Τι μπορεί να επιδίωκε ο κατεξοχήν εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής εμβάθυνσης και του νέου φιλελευθερισμού Εμανουέλ Μακρόν στη Βουδαπέστη του “αποδιοπομπαίου” των Βρυξελλών, Βίκτορ Όρμπαν; Ό,τι και ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς στη Βαρσοβία του εθνικιστή Ματέους Μοραβιέσκι θα απαντούσε κανείς στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει τo παράδοξο αυτό διπλωματικό criss-cross.
Και όμως, οι δύο συναντήσεις, φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους, έχουν έναν κοινό παρονομαστή: και αυτός δεν είναι άλλος από τους υπό διαμόρφωση νέους συσχετισμούς στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια περίοδο από κάθε άποψη μεταβατική.
Σε ό,τι αφορά τη γαλλο-ουγγρική συνάντηση, που έλαβε χώρα διόλου τυχαία στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της τετράδας του Βίζεγκραντ (Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία και Ουγγαρία), η διαπίστωση του Γάλλου προέδρου πως “παρά τις διαφωνίες υπάρχει κοινή θέληση και προθυμία κοινής προσπάθειας για το καλό της Ευρώπης” είναι ενδεικτική για το πόσο έχει μεταβληθεί η ισορροπία δυνάμεων. Μια διαπίστωση που αξίζει να σημειωθεί πως δεν έμεινε στη σφαίρα του αφηρημένου, αφού ο ένοικος των Ηλυσίων Πεδίων δήλωσε ότι “υπάρχει σαφής σύμπτωση απόψεων” με τους ηγέτες των “4” σχετικά με την ανάσχεση των προσφυγικών ροών και τον επαναπατρισμό όσων είδαν να απορρίπτεται η αίτηση ασύλου τους. O Ούγγρος πρωθυπουργός έσπευσε να ανταποδώσει, αναφερόμενος στις “κοινές αξίες” που μοιράζονται οι δύο ηγεσίες, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση έμφαση σε αυτή της στρατηγικής αυτονομίας.
Στην έτερη συνάντηση, τηρήθηκε από γερμανικής πλευράς μια ιδιότυπη παράδοση που θέλει η Βαρσοβία να είναι ο επόμενος σταθμός κάθε νεοεκλεγέντος καγκελάριου μετά το Παρίσι και τις Βρυξέλλες. Εκεί, και στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε, τα όσα διημείφθησαν μεταξύ των δύο ανδρών, ο Σολτς διαβεβαίωσε την πολωνική κυβέρνηση για τη στήριξη της Γερμανίας αναφορικά με την προσφυγική κρίση στα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας. Συνέδεσε, δε, εμμέσως πλην σαφώς την έναρξη λειτουργίας του υποθαλάσσιου αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2 με την ενεργειακή ασφάλεια της Ουκρανίας – στον απόηχο και της συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών των G7 στο Λίβερπουλ που κατέστησε σαφές πως μια ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα είχε “τεράστιες συνέπειες”.
Με τις ευλογίες Μπάιντεν
Γυρίζοντας τον χρόνο λίγες ημέρες πίσω δεν θα ήταν υπερβολή να αναζητούσαμε τα αίτια της αποκλίνουσας κινητικότητας του γαλλογερμανικού άξονα στη διαβούλευση που είχε μετά την τηλεδιάσκεψη κορυφής με τον Βλαντίμιρ Πούτιν ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, με την (εν τω μεταξύ απελθούσα) καγκελάριο Μέρκελ, τον Μακρόν, τον Μάριο Ντράγκι και τον Μπόρις Τζόνσον. Είναι εντός αυτού του πλαισίου εξάλλου που φάνηκε να παίρνει μορφή το κουαρτέτο που θα αναλάβει την υπόθεση της ευρωπαϊκής αμυντικής χειραφέτησης υπό την υψηλή εποπτεία πάντοτε της Ουάσινγκτον. Είναι επίσης εμφανές πως η συμπερίληψη της Ρώμης σε αυτό το κουαρτέτο καταγράφεται ως πριμοδότηση του νεοπαγούς ευρωπαϊκού άξονα που διαμόρφωσαν Μακρόν και Ντράγκι με την πρόσφατη υπογραφή στο επιβλητικό Κηρυνάλιο προεδρικό μέγαρο της Ιταλικής Δημοκρατίας στη Ρώμη της ομώνυμης Συνθήκη Ιταλίας-Γαλλίας.
Στο φόντο του Κηρυναλίου
Ως προς την τελευταία, υπάρχουν πολλοί τρόποι για να την προσεγγίσει κανείς. Ο πρώτος εστιάζει στην οικονομική παράμετρο και το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον που δείχνει το γαλλικό βιομηχανικό κεφάλαιο για τους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών – εξέλιξη που χαρακτηρίζεται και ως “επιδρομή” από μερίδα Ιταλών αναλυτών και οικονομολόγων που μιλούν για δημιουργία γαλλικού μονοπωλίου μέσα στην ιταλική βιομηχανία και αγορά. Μια άλλη, εξαιρετικά αισιόδοξη και ρομαντική οπτική, αφορά τη σημαντική ώθηση στη διαδικασία της ειρηνικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και συνεργασίας. Η ρεαλιστικότερη, ωστόσο, ερμηνεία μάλλον σχετίζεται με την φιλοδοξία της εν λόγω Συνθήκης ώστε να εδραιωθεί σε έναν δεύτερο πόλο ισορροπίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον πρώτο να κυριαρχείται, προφανώς, από τη Γερμανία και τις λοιπές χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά, άλλως τους “Φειδωλούς”.
Επιστρέφοντας σε χρόνο παρόντα και με υπαρκτές τις αμφιβολίες για τη μακροημέρευση του παραπάνω εγχειρήματος ανάμεσα σε κράτη και ελίτ που δεν διέπονται πάντοτε από τις ίδιες προτεραιότητες ή τους κώδικες επικοινωνίας που υπάρχουν στην ομάδα του Βορρά είναι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που εξ αντανακλάσεως επηρεάζονται περισσότερο από τις καταιγιστικές εξελίξεις των ημερών και όχι σε μια κατεύθυνση.
Το ερώτημα της Ρωσίας
Έτσι, από τη μία πλευρά και ως χώρες του ΝΑΤΟ που συνορεύουν με την πρώην ΕΣΣΔ, από τη Νορβηγία και τη Φινλανδία στον Βορρά, την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία στο κέντρο μέχρι καλούνται να συντονίσουν το βήμα τους απέναντι στη Ρωσία με τον όποιο κοινό ευρωατλαντικό παρονομαστή, απότοκο των διεργασιών ανάμεσα στο νεοδιαμορφωθέν κουαρτέτο και τις ΗΠΑ. Το παραπάνω μήνυμα είναι λογικό να μην ευχαριστεί το Κίεβο, το οποίο βλέπει την Ουάσινγκτον να δεσμεύεται για επιβολή συντριπτικών οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία σε περίπτωση εισβολής της τελευταίας σε ουκρανικό έδαφος, αλλά δεν έχει καμία πρόθεση εμπλοκής σε εχθροπραξίες με τη Ρωσία.
Από την άλλη, ωστόσο, αν μπορεί να εξαχθεί ένα συμπέρασμα από τις πρόσφατες επισκέψεις Μακρόν και Σολτς, είναι ότι η εκζήτηση αυτής της πειθάρχησης των ανατολικών κρατών-μελών της Ένωσης ως προς τα ζητήματα ασφάλειας θα συνοδευτεί από ανταλλάγματα σε βάρος της Δικαιοσύνης και συνολικά του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Αποτελεί κοινό μυστικό, εξάλλου, μετά τα όσα εξελίχθηκαν στα πολωνο-λευκορωσικά σύνορα ότι κάποια συμβιβαστική φόρμουλα διπλής ανάγνωσης και ερμηνείας θα βρεθεί σύντομα ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τη μια μεριά και του πολωνο-ουγγρικού διδύμου από την άλλη.
Αναζητώντας μέση οδό
Τα ήθη αλλάζουν… Έως τώρα υπήρχε η επίκριση από τις Βρυξέλλες και όσους χαρακτηρίζοντας ως ευρωπαϊστές ότι η κοινή εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. αποτελoύσε ακριβώς ευφημισμό περισσότερο παρά ουσιώδες σύνολο αρχών και αξιών και υπέκυπτε στην προτεραιότητων εθνικών συμφερόντων έναντι των κοινοτικών. Σήμερα, τα πολλαπλά δίπολα μεταξύ Παρισίων-Βερολίνου-Ρώμης δείχνουν να αποδέχονται την υπεροχή του εθνικού ως προϋπόθεση εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Πρόκειται για μια κατάσταση πραγμάτων που παραπέμπει περισσότερο στις ευρωπαϊκές ισορροπίες του 19ου αιώνα σε μια προσπάθεια εξεύρεσης μιας μέσης οδού ανάμεσα στην ιστορική σύγκρουση φεντεραλιστών και οπαδών της εθνικής κυριαρχίας για το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου. Όρος βέβαια εκ των ων ουκ άνευ η επανεκλογή του Εμανουέλ Μακρόν στη γαλλική Προεδρία…
Κώστας Ράπτης
Πηγή: capital