«Μα αυτός που δεν τολμά να πιάσει το αγκάθι,
δεν πρέπει ποτέ να λαχταρήσει το τριαντάφυλλο»
Ανν Μπροντέ,
Αγγλίδα φεμινίστρια συγγραφέας
Συνεχίζοντας τη συζήτηση με τον Τάκη Μαστρογιαννόπουλο, θα ήθελα να σχολιάσω το απαντητικό του κείμενο («Ώστε είμαι ένας boomer;»).
Είναι όντως πολύ χρήσιμη η υπενθύμιση ότι ο Ένγκελς στηλίτευε την ομάδα των «Νέων» για τον αριστερισμό και τη νεανική αμετροέπειά τους. Χρησιμότερη είναι, όμως, η υπενθύμιση ότι τα ίδια έλεγαν οι γηραιοί σοσιαλιστές και στους νεαρούς Μαρξ και Ένγκελς, καθώς και οι απανταχού γηραιοί σοσιαλιστές στους (κατά βάση νεαρούς) αριστεριστές. Αλλά και οι εξίσου γνώστες των απάντων των κλασικών του μαρξισμού ηγήτορες του ΚΚΕ, που έχουν διαγράψει τα τελευταία χρόνια ένα σκασμό διδακτορικούς, επειδή έχουν δική τους άποψη που αφίσταται της γραμμής της κομματικής νομενκλατούρας.
Το ότι η Ελλάδα δεν είχε την τύχη να ζήσει τα 30 ευτυχισμένα χρόνια της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, δεν σημαίνει ότι οι νέοι και οι νέες σήμερα δεν ζουν χειρότερα από τους γονείς τους, αν και έχουν περισσότερα προσόντα, τα οποία χρηματοδότησαν οι γονείς τους. Εκτός αν η νεοφιλελεύθερη επίθεση της τελευταίας μακράς περιόδου, την οποία καταγγέλλει η παγκόσμια Αριστερά, είναι αποκύημα της φαντασίας μας και τίποτα δεν έχει αλλάξει από το 1980 ή 1990. Όμως, ο καταμερισμός εργασίας δεν είναι ο ίδιος. Το κοινωνικό συμβόλαιο δεν είναι ίδιο. Η διανομή του πλούτου δεν είναι ίδια. Η σύνθεση της ταξικής διαστρωμάτωσης δεν είναι ίδια. Ούτε διεθνώς, ούτε στην Ελλάδα.
Ο Τ.Μ. συνεχίζει να κάνει επίκληση στο συναίσθημα, λες και είναι επιχείρημα εναντίον της ανάγκης ανανέωσης ότι οι μεγαλύτεροι έζησαν ως παιδιά στην καχεκτική δημοκρατία ή τη χούντα. Μα, τα ίδια τους έλεγε και η γενιά του ‘40: «εγώ πολέμησα, εσύ όχι».
Η πάλη των γενεών δεν υποκαθιστά την πάλη των τάξεων, ούτε όμως υποκαθίσταται από αυτή. Όπως και η αντίστοιχη των φύλων. Για παράδειγμα, η οικογένεια, ο στρατός και η εκπαίδευση είναι πεδία που φέρουν γενιές, όχι τάξεις, και όπου εμφιλοχωρεί η σύγκρουση μεταξύ των γενεών. Διατυπωμένο με πιο κλασικούς όρους, η αυτονομία της υπερδομής έναντι της δομής πυροδοτεί τις δικές της συγκρούσεις, που μια παρωχημένη οικονομίστικη ανάλυση αδυνατεί να αντιληφθεί. Φυσικά, όπου υπάρχει σύγκρουση υπάρχει και συνεργασία. Σύγκρουση/συνεργασία τάξεων, σύγκρουση/συνεργασία φύλων, σύγκρουση/συνεργασία γενεών. Και, όπως έχει καταδείξει ο Μπουρντιέ, τόσο οι τάξεις, όσο και οι γενεές δεν είναι αυθύπαρκτες, κατασκευάζονται ή μένουν στα χαρτιά.
Τέλος, όταν ισχυριζόμαστε ότι «έχουμε πράγματι την τάση να μειώνουμε με μανία τον αντίπαλο, για να μπορούμε να πιστεύουμε ότι θα είμαστε σίγουροι νικητές», καλό είναι να κοιτάμε πρώτα τί γράφουμε εμείς και πώς το γράφουμε. Και να αναγνωρίζουμε όλοι και όλες τη θέση από την οποία γράφουμε και το κύρος που την περιβάλλει.
Εν κατακλείδι, οι νέοι/ες δεν θέλουν να εξοβελίσουν τους μεγαλύτερους και τις μεγαλύτερες (πρόκειται για μια αστεία κατηγορία που ακούστηκε και γράφτηκε αρκετά), αλλά να συμμετέχουν ισότιμα, όπως τους αξίζει, τόσο λόγω της αξίας τους, όσο και λόγω της πολιτικής συμμετοχής και προσφοράς τους, αλλά και για λόγους ανανέωσης και δημοκρατίας.
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.