Συνεντεύξεις

Νίκος Φίλης: Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει την πανεπιστημιακή αστυνομία και το νόμο για τις διαδηλώσεις

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται να μη διστάζει να κάνει τομές. Πού εκτιμάτε ότι στοχεύει; Είναι στη «γραμμή Βορίδη» για τη δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου, ώστε να μην ξανάρθει στην εξουσία η Αριστερά;

Άλλο οι τομές στη λειτουργία ενός κράτους, απαραίτητες όσο αλλάζουν οι οικονομικές, πολιτικές, δημογραφικές και άλλες συνθήκες -και τέτοιες έκανε πάρα πολλές η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε προοδευτική κατεύθυνση- και άλλο ο νομοθετικός ταλιμπανισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Η κυβέρνηση έχει ως ομολογημένη επιδίωξη να εξορίσει θεσμικά την Αριστερά από τη δυνατότητα να διεκδικεί την εξουσία, να καταστήσει παρένθεση την Αριστερή Διακυβέρνηση, να ανατρέψει τις κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης. Για άλλη μια φορά, η επιθετικότητα της Δεξιάς κατά της Αριστεράς ισοδυναμεί με υπονόμευση της Δημοκρατίας. Πρόκειται για το πνεύμα ενός νέου εμφυλίου!

Ας πάρουμε για παράδειγμα το νόμο για τις διαδηλώσεις που ήρθε ξανά στο προσκήνιο με το μεγάλο εκπαιδευτικό συλλαλητήριο της Πέμπτης. Μια μαζική διαδήλωση απολύτως ειρηνική, ακριβώς επειδή η αστυνομία δεν τόλμησε να παρέμβει. Την επομένη, διαβάζουμε για δικογραφίες στη βάση των όσων προβλέπει ο άθλιος νόμος Χρυσοχοΐδη -άλλη μια «τομή» της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με στόχο βέβαια την καταστολή του άρθρου 11 του Συντάγματος και την ειρηνική διαμαρτυρία. Τομή που… παραδόξως δεν έχει συμπεριλάβει στο νομικό της πλαίσιο καμιά δυτική δημοκρατία.

Είναι δυνατό να επιχειρεί το κράτος να χρεώσει σε έναν πολίτη με τους… κωδικούς taxis κάθε υλική ζημιά που μπορεί να προκύψει από ένα πλήθος διαδηλωτών; Πολύ περισσότερο όταν είναι γνωστό ότι η ελληνική αστυνομία δεν έχει πείσει για την αποτελεσματικότητά της στην επιτήρηση των διαδηλώσεων, για να το θέσω μαλακά. Εφαρμόζεται η ίδια συλλογική ευθύνη στα γήπεδα ή σε άλλες μαζικές εκδηλώσεις; Είναι αποδεκτή γενικώς η συλλογική ευθύνη στο νομικό μας πολιτισμό; Προφανής λοιπόν η απόπειρα κατάργησης του δικαιώματος στη συνάθροιση από την πίσω πόρτα και αυτονόητη η κατάργηση του νόμου ως πρώτο καθήκον της επόμενης δημοκρατικής κυβέρνησης.

Τέτοιες και άλλες «τομές» λοιπόν, όπως η δημιουργία αστυνομικών τμημάτων στα πανεπιστήμια, έχουν ένα στρατηγικό στόχο -τον αναφέρατε. Να αποκόψουν την Αριστερά από το προνομιακό της πεδίο, που είναι η διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης εκεί που διαμορφώνονται όροι συλλογικότητας. Στην απεργία, στη διαμαρτυρία, στη διαδήλωση, εκεί που το κοινωνικό υποκείμενο ακούει, συζητάει, αποφασίζει να δράσει, αποκτά αυτοπεποίθηση διαπιστώνοντας τη δύναμή του αλλά και τα όρια των παρεμβάσεών του.

Τι μπορεί δηλαδή να πετύχει, όσο οι συνθήκες είναι οι συγκεκριμένες και για ποια πράγματα χρειάζεται πιο οργανωμένος και συλλογικός αγώνας σε βάθος μεγαλύτερου χρόνου.

Για αυτό και οι περιορισμοί από τη ΝΔ στο δικαίωμα στην απεργία, στη συνάθροιση και σε κάθε τι συλλογικό, κόντρα στην ατομικοποίηση που έφερε η πανδημία, με τον κάθε πολίτη σπίτι του, έρμαιο των ΜΜΕ που έχουν σε συντριπτικό ποσοστό προσδεθεί στο άρμα της ΝΔ και της στρατηγικής «ποτέ ξανά Αριστερά». Η μονομέρεια των ΜΜΕ δεν είναι αφορισμός, το είδαμε στην έρευνα των Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα που φέρνει την Ελλάδα τέταρτη από το τέλος στην Ευρώπη. Θα έπρεπε να έχει σημάνει συναγερμός.

Ο ωμός αυταρχισμός συνδυάζεται με την επιχείρηση απροκάλυπτης ιδεολογικής χειραγώγησης του πολίτη, με την αδίστακτη κομματικοποίηση που έχει ως προκάλυμμα το «επιτελικό κράτος», καθώς και το γκρέμισμα κοινωνικών κατακτήσεων. Κατά το προηγούμενο του μνημονιακού σλόγκαν «όλοι μαζί τα φάγαμε», τώρα μας λένε πως «όλοι μαζί φταίμε για την κρίση και ο καθένας φέρει την ατομική του ευθύνη». Η κυβέρνηση προσπαθεί να «πείσει» ότι χρειάζεται μια γενική, περαιτέρω, υποχώρηση του επιπέδου των δικαιωμάτων και ελευθεριών, ότι χρειάζεται συμβιβασμός με την ανεργία και τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, ως προϋπόθεση για να υπάρξει ανάπτυξη!

Πρόκειται για την άλλη όψη του αυταρχισμού, που ενδύεται με την ιδεολογία της ριζοσπαστικής Δεξιάς, σύμφωνα με την οποία ενοχοποιούνται οι κοινωνικά αδύναμοι, δικαιολογούνται οι κοινωνικές ανισότητες ως φυσική κατάσταση, προωθείται η καταστροφή του περιβάλλοντος, ως αναγκαίος όρος για την ανάπτυξη και γενικότερα εργαλειοποείται η οικονομία εις βάρος της δημοκρατίας.

Συγκεκριμένα πάντως, πιστεύετε ότι η Νίκη Κεραμέως μπορεί να πετύχει στρατηγική νίκη επί του φοιτητικού κινήματος, όπως το γνωρίσαμε τη μεταπολιτευτική περίοδο; Έστω βέβαια και αν είχε ξεθυμάνει ή και εάν, σε ορισμένες περιπτώσεις, είχε ακόμα και εκφυλιστεί;

Πρώτα απ’ όλα, δεν θα συμφωνήσω απολύτως με το «ξεθυμάνει» και σίγουρα όχι με το «εκφυλιστεί». Στις κοινωνικές διεργασίες, δεν ταιριάζουν οριστικές και τελεσίδικες καταδίκες. Σίγουρα έχει διαφοροποιηθεί από τη δεκαετία του ‘80, ακόμα και του ‘90, καθώς έχουν αλλάξει οι συνθήκες, τα μέσα, το περιεχόμενο των κοινωνικών αγώνων, πολλές άλλες συνιστώσες. Και δεν το λέω με καμία διάθεση «τιμητικής υπεράσπισης» του φοιτητικού κινήματος, για τα προβλήματα του οποίου (πχ: κομματικοποίηση) η δική μας Αριστερά είχε μιλήσει εγκαίρως.

Βλέπουμε όμως την νεολαία, και ειδικά τη φοιτητική νεολαία, να κατακτά ένα επίπεδο ωριμότητας τέτοιο, που την έφερε πρωτοπόρο στον αγώνα κατά της ακροδεξιάς και της Χρυσής Αυγής και επίσης βασικό πυλώνα σε πολλούς αγώνες για τα δικαιώματα των προσφύγων και μεταναστών, των trans, των άστεγων, το δικαίωμα στην έκφραση και άλλα. Γενικότερα, τόσο παλαιότερα με το κίνημα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, όσο και πιο πρόσφατα με τη διεθνή κινητοποίηση κατά της κλιματικής αλλαγής, η νεολαία εμφανίζεται στο προσκήνιο και εκπλήσσει όσους έσπευσαν να εκδώσουν πιστοποιητικό θανάτου των κινημάτων. Εκπλήσσει με το δυναμισμό της και κυρίως με τη σταθερότητα του στόχου της.

Τι άλλο σηματοδοτεί το σύνθημα «το πρόβλημα δεν είναι το κλίμα αλλά το σύστημα»; Ο στόχος λοιπόν της υπέρβασης του καπιταλισμού, η ένταξη των καθημερινών αλλαγών στον ορίζοντα του σοσιαλισμού με δημοκρατία, επιβεβαιώνει πόσο βιάστηκαν όσοι μίλησαν για το τέλος της ιστορίας. Επίσης βιάστηκαν όσοι ισχυρίστηκαν ότι το μέλλον της ανθρωπότητας είναι η αγορά, καθώς η πανδημία με τραγικό τρόπο, επανάφερε την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας και κατ’ επέκταση, το ρόλο του δημόσιου για την ανάπτυξη και του κοινωνικού κράτους για την ευημερία των πολλών. Στρατηγική νίκη, όχι, δεν θα πετύχει η κυρία Κεραμέως. Νομίζω μια ένδειξη απλώς ήταν η μαζικότητα του συλλαλητηρίου της Πέμπτης, που κατά 90% αποτελούνταν από νέα παιδιά, κάτω των 25 ετών.

Οργή και θυμό συσσωρεύουν οι νόμοι που ψηφίζει η κα Κεραμέως κι είναι βέβαιο ότι ούτε διάρκεια θα έχουν, ούτε στην πράξη θα εφαρμοστούν. Ειδικά η πανεπιστημιακή αστυνομία -θέλω να είμαστε απολύτως ξεκάθαροι σε αυτό και να το γνωρίζουν εκ των προτέρων όσοι με ρουσφετολογικά κριτήρια, όπως προγραμματίζεται, τη στελεχώσουν- θα διαλυθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό γιατί θα αποτελούν δύναμη αποσταθεροποίησης της τάξης και της ακαδημαϊκής ελευθερίας στα πανεπιστήμια. Θυμίζω στην κα Κεραμέως, ότι πολλοί προκάτοχοί της πλήρωσαν την έπαρσή τους και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν ηττημένοι.

Θυμίζω την κατάργηση του ν. 815 με τις φοιτητικές καταλήψεις, τις μαθητικές καταλήψεις με υπουργό τον κ. Κοντογιανόπουλο επί κυβερνήσεων Κ. Μητσοτάκη, την αλήστου μνήμης υπουργό κα Διαμαντοπούλου και άλλους.

Είστε δηλαδή ικανοποιημένος από το εύρος των αντιδράσεων;

Κοιτάξτε, οι αντιδράσεις δεν μπορούν στις συνθήκες που διανύουμε να είναι πολύ μαζικότερες. Η ΝΔ «έκανε την πανδημία ευκαιρία», όπως ήταν το «μότο» των μνημονίων. Αξιοποιεί τη συγκυρία για να νομοθετήσει με την κοινωνία σε γύψο, κυριολεκτικά: Μας το θύμισε ο αρμόδιος υφυπουργός, λέγοντας ότι «αστυνομικά τμήματα υπήρχαν στα πανεπιστήμια το 1969», έστω και αν αυτό αποτελούσε ιστορική ανακρίβεια.

Σήμερα, ο κόσμος είναι κλεισμένος σπίτι του, μέσα στο φόβο για τη ζωή του έρμαιο των ΜΜΕ. Σε τέτοιες συνθήκες, πώς θα συζητήσει, πώς θα διαμορφώσει αντίληψη, πώς θα εκφράσει μαζική αντίθεση; Είναι πράγματι προνομιακό το πεδίο αυτό για τη Δεξιά λοιπόν -αλλά πόσο ακόμα θα διαρκέσει; Η διάρρηξή του έχει ξεκινήσει και ο ρόλος ολόκληρης της Αριστεράς για να έρθει το τέλος του μια μέρα νωρίτερα, είναι καθοριστικός.

Πάντως, κάποιοι σας ασκούν προσωπική κριτική γιατί ζητάτε να ανατραπούν τα μέτρα…

Βοηθήστε με να αντιληφθώ γιατί αυτό είναι σημείο κριτικής… Ασφαλώς ο στόχος είναι να μην εφαρμοστούν στην πράξη τα αντιδραστικά μέτρα στην εκπαίδευση και να καταργηθούν νομοθετικά από μια άλλη πλειοψηφία στη Βουλή. Το πιο μεγάλο χτύπημα που επιφέρουν στις λαϊκές αλλά και στη μεσαία τάξη τα μέτρα ΝΔ και Κεραμέως είναι η απομαζικοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου με την περικοπή εισακτέων ως και 30%. Αφού πρώτα κατασυκοφάντησαν εκείνον τον ένα «εισακτέο στο μαθηματικό Σάμου με 3», στον οποίο παρεμπιπτόντως εύχομαι καλές σπουδές και να τους διαψεύσει πανηγυρικά, κόβουν σε 20-30 χιλιάδες αποφοίτους της Γ’ Λυκείου το δρόμο στην ανώτατη μόρφωση. Κάτι που αφενός πάει κόντρα στο διακηρυγμένο στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανέβει από το 40% στο 50% το ποσοστό αποφοίτων πανεπιστημίου στην κοινωνία -τι πιο θετικό, τι πιο λογικό.

Και αφετέρου, δημιουργεί απλώς πελατεία για τα ιδιωτικά κολέγια, τα οποία προηγουμένως η κα Κεραμέως έτρεξε να κάνει τα πτυχία ισότιμα με των πανεπιστημίων. Για τα κολέγια λοιπόν δεν μας εξηγούν ούτε τα στελέχη της κυβέρνησης, ούτε τα ΜΜΕ που τους στηρίζουν, ποια είναι η βάση εισαγωγής. Μήπως εκεί μπαίνουν και με 2; Μήπως η βάση εισαγωγής είναι το πορτοφόλι της οικογένειας;

Στο πολιτικό επίπεδο, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίζει, αλλά αντιθέτως σημειώνει απώλειες στις δυνάμεις του, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις; Και τι πρέπει να κάνει;

Θα συμφωνήσω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να κερδίζει ό,τι χάνει η ΝΔ, η οποία να σημειώσουμε ότι χάνει επίσης, παρά το θετικό έδαφος στο οποίο «παίζει». Και βέβαια δεν είναι άλλο από τη συσπείρωση του κόσμου γύρω από την προσπάθεια κάθε κράτους (το βλέπουμε σε όλη την Ευρώπη) να αντιμετωπίσει την πανδημία. Ωστόσο οι δημοσκοπήσεις, ακόμα και όταν είναι έγκυρες, δεν απεικονίζουν την πραγματική αντίδραση του κόσμου μπροστά σε μια κάλπη. Να είστε για αυτό σίγουροι.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε 8 μονάδες ανάμεσα στις ευρωεκλογές και τις βουλευτικές εκλογές του 2019 και είμαι βέβαιος ότι θα πετύχει να συσπειρώσει και πάλι τον κόσμο που σε καλύτερες συνθήκες θα αντιδράσει στην απόπειρα ακραίας συντηρητικοποίησης της κοινωνίας και καταστολής των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Οι επόμενες εκλογές, να θυμίσω, θα γίνουν με απλή αναλογική και η Αριστερά πρέπει να είναι πυλώνας μιας κυβερνητικής προσπάθειας με τη στήριξη κάθε πολιτικής δύναμης που αντιστέκεται στα σχέδια της Δεξιάς.

Βέβαια, για να απαντήσω πλήρως, για να πετύχει τους στόχους τους ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κάνει περισσότερα. Να απαντήσει τολμηρά και στοχαστικά για τα λάθη της διακυβέρνησής του, χωρίς να φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα μειώσει τη μεγάλη προσφορά της αριστερής διακυβέρνησης σε συνθήκες μνημονιακών καταναγκασμών. Κι ακόμα, στο προγραμματικό πεδίο έχουμε καθυστερήσει στην παρουσίαση μιας κυβερνητικής πρότασης, που θα ανταποκρίνεται στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει παγκοσμίως η πανδημία.

Δηλαδή στην αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων, της κλιματικής κρίσης καθώς και την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αυτό το τρίπτυχο, ανταποκρίνεται στις επάλληλες κρίσεις, που με φόντο την υγειονομική κρίση του κόβιντ, δημιουργούν τις προκλήσεις του ψηφιακού καπιταλισμού στις μέρες μας. Πρέπει λοιπόν να μιλήσουμε ρεαλιστικά, τεκμηριωμένα, αλλά και με σαφή ιδεολογική τοποθέτηση. Όταν η ριζοσπαστική δεξιά δεν κρύβεται, γιατί πρέπει η ριζοσπαστική αριστερά να αποφεύγει τη μάχη των ιδεών;

Η αντιπολίτευσή μας πρέπει να είναι προγραμματική και μαχητική από το έδαφος των αξιών της Αριστεράς. Δηλαδή εναλλακτική στο κυρίαρχο σύστημα εξουσίας. Όχι μέρος του παρηκμασμένου δικομματισμού. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε μακριά από την ψευδαίσθηση ότι η Αριστερά μπορεί να κυβερνήσει όταν πέσει η δεξιά ως «ώριμο φρούτο» ή ακόμα μακριά από την αντίληψη σύμφωνα με την οποία η αντιπολίτευση πρέπει να λέει «ναι» σε όλα τα κοινωνικά αιτήματα χωρίς προτεραιότητες και κυρίως χωρίς επιλογή στήριξης των λαϊκών και των εκπτωχευμένων μεσαίων τάξεων.

Με ποιες δυνάμεις πιστεύετε ότι μπορεί να επιδιωχθεί η προοδευτική διακυβέρνηση στην οποία αναφερθήκατε μόλις;

Υπάρχουν παραδείγματα, δείτε τις κυβερνήσεις σε Ισπανία, Πορτογαλία. Όταν αντιμετωπίζεις μια τέτοια Δεξιά, την πιο ριζοσπαστική από τη δεκαετία του ‘40 και του ‘50, έχεις ευθύνη ως Αριστερά να αντιληφθείς το πολιτικό και κοινωνικό διακύβευμα και να πάψεις να οχυρώνεσαι πίσω από σεχταριστικές αντιλήψεις του «όλα ή τίποτα». Με ειλικρινή πολιτικό διάλογο, που θα καθορίσει στόχους και μεθόδους, η Αριστερά, η Κεντροαριστερά και η Οικολογία, στην Ελλάδα όπως σε ολόκληρη την Ευρώπη, πρέπει να επιδιώξουν τη συνάντηση, μέσα από μια κυβερνητική πρόταση.

Να τονίσω εδώ κάτι που έχω πολλές φορές πει εδώ και χρόνια και αποτελεί πάγια θέση μου: δεν είναι σε θέση ένα κόμμα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της Δημοκρατίας και της ανάπτυξης στη σημερινή Ελλάδα. Είναι άλλο η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως αποτυπώνεται μια στιγμή, στις εκλογές, άλλο η διαρκής πλειοψηφία στην κοινωνία όταν έχεις να αντιμετωπίσεις τεράστια προβλήματα. Άλλωστε, μια προοδευτική διακυβέρνηση δεν είναι μια εναλλαγή βουλευτικών και υπουργικών εδράνων. Είναι κάτι βαθύτερο.

Πρόκειται για μια αποφασιστική τομή στην αλλαγή των σχέσεων του πολίτη με την πολιτική, στην πορεία για την κοινωνική αλλαγή. Για αυτό χρειάζεται πρόγραμμα μακροπρόθεσμης πνοής που θα υπηρετείται βεβαίως από άμεσες ρεαλιστικές προτάσεις.

Οι τάσεις, πάντως, δεν είναι κόμμα μέσα στο κόμμα κ. Φίλη;

Δεν είναι αυτή η αντίληψη της ανανεωτικής Αριστεράς. Οι τάσεις ή οι «τάσεις», άλλοτε δηλαδή οργανωμένες, άλλοτε πιο συγκυριακές συμπράξεις πίσω από μια διακηρυγμένη πολιτική αρχή, που θα δώσει μάχες μέσα στην κοινωνία και μέσα στα όργανα, με όπλο την πειθώ και όχι τις εκκαθαρίσεις, υπήρξε πάντα πλούτος στην ανανεωτική Αριστερά. Και ιστορικά στην Ελλάδα υπήρξε πλούτος «νικηφόρος», αφού διαμόρφωσε ένα ΣΥΡΙΖΑ ανοιχτό, δημοκρατικό, κόντρα στα αρχηγικά μοντέλα, όπως σφράγισαν το ΠΑΣΟΚ και τα κόμματα της Δεξιάς.

Αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία τώρα, πάνω σε αυτό το μοντέλο θα μπορέσει να πείσει την κοινωνία και να κυβερνήσει ξανά. Σε συνθήκες μεταδημοκρατίας, όπου οι θεσμοί της Δημοκρατίας, ανάμεσά τους και τα κόμματα, αποδυναμώνονται και οι εξουσίες φωλιάζουν σε αδιαμεσολάβητα περιβάλλοντα για τη λαϊκή βούληση, χρειαζόμαστε μαζικά δημοκρατικά κόμματα, δηλαδή κόμματα αξιών, διακυβέρνησης και αγώνα. Η συνεννόηση στελεχών από ένα ευρύ φάσμα του ΣΥΡΙΖΑ με την «Ομπρέλα» δεν είναι άλλη μια τάση, αλλά μια ανοιχτή πολιτική πρωτοβουλία με στόχο την αναζωογόνηση και το διάλογο στο κόμμα.

Καρπός αυτής της πρωτοβουλίας, παράλληλα και με άλλες, είναι το πρόγραμμα που συζητείται, δυστυχώς με αρκετή καθυστέρηση, αλλά πάντως συζητείται αυτό τον καιρό στην πορεία προς την εθνική συνδιάσκεψη του κόμματος τον Απρίλιο.

Πηγή: iEidiseis