Η αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία από μια μερίδα του στρατού απέτυχε και η νύχτα των μεγάλων μαχαιριών είναι έτοιμη να ξεκινήσει. Η γεωπολιτική του πραξικοπήματος καθιστά αναπόφευκτο το ότι οι επιπτώσεις του θα γίνουν αισθητές πολύ πέρα από την Τουρκία.
Το αφήγημα ότι πρόκειται για μια έκρηξη δυσαρεστημένων στρατηγών και συνταγματαρχών που εξεγέρθηκαν ενάντια σε έναν αυταρχικό ηγέτη είναι πολύ απλουστευτικό. Ο στόχος ήταν αναμφίβολα ο Ερντογάν, όμως η ατζέντα είναι πολύ πιο περίπλοκη.
Τα δραματικά γεγονότα αναπόφευκτα θα επηρεάσουν τον περιφερειακό και διεθνή ρόλο της Τουρκίας σε όλες του τις διαστάσεις.
Ένα πράγμα μπορεί να ειπωθεί με απόλυτη βεβαιότητα ευθύς εξαρχής: δεν πρόκειται για απόπειρα πραξικοπήματος από τους «κεμαλιστές» οι οποίοι προσπάθησαν με μια κίνηση απελπισίας να ανακόψουν την επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ και να απομακρύνουν τον πρόεδρο Ρετσέπ Ερντογάν από την εξουσία. Οι δύο κύριοι ηγέτες της αντιπολίτευσης, του βασικού κεμαλικού και του εθνικιστικού κόμματος αντίστοιχα, εξέφρασαν την βαθιά αλληλεγγύη τους στις δημοκρατικές δυνάμεις.
Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι ο εξαιρετικά δημοφιλής Τούρκος ηγέτης απολαμβάνει προς το παρόν τη συμπάθεια ενός ευρύτερου φάσματος της τουρκικής κοινής γνώμης, μεγαλύτερου από το 51% που εξασφάλισε το κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης & Ανάπτυξης στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2014.
Η συντριπτική πλειοψηφία του τουρκικού λαού δεν θέλει η χώρα του να ξαναζήσει το παρελθόν, με τους πασάδες να υποσκάπτουν συστηματικά την εξουσία των εκλεγμένων πολιτικών ηγεσιών.
Ο Ερντογάν σίγουρα νιώθει ότι βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας και μπορεί να περιμένει κανείς ότι θα το εκμεταλλευτεί τις προσεχείς ώρες, μέρες και εβδομάδες. Ένα το κρατούμενο.
Το πιο δυσοίωνο, ωστόσο, είναι πως η κυβέρνηση υποδεικνύει τους οπαδούς του Τούρκου ισλαμιστή ηγέτη Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ζει στην Αμερική, για την οργάνωση του αποτυχημένου πραξικοπήματος. (Δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο Γκιουλέν απέρριψε την κατηγορία.)
Το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu κατονόμασε τον συνταγματάρχη Μουχαρέμ Κοσέ, που αποστρατεύτηκε ατιμωτικά από τον τουρκικό στρατό το Μάρτη του 2016 για τους υποτιθέμενους δεσμούς του με τον Γκιουλέν, ως αρχηγό της απόπειρας πραξικοπήματος.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε επίσης στην κρατική τηλεόραση ότι οι οπαδοί του Γκιουλέν οργάνωσαν το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Είναι 100% σίγουρο ότι η κυβέρνηση θα εξαπολύσει μια μαζική επιχείρηση εκκαθάρισης ενάντια στους οπαδούς του Γκιουλέν στις διάφορες κρατικές υπηρεσίες, στις ένοπλες δυνάμεις και στο δικαστικό σώμα.
Ο Ερντογάν ζητούσε ήδη την έκδοση του Γκιουλέν από τις ΗΠΑ κι αυτό θα γίνει τώρα πιεστική απαίτηση την οποία η Ουάσινγκτον θα πρέπει να αντιμετωπίσει. Κι εδώ υπάρχει ένα θέμα.
Στο μυαλό των Τούρκων υπήρχε πάντα η υποψία ότι ο Γκιουλέν δούλευε για τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Στα απομνημονεύματα του που εκδόθηκαν το 2011, ο Τούρκος επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Οσμάν Νουρί Γκιντές (που υπηρέτησε υπό τον Ερντογάν), υποστήριξε ότι το παγκόσμιο ισλαμικό δίκτυο του Γκιουλέν, με έδρα την Πενσυλβανία, έδινε κάλυψη στη CIA, ειδικά στις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας.
Έχει ενδιαφέρον ότι μετά από αυτό η Ρωσία απαγόρευσε τα σχολεία Χιζμέτ Γκιουλέν [Hizmet, δηλ, «Υπηρεσία» ή Cemaat, δηλαδή «Κοινότητα/Συνέλευση» είναι τα ανεπίσημα ονόματα του κινήματος του Γκιουλέν]. Το ίδιο έκανε και το Ουζμπεκιστάν.
Αν και ο Γκιουλέν διέφυγε από την Τουρκία για τις ΗΠΑ το 1998, απέκτησε άδεια παραμονής μόλις το 2008 και οι Τούρκοι επίμονα υποστηρίζουν ότι η αίτησή του για την πράσινη κάρτα υποστηρίχτηκε από δύο υψηλόβαθμα στελέχη της CIA. (Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο Γκιουλέν ποτέ δεν ταξίδεψε εκτός των ΗΠΑ τα τελευταία 18 χρόνια αφότου προσγειώθηκε στο αμερικανικό έδαφος, αν και το δίκτυό του δρα σε όλο τον κόσμο.)
Είναι σίγουρο ότι με δεδομένο το αποτυχημένο πραξικόπημα, ο ρόλος του Γκιουλέν θα ρίξει σκιά στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, οι οποίες έχουν ήδη υποφέρει πολλαπλώς τα τελευταία χρόνια υπό την ηγεσία του Ερντογάν.
Το μεγάλο ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό η απόπειρα πραξικοπήματος σχετίζεται με την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν. Μια τέτοια διάσταση δεν μπορεί εύκολα να αγνοηθεί.
Ο Γκιουλέν έχει εκφράσει έντονα την αποδοκιμασία του για πολλές από τις αμφιλεγόμενες επιλογές του Ερντογάν στην περιοχή, όπως την επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ, το χειρισμό το κουρδικού προβλήματος ή την τουρκική επέμβαση στη Συρία.
Περιέργως, η απόπειρα πραξικοπήματος συνέβη ταυτόχρονα με την αρχή μιας στροφής στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας ‒ πιο συγκεκριμένα, προς την κατεύθυνση μιας προσέγγισης με τη Ρωσία και μιας ενδεχόμενης υπαναχώρησης στην παρεμβατικότητα της Άγκυρας στη Συρία.
Αν το πραξικόπημα είχε επιτύχει, θα είχε ακυρωθεί η πιθανή συνάντηση του Ερντογάν με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν τις επόμενες βδομάδες που ενδεχομένως να αποτελέσει καθοριστική καμπή στη συριακή σύγκρουση.
Η Μόσχα υπολογίζει ότι η εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία θα μπορούσε να έχει θετικές συνέπειες στην κατάσταση στη Συρία. Η Άγκυρα έχει επίσης υπαινιχθεί ότι είναι έτοιμη να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τη Συρία. (Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμαντ Ζαρίφ χρησιμοποίησε ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα για να καταδικάσει την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία ‒ ήδη πριν από την τελική καταστολή της.)
Με όλα αυτά τα δεδομένα λοιπόν, η πιθανή αλλαγή πλεύσης της Τουρκίας αναμένεται από τη Μόσχα και την Τεχεράνη ως γεωπολιτικό γεγονός μεγάλης σημασίας για την επαναχάραξη της πολιτικής στη Μέση Ανατολή και τη γενικότερη ισορροπία δυνάμεων.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία, μία από τις σημαντικότερες δυνάμεις του ΝΑΤΟ, είναι ένας περιφερειακός εταίρος χωρίς τον οποίο η Δύση δεν μπορεί να εφαρμόσει καμιά αποτελεσματική στρατηγική στη Μέση Ανατολή. Φυσικά, ο Ερντογάν δεν έχει υπάρξει εύκολος συνομιλητής ‒ παραμένει εξάλλου κι ο ίδιος καχύποπτος για τις προθέσεις των Δυτικών.
Επομένως, η νέα προσέγγιση Τουρκίας και Ρωσίας θα επιβάλει επίσης τον επανασχεδιασμό των στρατηγικών της Δύσης. Πράγματι, μια επανεκκίνηση καθίσταται απαραίτητη σε σχέση με μια σειρά ζητήματα ‒από την αλλαγή καθεστώτος στη Συρία και τον πόλεμο στην τρομοκρατία ως τα ανταγωνιστικά σχέδια για αγωγούς φυσικού αερίου που θα τροφοδοτήσουν την αγορά της Ευρώπης.
Το θέμα είναι ότι αν αποδειχτεί ‒αν δηλαδή αποδειχτεί πέρα από κάθε αμφιβολία‒ ότι οι γκιουλενιστές οργάνωσαν το αποτυχημένο πραξικόπημα, στα μάτια του Ερντογάν θα υπάρχει μόνο το κρυμμένο χέρι των δυτικών μυστικών υπηρεσιών που προσπάθησε να τον εκπαραθυρώσει από την τουρκική πολιτική.
Οπωσδήποτε, η επίκληση της δύναμης του λαού από τον Ερντογάν για να καταπνίξει το πραξικόπημα, κατέλαβε εξ απίνης τους περισσότερους Αμερικανούς αναλυτές. Όσο δύσκολο κι αν φαίνεται να το καταπιεί κανείς, η περιοχή και η διεθνής κοινότητα ‒ειδικά η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες‒ δεν έχουν άλλη επιλογή από το να μάθουν να ζουν με έναν Ερντογάν σε έξαλλη κατάσταση.
Η τάση του Ερντογάν να χαράζει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική θα γίνει πιο έντονη μετά από αυτήν τη βασανιστική εμπειρία από την οποία μετά βίας τη γλίτωσε.
Πιο συγκεκριμένα, αυτά τα γεγονότα ίσως αποτελέσουν ένα μεγάλο πισωγύρισμα για την αμερικανική προσπάθεια να εγκαταστήσει μόνιμη νατοϊκή παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα προκειμένου να αναχαιτιστεί η Ρωσία.
Ο M. K. Bhadrakumar υπηρέτησε ως πρέσβης της Ινδίας στο Ουζμπεκιστάν (1995-1998) και στην Τουρκία (1998-2001).
Πηγή: Asian Times