Αν και η τουριστική περίοδος έχει αρχίσει και ενώ οι διαρκείς ανάγκες μετακίνησης και μεταφορών των νησιωτών παραμένουν, τίποτα από τα δύο, παρά τις επικοινωνιακές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, δεν καταφέρνει να μετακινήσει την κυβερνητική αδιαφορία για τις δυσβάσταχτες αυξήσεις στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια. Η κυβερνητική αυτή στάση, εκτός από την επιβάρυνση των πολιτών, κατοίκων και επισκεπτών των νησιών, στους οποίους επιστρέφει ο λογαριασμός από την αναγκαστική «επιδότηση» της αισχροκέρδειας στις τιμές των καυσίμων και τη σημαντική αύξηση των λειτουργικών εξόδων των ακτοπλοϊκών εταιρειών, εμμέσως –πλην σαφώς– «επιδοτεί» τις αεροπορικές μετακινήσεις με την επιβάρυνση που αυτές επιφέρουν στο περιβάλλον λόγω εκπομπών αέριων ρύπων. Όπως επισημαίνει στην Εποχή ο βουλευτής Δωδεκανήσου και τομεάρχης Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Νεκτάριος Σαντορινιός, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν προέβλεψε και δεν μερίμνησε να συγκρατήσει τις αυξήσεις των καυσίμων, αλλά εξαιτίας των ιδεοληπτικών πολιτικών της, τις ενίσχυσε, παρασύροντας τη χώρα σε μια νέα κρίση.
Ακτοπλοΐα: Αμετακίνητη στην αδιαφορία της η κυβέρνηση
To κόστος του πετρελαίου, που πέρυσι κυμαινόταν στα 400 ευρώ ενώ φέτος κυμαίνεται πάνω από τα 1.000 ευρώ τον τόνο (πιο συγκεκριμένα στις 17 Μαΐου στον Πειραιά καταγράφεται τιμή 1.040 για τα συμβατικά πλοία και 1.100 για τα ταχύπλοα), έχει ως αποτέλεσμα το κόστος καυσίμου, που πέρυσι ήταν στο 30% του συνολικού λειτουργικού κόστους των ακτοπλοϊκών εταιρειών, φέτος να αποτελεί το 80%. Γεγονός που έχει οδηγήσει τις εταιρείες στον περιορισμό δρομολογίων, όπου κρίθηκαν μη αποδοτικά (για παράδειγμα τέσσερα σαββατοκύριακα μέχρι το τέλος Απριλίου αποφασίστηκε να γίνει περικοπή δρομολογίων προς Χανιά), και στην αύξηση της τιμής των εισιτηρίων, που έχει φτάσει στο 15 με 20%. Παράλληλα, ούτε τα επιδοτούμενα δρομολόγια των άγονων γραμμών δεν βγαίνουν, διότι η επιδότηση έχει υπολογιστεί με άλλα κόστη.
Ωστόσο, ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννης Πλακιωτάκης, μιλώντας την προηγούμενη εβδομάδα στην ΕΡΤ, όταν ρωτήθηκε εάν υπάρχει περίπτωση να αυξηθούν περαιτέρω οι τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, τόνισε ότι «ως υπουργείο Ναυτιλίας συστήνουμε στις ναυτιλιακές εταιρείες, στο μέτρο του εφικτού και του δυνατού, να απορροφήσουν το μεγαλύτερο δυνατό από το αυξημένο κόστος λειτουργίας τους», αν και την ίδια στιγμή σημείωσε ότι οι ακτοπλοϊκές εταιρείες «βιώνουν πολύ μεγάλα προβλήματα βιωσιμότητας τα τελευταία δύο χρόνια». Αυτές οι συστάσεις μάλλον νοούνται ως χάραξη κυβερνητικής πολιτικής από τον κ. υπουργό. Και μάλιστα μετά από τις ζημιές που έχει υποστεί και αυτός ο κλάδος από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Προτάσεις έγιναν, απόκριση καμία
Από την πλευρά των ακτοπλοϊκών εταιρειών τονίζεται ότι ήδη από τις αρχές Μαρτίου ενημερώθηκε η κυβέρνηση, και ο αρμόδιος υπουργός αλλά και οι υπουργοί Επικρατείας και ο υπουργός Οικονομικών, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος και τέθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις. Μεταξύ των οποίων: να μπει πλαφόν στις τιμές ανεφοδιασμού καυσίμων με σημείο αναφοράς τη μέση τιμή του Δεκεμβρίου του 2021 –κόστος για το κράτος από 12 έως 17 εκατ. ευρώ το μήνα (εξαρτάται από το μήνα επιδότησης αφού λιγότερα δρομολόγια γίνονται τους μήνες πλην των θερινών)–, να μειωθεί ο ΦΠΑ των εισιτηρίων για τους επιβάτες κάτω από το 13% (προτάθηκε το 6%), που βρίσκεται μετά τη μείωση (από το 24%) που έγινε στο πλαίσιο της διαχείρισης των επιπτώσεων του κορονοϊού με ισχύ έως τον Ιούνιο του 2022, μέχρι να επανέλθει η τιμή των καυσίμων στα επίπεδα του Δεκεμβρίου του 2021 –κόστος για το κράτος 2,5 εκατ. ευρώ περίπου ανά μήνα εφαρμογής–, να επιδοτηθούν οι εργοδοτικές εισφορές για τους ναυτικούς –κόστος για το κράτος 2 εκατ. ευρώ περίπου ανά μήνα εφαρμογής–, να αυξηθεί στο 30% περίπου η αποζημίωση των υφιστάμενων συμβάσεων, η λεγόμενη επιδότηση, για τις άγονες γραμμές –κόστος για το κράτος 2,3 εκατ. ευρώ περίπου ανά μήνα εφαρμογής–, να αυξηθεί η ρευστότητα των ακτοπλοϊκών εταιρειών, που συνδέεται άμεσα με την απόδοση της επιδότησης για τις άγονες γραμμές, την οποία η κυβέρνηση χρωστά στις εταιρείες και ανέρχεται περίπου στα 50 εκατ. ευρώ αυτή τη στιγμή, ενώ ανεβαίνει κάθε μήνα που δεν αποδίδεται. Ζήτημα που ούτως ή άλλως αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τις ακτοπλοϊκές εταιρείες. Τέλος, έχει προταθεί για τις εκπτώσεις στα εισιτήρια να αποζημιωθούν οι εταιρείες από το κράτος, όπως αποφασίστηκε πρόσφατα για τα ΚΤΕΛ. Για όλα τα παραπάνω καμία κυβερνητική δέσμευση ή απόκριση δεν υπήρξε, όπως σημειώνεται από την πλευρά των ακτοπλοϊκών εταιρειών.
Προτάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
«Η κατάσταση, έτσι όπως διαμορφώνεται, αποτελεί ένα εκρηκτικό μείγμα που απειλεί πια ευθέως τις οικονομίες των νησιών, τη δυνατότητα μεταφοράς προϊόντων και μετακίνησης των ίδιων των νησιωτών, ενώ αν συνεχίσει η τακτική της μείωσης των δρομολογίων θα δούμε ελλείψεις σε βασικά αγαθά στα ράφια των νησιών», επισημαίνει στην Εποχή ο Νεκτάριος Σαντορινιός, δίνοντας την πολύ σημαντική διάσταση της πλευράς των ίδιων των νησιωτών που σήμερα είναι αυτοί που κυρίως πληρώνουν πολλαπλά τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων.
Όπως σημειώνει ο τομεάρχης Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει ήδη από τις αρχές Απρίλη κρούσει κώδωνα κινδύνου στην κυβέρνηση και έχει προτείνει σειρά κοστολογημένων και άμεσων προτάσεων:
– Την αλλαγή στάσης της ΝΔ απέναντι στο μέτρο του Μεταφορικού Ισοδύναμου. Το μέτρο αυτό, που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε με σκοπό την ενίσχυση των νησιωτών και των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της νησιωτικής χώρας, είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε να μπορεί να απορροφά τις αυξήσεις στα ναύλα, επιστρέφοντας το υπερβάλλον ποσό σε επιχειρήσεις που μεταφέρουν τα προϊόντα τους και στους επιβάτες που μετακινούνται. Η κυβέρνηση χρειάζεται να επαναφέρει τη σταθερή πληρωμή του σκέλους των εισιτηρίων και του σκέλους του κόστους μεταφοράς εμπορευμάτων, έτσι ώστε να καλύψει τις μεγάλες δαπάνες που επιβαρύνουν τους νησιώτες.
– Την επέκταση στην πρόσβαση στο Μεταφορικό Ισοδύναμο σε όλους τους πολίτες. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει την επέκταση ισχύος του σε όλα τα ΑΦΜ των κατοίκων της χώρας, με δύο τουλάχιστον μετ’ επιστροφής εισιτήρια (τέσσερις πλήρεις κινήσεις), προκειμένου να μην πληγεί ο εσωτερικός τουρισμός που αποτελεί το 70% των ακτοπλοϊκών μετακινήσεων.
– Ειδικά για τις ενδονησιωτικές μεταφορές που έχουν ως προορισμό τα μικρά νησιά, τη μείωση του ΦΠΑ επιβατών και οχημάτων, στον κατώτατο συντελεστή αντίστοιχα.
Πάντως, από την πλευρά των ακτοπλοϊκών εταιρειών, το μέτρο του Μεταφορικού Ισοδύναμου χαρακτηρίζεται ως θετικό διότι δίνει τη δυνατότητα στους μόνιμους κατοίκους να μετακινούνται.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν φαίνεται να μετακινείται με κανένα τρόπο για τις ακτοπλοϊκές μετακινήσεις, αλλά γεγονός παραμένει ότι τους λογαριασμούς των αυξήσεων στα καύσιμα και την ενέργεια πληρώνουν οι πολίτες, την ίδια στιγμή που κάποιοι στο κενό που αφήνει η ανυπαρξία –ή στην καλύτερη περίπτωση η ανεπάρκεια– μέτρων, αισχροκερδούν.
Ζωή Γεωργούλα