Στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για την κοινωνική πολιτική, ο πρωθυπουργός δύο τουλάχιστον φορές διαβεβαίωσε ότι «οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας». Η διαβεβαίωσή του δεν φαίνεται ικανή να ανακόψει την υποψία ότι το ενδεχόμενο των εκλογών το φθινόπωρο δεν έχει φύγει από το τραπέζι. Και δεν είναι θέμα μόνο αξιοπιστίας του κ. Μητσοτάκη. Η αμφισημία παραμένει από το ίδιο το γεγονός ότι η δήλωση έγινε στη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής διαδικασίας απολογισμού της κυβερνητικής πολιτικής, που ο ίδιος προκάλεσε. Απολογισμοί γίνονται όταν ολοκληρώνεται ένας κύκλος. Κι απ’ ό,τι φαίνεται, εκείνοι που πείθονται περισσότερο γι’ αυτό, είναι οι βουλευτές και υπουργοί της ΝΔ. Σε τέτοιο βαθμό, που προκάλεσαν πρωτοσέλιδο καυστικό σχόλιο της «Καθημερινής».
Προβλήματα στο μίγμα εκλογικής τακτικής
Ο απολογισμός της κοινωνικής κυβερνητικής πολιτικής που επιχείρησε ο κ. Μητσοτάκης, με όλη τη δέουσα ωραιοποίηση, είχε πάντως σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση της εκλογικής τακτικής της ΝΔ. Σε μια επικοινωνιακή πραγματικότητα, που έτεινε να διαμορφώσει σαν βασική προεκλογική γραμμή σχεδόν αποκλειστικά τον μηδενισμό και την κατασυκοφάντηση της κυβερνητικής περιόδου ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ – Οικολόγων (ο ανεκδιήγητος κυβερνητικός εκπρόσωπος έφτασε στο σημείο να κατηγορεί μια εκλεγμένη κυβέρνηση για πρόθεση ανατροπής του πολιτειακού συστήματος), κάποιοι προφανώς παρατήρησαν ότι χρειάζεται ισχυρή δόση ανάδειξης και υποστήριξης του κυβερνητικού έργου. Διαφορετικά η μάχη δεν δίνεται. Γεγονός είναι ότι στη ΝΔ αναζητούν το σωστό μίγμα.
Δεν είναι βέβαιο ότι θα το βρουν. Το μίσος για την προηγούμενη κυβέρνηση μπορεί να τους τυφλώσει. Το ίδιο και η κυριαρχία τους στο επικοινωνιακό πεδίο. Σε τέτοιο βαθμό που να μη βλέπουν μια αισθητή σε όλο και περισσότερους πραγματικότητα: τη χρεοκοπία και τη φτωχοποίηση οι δικές τους ληστρικές και αδιέξοδες πολιτικές προκάλεσαν. Όσο κι αν διαλαλούν το αχρείαστο τρίτο μνημόνιο, εκείνο με το πιστόλι στον κρόταφο, οι ίδιοι το 2019 παρέλαβαν μια χώρα εκτός μνημονίου, με ρυθμισμένο, χωρίς πνιγηρές δόσεις για μια δεκαετία το χρέος και με «μαξιλάρι» 37 δισεκατομμυρίων. Όχι με άδεια ταμεία.
Με το αύριο σαν χτες να μοιάζει
Η απομόνωση που αντιμετώπισαν στη Βουλή, είναι πιθανότατα αντανάκλαση μιας αντίστοιχης διαδικασίας μέσα στην κοινωνία. Μια τέτοια τάση δεν οφείλεται, ούτε εξηγείται με αναφορές στον παρελθόντα χρόνο. Είναι συνέπεια της αδυναμίας της ΝΔ να δώσει απαντήσεις στα σημερινά προβλήματα και τις προσδοκίες για το αύριο, ώστε να αντιμετωπίσει μ’ αυτόν τον τρόπο την ανασφάλεια που πλήττει τη μεγάλη πλειονότητα. Τα μέτρα που δοκιμάζει με χρονοκαθυστέρηση, είναι ενταγμένα στο νεοφιλελεύθερο δόγμα, το οποίο απαιτεί να μην αγγίζονται οι αιτίες της ακρίβειας, για παράδειγμα, ώστε να μη θίγονται οι ευκαιρίες πλουτισμού των λίγων, αντίθετα να ευνοούνται τα «ουρανοκατέβατα κέρδη». Διότι, σύμφωνα με το δόγμα, αυτά τα κέρδη των λίγων είναι η ελπίδα και για τους πολλούς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και από τις στήλες της «Καθημερινής», με την έγκυρη γραφή του Κ. Καλλίτση, επανειλημμένα τον τελευταίο καιρό επικρίνεται η φορολογική πολιτική, που τιμωρεί τα εισοδήματα από την εργασία και ευνοεί τα εισοδήματα από τα κέρδη, και επιλέγει την άκριτη φοροαπαλλαγή από τη δίκαιη φορολόγηση.
Εδώ βρίσκεται το συγκριτικό πλεονέκτημα της αντιπολίτευσης και πρώτα απ’ όλα της αξιωματικής. Μιλώντας με συγκροτημένο και πειστικό προγραμματικό λόγο για το σήμερα και το αύριο φέρνουν σε δύσκολη θέση τη ΝΔ. Σ’ αυτό το πεδίο κρίνεται η μάχη. Στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή η κυβερνητική πρωτοβουλία δεν αντιμετωπίστηκε κυρίως σ’ αυτή τη βάση. Η πολιτική επικαιρότητα και η ανάγκη για ολομέτωπη αντιπαράθεση επικράτησαν, με αποτέλεσμα να μη δοθεί από την πρώτη στιγμή το βάρος στην αποδόμηση των συγκεκριμένων κυβερνητικών ισχυρισμών για την «κοινωνική» πολιτική, αλλά κυρίως στην προβολή ενός αντίπαλου σχεδίου.
Συγκλίσεις και αποκλίσεις
Από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Αλ. Τσίπρας αντιλήφθηκε την υστέρηση αυτή και προσπάθησε στη δευτερολογία να καλύψει το κενό, αλλά με λιγότερο πια χρόνο στη διάθεσή του. Αυτό είναι ένα ζήτημα που στην Κουμουνδούρου καλό είναι να το αντιμετωπίσουν με δομικές και όχι κατά περίπτωση αλλαγές στην αντιπολιτευτική τακτική εν όψει και των εκλογών. Με την προβολή ενός σχεδίου για το αύριο κερδίζονται οι μάχες.
Από την άποψη αυτή, στη συγκεκριμένη συζήτηση ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ εμφανίστηκε καλύτερα προετοιμασμένος, δίνοντας τον τόνο τόσο στην πρώτη, όσο και στη δεύτερη παρέμβασή του στις προγραμματικές προτάσεις του κόμματός του. Γεγονός που διεύρυνε την απόσταση από τη ΝΔ, υποδεικνύοντας έδαφος πρόσφορο για την αναζήτηση κοινών τόπων στην προοπτική προοδευτικής κυβέρνησης.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι η τοποθέτηση του γραμματέα του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα, παρά τις γνωστές αιχμές σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί διμέτωπη. Αντίθετα, με τις αναλυτικές αναφορές στις ωραιοποιήσεις της κυβερνητικής κοινωνικής πολιτικής συνέβαλε αποφασιστικά στην αποδόμηση της μαγικής εικόνας, στοχοποιώντας με σαφήνεια τον κοινό αντίπαλο.
Από μια προσεκτική ανάλυση θα είχαν ανάγκη και οι τοποθετήσεις του Γ. Βαρουφάκη, ο οποίος την κριτική του για τη σημερινή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και για το 2015, φρόντισε να τη συνδυάσει με μια επίθεση στη ΝΔ. Της αρνήθηκε το δικαίωμα να μιλάει απαξιωτικά και συκοφαντικά για την προηγούμενη κυβέρνηση (εκείνοι άντεξαν, τουλάχιστον, έξι μήνες, εσείς τι κάνατε, είπε).
Θα ήταν πρόωρο ίσως να πει κάποιος ότι δεν υπάρχουν πια ίχνη του αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύματος, ωστόσο είναι πια σαφές ότι οι προσπάθειες της ΝΔ για ανασύστασή του δεν φαίνεται να αποδίδουν. Ένας λόγος παραπάνω για να ζητάει νέο μίγμα εκλογικής τακτικής.
Χαράλαμπος Γεωργούλας