Η ένταση σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό συνδέεται με την αδυναμία της κυβέρνησης να διαφωτίσει και να πείσει μεγάλο μέρος των πολιτών για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού. Οι συγκεχυμένες πληροφορίες σε σχέση με τις –ελάχιστες, όπως απεδείχθη– παρενέργειες, η άρνηση να μπορούν οι πολίτες να επιλέξουν εμβόλιο, η έλλειψη αποθεμάτων, η μη συστηματική και υπεύθυνη ενημέρωση των πολιτών (παρ’ όλο που η οργάνωση του συστήματος των εμβολιασμών, καθώς και οι ειδοποιήσεις των πολιτών λειτούργησαν πολύ καλά) κλόνισαν την εμπιστοσύνη τους.
Το κυριότερο είναι ότι δεν εμπιστεύονται ούτε τα πορίσματα της ιατρικής έρευνας. Αυτό συνδέεται και με το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν εξήγησε επαρκώς το αυτονόητο: δηλαδή ότι, εφόσον ζούμε σε μια όλως έκτακτη κατάσταση, οι δοκιμές των εμβολίων δεν μπορούν παρά να γίνουν σε αντιστοιχία προς αυτή την κατάσταση, δηλαδή κατεπειγόντως.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν δοκιμές. Εγιναν και αυτό έδειξε ότι αυτό που δεν γινόταν τόσες δεκαετίες είναι αυτό που αναγκαστικά έγινε τώρα: χρηματοδοτήθηκε η επιστημονική έρευνα, επειδή η φονική πανδημία οδήγησε στην αξιακή ανατίμηση της ανθρώπινης ζωής. Εδώ, όμως, ερχόμαστε στα δύσκολα, διότι, εάν δεχτούμε αυτή την αξία, δεχόμαστε και την αξία του αγαθού της δημόσιας υγείας. Και η αξία αυτού του αγαθού αντιστοιχεί σε απρόσβλητο, άρα διαφυλακτέο, δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα στη δημόσια υγεία. Αυτό το δικαίωμα είναι και το όριο στο ατομικό δικαίωμα του πώς κάποιος επιλέγει να διαθέτει το σώμα του.
Οταν οι αντιεμβολιαστές συμπολίτες επικαλούνται ανθρώπινα δικαιώματα για να αρνηθούν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ολισθαίνουν στον πιο κυνικό ατομικισμό, διότι παραβλέπουν αυτό το όριο, δηλαδή ότι το δικαίωμά τους να αποφασίζουν αν θα εμβολιαστούν έχει ως απόλυτο όριό του το δικαίωμα καθενός άλλου ανθρώπου στην υγεία και, εν τέλει, την ίδια τη ζωή. Δεν υπάρχει ανθρώπινο ατομικό δικαίωμα που να σχετικοποιεί το δικαίωμα στη ζωή και την ίδια την αξία της ανθρώπινης ζωής. Το εμβόλιο είναι το μόνο που αποδίδει, αλλιώς το μόνο που απομένει είναι τα ευχέλαια. Οταν κάποιος αρνείται να εμβολιαστεί επικαλούμενος την αντισυνταγματικότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού, παραβλέπει ότι το αγαθό της δημόσιας υγείας είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένο και προστατευόμενο.
Ετσι, λοιπόν, όποιος προκρίνει την ελευθερία της ατομικής επιλογής στο να μην εμβολιαστεί πράττει με γνώμονα τον κυνικό ατομικισμό, διότι καμώνεται πως δεν καταλαβαίνει ότι αυτή η επιλογή του έχει συνέπειες στην υγεία και τη ζωή άλλων ανθρώπων. Η επιλογή είναι δική του, αλλά τις συνέπειες θα τις υποστούν και άλλοι. Η στάθμιση ανάμεσα στο δικαίωμα στην ατομική επιλογή και την προστασία της κοινωνίας, η οποία δεν υφίσταται χωρίς δημόσια υγεία, αποβαίνει υπέρ της δεύτερης. Το φαινόμενο της μαζικής άρνησης του εμβολιασμού είναι αποτέλεσμα και του εντεινόμενου τα τελευταία χρόνια κοινωνικού κατακερματισμού, της υποτίμησης των αξιών της αλληλεγγύης, της ηθικής της ευθύνης, του πολιτικού δεσμού, αλλά και της κρίσης νομιμοποίησης των δημοκρατικών πολιτικών θεσμών.
Οι θεσμοί πρέπει να πείθουν, διότι μέσω αυτών διαμορφώνεται πολιτική συνείδηση. Χωρίς την τελευταία, η έννοια του γενικού συμφέροντος σπαράσσεται από τον ατομικισμό του καθενός και της καθεμιάς χωριστά. Χωρίς την αρχή του γενικού συμφέροντος, το συλλογικό «εμείς» καθίσταται αποικία των αδηφάγων «εγώ». Συνεπώς, το πρόβλημα της άρνησης του εμβολιασμού είναι και πρόβλημα δημοκρατίας. Και εδώ δυσκολεύουν περισσότερο τα πράγματα, διότι μέσω του αντιεμβολιαστικού ρεύματος ανασυντάσσεται η Ακρα Δεξιά, η οποία έχει ως ευεπίφορο έδαφος πάντοτε τον βαθύ διχασμό, προκειμένου να απονομιμοποιήσει περαιτέρω τους δημοκρατικούς πολιτικούς θεσμούς. Είναι πολύ πρόσφατο το σύνθημα «Δεν είναι η κλιματική αλλαγή, είναι η δημοκρατία που την πατρίδα μας δολοφονεί».
Η πανδημία, βεβαίως, θα συνεχίσει με μεταλλαγές του ιού. Οταν αποτελεί ζητούμενο το αν είναι επιτεύξιμη μια δημοκρατική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, ώστε να υπάρξουν πολιτικές μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων μέσω ανακατανομών, επειδή μια τέτοια πολιτική δεν είναι εφικτή πλέον σε επίπεδο εθνικών κρατών, άρα είναι αναγκαία η συνταγματική συνοργάνωση και πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης σε πλαίσιο ισότιμης συνύπαρξης των μελών της, τότε είναι δύσκολο να μη θεωρηθεί αναγκαία η δίκαιη ανακατανομή των εμβολίων με προτεραιότητα τις χώρες των ξεχασμένων του κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο ότι το στέλεχος «Δέλτα» του ιού είναι η ινδική μεταλλαγή του. Εάν οι κοινωνικές ανισότητες πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πεδίο της παγκοσμιοποίησης, τότε είναι ανθρωποβόρα, κυνική υποκρισία το να νομίζει κανείς ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας μπορεί και να μην είναι παγκόσμια. Η αντιμετώπιση της πανδημίας, η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, καθώς και των κοινωνικών ανισοτήτων επιβάλλει η δημοκρατική, σοσιαλιστική Αριστερά να σκεφτεί τα προβλήματα και τις ζητούμενες λύσεις τους σε άλλο εννοιολογικό πλαίσιο. Δεν υπάρχουν εθνικές, τοπικές λύσεις σε οικουμενικά, παγκόσμια προβλήματα. Μόνο σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να σκεφτούμε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για πιο δίκαιες και δημοκρατικές κοινωνίες.
Ο Στέφανος Δημητρίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου