Macro

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Νικητές και ηττημένοι της κρίσης και της «ανάπτυξης»

Η επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης, στην παρατεταμένη προεκλογική περίοδο που θα οδηγήσει μέχρι τις εκλογές του 2023, βασίζεται στους βελτιωμένους οικονομικούς δείκτες, στη διαχείριση των κρίσεων –άριστη κατά την άποψη της‒ και στο φόβο ενός απειλητικού αύριο. Ο κόσμος άλλωστε έχει πολλούς λόγους να ανησυχεί: η ακρίβεια, η ενεργειακή φτώχεια ενός δύσκολου χειμώνα, το ακραίο ενδεχόμενο πυρηνικού «ατυχήματος» εξαιτίας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ένα πιθανό «θερμό επεισόδιο» με την Τουρκία σκοτεινιάζουν τον ορίζοντα και αυξάνουν τις ανησυχίες και την αβεβαιότητα. Η κυβέρνηση έχει λόγους να επενδύει στους αυριανούς κινδύνους έτσι ώστε η σημερινή δυσπραγία να φαντάζει ως κανονικότητα.

 

Η ευημερία των αριθμών

Η κυβέρνηση διαφημίζει με κάθε τρόπο τις επιτυχίες της στο πεδίο των αριθμών. Το ίδιο και οι οικονομικές στήλες των μεγάλων εφημερίδων. Όλοι μαζί αναπαράγουν τα «καλά νέα», ότι δηλαδή η αύξηση του ΑΕΠ τρέχει το 2022 με ταχύτητες πάνω από 10%, ότι οι εξαγωγές αυξάνονται σε σχέση με το 2021, που ήταν επίσης μια καλή χρονιά, ότι ο τουρισμός πλησιάζει τα επίπεδα του 2019, χρονολογία σταθμό για τις εισροές τουριστικού συναλλάγματος, ότι το ισοζύγιο απολύσεων-προσλήψεων είναι φέτος θετικό κατά 326 χιλ. θέσεις εργασίας, ότι ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ μειώνεται εξαιτίας της αύξησης του ΑΕΠ, ότι η διαχείριση του δημόσιου χρέους, παρά την άνοδο των spreads, είναι ασφαλής. Αποσιωπούν βέβαια ότι αυτή οφείλεται στη διευθέτηση του χρέους μέχρι το 2030 και στο μαξιλάρι των 40 δισ. που εξασφάλισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Πανηγυρίζουν ότι τα δημόσια έσοδα πάνε πρίμα, δεν αναφέρουν όμως ότι τα αυξημένα έσοδα οφείλονται στην έμμεση φορολογία, στον ΦΠΑ και στον ειδικό φόρο κατανάλωσης, δηλαδή στις πολύ αυξημένες τιμές, εξαιτίας του πληθωρισμού και των ονομαστικών τιμών της ενέργειας. Αντίθετα, οι άμεσοι φόροι, οι οποίοι είναι κοινωνικά δικαιότεροι, εισφέρουν τα λιγότερα. Φρόντισαν βέβαια έγκαιρα, πολύ πριν την πληθωριστική κρίση, να μειώσουν τους φορολογικούς συντελεστές στα επιχειρηματικά κέρδη, στα μερίσματα και στα κληρονομικά δικαιώματα. Κομπορρημονούν ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις ξεπερνούν τις προσδοκίες στους τομείς της ενέργειας, του τουρισμού και του real estate, χωρίς μάλιστα να προσμετρούν τα μεγάλα deals από την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Δεν μπαίνουν στον κόπο να αναλύσουν ότι η αύξηση των επενδύσεων προέρχεται κυρίως από την αγορά κατοικιών και την εξαγορά τουριστικών μονάδων και επιχειρήσεων, καθώς και από την ιδιωτικοποίηση υποδομών, δημόσιων επιχειρήσεων και δικτύων, όπως του ΔΕΔΗΕ. Αντιθέτως, οι επενδύσεις για τη δημιουργία παγίου κεφαλαίου κατατάσσουν την χώρα στις τελευταίες θέσεις της διεθνούς κλίμακας. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που μένει αναλλοίωτο είναι η δομή της ελληνικής οικονομίας, μιας οικονομίας υπηρεσιών, ευάλωτη και εύθραυστη στις κρίσεις, μιας οικονομίας και μιας κοινωνίας των μεγάλων ανισοτήτων.

 

Νικητές και ηττημένοι της αγοράς

Οι αριθμοί δεν λένε όλη την αλήθεια, δεν έχει τόσο ενδιαφέρον η παρουσίαση της φωτεινής και σκοτεινής εικόνας της κοινωνικής και οικονομικής συγκυρίας, περισσότερο νόημα έχει να καταδείξει κανείς ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν, ποιοι είναι οι νικητές και ποιοι οι ηττημένοι της κρίσης και της «ανάπτυξης». Η κυβέρνηση της ΝΔ, πολύ πριν τον πόλεμο και την όξυνση της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού, ήταν σαφής και προσηλωμένη στα trickle-down economics, στην πεποίθηση δηλαδή ότι η συγκέντρωση του πλούτου και της οικονομικής ισχύος θα οδηγήσει στην ανάπτυξη η οποία θα διαχυθεί κάποια στιγμή στην κοινωνία. Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε όλα τα εργαλεία που διαθέτει –φορολογία, επιδοτήσεις που δεν θίγουν τους μηχανισμούς κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, κατανομές των ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάπτυξης, ιδιωτικοποιήσεις–, προκειμένου να υλοποιήσει μια παλιά και αποτυχημένη νεοφιλελεύθερη συνταγή.

 

Συγκέντρωση του κεφαλαίου

Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι ο σκληρός πυρήνας του προγράμματος της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, τα δίκτυα, οι δημόσιες επιχειρήσεις, ο δημόσιος χώρος είναι προς πώληση. Το ίδιο και οι συμμετοχές του δημοσίου στις 4 συστημικές τράπεζες. Κρατικά funds από τη Σαουδική Αραβία και την Ιταλία έχουν εκδηλώσει ισχυρό ενδιαφέρον. Η χώρα είναι η γη της επαγγελίας για τα κερδοσκοπικά funds, η διαχείριση των κόκκινων δανείων από funds και servicers είναι εμβληματικό σκάνδαλο κερδοσκοπίας – δάνεια που αγοράστηκαν με ένα ελάχιστο τμήμα της αξίας τους (περίπου 10%) βγαίνουν στην αγορά και σε πλειστηριασμούς με την αρχική τιμή, πλέον τόκων. Μιλάμε για 87 δισ., πλέον 45 δισ. εμπράγματες αξίες). Η κυβέρνηση σχεδίαζε μάλιστα να τους κάνει τη ζωή πιο εύκολη, τροποποιώντας τις εγγυήσεις του Νόμου του 2015. Ανεστάλη προς το παρόν.

Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι αποκλεισμένες από τη χρηματοδότηση των συστημικών τραπεζών, όπως αποκλεισμένες είναι και από την κατανομή του Ταμείου Ανάπτυξης. Η «δημιουργική καταστροφή» των μικρομεσαίων αποτελεί το στόχο κάθε νεοφιλελεύθερου.

Η ιδιωτικοποίηση της υγείας και της παιδείας αυξάνει το ΑΕΠ, κάνει ευτυχισμένους τους σχολάρχες, τους κλινικάρχες, τα διαγνωστικά κέντρα, ταυτόχρονα γοητεύει και τους ιδιώτες γιατρούς, κάτι που αποτυπώνεται στις εκλογές των επαγγελματικών τους ενώσεων. Από την άλλη, αποκλείει από τις υπηρεσίες υγείας μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες και τις κάνει πολύ πιο ακριβές για τους άλλους.

Στο μπλοκ της εξουσίας, της οικονομικής εξουσίας που μετασχηματίζεται σε πολιτική και μιντιακή (τα κανάλια και οι μεγάλες εφημερίδες είναι ακριβές επιχειρήσεις) ηγούνται οι 4 μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι στους τομείς της ενέργειας –της παραγωγής και της διανομής–, οι 3 κατασκευαστικές και οι 4 αλυσίδες τροφοδοσίας. Όλοι οι παραπάνω τροφοδοτούν το σπιράλ της ακρίβειας, του πληθωρισμού και των κερδών, την αναδιανομή εισοδημάτων δηλαδή σε βάρος των λαϊκών τάξεων. Το εφοπλιστικό κεφάλαιο, αξιοποιώντας την τεράστια ρευστότητά του από τη διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας, αγοράζει ό,τι κινείται. Στο ίδιο μπλοκ συντάσσονται μεσαίες επιχειρήσεις που ευνοούνται από απευθείας αναθέσεις διαγωνισμών του δημοσίου, όπως και οι εργολαβικές που επανήλθαν στις δημόσιες επιχειρήσεις μετά την αποβολή τους επί ΣΥΡΙΖΑ.

 

Οι ηττημένοι

Στους ηττημένους, η εργασία και τα λεγόμενα μεσαία στρώματα. Στα μεσαία στρώματα «συνωστίζονται» μισθωτοί, ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι, μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες. Μια ανόμοια κατηγοριοποίηση, με ανταγωνιστικές πολλές φορές σχέσεις μεταξύ τους, η οποία συσκοτίζει ταξικές αντιθέσεις, παρέχει όμως την ψευδαίσθηση ότι δραπέτευσαν από την εργατική τάξη και πλησίασαν την αστική, τη «διευθύνουσα» τάξη.

Την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης αυτών των κοινωνικών κατηγοριών την αποδεικνύουν δείκτες «αθέατοι» στην κυβερνητική ρητορική. Ο δείκτης της εισοδηματικής ανισότητας πήρε την ανηφόρα από το 2019, μετά την αποκλιμάκωση της διετίας 2017-2019. Το 25% του πληθυσμού με τα μεγαλύτερα εισοδήματα κατέχει το 45,7% του συνολικού εθνικού εισοδήματος, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των χαμηλών εισοδημάτων κατέχει μόνο το 9,6%. Το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού κατέχει εξαπλάσια εισοδήματα από το φτωχότερο 20%. Ο πληθωρισμός για τα φτωχότερα στρώματα είναι διπλάσιος, στο βαθμό που η ακρίβεια επιβαρύνει δυσανάλογα τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Για τον κόσμο της εργασίας, τα πράγματα είναι ακόμα πιο σκοτεινά, όχι μόνο εξαιτίας των χαμηλών μισθών που ροκανίζονται από τον πληθωρισμό και την ακρίβεια, αλλά και λόγω της γενικευμένης επισφάλειας. Οι μισές από τις θέσεις εργασίας που προέκυψαν αφορούν ελαστική εργασία, μερική, εκ περιτροπής κ.ο.κ., ακόμα και πολλές σταθερές είναι ορισμένου χρόνου. Η αναξιοπρεπής εργασία οδηγεί μαθηματικά στην εργασιακή περιπλάνηση των νέων σε όλο τον κόσμο και στη «μεγάλη παραίτηση» από τις σκατοδουλειές (shit jobs). Οι εργοδοτικές οργανώσεις μιλούν για έλλειμμα 50.000 θέσεων εργασίας στον τουρισμό και τον επισιτισμό, άλλες τόσες στη γεωργική παραγωγή, τους είναι όμως αδιανόητο το ενδεχόμενο καλύτερων μισθών και εργασιακής αξιοπρέπειας, αντίθετα ελεεινολογούν τα επιδόματα, των επιδομάτων ανεργίας συμπεριλαμβανομένων, ό,τι δεν εξαναγκάζει δηλαδή σε υποχρεωτική εργασία, σε εργασία άνευ όρων.

Ποιος όμως ασχολείται με την εργατική τάξη σήμερα, όταν όλα τα φώτα είναι εστιασμένα στους μικρομεσαίους και την «ανάπτυξη»;

Ο Χριστόφορος Παπαδόπουλος είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και της Επιτροπής Προγράμματος, και πρώην βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ.

Η ΕΠΟΧΗ