Παραδοσιακά, η μαρξιστική θεωρία τοποθετούσε την ιδεολογία σε κάποιο επίπεδο «εκτός» της οικονομίας ή του τρόπου παραγωγής: στο λεγόμενο «εποικοδόμημα» (ή αλλιώς «υπερδομή»), το οποίο αποτελείται από θεσμούς όπως η οικογένεια, η εκκλησία, η εκπαίδευση, τα ΜΜΕ, το κοινοβουλευτικό σύστημα. Και που στόχο έχει να αναπαράγει τις υπάρχουσες (καπιταλιστικές) σχέσεις παραγωγής, διά μέσου κυρίως της συγκρότησης της σκέψης και της βούλησης των κατώτερων τάξεων κατά τέτοιον τρόπο ώστε να τις αποδέχονται οικειοθελώς. Πιο σύγχρονες προσεγγίσεις όμως αναγνωρίζουν πως η ιδεολογία επενεργεί και στο εσωτερικό του τρόπου παραγωγής – εντασσόμενη δηλαδή στην ίδια την οικονομία και όχι σε κάποιον μηχανισμό εκτός αυτής. Αλλωστε στοιχεία αυτής της θέσης βρίσκουμε και στο έργο του ίδιου του Μαρξ, όταν εξηγεί πώς κομβικά σημεία της καπιταλιστικής οικονομίας λειτουργούν εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την αποδεκτότητά τους.
Στον σύγχρονο καπιταλισμό ιδίως, η ιδεολογία ενυπάρχει στο εσωτερικό της οικονομίας πολλαχώς. Ενας από τους σημαντικότερους τρόπους με τους οποίους τούτο ισχύει έχει να κάνει με την ιδεολογική λειτουργία της σύγχρονης -ψηφιακής- τεχνολογίας. Μάλλον για πρώτη φορά στην ιστορία της τεχνολογίας από την εποχή της (πρώτης) βιομηχανικής επανάστασης υπάρχει ένα τεχνολογικό πεδίο το οποίο χαρακτηρίζεται από αδιάκοπη ανανέωση. Πριν από την ψηφιακή τεχνολογία, η ανανέωση σημαδευόταν από κάποιες σημαντικές τομές: ηλεκτρισμός, αυτοκίνητο, αεροπλάνο, ραδιόφωνο, τηλεόραση, οικιακές συσκευές όπως ψυγείο, πλυντήριο, κοκ. Τώρα, η ψηφιακή τεχνολογία ανανεώνεται σχεδόν καθημερινά. Η ανανέωση της τεχνολογίας αποτελεί, τρόπον τινά, ένα συνεχές της καθημερινότητάς μας. Και κάτι αντίστοιχο ισχύει με την ιδεολογία που τη συνοδεύει.
Η ιδεολογία της τεχνολογικής καινοτομίας είναι μια ιδεολογία που ενυπάρχει στο ίδιο το εμπόρευμα που καταναλώνεται. «Σου κάνω τη ζωή πιο εύκολη», λέει στον καταναλωτή προς τον οποίο απευθύνεται κάθε καινοτόμο εμπόρευμα. Στην περίπτωση της ψηφιακής τεχνολογίας, τούτο το μήνυμα διαχέεται τόσο πολύ στην καθημερινότητά μας που έχει περάσει στο ασυνείδητο όλων των χρηστών. Ο Αλτουσέρ, στη θεωρία του για την ιδεολογία, αναλύει πώς ο τρόπος σκέψης των ατόμων συγκροτείται μέσω καθημερινών «τελετουργιών» στις οποίες εντάσσονται τα υποκείμενα της εκάστοτε ιδεολογίας. Στην «τελετουργία» της κατανάλωσης των ψηφιακών προϊόντων, τα υποκείμενα συγκροτούν τη σκέψη τους βάσει της παραδοχής ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία διαρκώς διευκολύνει τη ζωή τους.
Οχι ότι τούτη η διευκόλυνση δεν ισχύει αντικειμενικά. Ισχύει. Αλλά αυτή ακριβώς είναι η διαφορά της ιδεολογίας από το σκέτο ψεύδος ή τον μύθο. Η ιδεολογία αναφέρεται σε μια αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά με τέτοιον τρόπο ώστε το υποκείμενο να σχετίζεται με δαύτην παραγνωρίζοντας κάποιες άλλες πραγματικότητες, τουλάχιστον το ίδιο σημαντικές. Η αέναη ανανέωση της ψηφιακής τεχνολογίας «επιβάλλεται» ως αυτονόητος μονόδρομος – οποιαδήποτε αμφισβήτησή της κρίνεται ως τεχνοφοβία ή σύγχρονος λουδιτισμός. Πώς είναι δυνατόν να αμφισβητείται ορθολογικά η διευκόλυνση;
Στη γραφειοκρατία, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, το μεγάλο άλλοθι της ψηφιακής τεχνολογίας είναι ότι καταργούνται οι ουρές αναμονής. Οχι ακριβώς. Πρώτον, σε μεγάλα καταστήματα τραπεζών υπάρχει πλέον μόνο ένα ταμείο, με αποτέλεσμα οι λιγότεροι έστω πελάτες -που για χ λόγους δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν ηλεκτρονικά- να υφίστανται ταλαιπωρία χειρότερη από όταν τα ταμεία λειτουργούσαν κανονικά. Και η κατάσταση βέβαια επιδεινώνεται δεδομένου ότι διαρκώς κλείνουν καταστήματα τραπεζών και συγχωνεύονται με άλλα. Επί πλέον, μια «άλλη» πραγματικότητα είναι οι απολύσεις προσωπικού που συνοδεύουν την ψηφιακή διευκόλυνση. Οταν είχα πάει να αρχίσω e-banking, η κυρία που ευγενέστατα με εξυπηρέτησε μου εξήγησε ταυτόχρονα: «Ετσι εμάς τους υπαλλήλους μας καθιστούν περιττούς».
Οσον αφορά την ίδια τη γραφειοκρατική ακαμψία: Παλιότερα συναντούσες το φαινόμενο, όχι τόσο συχνά όμως, υπάλληλοι που βρίσκονται στο ίδιο γραφείο να μην έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους και να πρέπει να εξηγείς εξ αρχής στον καθέναν ξεχωριστά την περίπτωσή σου. Τώρα, κάνεις μια αίτηση ηλεκτρονικά, και αν αυτή κάπου κολλήσει (χωρίς δική σου ευθύνη), ο κανόνας είναι ότι κάθε υπάλληλος με τον οποίο ομιλείς -μετά από ώρες ή μέρες αναμονής- τηλεφωνικά ή με e-mail σε αντιμετωπίζει χωρίς να γνωρίζει απολύτως τίποτα για την υπόθεσή σου. Τα δε δικαιολογητικά που απαιτούνται για την κάθε αίτηση, ακριβώς επειδή υπάρχει η δικαιολογία της ηλεκτρονικής ευκολίας, αυξάνονται αντί να μειώνονται.
Η Αριστερά σε τεράστιο βαθμό έχει πέσει στην παγίδα της ιδεολογίας της ευκολίας. Τρέμοντας μήπως την πουν «αναχρονιστική», παραγνωρίζει τον σημαντικότερο στόχο της αριστερής παρέμβασης στην οικονομία. Που είναι ο ορθολογικός έλεγχος των μέσων παραγωγής, δηλαδή της τεχνολογίας, με κριτήριο το όφελος των πολιτών και όχι εκείνο του κεφαλαίου.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών