Η επιχειρηματική στρατηγική των τεχνολογικών κολοσσών αποτελεί έναν συνδυασμό δημιουργίας μονοπωλίων πληροφορίας, ολοκληρωτικής κατοχύρωσης της πνευματικής ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης της κοινωνικά παραγόμενης πληροφορίας, όπως των συμπεριφορικών δεδομένων των χρηστών. Το πλήθος των δραστηριοτήτων που συγκεντρώνονται στους μονοπωλιακούς παίκτες δεν βοηθάει στον έλεγχό τους και επιπλέον έχει αποτέλεσμα τη γιγάντωση της εξουσίας τους επί της πολιτικής σφαίρας.
Οι αντιμονοπωλιακές ρυθμίσεις είναι απαραίτητες και σε αυτό το κομμάτι της οικονομίας, όπως σε προηγούμενες δεκαετίες, συνέβη και με τους κολοσσούς των media. Τα παραπάνω έχει έρθει η ώρα να ενταχθούν στην πολιτική ατζέντα σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο και να αποτελέσουν αντικείμενο διεκδίκησης στη βάση τεκμηριωμένων ρυθμιστικών αιτημάτων.
Όπως οι αντιμονοπωλιακές ρυθμίσεις, έτσι και το νομικό πλαίσιο για την προστασία της ιδιωτικότητας και της δημοκρατίας είναι ανεπαρκές. Στην πραγματικότητα παλεύουμε να κρυφτούμε μέσα στις ίδιες τις ζωές μας χωρίς κανένα νομικό μέσο προστασίας. Για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα απαιτείται η νομική κατοχύρωση των νέων γνωσιακών δικαιωμάτων, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο ρύθμισης και δημοκρατικής διακυβέρνησης.1
Τέτοιου τύπου δικαιώματα θα διέκοπταν την αδιάλειπτη παροχή δεδομένων στις εταιρείες περιφρουρώντας τα όρια της ανθρώπινης εμπειρίας. Τα δεδομένα είναι πολύτιμος πόρος, καίριας σημασίας για το νέο μοντέλο παραγωγής που συγκροτείται, αλλά και για τη δημοκρατική λειτουργία. Το κατάλληλο θεσμικό μοντέλο για τη διαχείρισή τους ως κοινού αγαθού, όπως το νερό, η γλώσσα ή το ανθρώπινο γονιδίωμα, συνιστά μία κρίσιμη πρόκληση.
Οι αγορές των μελλοντικών ανθρώπινων συμπεριφορών στερούνται νομικού ερείσματος, κατά συνέπεια θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ως παράνομες και να περιοριστούν τα οικονομικά κίνητρα που διατηρούν υψηλά τα μερίσματα του καπιταλισμού της παρακολούθησης.2 Σε μεγάλο αριθμό χωρών το εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων, ναρκωτικών ουσιών, βρεφών, σκλάβων κ.ά. βρίσκεται εκτός νόμου διότι αναγνωρίζεται ότι αυτού του τύπου οι αγορές είναι ηθικά ειδεχθείς, ενώ παράλληλα έχουν απολύτως προβλέψιμες βίαιες επιπτώσεις.
Οι αγορές των μελλοντικών μας συμπεριφορών μπορούν να παράγουν εξίσου προβλέψιμα αποτελέσματα, που απειλούν την ανθρώπινη ελευθερία και υπονομεύουν τη δημοκρατία. Όπως τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου και οι επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, έτσι και το επενδυτικό κεφάλαιο της παρακολούθησης θα αποτελέσει το τοξικό προϊόν του μέλλοντός μας.
Οι ραγδαίες εξελίξεις της τεχνολογίας αλλοιώνουν τη φύση της εργασίας, καθιστούν ασαφή τη διάκριση εργασίας και ελεύθερου χρόνου και μας ζητούν να γίνουμε δια βίου συμμέτοχοι στην παραγωγή αγαθών και εκτός του χώρου εργασίας. Πλέον η συζήτηση έχει ανοίξει και νέοι ορισμοί σχετικά με τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των χρηστών επί των δεδομένων τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενδυναμώνουν αυτή την τάση.3
Πολλοί υποστηρίζουν, ότι τα προσωπικά μας δεδομένα θα πρέπει να γίνονται σεβαστά ως εργασία και η ιδιοκτησία τους να αποδίδεται στον παραγωγό τους προκειμένου να τα διαφυλάξει ή να τα εμπορευτεί. Η αυξανόμενη ικανότητα των ψηφιακών εφαρμογών θα μπορούσε να αντιμετωπίζεται ως μία νέα πηγή καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας ή συμπλήρωσης εισοδήματος.
Η επίγνωση από την πλευρά των χρηστών της σημασίας του ρόλου τους είναι που κάνει τη μεγάλη διαφορά. Για παράδειγμα, όπως ήδη συμβαίνει σε διαφορετικούς τομείς της αγοράς, οι χρήστες μπορούν να δημιουργήσουν Σωματεία Παραγωγών Δεδομένων (Data Unions) και να οργανωθούν με αίτημα μία δίκαιη αποζημίωση που θα αναλογεί στον πλούτο που παράγουν.
Η αυτορρύθμιση ως μία κακή φάρσα
Είναι σημαντικό να αντιπαλέψουμε τις ψευδαισθήσεις που σκοπίμως καλλιεργούν οι εταιρείες ψηφιακής τεχνολογίας, ώστε να μην δώσουμε τις λάθος μάχες. Η φιλελεύθερη πεποίθηση ότι οι οικονομικές και κοινωνικές δυσλειτουργίες που προκύπτουν από τις ψηφιακές εξελίξεις θα αυτορρυθμιστούν από κάποιο διορθωτικό «αόρατο χέρι» συνιστά αποκύημα φαντασίας. Σε μία πιο πραγματιστική εκδοχή, οι εταιρείες προσπάθησαν να λανσάρουν τον «αυτοέλεγχό» τους ως διορθωτικό μέσο χωρίς καμία έξωθεν ρυθμιστική επέμβαση, ισχυριζόμενες ότι η τελευταία θα κατέστρεφε τη δυναμική τους.
Το να υποστηρίζει κανείς ότι μία εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία θα μπορούσε να «ενσωματώσει» το κοινό καλό στις στρατηγικές της επιλογές και να αποδεχτεί αυτοβούλως να περιορίσει τα έσοδά της, προκειμένου να βελτιωθεί η κοινή μας ζωή, είναι τόσο παράλογο ώστε καταλήγει μάλλον ύποπτο.
Σε τελική ανάλυση η χρήση των συμπεριφορικών μας δεδομένων και τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων επιλογών. Το κρίσιμο ερώτημα σχετίζεται με την ανάθεση αυτών των επιλογών στις εταιρείες ψηφιακής τεχνολογίας και όχι σε κάποια εξωτερική ρυθμιστική αρχή υπό δημόσιο έλεγχο.
Το αίτημα θέσπισης κανόνων σχετικά με τη λειτουργία των αλγορίθμων αιχμαλώτισης της προσοχής και διαχείρισης των συμπεριφορικών μας δεδομένων συνιστά μία ρυθμιστική πρόταση. Μπορούμε, για παράδειγμα, να εστιάσουμε στους παραμετροποιημένους αλγορίθμους που στοχεύουν στη μεγιστοποίηση της οικονομικής αποδοτικότητας των αναρτήσεων και παρέχουν πρόσθετη ορατότητα σε περιεχόμενα που προκαλούν θυμό ή συγκίνηση.
Αντίστοιχες ρυθμίσεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως όρια στην αιχμαλώτιση της προσοχής μέσω του brain hacking των αλγορίθμων, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους των οποίων η εξάρτηση, η πιθανότητα να εμφανίσουν κατάθλιψη και η κόπωση από την αδιάλειπτη χρήση των social media αποτελούν συμπτώματα που διευρύνονται όλο και περισσότερο.
Η ανοιχτότητα και η διαφάνεια του τρόπου λειτουργίας των συγκεκριμένων αλγορίθμων πρέπει να συνοδεύεται από περιορισμό της εμβέλειας και του πεδίου εφαρμογής τους.
Το νομικό πλαίσιο λειτουργίας των πλατφορμών πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο δημόσιου διαλόγου αφήνοντας πίσω το άκρως επικίνδυνο για τη δημοκρατία και την ψυχική υγεία μοντέλο της μη ευθύνης των παρόχων φιλοξενίας επί του αναρτώμενου περιεχομένου.
Ενδεικτικά τα κλασικά μέσα ενημέρωσης αναπτύχθηκαν διαχωρίζοντας αυστηρά τη διαφήμιση από την πληροφορία ή την υπόλοιπη επιλογή ύλης, ενώ παράλληλα όλες οι χώρες θέσπισαν κανόνες για τους όρους διοχέτευσης των διαφημιστικών μηνυμάτων. Δεν υπάρχει κανένας λόγος οι ψηφιακές πλατφόρμες να εξαιρούνται του κανόνα.
Είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν ψηφιακές υπηρεσίες εναλλακτικές του μοντέλου του καπιταλισμού της παρακολούθησης. Ιδέες περί δημόσιων κοινωνικών δικτύων αποκτούν σταδιακά έρεισμα και επαναλαμβάνουν, σε διαφορετικό πλαίσιο, τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες των αρχών του 20ού αιώνα για τα οπτικοακουστικά μέσα όπως το BBC, ως αντίβαρο στην κυριαρχία των ιδιωτικών συμφερόντων και της διαφημιστικής αγοράς.
Τα δημόσια μέσα μπορούν να επιτελέσουν ρόλο καταλυτικό σε αυτόν τον τομέα. Όντας οικονομικά ανεξάρτητα, έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν σε κοινωνικές πλατφόρμες. Οι εναλλακτικές τους προτάσεις θα μπορούσαν να δώσουν το έναυσμα για τη δημιουργία τεχνολογικών μέσων που θα λειτουργούν με όρους κοινωνικής ωφελιμότητας και θα αντιβαίνουν στο οικονομικό μοντέλο του καπιταλισμού της παρακολούθησης.
Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι να απομακρυνθούμε από τις δυνατότητες που μας δίνει η τεχνολογία, αλλά να θυμόμαστε ότι, πέραν της εξωτερικής ρύθμισης, η διαφύλαξη της ελευθερίας μας προϋποθέτει και έναν στοιχειώδη αυτοέλεγχο στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών. Η εκπαίδευση είναι πάντα το σωστό εργαλείο για τη μακρο-αντιμετώπιση κρίσιμων κοινωνικών ζητημάτων.
Μαθήματα που αποσκοπούν στη σωστή χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, διδασκαλία ανοιχτών τεχνολογιών, τρόποι προφύλαξης από τους μηχανισμούς εθισμού κ.ά. είναι εργαλεία που αποσπασματικά εφαρμόζονται ήδη. Η ανάκτηση της ζωής μας συνδέεται με την ικανότητά μας να οριοθετήσουμε χρονικές ζώνες χωρίς σύνδεση και ψηφιακή κοινωνική αλληλεπίδραση.
Δεν είναι τυχαίο ότι το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, το φυτώριο των επιστημόνων που βρίσκονται πίσω από τις ψηφιακές πλατφόρμες και τις ψηφιακές τεχνολογίες που κατέστησαν εφικτό τον καπιταλισμό της παρακολούθησης, απαγορεύει εδώ και καιρό την παρουσία κινητών τηλεφώνων στα αμφιθέατρα εξετάζοντας το ενδεχόμενο να επεκτείνει την απαγόρευση ακόμα και στους υπολογιστές.
Η ανάγκη πολιτικής εκπροσώπησης
Τα ψηφιακά δικαιώματα, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δεδομένων και των προϊόντων που προκύπτουν από την επεξεργασία τους, το δικαίωμα στη συλλογική διεκδίκηση και την οργάνωση των εργαζομένων συγκροτούν σήμερα μία νέα πολιτική ατζέντα που αναζητά τόσο πολιτικό φορέα εκπροσώπησης όσο και διοικητικό επίπεδο διαπραγμάτευσης. Αναμφίβολα πρόκειται για μία διαδικασία αντιφατική και δύσκολη, ωστόσο η συζήτηση έχει ξεκινήσει, έστω και με τρόπο άτακτο και χαοτικό.
Η σαφής και τεκμηριωμένη τοποθέτηση των πολιτικών δυνάμεων συνιστά προϋπόθεση προκειμένου η σχετική συζήτηση να οδηγήσει σε ρυθμιστικά αποτελέσματα. Ο έλεγχος του καπιταλισμού της παρακολούθησης είναι ένα πολιτικό πρόταγμα.
Ο προοδευτικός πολιτικός κόσμος, καθώς και οι νομοθέτες και διαμορφωτές πολιτικών θα χρειαστεί να προασπίσουν νέες μορφές συλλογικής δράσης, κατά τον ίδιο τρόπο που σχεδόν έναν αιώνα πριν η νομική προστασία του δικαιώματος στην οργάνωση, την απεργία και τη συλλογική διαπραγμάτευση δημιούργησε κοινό μέτωπο με τους εργαζόμενους στην προσπάθεια περιορισμού της εξουσίας του μονοπωλιακού καπιταλισμού.
Είναι απαραίτητη η δημιουργία νέων συμμαχιών με πολίτες και κινήματα που παλεύουν για τον περιορισμό της ανεξέλεγκτης εξουσίας των big tech και με εργαζομένους που ζητούν δίκαιους μισθούς και εργασιακή αξιοπρέπεια.
Η διαπραγμάτευση είναι εφικτή, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Έως τώρα οι συζητήσεις επικεντρώνονταν στη σκανδαλώδη φοροαποφυγή των τεχνολογικών κολοσσών και την παραβίαση της νομοθεσίας περί πνευματικών δικαιωμάτων. Αν αφήσουμε το ισχύον οικονομικό μοντέλο να αναπτυχθεί χωρίς ρύθμιση, είναι θέμα χρόνου οι νέες ανισότητες που συνεπάγεται να καταστήσουν την ιδιωτικότητα αγαθό πολυτελείας αποκλειστικά για όσους έχουν τα χρήματα να το αποκτήσουν.
1. Περισσότερα σχετικά με τη συζήτηση για τα γνωσιακά δικαιώματα στο Amnesty International, “Surveillance Giants: How the business model of Google and Facebook threatens human rights”, 2019. https://amnestyusa.org/…/Surveillance-Giants-Embargo-21…
2. Sh. Zuboff, “You Are Now Remotely Controlled: Surveillance capitalists control the science and the scientists, the secrets and the truth”, 24/1/2020. https://www.nytimes.com/…/surveillance-capitalism.html. .
3. Europe fit for the Digital Age: Commission proposes new rules and actions for excellence and trust in Artificial Intelligence, Press Release, 21 April 2021, Brussels, https://ec.europa.eu/com…/presscorner/detail/en/IP_21_1682
Δώρα Κοτσακά
Πηγή: Η Αυγή