Τα λάθη, τις αστοχίες αλλά και τις προοπτικές της Αριστεράς στην Ελλάδα συζητά με το Commonality ο Τάσος Τσακίρογλου, δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης της on line έκδοσης της Εφημερίδας των Συντακτών. Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Το πολύ μέσα στο λίγο», μια επιλογή με αιχμηρά κριτικά σημειώματά του για τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που αποκαλύπτουν τις παθογένειες της τελευταίας τετραετίας στη χώρα.
«Ο σημερινός “επικοινωνιακός θόρυβος” που διαχέεται διαρκώς εν είδει “ζωντανής και έγκαιρης ενημέρωσης” συνιστά το πέπλο που σκεπάζει την πραγματικότητα. Είναι το προπέτασμα καπνού πίσω από το οποίο επιχειρούν οι εχθροί της αλήθειας και οι εκπρόσωποι των οργανωμένων συμφερόντων. Ο ορυμαγδός των πληροφοριών πριμοδοτεί μια σχετικιστική ματιά η οποία δεν μπορεί να ξεχωρίσει το πραγματικά σημαντικό από το ασήμαντο και θεωρεί ταυτόχρονα ότι όλες οι απόψεις έχουν την ίδια αξία, αφού, υποτίθεται, καμιά τους δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα»
Αυτό το φαινόμενο επισημαίνει και αυτό αντιμάχεται ο Τάσος Τσακίρογλου με τα πολιτικά του σχόλια στην ΕφΣυν που εστιάζουν στο δάσος πίσω από το δέντρο της καθημερινότητάς μας. Το λέει και στην εισαγωγή του βιβλίου του «Το πολύ μέσα στο λίγο. Κριτικά σημειώματα για τα εκτός της επικαιρότητας» (εκδόσεις Οκτώ, πρόλογος: Κώστας Δουζίνας) με κείμενα γραμμένα κατά την περίοδο 19/12/2012-15/4/2016. Μέσα από αυτά, ο Τσακίρογλου επικρίνει το χθες, προβληματίζεται για το σήμερα και οραματίζεται ένα αύριο που δεν θα απειλείται από τον «αρπακτικό καπιταλισμό». Αυτή ήταν η αφορμή για τη συνέντευξή του στο Commonality.
Κολλημένος με την Αριστερά από τα μαθητικά του χρόνια, αλλά ανέστιος, ο Τσακίρογλου θεωρεί πως η Αριστερά πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να εκφέρει τις αλήθειες που χρειάζεται η πολιτική μας ζωή, και πως πρέπει να αναθεωρήσει την οικονομίστικη λογική που ακόμα και εκείνη έχει υιοθετήσει. Και το πιο βασικό: πρέπει να καλλιεργήσει τους ουσιαστικούς δεσμούς της με τα κινήματα και τη λαϊκή βάση.
Της Μικέλας Χαρτουλάρη
Μικέλα Χαρτουλάρη: Στο καινούργιο βιβλίο σου βλέπουμε πως πριν από δύο χρόνια, τον Αύγουστο του 2014, σχολίαζες ότι η Αριστερά, (ακόμα και η Αριστερά) υποφέρει από μια δυσκοιλιότητα ιδεών. «Όχι εκείνων των οπωσδήποτε αναγκαίων ιδεών για καθημερινή χρήση και επίλυση επειγόντων προβλημάτων. Αλλά των άλλων. Εκείνων που σκιαγραφούν το μέλλον μας. Που μας τοποθετούν στον κόσμο και μας προτείνουν δρόμους και εναλλακτικές.» Γιατί συνέβη αυτό σε μια παράταξη και ένα κίνημα που αν μη τι άλλο είχαν γερά θεωρητικά θεμέλια; Τι έχει αλλάξει σήμερα σε αυτό το πεδίο μετά από 20 μήνες διακυβέρνησης και διαχείρισης της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Τάσος Τσακίρογλου: Ο ωφελιμισμός, η λογική της ήσσονος προσπάθειας, ο θεωρητικός κομφορμισμός, η σταλινική κληρονομιά και η καχυποψία για την πάλη των ιδεών, σε συνδυασμό με ορισμένες κακοχωνεμένες «μαρξιστικές αλήθειες», οδήγησαν και την Αριστερά σ' αυτή την «δυσκοιλιότητα». Κυριάρχησαν επί χρόνια οργανωτικές και διαχειριστικές λογικές που αλλοίωσαν το οραματικό στοιχείο της αριστερής σκέψης. Δεδομένου δε ότι η κυρίαρχη ιδεολογία δεν αφήνει κανένα πολιτικό χώρο αλώβητο, αποδείχτηκε ότι η Αριστερά βρέθηκε απροετοίμαστη και αδύναμη να αμφισβητήσει σε μαζικό επίπεδο τον αστισμό και τις ιδέες του. Οι διανοούμενοι (και) της Αριστεράς χρησιμοποιήθηκαν συχνά ως άλλοθι και αφέθηκαν να ακολουθούν μοναχικές πορείες, ζώντας σ' ένα παράλληλο σύμπαν ιδεών, τις οποίες οι πολιτικές δυνάμεις δεν θέλησαν στ' αλήθεια να αξιοποιήσουν ή να δοκιμάσουν. Εξ ου και το χάσμα ανάμεσα στο (όποιο) κίνημα και στους διανοούμενους, δηλαδή, όπως το είδε ο Μαρξ, ανάμεσα στην καρδιά και στο μυαλό. Αυτός ο διχασμός αντανακλούσε τον ιστορικό διαχωρισμό πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας και την παρεπόμενη αλλοτρίωση των φορέων τους. Στο πλαίσιο αυτό οι μοναχικοί διανοούμενοι, μη μπορώντας να λειτουργήσουν στο περιβάλλον μιας οργανωμένης και συλλογικής επεξεργασίας των ιδεών, σταδιακά, στην πλειονότητά τους, αφομοιώθηκαν από τους αστικούς μηχανισμούς παραγωγής και αναπαραγωγής των ιδεών (Πανεπιστήμια, Ινστιτούτα, Ερευνητικά Κέντρα, επιδοτούμενα προγράμματα πάσης φύσεως, θέσεις συμβούλων κλπ). Αυτό εξηγεί, εν μέρει, και τη θριαμβευτική επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και του νεοσυντηρητισμού, συστημάτων που στη σημερινή περίοδο του εκφυλισμού τους, παράγουν αυταρχισμό, φασισμό, ναζισμό και ρατσισμό. Σήμερα, μετά και την ήττα του Ιουλίου του 2015, η Αριστερά ζει μια κατάσταση ακόμα μεγαλύτερης σύγχυσης, απογοήτευσης και απώλειας προσανατολισμού. Αυτό που χρειάζεται απαραίτητα είναι η επιστροφή στη γλώσσα της αλήθειας, η επανεγκαθίδρυση ουσιαστικών δεσμών με τα κινήματα και τη λαϊκή βάση, αλλά και η σύναψη πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών εθνικά και διεθνώς. Αναγκαίο συμπλήρωμα φυσικά θα είναι η συλλογική επεξεργασία ενός προγράμματος προάσπισης της κοινωνικής πλειοψηφίας από την νεοφιλελεύθερη επέλαση, και η προετοιμασία για την επερχόμενη – αργά ή γρήγορα – σύγκρουση με τους δανειστές.
Μ.Χ.: Τα κριτικά σημειώματά σου που συγκέντρωσες στο βιβλίο «Το πολύ μέσα στο λίγο» καλύπτουν την πενταετία Δεκέμβριος 2012-Απρίλιος 2016 κατά την οποία, όπως γράφεις, «οι ελίτ του πλούτου και της πολιτικής, με τη βουλιμική τους επιθετικότητα, εξαπέλυσαν έναν ανελέητο πόλεμο στο μέλλον, το οποίο προεξοφλούν και προ εισπράττουν κομμάτι-κομμάτι». Η μεγάλη εικόνα που ξεσκεπάζεις είναι πολύ ζοφερή τόσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και για την Ελλάδα, όπως και για την «πρώτη φορά Αριστερά». Ποια είναι τα κρίσιμα διακυβεύματα της νέας σεζόν που ξεκινά στη χώρα; Πώς μπορεί να γίνει το ‘κλικ’ που θα κάνει τη διαφορά; Τι περιμένεις από τους «από πάνω» και τι από τους «από κάτω»;
Τ.Τσ.: Δυστυχώς για όλους μας τα πράγματα δεν είναι καλά όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά ούτε και για την Ε.Ε και τον κόσμο ολόκληρο. Ο καπιταλισμός, ως παγκόσμιο σύστημα κυριαρχίας, μεταλλάσσεται διαρκώς βρίσκοντας τρόπους να μεταθέτει το κόστος των αλλαγών στους «από κάτω». Το ζητούμενο είναι πώς μπορεί η αντίσταση να συντονιστεί και να οργανωθεί έτσι ώστε να αφορά όλους τους «από κάτω» και όχι μόνο τους «από κάτω και αριστερά». Να αφορά δηλαδή όλους τους αποκλεισμένους, τους περιθωριοποιημένους και τους καταπιεζόμενους με χιλιάδες τρόπους. Το κρίσιμο διακύβευμα για την Ελλάδα είναι να μην πετύχουν τα νέα μνημονιακά μέτρα, στο βαθμό που, όπως διαβεβαιώνουν όλοι οι σοβαροί και έγκυροι οικονομολόγοι, αυτά θα οδηγήσουν σε περαιτέρω ύφεση και καταστροφή του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται οι «από κάτω» να αποδεχτούν την ευθύνη και το ρίσκο της δράσης, αφού καμία κυβέρνηση (ακόμα και η πιο αριστερή) δεν μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει τους εκβιασμούς, τις πιέσεις και τις απειλές των χρηματοπιστωτικών ελίτ και των πολιτικών τους υπαλλήλων.
Μ.Χ.: Άδωνις, Τζιτζικώστας, Μεϊμαράκης, Μητσοτάκης τζούνιορ, Φώφη, Σταύρος, Λεβέντης, από κοντά οι ναζί της Χρυσής Αυγής και πλήθος άλλα «φρούτα» φανερώνουν ένα πολιτικό σκηνικό παρηκμασμένο, ανυπόληπτο και πολύ «μικρό» μπροστά στις ανάγκες του σήμερα και των πολιτών. Τι χρειάζεται η πολιτική ζωή μας για να λειτουργήσει γόνιμα;
Τ.Τσ.: Σήμερα, κατά παράφραση της γνωστής μαρξιστικής ρήσης, η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν τραγωδία και σαν φάρσα ταυτόχρονα. Ζούμε τη πιο τραγική περίοδο της σύγχρονης Ελλάδας με τα μεγαλύτερα διακυβεύματα, έχοντας το πιο γελοίο και γκροτέσκο πολιτικό προσωπικό. Μικροί, αστείοι, κωμικοί και ταυτόχρονα θλιβεροί και επικίνδυνοι. Μικροπολιτικές ίντριγκες, κομματικά κόλπα, αμοραλισμός, θράσος και έλλειψη στοιχειώδους ιστορικής συνείδησης. Για να μην μιλήσουμε βέβαια για τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι μάς υπενθυμίζουν πόσο εύκολα η κωμωδία μπορεί να γίνει τραγωδία και τα γέλια να καταλήξουν σε κλάματα. Ο παρηκμασμένος ιστορικός δικομματισμός και οι νεοφυείς παραφυάδες του είναι η κληρονομιά που άφησαν πίσω τους τα τελευταία σαράντα αμαρτωλά χρόνια πολιτικής ζωής. Αυτή η πολιτική ζωή χρειάζεται πάνω απ' όλα αλήθειες, τις οποίες η Αριστερά πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να εκφέρει. Μέχρι σήμερα σ' αυτό το πεδίο υπάρχει μεγάλο έλλειμμα, αφού εξακολουθεί να κυριαρχεί σε μεγάλο βαθμό η πολιτική σκοπιμότητα και οι υστερόβουλες σκέψεις. Χρειάζεται επίσης επεξεργασία ιδεών, προτάσεων και σχεδίων που θα συγκροτηθούν σε μια συνεκτική και πειστική πρόταση ανασυγκρότησης της κοινωνίας. Τα φαντασματικά Plan B κάθε είδους, αντί να χρησιμοποιούνται σεναριολογικά και δαιμονολογικά , θα πρέπει επειγόντως να εκπονηθούν και να παρουσιαστούν στους πολίτες, με την ρητή εξήγηση και δέσμευση ότι χωρίς αυτούς δεν καρποφορεί κανένα εναλλακτικό εγχείρημα. Τα κλειστά κονκλάβια, οι μυστικοσύμβουλοι, οι διάδρομοι και η ενοχοποίηση της αντίθετης άποψης ανήκουν, όπως δείχνει η μεταδημοκρατική εμπειρία των τελευταίων χρόνων, στους «από πάνω» και εξυπηρετούν μόνο τα δικά τους συμφέροντα.
Μ.Χ.: Από πέρσι επιμένεις στα σημειώματά σου στη σημασία του να συγκρουστεί η κυβέρνηση με τους ολιγάρχες των μίντια. Πώς βλέπεις να εξελίσσεται αυτή η υπόθεση; Δουλεύεις σε μια αυτοδιαχειριζόμενη εφημερίδα, άραγε αυτή είναι η λύση για την εξυγίανση των ΜΜΕ;
Τ.Τσ.: Εάν η σημερινή διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών θα οδηγήσει σε ένα καθεστώς πιο έντιμης ενημέρωσης, μένει να φανεί. Ωστόσο υπολείπεται πολύ από την αναγκαία λογοδοσία για το παρελθόν και τα πεπραγμένα των υποψηφίων. Η ενημέρωση αποτελεί κοινωνικό αγαθό και η παροχή της δεν υπακούει μόνο σε οικονομικά κριτήρια. Το ζήτημα άρα δεν είναι να αλλάξουμε τους σημερινούς «νταβατζήδες» με άλλους ή να ξεπλύνουμε τους παλιούς και να τους προσδώσουμε τεκμήρια νομιμότητας. Η διαδικασία εμφάνισης των ιδιοκτητών των ΜΜΕ στην Επιτροπή της Βουλής για τα δάνεια των τραπεζών υπήρξε αποκαλυπτική για το διαχρονικό αίσχος χρηματοδότησης αυτών των επιχειρήσεων. Τα αμαρτωλά ΜΜΕ της διαπλοκής καταρρέουν με πάταγο, μέσα στα σκάνδαλα, την ανυποληψία και τις εμμονές των ιδιοκτητών τους. Το εγχείρημα της Εφημερίδας των Συντακτών – όπως και του Mediapart στη Γαλλία - αποδεικνύει τα τελευταία τέσσερα χρόνια ότι μπορεί να υπάρξει ένα διαφορετικό μοντέλο στην ενημέρωση, χωρίς εξαρτήσεις και δεσμεύσεις. Ο αυτοδιαχειριστικός χαρακτήρας της δείχνει έναν τρόπο λειτουργίας των πραγμάτων βασισμένο στην πολυφωνία και στη δημοκρατία και όχι στην επιβολή, στην υποταγή και στην ιεραρχία. Το μοντέλο αυτό πρέπει να γίνει πιο διαδραστικό σε σχέση με τους αναγνώστες του και να δημιουργήσει μηχανισμούς ελέγχου και συμμετοχής απ' αυτούς. Από την άλλη, οι πολίτες πρέπει να διεκδικήσουν και να στηρίξουν την ύπαρξη τέτοιων μέσων και να σταματήσουν να χρηματοδοτούν την κατευθυνόμενη, την κίτρινη και την υποκοσμιακή ενημέρωση. Το «δωρεάν» και οι «προσφορές» στην έντυπη και στην ηλεκτρονική δημοσιογραφία πρέπει να μας κάνουν καχύποπτους, διότι η ενημέρωση, όπως και κάθε άλλο αγαθό, για να παραχθεί χρειάζεται επενδύσεις και συνεπάγεται κόστη. Η εμπειρία του διαδικτύου αποδεικνύει ότι αξιόπιστες ειδήσεις και αποκαλυπτικά ρεπορτάζ γίνονται μόνο από τα ΜΜΕ που πληρώνουν τους εργαζόμενούς τους και όχι από πειρατικά «μαγαζιά» βασισμένα στη λογοκλοπή, στους εκβιασμούς και στην παραπληροφόρηση.
Μ.Χ.: Με δεδομένη τη δύναμη του «αρπακτικού καπιταλισμού» (έτσι τον χαρακτηρίζεις) και το πολιτικο-κοινωνικό τοπίο στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, έχουν κατά τη γνώμη σου πιθανότητες τα κόμματα της Αριστεράς να επηρεάσουν την κοινωνική πλειοψηφία;
Τ.Τσ.: Χρειάζεται μια νέα, πολύ πιο ριζοσπαστική, θεώρηση των πραγμάτων, αλλά και μια ρεαλιστικότερη εκτίμηση του επιπέδου συνείδησης των ανθρώπων, αφού η ζημιά που έχει γίνει για δεκαετίες δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τη μία μέρα στην άλλη. Χρειάζεται συστηματική πολιτική δουλειά σε καθημερινή βάση και με άλλο προσανατολισμό. Αυτός πρέπει να έχει ορίζοντα μια κοινωνία-πέραν-του καπιταλισμού, εάν η ανθρωπότητα θέλει να έχει μέλλον. Η συναίρεση των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων με τους αγώνες για την προστασία του περιβάλλοντος είναι μονόδρομος, αφού αυτός ο «αρπακτικός καπιταλισμός» απειλεί τις ίδιες τις βάσεις της φυσικής και κοινωνικής ζωής. Η Αριστερά δεν μπορεί σήμερα παρά να έχει μπροστά από το κόκκινο χρώμα, πράσινο πρόσημο αλλιώς το παιχνίδι είναι χαμένο. Αυτό συνεπάγεται μια βαθύτερη κατανόηση των κοινωνικών αναγκών και μια εκ βάθρων αναθεώρηση της οικονομίστικης λογικής που και η ίδια έχει υιοθετήσει. Πρέπει να αμφισβητηθούν τα τοτέμ του παραγωγισμού, της αναπτυξιολαγνείας και του κτηνώδους καταναλωτισμού και να αντικατασταθούν από τις αξίες της αλληλεγγύης, της ισορροπίας με τη φύση, και του ευ ζην. Δηλαδή, όπως το χαρακτηρίζει ο Σερζ Λατούς, μια κοινωνία «λιτής αφθονίας».
Μ.Χ.: Στην διαδρομή σου έχεις συνομιλήσει με πλήθος στοχαστές της εποχής μας, φιλόσοφους, κοινωνιολόγους, οικονομολόγους, πολιτικούς αναλυτές κ.ά. σπουδαίους αλλά όχι καθεστωτικούς. Μάλιστα 38 από αυτές τις συνεντεύξεις για την κρίση και το μέλλον, τις συγκέντρωσες στο βιβλίο σου «Πρόσωπα της απομάγευσης» (εκδ. Οκτώ 2014). Τι έμαθες από αυτά τα μυαλά; Τι απαντάς σε όσους αποφαίνονται ότι έχει έρθει το «τέλος της θεωρίας»; Ποιος είναι ο κοινωνικός ρόλος των στοχαστών σήμερα;
Τ.Τσ. : Οι συνεντεύξεις αυτές έχουν πλέον ξεπεράσει τις εκατόν εξήντα και συνεχίζω. Στόχος είναι να συμβάλλω, στο μέτρο των δυνατοτήτων μου, σ' ένα δημόσιο διάλογο για το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας μας. Οι συνομιλητές μου εντάσσονται στην κατηγορία του «δημόσιου διανοούμενου», είναι δηλαδή άνθρωποι που όχι μόνο κάνουν έρευνα και διδάσκουν, αλλά παρεμβαίνουν παραγωγικά και με προτάσεις στην κοινωνική ζωή διεθνώς. Οι στοχαστές οφείλουν, όταν χρειάζεται, να συνομιλούν και με το «πεζοδρόμιο» και να μην απομακρύνονται από τις ανάγκες της κοινωνίας και των πλέον αδύναμων. Πρέπει να αποτελούν το αντίβαρο στους εξαγορασμένους «ειδικούς», δηλαδή στους τάχα ουδέτερους τεχνοκράτες, οι οποίοι στην πραγματικότητα συνιστούν τον μισθοφορικό στρατό του συστήματος. Ταυτόχρονα πρέπει να διατηρούν ανεξαρτησία πνεύματος από τις κομματικές σκοπιμότητες, έτσι ώστε να μπορούν να ασκούν κριτική στη σκέψη της Δεξιάς και στη σκέψη της Αριστεράς. Όπως γράφει ο Έντσο Τραβέρσο στο βιβλίο του «Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;» (Εκδ. Του Εικοστού Πρώτου), «Αν η ιστορία είναι μια διαλεκτική ένταση ανάμεσα στο παρελθόν σαν “πεδίο εμπειρίας” και το μέλλον σαν “ορίζοντα προσμονής”, σήμερα, στην αυγή του 21ου αιώνα, ο ορίζοντας της προσμονής μοιάζει να έχει εξαφανιστεί». Αυτόν τον ορίζοντα πρέπει να συμβάλλουν οι διανοούμενοι να επινοήσουμε εκ νέου και απ' αυτό το έργο πιστεύω ότι τελικά θα κριθούν.