Μήνες κράτησε η συζήτηση για το ποιος θα ηγηθεί των Σοσιαλδημοκρατών στις εκλογές του 2017, τόνοι μελάνης χύθηκαν για το πόσο καταστροφική ήταν η καθυστέρηση του προέδρου του κόμματος και αντικαγκελαρίου Ζίγκμαρ Γκάμπριελ να αποφασίσει εάν θα δώσει αυτός τη μάχη ενάντια στην καγκελάριο Μέρκελ, με την οποία συγκυβερνά από το 2013. Τελικά ο κύβος ερρίφθη – και δη με πάταγο, εκτός των χρονοδιαγραμμάτων στα οποία επέμενε ο Γκάμπριελ. Και το χρίσμα πήγε στον μέχρι πρότινος πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς. Οι πρώτες μέρες μετά την απόφαση του Γκάμπριελ να παραδώσει την προεδρία του κόμματος και την υποψηφιότητα στις εκλογές ήταν γεμάτες δηλώσεις σεβασμού στο πρόσωπό του, καθώς σύντροφοι και αντίπαλοι εκτιμούν ότι έκανε ένα δώρο στο SPD προφυλάσσοντάς το από μια βέβαιη ήττα. Ωστόσο, το ερώτημα είναι εάν η υποψηφιότητα Σουλτς είναι επιλογή νίκης -και η οριστική απάντηση θα δοθεί από τους ψηφοφόρους τον Σεπτέμβριο.
Αν πιστέψει κανείς τις δημοσκοπήσεις -οι οποίες και στη Γερμανία βλέπουν το κύρος τους να μειώνεται- ο Σουλτς έχει περισσότερες πιθανότητες από τον Γκάμπριελ τουλάχιστον να φρενάρει την κατρακύλα του SPD στο 20%, ενδεχομένως και να το επαναφέρει πάνω από το 25% των προηγούμενων εκλογών. Η πιθανότητα να νικήσει ο Σουλτς τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ είναι πολύ μικρή -και σε παλαιότερες εποχές θα ήταν ανύπαρκτη. Πλην όμως και στη Γερμανία ο πολιτικός χρόνος έχει γίνει πλέον εξαιρετικά πυκνός, κάνοντας τις προγνώσεις παρακινδυνευμένες. Ήδη εμφανίστηκε μια δημοσκόπηση για το πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης που φέρει τον Σουλτς να χτυπάει τη Μέρκελ στα ίσα, αλλά ως πρόσωπο, όχι ως επικεφαλής κόμματος. Μια δημοσκόπηση που φαίνεται να έχει διώξει την κατάθλιψη από το στρατηγείο του SPD, το οποίο επιθυμεί διακαώς να ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης και ελπίζει να μην αναγκαστεί να συρθεί για τρίτη φορά μετά το 2005 ως ο μικρότερος εταίρος στον μεγάλο συνασπισμό.
Τρία όπλα φαίνεται να έχει ο Σουλτς σ’ αυτή τη μάχη -και σ’ αυτά στηρίζεται το SPD: Πρώτον, δεν είναι μέλος της νυν κυβέρνησης, άρα μπορεί ελεύθερα να αντιπολιτεύεται την καγκελάριο. Δεύτερον, δεν είναι κομμάτι του “κατεστημένου” του Βερολίνου, αφού ουδέποτε υπήρξε εκεί κεντρικό στέλεχος. Και τρίτον, είναι λαϊκός και ταυτόχρονα “Μίστερ Ευρώπη”. Εκτιμάται, λοιπόν, ότι μπορεί να κόψει τη φόρα της ευρωσκεπτικιστικής -και ακροδεξιάς- Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), η οποία στις μέχρι τώρα τοπικές αναμετρήσεις κατάφερε να προσελκύσει και ένα μέρος από το παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό κοινό.
Ο Σουλτς διαθέτει το πάθος, που είναι πάλι της μόδας στη Γερμανία, σε αντίθεση με την καγκελάριο Μέρκελ, η οποία μόνο μία φορά στην καριέρα της εμφανίστηκε παθιασμένη -και το πλήρωσε: στο προσφυγικό. Και είναι αρκετά ευέλικτος ώστε να μπορεί, εάν το επιτρέψουν τα εκλογικά αποτελέσματα, να κυβερνήσει με τους πάντες. Και με τους Φιλελεύθερους και με τους Πράσινους και με την Αριστερά -αν και αριστερό δεν τον λες. Ωστόσο αυτό που πραγματικά θα κρίνει το αποτέλεσμα των εκλογών δεν θα είναι η προσωπικότητα του Σουλτς, αλλά η αντίδραση των Γερμανών στα νέα δεδομένα που προκαλεί η νίκη Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν επικρατήσει ο συντηρητισμός τους, θα προτιμήσουν τη Μέρκελ ως “σίγουρο” λιμάνι σε έναν ταραγμένο κόσμο. Εάν όχι, ίσως τολμήσουν μια νέα αρχή με μια αριστερόστροφη κυβέρνηση υπό τον Σουλτς.
Κάκη Μπαλή
Πηγή: Η Αυγή