-
Η κατακόρυφη αύξηση προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών θεωρείτε ότι δοκιμάζει την κυβερνητική συνοχή;
Ασφαλώς το προσφυγικό δοκιμάζει τη συνοχή της κυβέρνησης. Η ακροδεξιά της πτέρυγα των Βορίδη – Γεωργιάδη έσπευσε να εκδηλωθεί σε γραμμή Σαλβίνι, φέρνοντας ξανά στο νου εποχές Σαμαρά και την τραγωδία στο Φαρμακονήσι. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει να συγκεράσει από τη μια το εσωτερικό του ακροατήριο (το οποίο εν πολλοίς γαλούχησε με την ανεύθυνη αντιπολίτευση που έκανε την προηγούμενη τετραετία στο προσφυγικό), από την άλλη τη διεθνή νομιμότητα, που τον υποχρεώνει να εμφανίζεται στον ΟΗΕ ακολουθώντας γραμμή ΣΥΡΙΖΑ για το προσφυγικό.
Δύο είναι τα κρίσιμα στοιχεία. Πρώτον, η προσπάθειά του πρωθυπουργού να βαφτίσει τις προσφυγικές ροές, μεταναστευτικές. Έφτασε να πει στη Βουλή ότι μόνο το 20% όσων έρχονται είναι πρόσφυγες. Τα επίσημα στοιχεία του ΔΟΜ, του καθ’ ύλην αρμόδιου δηλαδή Διεθνούς Οργανισμού για τη Μετανάστευση, δείχνουν για την Ελλάδα ότι οι πέντε πρώτες χώρες προέλευσης το 2019 είναι -με αυτή τη σειρά- Αφγανιστάν, Συρία, Παλαιστίνη, Ιράκ και Δημοκρατία του Κονγκό. Χώρες ουσιαστικά χωρίς καμία ασφάλεια για τους πολίτες τους, σε πόλεμο ή σε δεινό εμφύλιο, με κατεστραμμένες υποδομές. Ποιος θα ονομάσει αυτούς τους ανθρώπους συλλήβδην «οικονομικούς μετανάστες» και το βράδυ θα κοιμηθεί ήσυχος;
Δεύτερον, πώς θα παρακαμφθεί η διεθνής και ελληνική νομοθεσία για εξατομικευμένη κρίση; πώς θα συμβιβαστεί με το κράτος δικαίου ή ίδρυση στρατοπέδων κράτησης για τους αιτουμένους πολιτικό άσυλο; διαδικασίες απώθησης, τειχών, φαστ τρακ και σκούπας να είναι σαφές ότι προσκρούουν στο διεθνές δίκαιο.
Με την Τουρκία μάλιστα να σκληραίνει τη στάση της, το λιγότερο αυτή τη στιγμή είναι ότι θα παγώσουν οι ούτως ή άλλως περιορισμένες επιστροφές. Ο Μητσοτάκης τα αντιλαμβάνεται αυτά, ενώ μετεωρίζεται πιεζόμενος από όλες τις πλευρές. Αν όχι, θα τα αντιληφθεί πολύ σύντομα.
-
Εκ των υστέρων, αποτιμάτε ως επιτυχή τη διαχείριση του προσφυγικού από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;
Το 2015 η Ελλάδα δέχτηκε, κατέγραψε και φιλοξένησε 850.000 πρόσφυγες χωρίς προετοιμασία, χωρίς μέσα, με την οικονομία της σε κρίση. Κλήθηκε από την ιστορία να διαχειριστεί μια κατάσταση χωρίς προηγούμενο. Σήμερα μιλάμε για «αύξηση ροών» όταν το πρώτο δεκάμηνο του 2019 έχουν εισρεύσει 45.000 πρόσφυγες!
Με αυτά τα δεδομένα δεν νομίζω ότι μπορεί να κάνει κάποιος συγκρίσεις ή να επικρίνει ελαφρά τη καρδία τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε το προσφυγικό η κυβέρνησή μας. Δεν είμαι σε θέση να ισχυριστώ ότι δεν υπήρξαν αστοχίες, ακόμα και σοβαρά προβλήματα (η Μόρια στοιχειώνει την Ευρώπη και την Ελλαδα), αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη τις πρωτόγνωρες συνθήκες.
-
Σας προβληματίζουν τα νέα δεδομένα ως προς τους συσχετισμούς ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά και την επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία;
Όχι απλώς προβληματίζουν, αλλά οι αρνητικές επιπτώσεις τους διαφαίνεται ότι θα είναι ραγδαίες. Ένας πόλεμος δεν σβήνει με άλλο πόλεμο· έρχεται όξυνση της κατάστασης με νεκρούς και νέους πρόσφυγες. Είναι βέβαιο ότι ο Ερντογάν αποφάσισε την εισβολή -την οποία οργουελικά βάφτισε «πηγή που αναβλύζει ειρήνη»- πιεζόμενος και από τους Σύρους πρόσφυγες στο έδαφός του, τους οποίους θέλει να στείλει στη βόρεια Συρία. Είναι επίσης φανερό ότι έχει τις πλάτες των ΗΠΑ, παρά τις εκ των υστέρων λεκτικές ακροβασίες της αμερικανικής κυβέρνησης.
Από τη χώρα μας απαιτείται προσοχή. Η ανάλυση της προηγούμενης διετίας για «σύγκρουση» ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ από την οποία η Ελλάδα μπορούσε να εξέλθει γεωστρατηγικά ενισχυμένη, δεν επιβεβαιώνεται. Είτε από τη γεωγραφία το δει κανείς, είτε από την έκταση, είτε από το οικονομικό μέγεθος Ελλάδας-Τουρκίας, είναι φανερό ότι η γείτων χώρα αποτελεί προνομιακό στρατηγικό συνεργάτη των ΗΠΑ για πολλούς, καίριους και ανθεκτικούς στο χρόνο λόγους. Για αυτό μετά τη Μεταπολίτευση όλες οι κυβερνήσεις, παρά τον ατλαντικό προσανατολισμό της χώρας, αναζητούσαν πολυδιάστατα ερείσματα στην εξωτερική πολιτική.
Για Παπαγγελόπουλο και Δικαιοσύνη
-
Η σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο πλήττει κατά τη γνώμη σας το κλίμα ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης; Κρίνετε σκόπιμη πολιτικά και κοινωνικά τη διερεύνηση της υπόθεσης;
Κοιτάξτε, πρώτα από όλα ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήγε σε εξεταστική «εξ υποχρεώσεως», λόγω της επιμονής Σαμαρά. Εκμεταλλεύτηκε την ιστορία αυτή για να αποκομίσει προεκλογικά κέρδη, θα προτιμούσε τώρα να την κλείσει εδώ. Αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέλεξε να μην παρασταθεί, την ώρα μάλιστα που έξι βουλευτές της ΝΔ δεν ακολούθησαν την πρόταση του ίδιου του κόμματος.
Η κυβέρνηση θα επιχειρήσει τώρα να αξιοποιήσει την αλλαγή συζήτησης ώστε να ξεχαστούν οι διαστάσεις του πραγματικού σκανδάλου δισεκατομμυρίων, του σκανδάλου Νοβάρτις. Ωστόσο με τις διαστάσεις και την πορεία που έχει πάρει αυτό, δεν νομίζω ότι θα τα καταφέρει.
