Macro

Μαρία Καραμεσίνη: Τα ευρωομόλογα και το αύριο της ενωμένης Ευρώπης

Το σημερινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναμένεται να υιοθετήσει, να αναβάλει ή να παραπέμψει στις ελληνικές καλένδες τη γαλλική πρόταση για την έκδοση ευρωομολόγων από το προτεινόμενο από το Eurogroup Ταμείο Ανάκαμψης, που θα χρηματοδοτήσει μέσω κοινού δανεισμού την ανάκαμψη των οικονομιών της Ε.Ε. την επόμενη μέρα της πανδημίας. Από την έκβαση της αντιπαράθεσης γύρω από τη συγκεκριμένη πρόταση, στο σημερινό ή σε ένα επόμενο Συμβούλιο, θα εξαρτηθεί όχι μόνο εάν η έξοδος από τη σημερινή μεγάλη ύφεση που προκαλεί η πανδημία θα πραγματοποιηθεί στη βάση της αλληλεγγύης μεταξύ χωρών της Ε.Ε., αλλά και εάν τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου θα μπορέσουν να συγκλίνουν στην προοπτική ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου που θα είναι αμοιβαία επωφελές για τους λαούς των χωρών που συναπαρτίζουν την Ένωση.

Γιατί η σημερινή οικονομική κρίση δεν είναι μια παροδική έντονη ύφεση, που θα παρέλθει με την πανδημία. Η συγκυριακή της πλευρά, που συνδέεται με την υγειονομική κρίση, συμφύεται με τις «ουρές» της κρίσης του 2008 (υπερχρέωση νοικοκυριών, τραπεζών, κρατών), την αδυναμία των οικονομικά αναπτυγμένων χωρών να δρομολογήσουν ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, τη μείωση της κερδοφορίας του παραγωγικού κεφαλαίου και των επενδύσεων, τις νέες φούσκες στις αγορές ακινήτων, μετοχών, ομολόγων, το αυξανόμενο κόστος των καταστροφών που προκαλεί η πανταχού παρούσα οικολογική κρίση και την προϊούσα περιθωριοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό γερμανική ηγεμονία και με την αυτοκτονική εμμονή στις πολιτικές λιτότητας, στον τεχνολογικό και γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ των βασικών πόλων της διεθνούς οικονομίας.

Εκτόξευση χρεών

Στη σημερινή κρίση, ο δανεισμός των κρατών-μελών της Ε.Ε. από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ή τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για την ανάληψη του υπέρογκου κόστους της πανδημίας εκτοξεύει το χρέος τους, που ήταν ήδη υψηλό εξαιτίας της κρίσης του 2008, και αυξάνει το κόστος δανεισμού τους. Ακόμα και εάν ο κίνδυνος πτώχευσης της Ιταλίας και των λοιπών υπερχρεωμένων κρατών της Eυρωζώνης έχει προς το παρόν αποσοβηθεί, με την αύξηση της δύναμης κρούσης της ΕΚΤ για την αγορά ομολόγων κρατών και επιχειρήσεων στις δευτερογενείς χρηματοπιστωτικές αγορές ή με την προτεινόμενη παραπομπή τους για χαμηλότοκα δάνεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, οι χρηματοδοτικές ανάγκες ανάκαμψης της κάθε οικονομίας και δημοσίων επενδύσεων για τον οικολογικό μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι τεράστιας κλίμακας. Σε 1,5 τρισ. ευρώ τις υπολογίζει η Κριστίν Λαγκάρντ.

Σε μια έκδοση ευρωομολόγων στα πρότυπα του Eυρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, την ευθύνη για την αποπληρωμή τους θα αναλάμβαναν αναλογικά οι 19 χώρες της Eυρωζώνης (ή και όλης της Ε.Ε.). Αυτή θα μετρίαζε κάπως το κόστος δανεισμού για τα κράτη με τα συγκριτικά υψηλότερα επιτόκια δανεισμού. Στη σημερινή όμως συγκυρία των ιδιαίτερα χαμηλών επιτοκίων το όφελος αυτό είναι σχετικά μικρό, ενώ η κατανομή των δανειακών πόρων θα αύξανε το εθνικό δημόσιο χρέος κάθε χώρας, καθιστώντας προβληματική τη βιωσιμότητά του στις περισσότερες από αυτές με υψηλή σχέση χρέους προς ΑΕΠ.

Η γαλλική πρόταση

Στις σημερινές λοιπόν συνθήκες, για να είναι χρήσιμο ένα ευρωομόλογο θα πρέπει να είναι ευρωπαϊκό χρέος που δεν προσμετρείται στα εθνικά. Σ’ αυτήν την ανάγκη απαντά η γαλλική πρόταση μαζικής έκδοσης ευρωομολόγων από ένα νέο Ταμείο Ανάκαμψης, για το οποίο συμφώνησε το Eurogroup. Σύμφωνα με τη γαλλική πρόταση, αν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίσει την κοινή έκδοση χρέους, οι πόροι που θα αντλήσει το Ταμείο Ανάκαμψης θα χορηγηθούν στα κράτη-μέλη μέσω του κοινοτικού προϋπολογισμού ως μεταβιβάσεις και όχι ως δάνεια, με σκοπό την πραγματοποίηση επενδύσεων και με κριτήριο τις ανάγκες τους για ανάκαμψη, ενώ η εξόφληση των ευρωομολόγων θα γίνει από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, βάσει του ΑΕΠ του κάθε κράτους-μέλους, σε 20 ή 30 χρόνια (ή ποτέ, εάν υιοθετηθεί η πρόταση του Iσπανού πρωθυπουργού Σάντσεθ για διηνεκή ομόλογα – perpetual bonds). Θα μπορούσε επίσης να γίνει με τα έσοδα ενός υπερεθνικού-ευρωπαϊκού φόρου ή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με έκδοση χρήματος, κάτι που προς το παρόν απαγορεύεται.

Εάν υιοθετηθεί η γαλλική πρόταση, για την οποία ασκούν τις μέγιστες πιέσεις οι κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας, θα πρόκειται για την πρώτη περίπτωση «αμοιβαιοποίησης χρέους» στην ιστορία της Ε.Ε., δηλαδή την κοινή εγγύηση του συνόλου του χρέους από κάθε χώρα, αποτέλεσμα της μετατόπισης της Γερμανίας και των συνοδοιπόρων της από μια εγωιστική στάση σε μια στάση αλληλεγγύης προς τον ευρωπαϊκό Νότο και τις χώρες με τα μεγαλύτερα πλήγματα από την πανδημία.

Η προχθεσινή απόρριψη της γαλλικής πρότασης από τη Μέρκελ και τον Σολτς αποτελεί διαπραγματευτικό ελιγμό ή σθεναρή άρνηση; Θα το δούμε σύντομα. Πάντως, η γερμανική αντιπρόταση για άντληση δανειακών κεφαλαίων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έναντι εγγυήσεων των κρατών- μελών για αύξηση των «ίδιων πόρων» του κοινοτικού προϋπολογισμού το 2021 και 2022 δεν αποτελεί λύση, διότι επιβαρύνει άμεσα τους προϋπολογισμούς των κρατών-μελών. Στο σημερινό και τα επόμενα Ευρωπαϊκά Συμβούλια θα παρθούν σημαντικές αποφάσεις για το αύριο της Ε.Ε.

 

Η Μαρία Καραμεσίνη είναι καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Πηγή: Η Αυγή