Καθώς τελείωσε με μικρή παράταση –λόγω των αντιδράσεων– η σύντομη διαβούλευση (σαν το σύντομο καλοκαίρι) για το νομοσχέδιο Κεραμέως–Μητσοτάκη για τα ΑΕΙ, με τίτλο που περιλαμβάνει την εμβληματική φράση (σουρεαλιστικά φαντάζομαι) «Νέοι ορίζοντες», οι αντιστάσεις φουντώνουν σχεδόν ομόθυμα και συμπυκνώνονται στο καθολικό αίτημα να μην κατατεθεί το σχέδιο νόμου.
Το συμπυκνώνει η ανώτατη ομοσπονδία των συλλόγων μελών ΔΕΠ, η ΠΟΣΔΕΠ, οι δεκάδες συνελεύσεις των συλλόγων μελών ΔΕΠ σε όλη την Ελλάδα, οι σύγκλητοι των ιδρυμάτων, οι ομοσπονδίες και οι σύλλογοι των εργαζομένων στα ιδρύματα, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες που βρίσκονται σε εξετάσεις, ακόμη και η άτυπη σύνοδος των πρυτάνεων «με τον τρόπο της», καθώς είναι αλήθεια –ότι πλειοψηφικά– σημειώνει και τις «θετικές» του πλευρές.
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, δεν είναι γνωστή ούτε η ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου, ούτε οι πιθανές αλλαγές που θα επιχειρήσει η κυβέρνηση της ΝΔ και η κ. Κεραμέως, προκειμένου να καμφθούν έστω κάποιες αντιδράσεις.
Όμως το μήνυμα της καθολικής απόρριψης από την κοινότητα είτε συνολικά, είτε στο θεμελιακό θέμα που αφορά την διοίκηση των ΑΕΙ, ήδη το έχουν λάβει.
Επικοινωνιακά παιχνίδια
Όμως με ποιους συνομιλεί η κ. Κεραμέως και πώς επιχειρεί να διαμορφώσει το κλίμα μέσα από τα συστημικά ΜΜΕ; Θα ήταν λάθος να αμφισβητήσουμε ότι η κ. Κεραμέως και ο κ. Μητσοτάκης έχουν συνομιλητές. Είναι προφανές ότι συνομιλούν με κάθε είδους και «επιπέδου» κολλέγια και ιδιοκτήτες, που ω του θαύματος συμβαίνει να έχουν και επιχειρήσεις και ΜΜΕ και όλο το πακέτο, συνομιλούν με όλους αυτούς –επιχειρήσεις που αναζητούν ανθρώπους με «δεξιότητες», άντε και λίγο γνώση– και προφανώς και με ένα τμήμα της κοινωνίας που αναζητά διέξοδο για τα παιδιά της στην αμφίβολης ποιότητας «τριτοβάθμια» εκπαίδευση των κολλεγίων.
Ταυτόχρονα, το κλίμα φτιάχνεται είτε από κουβέντες του «καφενείου» του στυλ «καλά όλα τα παιδιά επιστήμονες θα γίνουν; Δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, καθηγητές; Αφού άνεργοι και άεργοι θα μείνουν». Είτε από τη διακινούμενη χρόνια τώρα επιχειρηματολογία για την ανομία στα πανεπιστήμια, τους διαπλεκόμενους καθηγητές και την οικογενειοκρατία, τις «άχρηστες» σπουδές κλπ.
Είναι δε απολύτως βέβαιο ότι η βαριά μηχανή των επικοινωνιολόγων θα πάρει φωτιά, παρουσιάζοντας τις αλλαγές ως υπερκομματικές και αναγκαίες, κάτι σαν αλλαγές «κοινής» λογικής. Δεν είναι τυχαία άρθρα του στυλ «δεν απορρίπτει τις αλλαγές η βάση του ΣΥΡΙΖΑ», όπου η έγκριτη «Καθημερινή» παρουσιάζει μέσα από τις κυλιόμενες δημοσκοπήσεις του Μαξίμου ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ συμφωνούν με το νομοσχέδιο.
Πού άραγε συμφωνούν, πάντα με βάση τις κυλιόμενες δημοσκοπήσεις του Μαξίμου; Θαυμάστε τα ποσοστά πάνω από 80%, για τα κέντρα ψυχολογικής υποστήριξης σε κάθε πανεπιστήμιο και για την απόκτηση της εργασιακής εμπειρίας –τι έκπληξη στα αλήθεια. Ή σε χαμηλότερα ποσοστά, αλλά πάνω από 50%, για την απόκτηση διπλού πτυχίου και για την κινητικότητα φοιτητών μεταξύ των ελληνικών πανεπιστημίων, ακόμη και για την θέσπιση του ενιαίου ψηφοδελτίου στις φοιτητικές εκλογές.
Τι δεν λένε…
Για την ταμπακέρα, βέβαια, δεν μας «πληροφορούν» οι κυλιόμενες δημοσκοπήσεις του Μαξίμου. Ούτε βεβαίως τα συστημικά ΜΜΕ.
Δεν μας πληροφορούν για την εγκατάσταση του πιο ολιγαρχικού, αδιαφανούς, αντιδημοκρατικού, παλαιοκομματικού–πελατειακού συστήματος διοίκησης (παγκόσμιας πρωτοτυπίας είναι η αλήθεια), όπου τα εκλεγμένα 6 μέλη ΔΕΠ «επιλέγουν» άλλους πέντε εξωτερικούς και όλοι μαζί έναν πρύτανη, σχεδόν άρχοντα των πάντων, μέχρι και των προσωπικών μας δεδομένων.
Δεν μας ενημερώνουν, βεβαίως, για άλλη μια πρωτοτυπία –υπάρχει αντίστοιχο παράδειγμα στα πανεπιστήμια της Τουρκίας του Ερντογάν– που αφορά την εγκατάσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, με δαπάνη 30 εκατ. τον χρόνο, ισοδύναμη με την κάλυψη της χρηματοδότησης πολλών ιδρυμάτων. Αλλά πού;
Ούτε ενδιαφέρονται να πουν λέξη για τη γενικευμένη αποδιοργάνωση των εργασιακών σχέσεων που σχεδιάζουν με το επιστημονικό πρεκαριάτο και την κατάργηση της μονιμότητας στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή, τη διαλυτική δυνατότητα διάχυσης των γνωστικών αντικειμένων, αρκεί να «μαζεύονται» οι πιστωτικές μονάδες και το ομολογημένο μοίρασμα «ευκαιριών» στους διδάσκοντες για πρόσθετες αμοιβές, με ιδιαίτερη έμφαση στους συνταξιούχους ομότιμους. Η τέλεια συνταγή για το brain gain –αστειεύομαι ασφαλώς.
Είναι σαφές ότι για τους αστέρες του νεοφιλελευθερισμού με πρωτοκαπετάνιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η προσπάθεια είναι να κλείσουν οριστικά και αμετάκλητα την περίοδο του ανοιχτού στην κοινωνία πανεπιστημίου, να τραυματίσουν θανάσιμα το δικαίωμα τα λαϊκά στρώματα να έχουν πρόσβαση στα ΑΕΙ, να τελειώνουν με τις κατακτήσεις της μεταπολίτευσης.
Γι’ αυτό τον λόγο, το νομοσχέδιο των «μαύρων» οριζόντων δεν είναι «ένα ακόμη νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια». Είναι η επιτομή της πιο βαθειάς παρέμβασης, ιδεολογικής και κοινωνικής, που επιχειρούν οι ελίτ. Και η στρατηγική τους δεν περιορίζεται απλώς στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο ή στην ιδιωτικοποίηση, υπονοεί ευθέως το κοινωνικό και παραγωγικό μοντέλο του πιο άγριου, ταξικού καπιταλισμού στη νεοφιλελεύθερη φάση του, με φόντο τις επάλληλες κρίσεις, υπαρξιακές για τον πλανήτη και τις ζωές μας.
Με αυτή την έννοια, είναι κρίσιμο διακύβευμα για την κοινωνική πλειοψηφία. Το καταλαβαίνουν και αυτοί, οι άριστοι των πανάκριβων αμερικανικών και αγγλοσαξωνικών, κυρίως, ιδρυμάτων. Το καταλαβαίνουμε και εμείς των δημόσιων ελληνικών ή διεθνών πανεπιστημίων.
Είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι. Και καθώς ο βίος τους τελειώνει –συνταγματικά εννοώ, δεν έχω άλλη ενημέρωση– μας δείχνουν τα δόντια τους να μας τρομάξουν. Αλλά θα μείνουν εκεί. Το ακαδημαϊκό, δημόσιο, ελληνικό πανεπιστήμιο είναι σαρξ εκ της σαρκός της κοινωνικής πλειοψηφίας και σε αυτήν την όχθη θα παραμείνει, αρκεί να εργαστούμε με πάθος προγραμματικά, ιδεολογικά, κινηματικά και ακαδημαϊκά.
Ο Χρήστος Μαντάς είναι επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής, μέλος της ΚΕΑ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πρώην βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ.