Η μεταδικτατορική Δεξιά μιλά συνήθως για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου σαν να ήταν ένα αιφνίδιο φαινόμενο που διέκοψε την κοινοβουλευτική ζωή της χώρας. Ισχυρίζεται ότι δεν είχε την παραμικρή σχέση με τους πραξικοπηματίες ούτε ιδέα για τη δράση τους πριν οι ίδιοι εκδηλωθούν. Μόνο η άγνοια των ιστορικών γεγονότων μπορεί να δικαιώσει τον ισχυρισμό αυτόν. Οι απριλιανοί συνταγματάρχες αποτελούσαν βραχίονα του κράτους της Δεξιάς πολύ καιρό πριν κάνουν το πραξικόπημα. Και το έκαναν όταν η κοινοβουλευτική εξουσία της Δεξιάς απειλήθηκε.
Μια συνωμοτική ομάδα μεσαίων αξιωματικών
Στις εκλογές του 1956 τα κόμματα του Κέντρου συνασπίστηκαν με την ΕΔΑ προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον Καραμανλή. Η σύμπραξη αστικών κομμάτων με την ΕΔΑ προκάλεσε ανατριχίλα στις τάξεις της εθνικοφροσύνης. Και η ανατριχίλα έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν ο συνασπισμός αυτός, που ονομάστηκε «Δημοκρατική Συμμαχία», νίκησε πεντακάθαρα την ΕΡΕ του Καραμανλή. Το ληστρικό εκλογικό σύστημα, βέβαια, έσωσε την κατάσταση δίνοντας αυτοδυναμία στην ΕΡΕ. Για τις πλέον αντιδραστικές δυνάμεις του τόπου, όμως, και ιδιαίτερα για τον Στρατό, οι εξελίξεις αυτές σήμαιναν ότι ο κομμουνιστικός κίνδυνος απειλούσε ξανά τη χώρα.
Το 1957 ο αρχηγός του Στρατού, αντιστράτηγος Πέτρος Νικολόπουλος, ενημέρωσε τον υπουργό Εθνικής Άμυνας για την ύπαρξη σκληρής ομάδας μεσαίων αξιωματικών, που λειτουργούσε συνωμοτικά μέσα στο στράτευμα, δουλεύοντας την ιδέα του πραξικοπήματος και κατηγορώντας τους παλιότερους ανώτατους αξιωματικούς του ακροδεξιού ΙΔΕΑ για αδράνεια και μαλθακότητα. Από τα 25 μέλη της που είχαν εντοπιστεί, τα περισσότερα επρόκειτο να γίνουν γνωστά με την επιβολή της δικτατορίας: Γεώργιος και Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, Πατίλης, Ιωαννίδης, Λαδάς, Γκαντώνας, Μπαλόπουλος, Ρουφογάλης, Ντερτιλής, Λέκκας, Καραμπέρης κ.ά.
Ο Νικολόπουλος είχε θέσει τη δραστηριότητα των αξιωματικών αυτών υπό παρακολούθηση και, για να τους εξουδετερώσει, είχε αρχίσει να τους διασπείρει σε απομακρυσμένες μονάδες. Αποδείχτηκε, ωστόσο, ότι η συγκεκριμένη ομάδα είχε την κάλυψη του αρχηγού της ΚΥΠ στρατηγού Αλέξανδρου Νάτσινα καθώς και του ταξίαρχου Διονύσιου Βέρου, που ήταν ο στρατιωτικός σύμβουλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Λίγους μήνες αργότερα, ο Νικολόπουλος αποστρατεύτηκε. Με την αποστράτευσή του όσες μεταθέσεις αξιωματικών της ΕΕΝΑ είχαν γίνει ήδη ανακλήθηκαν αμέσως.
Ο άκαπνος στρατηγός του Μηχανικού Βασίλειος Καρδαμάκης, που προωθήθηκε από τον Καραμανλή στην ηγεσία του Στρατού, τοποθέτησε τα μέλη της ομάδας σε κομβικές θέσεις. Ο Γ. Παπαδόπουλος, που είχε μετατεθεί στο Κιλκίς, επέστρεψε στην Αθήνα και τοποθετήθηκε επικεφαλής του Β’ Κλάδου της ΚΥΠ, υπεύθυνος για την καταπολέμηση της «κομμουνιστικής κατασκοπείας» μέσα στη χώρα. Οι Πατίλης, Μακαρέζος, Ρουφογάλης και Χατζηπέτρος τοποθετήθηκαν στο γραφείο του ίδιου του Καρδαμάκη. Διευθυντής του 2ου επιτελικού γραφείου του ΓΕΣ τοποθετήθηκε την ίδια περίοδο ο Οδυσσέας Αγγελής. Με αυτό το επιτελείο ο Καρδαμάκης υπήρξε ο αρχιτέκτονας της βίας και της νοθείας του 1961.
Η πάταξη του κομμουνισμού και το “σχέδιο Περικλής”
Το 1958 έγιναν ξανά εκλογές, οι μόνες που κέρδισε προδικτατορικά ο Καραμανλής χωρίς να αμφισβητηθεί. Αξιωματική αντιπολίτευση αναδείχτηκε η ΕΔΑ, που εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία και την πολυδιάσπαση του Κέντρου. Η απροσδόκητη εκλογική άνοδος της Αριστεράς σόκαρε το συντηρητικό στρατόπεδο. Ο κίνδυνος του κομμουνισμού δεν απασχολούσε πλέον ομάδες αξιωματικών, αλλά όλο τον κορμό του μετεμφυλιακού κράτους, το Παλάτι, τις ξένες πρεσβείες και, φυσικά, τον ίδιο τον Καραμανλή.
Όπως αποκάλυψε αργότερα ο χουντικός δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, μετά τις εκλογές του 1958 ο Καραμανλής συγκάλεσε κάποιες συσκέψεις διανοουμένων με στόχο την αντιμετώπιση του κομμουνισμού. Στις συσκέψεις αυτές ο Σ. Κωνσταντόπουλος αναφέρει ότι γνώρισε τον Παπαδόπουλο, που συμμετείχε ως εκπρόσωπος της ΚΥΠ.
Αποτέλεσμα των συσκέψεων εκείνων ήταν η δημιουργία ενός άτυπου οργάνου για την αντιμετώπιση του κομμουνισμού, στο οποίο ενεπλάκησαν τα υπουργεία Εξωτερικών, Προεδρίας, Εργασίας και Εσωτερικών, η ΚΥΠ, το κρατικό ραδιόφωνο και η αντικομμουνιστική διανόηση. Σε όλη τη χώρα εξαπολύθηκε πολιτική τρομοκρατία. Λίγο αργότερα, ο Καραμανλής ενέπλεξε στην υπόθεση τον Στρατό και τα Σώματα Ασφαλείας. Για τον σκοπό αυτό συγκροτήθηκε ακόμα μία επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο αρχηγός του ΓΕΕΘΑ, ο Καρδαμάκης ως αρχηγός του ΓΕΣ, ο διοικητής της Ασφάλειας, οι αρχηγοί της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής και οι διοικητές της ΚΥΠ και της Υπηρεσίας Πληροφοριών του υπουργείου Προεδρίας. Γραμματέας της Επιτροπής τοποθετήθηκε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Από τα πρακτικά της Επιτροπής αυτής, που είδαν αργότερα το φως της δημοσιότητας, προκύπτει σαφώς ότι ο Καραμανλής όχι μόνο ήταν ενήμερος για τις εργασίες της αλλά συμμετείχε και σε κάποιες από τις συνεδριάσεις της. Έργο της Επιτροπής αυτής υπήρξε το περίφημο «σχέδιο Περικλής» με το οποίο οργανώθηκε η βία και η νοθεία των εκλογών του 1961 και ο θρίαμβος του Καραμανλή και της ΕΡΕ.
Το σαμποτάζ του Έβρου
Τις εκλογές του 1961 ακολούθησε ένας ασταμάτητος ξεσηκωμός για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Κάτω από την πίεση του κινήματος αυτού, ο Καραμανλής ήρθε το 1963 σε σύγκρουση με τον βασιλιά Παύλο και εγκατέλειψε την πρωθυπουργία και την Ελλάδα. Οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1963 και του Φεβρουαρίου του 1964 έφεραν στην κυβέρνηση την Ένωση Κέντρου και τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η κρίση στην ΕΡΕ ενέτεινε στο εσωτερικό του Στρατού τις ζυμώσεις για πραξικόπημα. Στο πλαίσιο κάποιων περιορισμένων αλλαγών στο στράτευμα, η ομάδα του Παπαδόπουλου απομακρύνθηκε από τα επιτελεία και πήρε μεταθέσεις για μεθοριακές μονάδες.
Το 1965 ο Γεώργιος Παπανδρέου ήρθε σε ανοιχτή ρήξη με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, που είχε διαδεχτεί τον Παύλο, σχετικά με το πρόσωπο του υπουργού Άμυνας και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ. Στο πλαίσιο της σύγκρουσης αυτής, οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί της Δεξιάς επιτέθηκαν στον Γεώργιο Παπανδρέου αποκαλύπτοντας την «υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ», μια υποτιθέμενη συνομωσία κατώτερων αξιωματικών στον Στρατό, υπό την ηγεσία του γιου του, Ανδρέα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου απάντησε βγάζοντας από τα συρτάρια το «σχέδιο Περικλής» και ασκώντας διώξεις.
Ο Παπαδόπουλος, που ήταν μπλεγμένος στο «σχέδιο Περικλής», δημιούργησε τότε τη σκευωρία που είναι γνωστή ως «το σαμποτάζ του Έβρου». Σε μονάδα Πυροβολικού, στην Ορεστειάδα, όπου είχε τοποθετηθεί διοικητής, αποκάλυψε μια υποτιθέμενη δολιοφθορά σε οχήματα από αριστερούς στρατιώτες, υποκινούμενους από το παράνομο ΚΚΕ. Πριν ακόμα ενημερωθεί το ΓΕΣ και η κυβέρνηση Παπανδρέου, οι αποκαλύψεις για το σαμποτάζ δημοσιεύτηκαν στον δεξιό Τύπο, ενώ η Ασφάλεια προχώρησε σε δεκάδες συλλήψεις συγγενικών προσώπων των κατηγορούμενων στρατιωτών. Λίγες εβδομάδες αργότερα, η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου ανατράπηκε από την Αποστασία.
Προς το πραξικόπημα
Η σκευωρία του Έβρου κατέρρευσε πολύ γρήγορα, καθώς αποδείχτηκε ότι η απόσπαση των ομολογιών είχε γίνει με βασανιστήρια. Ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε με βούλευμα. Αμέσως μετά, πήρε μετάθεση και ανέλαβε το 3ο γραφείο του ΓΕΣ, καθώς ο στρατηγός Σπαντιδάκης, τον οποίο ο βασιλιάς τοποθέτησε Αρχηγό του Στρατού μετά την αποστασία, συγκέντρωνε ξανά την ΕΕΝΑ στην Αθήνα. Το 1966 οι αξιωματικοί του Παπαδόπουλου τοποθετήθηκαν από τον Σπαντιδάκη σε μάχιμες μονάδες που έδρευαν στην πρωτεύουσα: ο Παττακός, που είχε προσχωρήσει στην ομάδα από το 1961, στα τεθωρακισμένα στο Γουδή, ο Λαδάς στην ΕΣΑ, ο Ασλανίδης στα ΛΟΚ, ο Ιωαννίδης στο τάγμα της Σχολής Ευελπίδων, ο Ντερτιλής σε μηχανοκίνητη μονάδα στην Αγία Παρασκευή κ.λπ.
Υπήρχε λόγος που έγιναν όλα αυτά. Η Αποστασία του 1965 και η ανατροπή της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου είχαν δημιουργήσει βαθύ ρήγμα ανάμεσα στη δημοκρατική πλειοψηφία του ελληνικού λαού και το Παλάτι. Νικητής των εκλογών, όποτε και να γίνονταν, θα ήταν πανηγυρικά η Ένωση Κέντρου. Ακόμα και με απλή αναλογική. Τις εκλογές αυτές δεν τις ήθελαν ούτε η ΕΡΕ ούτε το Παλάτι ούτε οι Αμερικανοί.
Ο νέος αρχηγός της ΕΡΕ Παναγιώτης Κανελόπουλος ήταν ο μόνος που πίστευε ότι μπορεί να τις κερδίσει. Οι υπόλοιποι ζητούσαν είτε να επιστρέψει ο Καραμανλής είτε να αναβιώσει η βία και η νοθεία του 1961 είτε να αναβληθούν οι εκλογές με παρέμβαση του Παλατιού. Δηλαδή με πραξικόπημα. Ο βασιλιάς φοβόταν ότι μια νίκη της Ένωσης Κέντρου θα ήταν αποδοκιμασία του Θρόνου, καθώς και ότι αυτή τη φορά θα έχανε και τον έλεγχο του Στρατού και τις τοποθετήσεις των ανώτατων αξιωματικών. Τέλος, οι Αμερικανοί ήταν ανήσυχοι γιατί ο διαλλακτικός Γεώργιος Παπανδρέου ήταν 80 ετών και ο φυσικός του διάδοχος στην ηγεσία του Κέντρου θα ήταν ο αδιάλλακτος Ανδρέας Παπανδρέου. Όλοι φοβόντουσαν τεράστια κοινωνική αναταραχή σε περίπτωση που το Παλάτι με τον Στρατό ματαίωναν τις εκλογές.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η ιδέα να κινηθεί ο Στρατός κατ’ εντολήν του βασιλιά και να παγώσει τις πολιτικές εξελίξεις ωρίμαζε ταχύτατα. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Σπαντιδάκης επιστράτευσε την έμπιστη ομάδα του Παπαδόπουλου και την τοποθέτησε σε καίριες θέσεις. Οι στρατηγοί του Σπαντιδάκη ήταν απόλυτα πιστοί στον Κωνσταντίνο, αλλά για να κινηθούν έμπιστες μονάδες χρειάζονταν συνταγματάρχες.
Στις 3 Απριλίου 1967 ο βασιλιάς όρισε πρωθυπουργό τον Κανελλόπουλο και λίγες μέρες αργότερα διέλυσε τη Βουλή και προκήρυξε εκλογές για τις 28 Μαΐου. Την ίδια ώρα, ο στρατός του Σπαντιδάκη σε συνεννόηση με το Παλάτι προετοίμαζε το «σχέδιο Προμηθεύς». Ήταν ένα ΝΑΤΟϊκό σχέδιο, φτιαγμένο για να αντιμετωπίσει υποτιθέμενη κομμουνιστική εξέγερση και το οποίο προέβλεπε την κατάληψη από τον Στρατό δημοσίων κτηρίων στρατηγικής σημασίας, καθώς και τη σύλληψη χιλιάδων αριστερών. Για να το καταστήσουν ρεαλιστικό, άρχισαν να επινοούν σενάρια κομμουνιστικής εξέγερσης. Ο Μακαρέζος και ο Γκαντώνας, στελέχη της ΚΥΠ, βομβάρδιζαν τη στρατιωτική ηγεσία, τον Κανελλόπουλο και τον υπουργό Άμυνας Παπαληγούρα με αναφορές γεμάτες τερατολογίες για επικείμενο πραξικόπημα του ΚΚΕ, κιβώτια με όπλα που ξεφορτώνονταν στις ελληνικές ακτές, στρατό που ανέμενε σε σοβιετικά καράβια του εμπορικού ναυτικού.
Στις 20 Απριλίου ο Σπαντιδάκης μάζεψε τους στρατηγούς σε άτυπη σύσκεψη και αποφάσισαν να επισκεφθούν τον βασιλιά Κωνσταντίνο και να του ζητήσουν να κινητοποιήσει τον Στρατό για να ματαιώσει τις εκλογές. Εκτιμώντας ότι ο βασιλιάς, τελικά, θα δίσταζε, οι συνταγματάρχες αποφάσισαν να αυτονομηθούν και να κινηθούν μόνοι τους.
Η θεωρία των μισοπάλαβων συνταγματαρχών
Αυτή είναι η ιστορία των πραξικοπηματιών της 21ης Απριλίου, από όσα τουλάχιστον αποκάλυψε αργότερα η ιστορική έρευνα. Τα πρόσωπα, οι ιδέες τους και η δράση τους ήταν γνωστά τουλάχιστον μία δεκαετία πριν από το πραξικόπημα, στις μυστικές υπηρεσίες, τη στρατιωτική ιεραρχία και την πολιτική ηγεσία. Αποτέλεσαν οργανικό τμήμα της δεξιάς εξουσίας και παραεξουσίας. Η Δεξιά τούς κάλυψε και τους αξιοποίησε. Οι στρατηγοί του βασιλιά τούς περιέβαλαν με την εμπιστοσύνη τους και τους θεώρησαν μέρος του δικού τους σχεδίου. Η ομάδα του Παπαδόπουλου είχε επαφές με ανώτατους αξιωματικούς, με το Παλάτι, με τους Αμερικανούς.
Αν κάτι αλλάζει τα πράγματα, είναι ο τρόπος που κινήθηκε η ομάδα αυτή το βράδυ της 20ής προς την 21η Απριλίου. Εκτός από τους χιλιάδες κομμουνιστές που προέβλεπε το «σχέδιο Προμηθεύς», συνέλαβαν και αστούς πολιτικούς, μεταξύ των οποίων τον δεξιό πρωθυπουργό και τους δεξιούς υπουργούς Εθνικής Άμυνας και Δημοσίας Τάξεως, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον γιο του. Και αντί να παραδώσουν την εξουσία στον βασιλιά, που έσπευσε να τους νομιμοποιήσει, αποφάσισαν τελικά να την κρατήσουν για τον εαυτό τους. Αυτό είναι που επιτρέπει έκτοτε στη Δεξιά να ισχυρίζεται ότι δεν είχε την παραμικρή σχέση με τους μισοπάλαβους συνταγματάρχες της Χούντας και ότι τους έμαθε την ημέρα που κινήθηκαν, από ματαιοδοξία και μόνο, για να καταλύσουν τον κοινοβουλευτισμό.
Βιβλιογραφία
Το κείμενο αυτό έχει βασιστεί στα παρακάτω άρθρα και βιβλία:
Λεωνίδας Καλλιβρετάκης: «Οι γνωστοί ‘άγνωστοι’ απριλιανοί συνωμότες» στο «Η στρατιωτική δικτατορία 1967-1974», έκδοση της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, 2010.
Ιωάννης Στεφανίδης: «Η Δημοκρατία Δυσχερής; Η ανάπτυξη των μηχανισμών του Αντικομμουνιστικού Αγώνος 1958 – 1961», Περιοδικό Μνήμων, τόμος 29, 2008
Παύλος Πετρίδης: «Εξουσία και παραεξουσία στην Ελλάδα – Απόρρητα ντοκουμέντα», Προσκήνιο 2000.
Αλέξης Παπαχελάς: «Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας – Ο αμερικανικός παράγων, 1947 – 1967» Εστία 1997.
Πρακτικά της δίκης της χούντας. Εφημερίδα ΑΥΓΗ, 29.7.1975 – 30.8.1975.
Άγγελος Τσέκερης
Πηγή: Η Αυγή