Τα κείμενα του φίλου καθηγητή Κύρκου Δοξιάδη στην «Εφημερίδα των Συντακτών» γεννούν ερωτήματα, παράγουν προβληματισμό και επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις σε ανοιχτά για την Αριστερά ζητήματα. Στο τελευταίο άρθρο του (15.6.2021) με τον τίτλο «Για τον δημοκρατικό δρόμο-ξανά» επισημαίνει πως «ο όρος “αστική δημοκρατία”, ιδίως όταν χρησιμοποιείται από την Αριστερά, είναι ολέθρια αποπροσανατολιστικός. Τουλάχιστον με την έννοια που εννοούμε σήμερα τη δημοκρατία, δηλαδή όχι απλώς ως εναντίωση στην απολυταρχία, η αστική τάξη ποτέ δεν υπήρξε δημοκρατική…
Η διάχυτη αντίληψη που επικρατούσε μέχρι πρότινος στην αριστερή ιδεολογία συνίστατο κυρίως στην πεποίθηση ότι “δημοκρατικός δρόμος” σημαίνει σεβασμός του πλαισίου της “αστικής δημοκρατίας” και προώθηση της υπόθεσης του σοσιαλισμού εντός αυτού, στο μέτρο που αυτό καθίστατο εφικτό. Σε αυτή τη λογική είδαμε να συμβαίνει ποικιλοτρόπως ο εκφυλισμός του δημοκρατικού δρόμου σε μια προσπάθεια ταξικής συμφιλίωσης, που στο πολιτικό επίπεδο εκφραζόταν με μια σχεδόν αξιοθρήνητη απόπειρα συμμαχίας με αστικές πολιτικές δυνάμεις – όχι με στόχο μια (συγκυριακή) κοινή εναντίωση στον φασισμό, αλλά ως εγγενές στοιχείο της πορείας προς τον σοσιαλισμό. Εξ ου και η μοιραία τάση αποδοχής του αστικού συστήματος γενικότερα, όταν η Αριστερά συναντούσε την (αναμενόμενη) αδιαλλαξία των αστικών δυνάμεων».
Σίγουρα είναι σωστές οι επισημάνσεις του Κ. Δοξιάδη ότι τους κανόνες του αστικού παιχνιδιού, τους οποίους ένα κομμάτι της Αριστεράς θεωρεί απαραβίαστους, δεν τους σεβάστηκαν τα αστικά κόμματα, όταν έκριναν πως δεν λειτουργούσαν υπέρ των συμφερόντων της τάξης που εκπροσωπούσαν. Και γι’ αυτό δεν δίστασαν να τους καταργήσουν στις περιπτώσεις που η Αριστερά πρόβαλε ως απειλή. Τα πραξικοπήματα, άλλοτε με τη συμμετοχή τους, άλλοτε με τη διστακτική συγκατάθεσή τους, οι εκτροπές από τον κοινοβουλευτικό δρόμο και οι οργανωμένες προσπάθειες χειραγώγησης των πολιτών διά του ασφυκτικού ελέγχου των ιδεολογικών μηχανισμών ήταν οι απαντήσεις τους. Υποτίθεται πως κινδύνευε η κοινοβουλευτική δημοκρατία, οπότε ήταν επιβεβλημένο να φασκιωθεί για κάποιο διάστημα προκειμένου να μην καταρρεύσει.
Αντιθέτως και η σοσιαλδημοκρατία μετά την εγκατάλειψη των ιδρυτικών αρχών της, μετά και την αφυδάτωση του ρεφορμιστικού στόχου της περί εξανθρωπισμού του καπιταλισμού, και ο ευρωκομμουνισμός -την εποχή που ήταν ισχυρός- επέμεναν ότι ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό περνάει μέσα από τον σεβασμό του αστικού πλαισίου. Το περιφρούρησαν, αλλά οι δυνάμεις που το εγκατέστησαν τους έθεσαν εκποδών με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Ο ευρωκομμουνισμός δεν υπάρχει -οι μεταλλάξεις του είναι αξιοθρήνητες- ενώ η σοσιαλδημοκρατία, όπου κυβέρνησε, εφάρμοσε λογικές διαχείρισης και οδηγήθηκε στην απαξίωση. Πλήρωσε πολύ ακριβά τον ταπεινωτικό συμβιβασμό της με το σύστημα και την προσχώρησή της στην οικονομική θεωρία του, τον νεοφιλελευθερισμό. Η κατάληξη του κάποτε μεγαλύτερου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Ευρώπης, του SPD, είναι η απόδειξη. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και με το ΠΑΣΟΚ. Στο συνέδριο ενότητας των σοσιαλιστών στο Επινέ το 1971 ο Φρ. Μιτεράν έλεγε ότι «όποιος δεν αποδέχεται τη ρήξη με την καθεστηκυία τάξη, με την καπιταλιστική κοινωνία, δεν μπορεί να είναι μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στη γενέθλια πράξη του ΠΑΣΟΚ το 1974, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός ήταν ο κεντρικός και αδιαπραγμάτευτος στόχος.
Προκύπτουν έτσι τα ερωτήματα: Εχουμε να κάνουμε με προδοσία; Με βάλτωμα των φιλόδοξων εγχειρημάτων λόγω των συνθηκών; Οι συσχετισμοί επέτρεπαν ρήξεις; Σήμερα, γιατί δεν κερδίζουν έδαφος οι αντιλήψεις που πολεμούν το σύστημα; Γιατί η άσχημη κατάσταση που βιώνουν οι υποτελείς τάξεις δεν έχει οδηγήσει σε εξεγέρσεις, αλλά στην αποχή, στην περιφρόνηση της πολιτικής, στη συλλογική μελαγχολία; Γιατί οι αντίπαλοι του καπιταλισμού δεν είναι σε θέση να παρουσιάσουν μια ελπιδοφόρα και γοητευτική προοπτική; Φταίει μόνον η πολυδιάσπασή τους; Γιατί συμπεριφέρονται σαν να έχουν βολευτεί σε περιβάλλον ήττας; Μια απάντηση έχει δώσει ένας φωτισμένος στοχαστής, πολύ καιρό πριν από το θατσερικό ΤΙΝΑ.
Σ’ ένα κείμενό του το 1933 ο Τ. Μ. Κέινς έγραφε: «Ο διεθνής και ωστόσο ατομικιστικός καπιταλισμός, στα χέρια του οποίου βρεθήκαμε μετά τον πόλεμο, δεν συνιστά κάποια σπουδαία επιτυχία. Του λείπουν η ευφυΐα, η ομορφιά, η δικαιοσύνη, η αρετή και δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. Με λίγα λόγια, αυτός μας δυσαρεστεί και εμείς έχουμε αρχίσει να τον περιφρονούμε. Οταν, όμως, αναρωτιόμαστε με τι να τον αντικαταστήσουμε, αισθανόμαστε τεράστια αμηχανία». Αυτά το 1933 που υπήρχε η Σοβιετική Ενωση, η οποία για πολλούς ήταν το αντίπαλο δέος στον καπιταλισμό και ένα ελκυστικό κοινωνικό μοντέλο για τους εργαζομένους.
Η Σοβιετική Ενωση έχει εξαφανιστεί, εξαιτίας της διασύρθηκε το ιδεώδες του σοσιαλισμού και θριαμβεύει η θεωρία ότι η Ιστορία τελείωσε. Τη δική του απάντηση έδωσε ο Χ. Μ. Εντσενσμπέργκερ πολλά χρόνια μετά τον Κέινς: «Η άποψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική δεν είναι επιχείρημα, είναι δήλωση συνθηκολόγησης». Δεν γίνεται όμως να συνθηκολογήσεις με τη φτώχεια, τις ανισότητες, τη ζωώδη απληστία των πλουσίων, την αδικία, τη διαφθορά, την κολοβή δημοκρατία, τον λουστραρισμένο κυνισμό των ελίτ, με το αλαμπές μέλλον που σου ετοιμάζουν.
Τάσος Παππάς
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών