Μπορεί να ήταν άλλη μια πινελιά αμερικανικής επικοινωνιολογίας, σύμφωνα με την οποία πρέπει να αρνούμαστε την πραγματικότητα όταν δεν μας συμφέρει, με σκοπό να πλήξουμε τον αντίπαλο με όλα τα μέσα, χωρίς να μας περιορίζει τίποτα (ηθική, λογική, αλήθεια). Μπορεί να ήταν άλλη μια απρέπεια από αυτές που μας έχει συνηθίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν στριμώχνεται, ή απλώς μπορεί να ήταν άλλη μια γκάφα από αυτές για τις οποίες θα μείνει γνωστός στην ελληνική ιστορία και τις μελλοντικές γενιές. «Ο ΣΥΡΙΖΑ μας έβαλε στα μνημόνια», λοιπόν. Πολύ σωστά του απάντησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτηρίζοντάς τον «αρνητή της πραγματικότητας». Και είναι.
Αν δεν έβαλε τη χώρα στα μνημόνια, τι έκανε;
Ωστόσο, κατάλαβε και αυτός, όπως και όλα τα άλλα κόμματα, ότι σε σχέση με το 2015 και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αρνητής πραγματικότητας. Το έχω ξαναγράψει πριν από καιρό και θα το επαναλάβω: ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του συμπεριφέρονται ωσάν ο ελληνικός λαός να έχει ξεχάσει το 2015 ή ωσάν να μπορεί αυτό να πάψει να επηρεάζει την πολιτική αντίληψή του. Και φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ και το Τσίπρας κάνουν λάθος. Τόσο λάθος όσο έκανε ο πατέρας Μητσοτάκης για τα Ιουλιανά του 1965 ή για το Μακεδονικό για το οποίο έλεγε ότι «σε δέκα χρόνια δεν θα το θυμάται κανείς». Δυστυχώς, για τον ΣΥΡΙΖΑ όμως το 2015 το θυμούνται όλοι/ες, και πάνω σε αυτό πατούν οι εμμονικές αναφορές του Βαρουφάκη και οι συστηματικές αναφορές των χαμένων του δημοψηφίσματος του Ιουλίου. Και πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Η καθ’ ημάς Αριστερά δεν είναι που ακόμα επικαλείται το καταστροφικό 2010-2014; Και πως είναι δυνατόν να ξεχαστεί η εποποιΐα του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που μιλούσε για την αντίσταση ενός ολόκληρου λαού; Και τώρα τι έχουμε; Μια ανεξήγητη σιωπή. Σαν να μην υπήρξε η πρώτη θητεία του ΣΥΡΙΖΑ, σαν να ξεκίνησε η «πρώτη φορά Αριστερά» το Σεπτέμβρη του 2015. Σαν να μην υπήρξε εκείνη η κυβέρνηση που εξέφρασε τους πόθους της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για τερματισμό της λιτότητας. Σαν να ανέβηκε στην εξουσία η Αριστερά της ευθύνης, αν και στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 εξαερώθηκε η Δημοκρατική Αριστερά.
Αυτό δεν είναι έγκλημα, είναι λάθος
Αν όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να υπερασπιστεί το 2015, τότε δεν μπορεί να υπερασπιστεί ούτε την κινηματική εποποιΐα που τον έφερε στην εξουσία, και άρα δεν μπορεί να υπερασπιστεί ούτε τα κινήματα πλέον, ούτε να τα εμπνεύσει, ούτε να βασιστεί στη συνδρομή τους.
Αν δεν θέλει να υπερασπιστεί το 2015, δεν μπορεί να υπερασπιστεί ούτε την ιστορία του, ούτε να πείσει ότι είναι Ριζοσπαστική Αριστερά, ούτε να αντισταθεί στην αναδρομική απαξίωση της ιστορίας και της ταυτότητάς του από τη Δεξιά.
Αν δεν θέλει να υπερασπιστεί το 2015, τότε κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί έγινε όλο αυτό, και άρα ακούγονται πιο πειστικές οι αιτιάσεις της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ περί «αχρείαστης περιπέτειας», «καταστροφικού ερασιτεχνισμού», κ.λπ.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να υπερασπιστεί το 2015, για να μην του θυμίζουν ότι «υπέγραψε μνημόνιο», τότε δεν μπορεί να προφέρει τη λέξη «μνημόνιο» τώρα που η ΝΔ έχει περάσει όλες τις μνημονιακές μεταρρυθμίσεις στις οποίες αντιστάθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση.
Αν ο Τσίπρας δεν θέλει να υπερασπιστεί το 2015, για να μην ακούει την κατηγορία «ψεύτης», τότε δεν μπορεί να κατηγορεί το Μητσοτάκη όσα ψέματα και να λέει.
Με λίγα λόγια, αν το 2015 δεν ήταν απλώς μία ήττα, αλλά το τέλος του πολέμου, τότε πώς θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να υποσχεθεί ριζικές αλλαγές και να γίνει πιστευτός; Έχουν άραγε αναρωτηθεί οι περί την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ότι όποιες προτάσεις και να κάνουν δεν εισακούονται, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ εμμέσως διακηρύσσει ότι οι όποιες αλλαγές γίνουν θα μείνουν σε ένα πλαίσιο συνεννόησης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς; Έχουν άραγε ποτέ αναρωτηθεί μήπως η οικειοθελής μεταμόρφωση από κόμμα της αντιλιτότητας σε κόμμα της ευθύνης έχει απευθυγραμμίσει πολύ κόσμο και έχει καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ένα διαχειριστικό κόμμα σαν όλα τ’ άλλα, το οποίο αυτός ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται ή δεν βιάζεται να το ξαναδεί στη θέση της κυβέρνησης;
Συμπερασματικά: Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να παραδεχθεί την ήττα, αν θέλει να του πιστωθεί η μάχη. Και να συνεχίσει τη μάχη. Και όχι να μεταφράζει μονίμως αυτό που καταλαβαίνουν οι πολλοί ως συμβιβασμό σε ευθύνη και σταθερότητα. Δεν υπάρχει ανάγκη ούτε για ένα νέο ΠΑΣΟΚ ούτε για μια νέα Δημοκρατική Αριστερά. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό στερέωμα δεν είναι αυτή του καλού διαχειριστή, αλλά του υπερασπιστή των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας και του ενορχηστρωτή της αλλαγής. Κι αν αντιτάξει κανείς ή καμιά ότι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι σε αυτή την κατεύθυνση, τότε καλό θα ήταν να αναρωτηθεί σε ποιο πολιτικό (ιστορικό, νοηματικό, κ.λπ.) πλαίσιο οφείλουν αυτές να ενταχθούν προκειμένου να γίνουν κατανοητές και πιστευτές: σε αυτό του 2010-2015, σε αυτό του 2015-2019, ή σε ένα που θα αποκαθιστά τη διαρραγείσα ενότητα των δύο;
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Πηγή: Η Εποχή