Συνεντεύξεις

Ευκλείδης Τσακαλώτος: «Χρειαζόμαστε σοκ επανίδρυσης του κόμματος και των δομών μας»

 
 
Αντίστροφη μέτρηση για τις εκλογές ανάδειξης νέας ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ. Κατά την εκτίμησή σας ποια κριτήρια πρέπει να «μετρήσουν» στην επιλογή που θα κάνουν όσο θα συμμετέχουν στη διαδικασία;
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και οφείλει να παραμείνει κόμμα εξουσίας, γιατί αποτελεί την μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να ηγηθεί μιας προοδευτικής διακυβέρνησης. Που έχει αποδείξει ότι και θέλει και μπορεί να κυβερνήσει, καθώς κατάφερε μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες ισορροπήσει τα δημοσιονομικά, να ρυθμίσει το χρέος, να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια και να τη φέρει σε τροχιά ανάπτυξης, μειώνοντας παράλληλα τις ανισότητες και τη φτώχεια. Που δεν αλλοτριώθηκε από την εξουσία και συνέχισε να μάχεται για τους πολλούς ενάντια στα μεγάλα συμφέροντα. Ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να χτίσει πάνω σε αυτήν πορεία αυτή και να βοηθήσει το κόμμα να ανακάμψει, χωρίς όμως να χάσει την αριστερή ταυτότητά του. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση άλλα παλαιότερα και τωρινά κόμματα εξουσίας έχει αποδείξει ότι δεν συντάσσεται με την οικονομική ελίτ αλλά με τον απλό πολίτη, για τα δικαιώματα και τα συμφέροντά του, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να είναι ξεκάθαρο στον κόσμο. Γι’ αυτό ο ρόλος του προέδρου είναι κομβικός, και η ευθύνη μεγάλη.
 
Λέτε συχνά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ένα σοκ επανίδρυσης. Τι εννοείτε και πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
 
Στο πέρασμα του χρόνου οι κοινωνίες αλλάζουν, εξελίσσονται, διαμορφώνονται καινούριες συνθήκες και νέες προκλήσεις. Το κάθε κόμμα, ως πολιτικός σχηματισμός οφείλει να είναι κοντά στον πολίτη, να ακούει τους προβληματισμούς, τις ανησυχίες και τις ελπίδες του. Ταυτόχρονα το κόμμα έχει και ένα ρόλο διδακτικό, καθοδηγητικό, που με τις προτάσεις του μπορεί και επηρεάζει τις εξελίξεις και δίνει όραμα και προοπτική.
 
Ο κόσμος που αλλάζει συνεχώς, οι ανάγκες της κοινωνίας όπως αυτές διαμορφώνονται, οι προοπτικές που ανοίγονται, όλα αυτά, επιβάλλουν ένα σοκ επανίδρυσης του κόμματος, των οργανώσεων και των δομών μας.
 
Πολιτικά γιατί πιστεύετε ότι δεν έπεισε ο προγραμματικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ και υπέστη αυτή την εκλογική καθίζηση στις πρόσφατες εθνικές εκλογές;
 
Προφανώς μία πλήρης ανάλυση των αιτίων του απρόσμενου αποτελέσματος των εκλογών θέλει χρόνο και χώρο για να γίνει σωστά και νηφάλια και για να παραγάγει αξία για το κόμμα και την πολιτική ζωή του τόπου. Είναι σαφές ότι δεν καταφέραμε να κινητοποιήσουμε εκείνες τις δυνάμεις της κοινωνίας που μας στήριξαν τα προηγούμενα χρόνια και μας ανέθεσαν την ευθύνη της διακυβέρνησης, ούτε να προσελκύσουμε νέες δυνάμεις. Για να δούμε, όμως, αν φταίει το ότι ο προγραμματικός μας λόγος δεν ήταν πειστικός, πρέπει πρώτα να αξιολογήσουμε αν και πως έφτασε στους πολίτες.
 
Χωρίς καμία διάθεση απόσεισης ευθυνών και αποφυγής της αυτοκριτικής, νομίζω πως κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι όλη την προηγούμενη περίοδο κινηθήκαμε σε ένα μιντιακό τοπίο τουλάχιστον «μη φιλικό» προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η υποστήριξη της κυβέρνησης από το μεγαλύτερο μέρος των συστημικών ΜΜΕ, σε συνδυασμό με την πανάκριβη -ειδικά για ένα κόμμα που χρωστάει 400 εκ-επικοινωνιακή πολιτική της ΝΔ, είχαν ως αποτέλεσμα την επιβολή εξ ολοκλήρου της δικής της ατζέντας. Φυσικά, ήταν και δική μας ευθύνη η ανεπαρκής επικοινωνιακή μας πολιτική και ο εγκλωβισμός μας σε λάθος ατζέντες, ενώ δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι πολλές φορές το μήνυμά μας ήταν «θολό» και παρέπεμπε σε ένα «άγχος» να πούμε τα πάντα, χωρίς να προκύπτουν ξεκάθαρα οι αναλύσεις μας και οι προτεραιότητές μας. Για παράδειγμα, οι θεματικές εκδηλώσεις που κάναμε προεκλογικά, με στελέχη του κόμματος αλλά και σημαντικούς επιστήμονες και εκπροσώπους φορέων των αντίστοιχων πεδίων (για το ΕΣΥ, το ιδιωτικό χρέος, την ανάπτυξη, τα εργασιακά κ.α.), ήταν πολύ ενδιαφέρουσες και σοβαρές και θεωρώ ότι αν είχαν φτάσει σε πιο πλατιά στρώματα της κοινωνίας θα είχαν θετικότατο αντίκτυπο.
 
Σε κάθε περίπτωση, όπως λέω συχνά, είναι σημαντικό ο κόσμος να ξέρει ότι λες αυτά που εννοείς και εννοείς αυτά που λες. Με σωστή ανάλυση της σύγχρονης πραγματικότητας και των προκλήσεων που είναι μπροστά.
 
Τι είναι αυτό σε πολιτικό επίπεδο που διαφοροποιεί τη δική σας υποψηφιότητα από τις υπόλοιπες που έχουν τεθεί στο πεδίο της εσωκομματικής αναμέτρησης;
 
Καταρχάς να επισημάνω ότι με τους υπόλοιπους υποψήφιους προέδρους δεν είμαστε αντίπαλοι αλλά σύντροφοι. Είμαι βέβαιος λοιπόν ότι ο καθένας/καθεμιά από εμάς θέλει το καλύτερο για το κόμμα αλλά και για τη χώρα, και το παλεύει με τον τρόπο που εκείνος/εκείνη θεωρεί καλύτερο.
 
Από την πλευρά μου πιστεύω ότι όταν απευθύνεσαι στον κόσμο να σε ψηφίσει, για να καλυτερέψεις τη ζωή του, το στίγμα σου πρέπει να είναι σαφές. Και η Αριστερά έχει σαφές στίγμα. Αντιθέτως, ένα κόμμα που το στίγμα του δεν είναι σαφές, και που συνυπάρχουν σε αυτό αντικρουόμενες απόψεις γύρω από ένα απροσδιόριστο κέντρο, ουσιαστικά δεν δεσμεύεται για τις πολιτικές που θα ακολουθήσει. Και οι πολίτες, έχουν σχηματισμένες απόψεις, για το προς τα που θα ήθελαν να πάνε, για το πως θα ήθελαν να είναι η ζωή τους αύριο, και αυτό συμπεριλαμβάνει βέβαια και το χώρο του κέντρου που είναι αρκετά ευρύς.
 
Γιατί πολλοί στο χώρο του κέντρου ονειρεύονται μια κοινωνία με τα χαρακτηριστικά εκείνα για τα οποία μάχεται διαχρονικά η Αριστερά: δωρεάν δημόσια παιδεία και υγεία, μείωση ανισοτήτων, ίσες ευκαιρίες για όλους και όλες, ισχυρό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα, δικαιοσύνη και ισονομία, αλληλεγγύη. Και η διεύρυνση πρέπει να γίνει με αυτούς του όρους. Γιατί ο κόσμος ψηφίζει με γνώμονα τα θέλω του αλλά και την αξιοπιστία αυτού που ζητάει την ψήφο του.
 
Είπατε πρόσφατα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι και ριζοσπαστικός και ρεαλιστικός. Πως θα επιτευχθεί αυτή η «συνύπαρξη»;
 
Πρώτα από όλα, να ξεκαθαρίσουμε πως η συνύπαρξη αυτή όχι μόνο δεν είναι αντιφατική, αλλά τουναντίον ο ριζοσπαστισμός είναι συχνά το μέσο επίτευξης του ρεαλισμού. Και η ανάγκη για στροφή σε πιο ριζοσπαστικές λύσεις όχι μόνο αναδείχθηκε έντονα κατά τις πρόσφατες παγκόσμιες κρίσεις (υγειονομική, πληθωριστική, μεταναστευτική κ.α.) και ενόψει των προκλήσεων του μέλλοντος (κλιματική αλλαγή, σίτιση και στέγαση, τεχνητή νοημοσύνη κ.α.), αλλά έχει γίνει αντιληπτή και από σημαντικό μέρος των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων σε Ευρώπη και Αμερική. Πλέον, μόνο οι συντηρητικές και ακραία νεοφιλελεύθερες δυνάμεις αρνούνται να δουν ότι δεν πάει άλλο με τις ίδιες αποτυχημένες συνταγές. Ένα παράδειγμα είναι η πράσινη μετάβαση: αν δεν είναι ριζοσπαστική – με άλλο παραγωγικό μοντέλο, με δημόσια ΔΕΗ, με ενεργειακές κοινότητες, με πιο ήπια ανάπτυξη – δεν θα είναι ούτε πράσινη.
 
Για να καταφέρει, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι και ρεαλιστικός και ριζοσπαστικός, θα πρέπει αφενός να έχει ταυτότητα, αφετέρου να έχει μακροπρόθεσμο σχέδιο. Σε τελική ανάλυση να είναι αξιόπιστος.