Ενα χρόνο μετά από την ήττα του Ιούλη και με την ψήφιση του χθεσινού πολυνομοσχεδίου ένας νέος κύκλος μπορεί να ανοίξει. Η κυβέρνηση επέλεξε να κλείσει μέσα σε αυτό το χρόνο όλες (ή σχεδόν όλες, γιατί η επόμενη πίστα είναι τα εργασιακά) τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία του Ιουλίου, προκειμένου να έχει μπροστά της χώρο να ξεδιπλώσει το δικό της σχέδιο. Ταυτόχρονα έκλεισε και την πόρτα στην «αριστερή παρένθεση».
Το σχέδιο της είναι να απορροφηθεί όσο το δυνατό πιο γρήγορα από την κοινωνία, το όποιο «σοκ» μπορεί να δημιουργήσουν μέτρα που έχουν μικρότερο ή μεγαλύτερο υφεσιακό χαρακτήρα και να σταθεροποιηθεί η κατάσταση και άμεσα «να ρίξει» το σύνολο των όπλων που διαθέτει «στην υπόθεση της ανάπτυξης».
Η «οικονομία είναι ψυχολογία», αλλά αυτό είναι μόνο η μισή αλήθεια
Ενα από τα «κλισέ» που χρησιμοποιούν αρκετά συχνά συστημικοί οικονομολόγοι (και το οποίο εσχάτως χρησιμοποιείται και από μέρος της αριστεράς) είναι ότι «η οικονομία είναι ψυχολογία», αλλά αυτό είναι μόνο μέρος της αλήθειας.
Ολη η αλήθεια είναι ότι «η οικονομία είναι πρώτα και κύρια σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις» και με αυτή την έννοια το σημείο κλειδί για την «ψυχολογία που επηρεάζει την οικονομία», είναι το ποια κοινωνική τάξη αισθάνεται από τώρα ότι ωφελείται ή θα ωφεληθεί, λιγότερο ή περισσότερο, από την μελλούμενη ανάπτυξη. Από εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Αν και όλο αυτό το διάστημα, η κυβέρνηση, προσπάθησε να δώσει, με μια σειρά μέτρα και νομοθετικές πρωτοβουλίες της, ένα όσο το δυνατό ποιο καθαρό στίγμα ότι μεροληπτεί «υπέρ του κόσμου των από κάτω», αυτό δεν έχει σταθεί μέχρι τώρα ικανό να αλλάξει «την ψυχολογία των από κάτω», περισσότερο σε μια στάση αναμονής τον έχει οδηγήσει.
Από την άλλη, «ο κόσμος των από πάνω» δεν αισθάνεται «ευτυχισμένος» με το γεγονός ότι υπάρχει μια κυβέρνηση που, αυτός ο κόσμος, δεν την αισθάνεται «φιλική». Απλά δεν της έχει εμπιστοσύνη, όσο και αν κατά καιρούς διάφορα κυβερνητικά στελέχη επιχειρούν να συνομιλήσουν μαζί του.
Οσο και αν υπάρχουν, στον «κόσμο των από πάνω», θύλακες που αντιλαμβάνονται ως αναγκαίους μια σειρά από εκσυχρονισμούς στο «πως πρέπει να παίζεται το παιχνίδι» εν” τούτοις ο ελληνικός καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί σε συνθήκες διαπλοκής με το κράτος αλλά και αρπαχτής και σε τελική ανάλυση αυτό που θέλει διακαώς είναι μια κυβέρνηση που θα τον στηρίζει ακριβώς σε αυτά τα πλαίσια. Για τον ελληνικό καπιταλισμό η «αριστερή παρένθεση» μόνο προσωρινά έχει κλείσει.
Η ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα είναι μονόδρομος
Τούτων δοθέντων, ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει αυτή η κυβέρνηση, είναι να βρεθεί με αναπτυξιακά εργαλεία μεν, αλλά χωρίς «κοινωνικά καύσιμα» με άλλα λόγια χωρίς εκείνα τα (κοινωνικά) στηρίγματα που θα αγκαλιάσουν και θα θεωρήσουν ως δική τους υπόθεση τη νέα ανάπτυξη. Ο κίνδυνος να βρεθεί η κυβέρνηση «μετέωρη» και χωρίς κοινωνικές συμμαχίες είναι υπαρκτός.
Και αυτό ακριβώς είναι το διακύβευμα της περιόδου και οι αποφάσεις τις οποίες πρέπει να πάρει, πρωτίστως, η κυβέρνηση: Με ποιο τρόπο δηλαδή στην πράξη, θα μπορέσει να πείσει και να κινητοποιήσει εκείνο το κοινωνικό δυναμικό που σήμερα παραμένει ανενεργό και σε στάση αναμονής ότι η επόμενη περίοδος που ανοίγει είναι «η δική του» περίοδος.
Πηγή: ΤΑ ΜΠΛΟΚΙΑ