Επειτα από τρία έτη απορρύθμισης, αυταρχικής πολιτικής ρήξεων και μετατόπισης των ορίων του συσχετισμού δύναμης, εκ των οποίων δύο έτη μεροληπτικής και αναποτελεσματικής διαχείρισης της πανδημίας εκ μέρους της παρούσας κυβέρνησης, οι έρευνες της κοινής γνώμης αναδεικνύουν ένα παράδοξο.
Σημειώνεται σταδιακή απόσυρση νομιμοποίησης της κυβέρνησης από τμήματα των επαγγελματιών, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και φυσικά των εργαζόμενων τάξεων, του πρεκαριάτου και της νεολαίας τα οποία περιμένουν να ακούσουν κάτι που να σχηματοποιήσει τις προσδοκίες τους. Ενώ διαπιστώνεται μια σημαντική φθορά της, ωστόσο αυτή δεν μετατρέπεται σε δύναμη της αντιπολίτευσης, αξιωματικής και μη. Το παράδοξο αναδεικνύεται πολλαπλώς πλην όμως δεν προσφέρονται ικανοποιητικές ερμηνείες του. Σε τέτοιες περιπτώσεις ίσως φαίνεται η ανάγκη μιας ευρύτερης θεώρησης πέρα από τις ποικίλες πολιτικές τεκμηριώσεις.
Στην ουσία βρισκόμαστε σε μια κατάσταση εσωτερικού αποκλεισμού των ατόμων και των μαζών, ένα μπλοκάρισμα της παραγωγής (πολιτικών) ταυτοτήτων που έχει αποτέλεσμα τον μετεωρισμό των υποκειμένων και τη «χαοτική» συμπεριφορά των ατόμων. Εχουν κλείσει οι ορίζοντες καθώς δεν μπορούν να φανταστούν άλλες δυνατότητες έξω από το υπάρχον πλαίσιο.
Η διαπίστωση αυτή δεν ταυτίζεται με τη γνωστή διάγνωση της Σχολής της Φρανκφούρτης περί ιστορικού αδιεξόδου εντός του καπιταλισμού, ούτε με τις κοινότοπες θεωρίες περί τέλους των ιδεολογιών και ανυπαρξίας εναλλακτικών του καπιταλισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας λύσεων (ΤΙΝΑ). Μιλούμε για μια ιστορική συνθήκη που αναφέρεται περισσότερο στη συγκυρία και στους δεδομένους πολιτικούς συσχετισμούς δύναμης. Ενώ θεωρείται προφανής η ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού και του αυταρχικού συντηρητισμού, εν τούτοις, έστω αραιά, ξεσπούν ισχυρές τοπικές-θεματικές αμφισβητήσεις που αποδεικνύονται αποτελεσματικές και νικηφόρες ως αντιστάσεις (Cosco, e-food, αστυνομία στα ΑΕΙ κοκ.).
Από τέτοια παραδείγματα συνάγεται ότι ενώ η ιδεολογική ηγεμονία του ΝΦΛ φαίνεται κυρίαρχη, εν τούτοις δεν είναι και ισχυρή καθόσον όταν δίνει δικαίωμα να αμφισβητηθεί, όταν οξύνεται η διαπάλη τότε υπάρχει ανταπόκριση στις αντιστάσεις. Τα κινήματα δημιουργούν αντιστάσεις αλλά και τα κόμματα μπορούν αρκεί να είναι σε θέση να «πειράξουν» λιγάκι το σύστημα, ώστε να κατασκευάσουν μια αμφίδρομη σχέση με τους πολίτες που βρίσκονται σε αναμονή, στη βάση μιας ριζοσπαστικής ιδέας και ενός προγράμματος σε αδρές γραμμές.
Η πολιτική των προτάσεων και των συμβουλών προς τη διακυβέρνηση για ορθότερη πολιτική δεν επαρκεί. Οταν αυτές δεν διαφοροποιούνται ευκρινώς από το αφήγημα του αντιπάλου φαίνονται ως αδύναμες ψευδαισθήσεις και υποσχέσεις, φαντάζουν λέξεις κενές νοήματος. Πρέπει να δοθεί έμφαση, ωστόσο, αυτές οι ίδιες προτάσεις να αρθρωθούν με μια συνεκτική ιδέα και να συγκεντρωθεί όλη η δύναμη πυρός στην ιδεολογική τεκμηρίωση. Μια ριζοσπαστική ιδέα και ανάλογες πολιτικές κινήσεις που να δείχνουν το άλλο από αυτό που κάνει ο αντίπαλος και να προσανατολίζουν στην Ιστορία.
Η μόνη ιδέα που λογικά και ιστορικά ανακύπτει είναι αυτή της ανάκτησης των κοινών και των δημόσιων αγαθών, του ελέγχου εκ μέρους του κράτους πλευρών της οικονομικής διαδικασίας παραγωγής και αναπαραγωγής υπηρεσιών εντός και εκτός του. Στη στρατηγική της ανάκτησης, που δεν συνιστά μια απλή επιστροφή του κράτους, περιλαμβάνονται και συνυπάρχουν πολλές μορφές ιδιοκτησίας, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να συνιστά αναστροφή της τάσης των ιδιωτικοποιήσεων. Ως ανάκτηση μπορούμε να αντιληφθούμε, επίσης, μια ποικιλία δράσεων και ρυθμίσεων που επηρεάζουν έμμεσα τον συσχετισμό δυνάμεων και υποστηρίζουν την αναστροφή της ιδιωτικής ιδιοποίησης. Η ιδέα της ανάκτησης συνδέεται άρρηκτα και ολοκληρώνεται με την ασφάλεια ως σιγουριά και τον δημοκρατικό έλεγχο.
Μπορούν να δοθούν και μάλιστα ποσοτικοποιημένα παραδείγματα από την ενέργεια, την υγεία, την παιδεία, δηλαδή ανά τομέα και διαφορικά μέσα στον χρόνο και θα είναι πειστικά.
Ο κόσμος δεν ακούει γενικά προτάσεις καθόσον η πολιτική πειθώ είναι άλλης τάξεως ζήτημα, είναι η υπόσχεση μιας δύναμης ότι μπορεί να το κάνει. Η πολιτική αλήθεια δεν λάμπει από μόνη της αλλά είναι αποτέλεσμα του συσχετισμού δυνάμεων. Οσο προχωρούν η απορρύθμιση και η παθητική ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών τόσο δυσχεραίνεται το έργο μιας άλλης διακυβέρνησης.
Ομως αυτό που έχει σημασία είναι να τεθεί η προγραμματική ιδέα έστω συμβολικά, ιδεολογικά για να διεμβολίσει τον εσωτερικό αποκλεισμό ατόμων και μαζών, να «πειράξει» το σύστημα σημασιών και συσχετισμού δυνάμεων έτσι όπως έχει διαμορφωθεί και αναπαράγεται, επιτρέποντας τη διάνοιξη του ορίζοντα της συλλογικής φαντασίας έναντι των ατομικών μεμονωμένων σεναρίων επιβίωσης. Μια ριζοσπαστική πρακτική αριστερή ιδέα πολιτικής που θα αναπροσανατολίσει και θα διατάξει το ιδεολογικό πεδίο.
Τα παραδείγματα, όμως, έχουν σημασία όταν προεικονίζουν το μέλλον και αυξάνουν την πειθώ και το φρόνημα. Δεν είναι μια μάχη απέναντι στους γίγαντες (τρόικα) αλλά μια ανηλεής πολιτική μάχη στο εσωτερικό, μια άμεση αντιπαράθεση δύο ιστορικών και πολιτικών τάσεων: της αέναης και κυνικής ιδιοποίησης των πάντων υπό συνθήκες εκφοβισμού, ανασφάλειας και βίας από τη μια και της ενίσχυσης των κοινών, της δημόσιας σιγουριάς-ασφάλειας των ευάλωτων και δημοκρατικού ελέγχου, από την άλλη. Καθήκον μας, να τεκμηριώσουμε αμέσως τώρα ιδεολογικά τη δεύτερη, όχι ως μια προοπτική στο επέκεινα αλλά ως άρθρωση ρεαλισμού και φαντασίας ή αλλιώς τον σοσιαλισμό στο παρόν.
Ο Μιχάλης Μπαρτσίδης είναι επιστ. διευθυντής Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς