1. Τα όσα ανατριχιαστικά εκστόμισε ο πρώην μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος από του τηλεοπτικού άμβωνος, αλλά και όσα με καλογερική υποκριτική διαλαμβάνονται στην απανταχούσα της Ιεράς Συνόδου κατά των αμβλώσεων, που διαβάστηκε προχτές σε όλες τις εκκλησίες, συνιστούν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.
Η Εκκλησία ως εξουσία, παραμένει ο πλέον ισχυρός θεσμός της Πατριαρχίας. Με δεδομένη μάλιστα τη δύναμή της μέσα στη γενικότερη κρίση αξιών, επηρεάζει μεγάλο μέρος πολιτών, μπορεί να υπαγορεύσει ακόμα και πολιτικές αποφάσεις, παρά το εκκοσμικευμένο πλαίσιο της νεωτερικότητας, παρεμβαίνει με στόχο να προσδώσει χαρακτήρα υπερβατικής αλήθειας στην «ταυτότητα», αγνοώντας τις πραγματικότητες της παγκοσμιοποίησης. Είναι ο ακοίμητος φρουρός του τρίπτυχου «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια» και δεν διστάζει να ενοχοποιεί τον άλλον, τον διαφορετικό, τον πρόσφυγα, ως επιβουλέα της «υπεραιώνιας» ταυτότητας. Πίσω λοιπόν από την ακραία σεξιστική επίθεση διακρίνει κανείς την αναλλοίωτη καθολική αξίωση της Εκκλησίας να επιβάλλει αναχρονιστικά πρότυπα δήθεν για τη σωτηρία της ψυχής των ανθρώπων! Ως προς τα σώματα, επιφυλάσσει μια ακραία αστυνόμευση, ιδεολογική ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, και κατασταλτική. Η δύναμή της μεγαλώνει καθώς ο λόγος της συναντά το κύμα νεοσυντηρητικής ηγεμονίας, όπως χαρακτηριστικά εκφράστηκε π.χ. με την πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ για τις εκτρώσεις ή στη διάχυτη παγκοσμίως αντιπροσφυγική συμπεριφορά.
2. Εκκλησία, κατά κυριολεξία, είναι ο πιστός λαός και βέβαια η θεολογική παράδοση. Ανάμεσα στα εκατομμύρια πιστών διακρίνει κανείς ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες με διάρκεια υπέρ των γυναικών – θυμάτων βίας, των φτωχών και των προσφύγων. Αυτή η καλή πλευρά της από τα κάτω Εκκλησίας διασώζει το ηθικό μήνυμα της αγάπης του Χριστιανισμού και το επικαιροποιεί με βάση τα μεγάλα οικουμενικά προβλήματα της εποχής.
Η χρήση της θεολογικής παράδοσης είναι ένα σύνθετο θέμα με πολλές αντιφάσεις. Στη χριστιανική γραμματεία συνυπάρχουν θετικές διδαχές για την ισότητα των ανθρώπων ενώπιον του Θεού που συμπεριλαμβάνουν όλους, ανεξαρτήτως φύλου και γένους, με αρνητικές διδαχές όπως η επίμονη πατριαρχική θεώρηση της Ιστορίας. Αυτή η θρησκευτική πατριαρχία (που αφορά βέβαια τουλάχιστον όλες τις μονοθεϊστικές θρησκείες) συχνά εκτρέπεται σε σεξισμό καθώς έχει θεμελιωθεί στο δόγμα ότι τα φύλα ανήκουν στην αρχέγονη δημιουργία και προέκυψαν από την πτώση και την αμαρτία. Το στερεότυπο της Εύας κυνηγάει τις γυναίκες όλων των αιώνων… Κι ακόμα περισσότερο η αποκληθείσα ως «πτωτική ειδωλολατρία της έμφυλης διαφοράς» παραπέμπει στο δόγμα ότι ο Χριστός, ο οποίος είχε ανδρώα ενσάρκωση, θα σώσει την ανθρωπότητα ως ανδρώα, δηλ. όχι ως ανθρώπινη.
Αυτή η διδασκαλία του άρρενος Θεού συνοδεύει την απαγόρευση των γυναικών να χειροτονηθούν, παρότι επί δύο χιλιετίες προσφέρουν εθελοντικές υπηρεσίες για τη λειτουργία των εκκλησιών.
Η θεολογική παράδοση έχει να προσφέρει αλήθειες που βοηθούν στο να υπερβούμε πολιτισμικούς αναχρονισμούς. Να αναφερθώ ενδεικτικά στο Γρηγόριο Νίσσης (αδελφό του Μ. Βασιλείου και εξίσου μεγάλου θεολόγου) και τον Μάξιμο Ομολογητή. Αυτή η νέα ισότητα των γυναικών, σύμφωνα πάντοτε με αυτούς, προσφέρεται μέσω του βαπτίσματος. Όπως υποστηρίζουν σύγχρονοι θεολόγοι και χριστιανές φεμινίστριες έτσι δημιουργείται η πιθανότητα απελευθέρωσης από την Πατριαρχία.
3. Όλη αυτή η θεολογική παράδοση αποσιωπείται μέσα στη σημερινή κατάσταση καθώς η Εκκλησία ενδύεται την πανοπλία του εθνικισμού, περιχαρακώνει την αρσενική μοναδικότητα του κλήρου, κηρύσσει πολέμους εναντίον άλλων θρησκειών, και, πάν’ από όλα, στην πράξη αντιμάχεται ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμα και το δικαίωμα του προσώπου. Στην ελληνική μάλιστα ιδιορρυθμία, η Εκκλησία λειτουργεί, συχνά ζηλωτικά, ως κρατικός θεσμός, καθώς δεν προχώρησε ο χωρισμός της από το κράτος.
Ο εκκλησιαστικός λόγος πολλές φορές είναι διχαστικός. Όπως άλλωστε στην αρχή της πανδημίας, όταν είχε υιοθετήσει τον ανορθολογισμό. Η κοινωνία όμως είναι περισσότερο ώριμη από όσο νομίζει ακόμα και η επίσημη Αριστερά. Οι πολίτες διεκδικούν την αυτονομία τους έναντι των εκκλησιαστικών αναχρονισμών και αποστρέφονται συχνά το νεο συντηρητικό ρεύμα. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις της τελευταίας 20ετίας, το αίτημα του χωρισμού είναι πλειοψηφικό. Είναι ίσως το μοναδικό αίτημα που αφορά αξίες και η προοδευτική απάντηση είναι τόσο ισχυρή. Δεν υποτιμώ βέβαια τη μεγάλη επιρροή της Εκκλησίας και την ικανότητά της να συμπεριφέρεται ως ισχυρό σύστημα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης και κατά συνέπεια, σε κάποιο βαθμό, του εκλογικού αποτελέσματος. Μια προοδευτική ανασύνταξη του κράτους και της κοινωνίας δεν μπορεί να παρακάμψει την ιστορική εκκρεμότητα του χωρισμού Εκκλησίας – Κράτους. Και να θέλαμε να το ξεχάσουμε, μας το θυμίζει η Ιεραρχία. Αμήν.
Νίκος Φίλης