Συχνά στην πολιτική αρένα τα πολυτιμότερα μαθήματα για την εικόνα του εαυτού μας τα διδασκόμαστε από την προπαγάνδα των αντιπάλων εναντίον μας. Και τούτο διότι οι αντίπαλοι είτε έχουν κατασκευάσει οι ίδιοι κατά μέγα μέρος την εικόνα μας διά μέσου ακριβώς της προπαγάνδας τους, είτε –και αυτό μακροπρόθεσμα μάλλον είναι σημαντικότερο- έχουν ψάξει τα σημεία εκείνα στα οποία είμαστε πιο ευάλωτοι ως προς το πώς μας αντιμετωπίζει ο κόσμος και αυτά ακριβώς καλλιεργούν περαιτέρω με την προπαγάνδα τους.
Ακούει κανείς συχνά από στόματα δεξιών να ψέγουν τον ΣΥΡΙΖΑ διότι πρόδωσε τον κόσμο που είχε ψηφίσει «όχι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015. Ακουγόταν παλιότερα, αλλά ακούγεται και τώρα, και τούτο ίσως κάτι δείχνει. Εκ πρώτης όψεως, απλώς εξοργιστικά παράδοξο να κόπτονται γι’ αυτήν την «προδοσία» άνθρωποι που ήταν φανατικά υπέρ του «ναι» – λογικά θα έπρεπε να χαίρονται κιόλας που ο ΣΥΡΙΖΑ, έστω και αργά, «έβαλε μυαλό» και δέχτηκε το μνημόνιο. Οι δεξιοί (και ακροκεντρώοι), που έχουν το θράσος να εκστομίζουν τέτοιου είδους κατηγορία εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, «κάτι ξέρουν» όμως. Γνωρίζουν ότι αυτό –η μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τα μνημόνια από το δεύτερο εξάμηνο του 2015- είναι μάλλον το αρνητικό εκείνο στοιχείο που μετράει περισσότερο όσον αφορά την εικόνα που έχει σχηματίσει ο κόσμος για δαύτον. Ακόμα και τώρα.
Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, στο παρόν. Εχουν κουραστεί οι πάντες –ιδίως τώρα με τις πυρκαγιές, εξαιρουμένων βέβαια όσων παραμένουν οπαδοί της Ν.Δ.- να επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους ότι το κυβερνών κόμμα έχει αποτύχει παταγωδώς σε όλα τα πεδία της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και υγειονομικής ζωής. Και ταυτόχρονα παρατηρείται το φαινόμενο -που ήδη ίσχυε, απλώς τώρα η παραδοξότητά του καθίσταται αισθητότερη- η Ν.Δ. να εξακολουθεί (τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα) να προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις. Δίνονται ποικίλες εξηγήσεις, αλλά αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι και οι ίδιοι που τις προτείνουν δεν πολυπείθονται για την επάρκειά τους. Για παράδειγμα, η συντριπτική επικοινωνιακή υπεροπλία του αντιπάλου ισχύει, αλλά πάντοτε ίσχυε, ακόμη και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαινε κυβέρνηση.
Μια εξήγηση που συμμερίζεται και ο γράφων είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέχει παρασάγγας από το να κατορθώσει να πείσει τον κόσμο πως ξαναέγινε αυτό που κάποτε υπήρξε: ένα κόμμα της γνήσια ριζοσπαστικής Αριστεράς. Τούτη η εξήγηση όμως, προκειμένου να μην παραμείνει απλό ευχολόγιο, θα έπρεπε να ιδωθεί σε μια πραγματική, ήτοι ιστορική προοπτική. Πότε -και γιατί- σταμάτησε ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί ένα γνήσια ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα; Πιο συγκεκριμένα, διότι αυτό είναι το θέμα μας: Πότε -και γιατί- ο κόσμος σταμάτησε να τον βλέπει ως τέτοιο; Η προφανής απάντηση είναι: Οταν –και επειδή- δέχτηκε και άρχισε να εφαρμόζει το 3ο Μνημόνιο. Το ενδιαφέρον όμως είναι πως το «προφανές» τούτης της απάντησης έχει σε τεράστιο βαθμό αναιρεθεί από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ – τουλάχιστον από την ηγεσία του, αλλά και από πολλά στελέχη και μέλη (εμού συμπεριλαμβανομένου, ασκώ εδώ την αυτοκριτική μου).
Ποια ήταν –και είναι- η απάντηση που δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην –όντως εξόχως προπαγανδιστική- κατηγορία των αντιπάλων ότι με το 3ο Μνημόνιο πρόδωσε το τεράστιο ποσοστό που είχε ψηφίσει «όχι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015; Οτι όσοι εξαπολύουν την εν λόγω κατηγορία παριστάνουν ότι ξεχνάνε τη «λεπτομέρεια» των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015. Κατά τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας ήδη υπερψηφίσει το 3ο Μνημόνιο, κατέβηκε στον λαό «με ανοιχτά χαρτιά», ούτως ειπείν, ζητώντας εκ νέου την ψήφο εμπιστοσύνης του, την οποία και έλαβε.
Κατά την –τωρινή- άποψή μου, τούτη η ερμηνεία της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 αποτελεί μια ερμηνευτική πλάνη από την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να απαλλαγεί. Ο κόσμος σε εκείνες τις εκλογές δεν επέλεξε ένα μνημονιακό κόμμα πιστεύοντας απλώς ότι θα μετριάσει όσο μπορεί τις συνέπειες του μνημονίου. Συνηθισμένοι στον παραδοσιακό ελληνικό πολιτικό πολιτισμό, κατά τον οποίο η ψήφιση των νόμων δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην την εφαρμογή τους, οι πολίτες που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριο του 2015 το έκαναν με την προσδοκία πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, παρ’ ότι το υπερψήφισε επειδή αναγκάστηκε, δεν θα εφαρμόσει το μνημόνιο. Η προδοσία επομένως του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος όντως βιώθηκε ως τέτοια, από τη στιγμή που οι ίδιοι πολίτες άρχισαν να βιώνουν στο πετσί τους τη σκληρή πραγματικότητα όχι μιας απλής νομοθέτησης αλλά της συστηματικής εφαρμογής μιας επαχθέστατης νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών