλογικό αποτέλεσμα.
Ιστορικά, για την Αριστερά η Αυτοδιοίκηση, για μια μεγάλη περίοδο, ήταν προνομιακός χώρος, μιας και οι συνδυασμοί που υποστήριζε κατέγραφαν καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα σε σχέση με την κομματική καταγραφή των βουλευτικών εκλογών. Η γιγάντωση των εκλογικών ποσοστών της Αριστεράς δεν αποτυπώθηκε ποτέ στο αυτοδιοικητικό επίπεδο και οι εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Αν κάποιος θα ήθελε να αξιολογήσει σε ποιες περιοχές αυτοί οι συνδυασμοί είχαν αντοχή, νίκες και αξιοπρεπείς καταγραφές, τότε εύκολα θα πρότασσε τις περιοχές που λειτούργησαν και λειτουργούν δημοτικές παρατάξεις με πολυετή συνεχή παρουσία. Αν εξαιρέσουμε τις παρατάξεις του ΚΚΕ (που μετά τη στροφή του 1994 και την ολοκλήρωσή της το 2010, οπόταν και κατοχυρώθηκε πανελλαδικά ο ενιαίος τίτλος Λαϊκή Συσπείρωση, αντιμετωπίζει την παρέμβασή του στην Αυτοδιοίκηση ως ιμάντα απόλυτης μεταφοράς της κομματικής γραμμής, με ελάχιστες προσαρμογές στο τοπικό επίπεδο, εξού και η φθίνουσα πορεία στον αριθμό των δήμων που ασκεί διοίκηση παρά τις ικανοποιητικές καταγραφές σε κάποιες περιοχές σε σχέση με το κομματικό ποσοστό), τότε προκύπτει ότι παρατάξεις με αυτόνομη λειτουργία και παρουσία, που αποφασίζουν μέσα από αυτοτελείς θεσμικά εσωτερικές λειτουργίες και δεν εξαρτώνται από προειλημμένες κομματικές αποφάσεις, έχουν καταγράψει επιτυχίες και υψηλά ποσοστά αποδοχής ακόμη κι εκεί που δεν κατάφεραν να κερδίσουν. Είναι παρατάξεις ενεργών πολιτών, δημοκρατικών αντιφασιστικών πεποιθήσεων που δεσμεύονται σε συγκεκριμένο πρόγραμμα σε κάθε περιοχή, λόγω των τοπικών ιδιαιτεροτήτων και προβλημάτων, παράγωγα πολλές φορές κινημάτων πόλης και περιοχής.
Το κόκκινο νήμα που τις συνδέει είναι η άμβλυνση των ανισοτήτων μέσω δράσεων και δομών συμπερίληψης και κοινωνικής αλληλεγγύης, η υπεράσπιση των δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών απέναντι στις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης, ο διεκδικητικός χαρακτήρας και η αγωνιστική αντίθεση στην υποβάθμιση και απαξίωση της Αυτοδιοίκησης, η προσπάθεια για δίκαιη, πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, με συμμετοχή και ωφέλεια του συνόλου της κοινωνίας, η έντιμη και διαφανής διαχείριση, ο σεβασμός του δημόσιου χώρου και του δημόσιου συμφέροντος στη λειτουργία των πόλεων και, τέλος, η δημοκρατική λειτουργία και η επιδίωξη της μεγαλύτερης δυνατής συμμετοχής της Κοινωνίας των Πολιτών στη λήψη και υλοποίηση των αποφάσεων. Ανοιχτές πάντα σε κοινωνική διεύρυνση, προγραμματικές συγκλίσεις και φερέγγυες συνεργασίες.
* Ο Δημήτρης Μπίρμπας είναι πρώην δήμαρχος Αιγάλεω, μέλος του Δ.Σ. της ΚΕΔΕ