Μέσα από τις συνεδριάσεις της Επιτροπής θα δούμε πρώτη φορά και κάτι άλλο: μια δημόσια αντιπαράθεση όχι μόνο ανάμεσα σε πολιτικά πρόσωπα και κόμματα, όπως συνηθίζεται, αλλά και ανάμεσα σε παράγοντες της Δικαιοσύνης. Φοβούμαι ότι θα προκύψει εικόνα ακραίου εξευτελισμού. Δυστυχώς. Η Δικαιοσύνη είναι θεσμός «ουδέτερος» και ανεξάρτητος μόνο κατ’ ευφημισμό. Διαπερνάται κι αυτή από αντιθέσεις πολιτικές και άλλες, σπαράσσεται από διαμάχες και κυκλώματα…
Η κυβέρνησή μας ήρθε αντιμέτωπη με το κράτος των δικαστών, που την εμπόδισε να προχωρήσει ορισμένα πράγματα. Έστω τώρα, θα γίνουν κάποια «αποκαλυπτήρια» για το πώς λειτουργεί η Δικαιοσύνη και πώς δρα το παλιό πολιτικό σύστημα, που σήμερα μας κυβερνάει ξανά. Κι αυτό το λέω χωρίς να κάνω γενικεύσεις, προφανώς δεν είναι όλη η Δικαιοσύνη έτσι. Απλώς παθογένειες επισημαίνω.
-
Είχατε προαναγγείλει τη διαφοροποίησή σας στο νομοσχέδιο για τους υδρογονάνθρακες. Θεωρείτε ότι πρέπει να υπάρχουν περιθώρια ατομικής πολιτικής έκφρασης στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες;
Πρώτα από όλα, είχα αναγγείλει τη διαφοροποίησή μου όχι «στα εύκολα», τώρα που είμαστε αντιπολίτευση, αλλά από πριν. Για παράδειγμα τον Απρίλιο 2018 σε κοινή ανοιχτή επιστολή με το συνάδελφο βουλευτή Δημαρά και δύο έγκριτους επιστήμονες, είχαμε εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν έπρεπε να προχωρήσουν οι συμβάσεις εξόρυξης.
Και οι λόγοι αυτοί δεν είναι η μετοχική σύνθεση των ΕΛΠΕ -που δεν διαφωνώ ότι έχει και αυτή τη σημασία της- αλλά η απειλή της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι βρισκόμαστε μετά το «σημείο μηδέν», μετά την ύστατη ώρα για την ανάληψη πρωτοβουλιών. Δεν πάρθηκαν οι κατάλληλες αποφάσεις διεθνώς όταν έπρεπε, σήμερα ίσως είναι ήδη αργά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αποτρέψουμε τα χειρότερα. Ελπίδα υπάρχει μόνο αν η νεολαία εξακολουθήσει να διαδηλώνει και να πιέζει και μόνο αν υποχρεωθούν τα μεγάλα και ισχυρά κράτη να βγουν μπροστά, όπως οφείλουν.
-
Ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει την αίσθηση ότι δεν έχει ανακτήσει ακόμη πολιτικό και κοινωνικό βηματισμό. Εκτιμάτε ότι η συζήτηση για τα αίτια της ήττας θα επανεκκινούσε την πολιτική δράση του κόμματος σε νέα βάση;
Η αναγκαιότητα αποτίμησης της πορείας μας κατά την κυβερνητική θητεία είναι προφανής. Για κάποιους λόγους χάσαμε, δεν έγιναν όλα τέλεια. Από τη μια κατορθώσαμε πολλά σε δύσκολες συνθήκες, και είναι σαφές ότι τα πιστωθήκαμε θετικά από τον κόσμο, με το 31,5%. Από την άλλη, πολλά από όσα εφαρμόσαμε δεν ήταν μέρος της πολιτικής και του οράματός μας, μας επιβλήθηκαν. Ορισμένα από αυτά δε, ίσως πιστέψαμε παραπάνω από ό,τι έπρεπε ότι ήταν επιβεβλημένα.
Τώρα λοιπόν που βγαίνουμε από τους μνημονιακούς καταναγκασμούς οφείλουμε να αποκαταστήσουμε τη δική μας πολιτική και να συστηθούμε ξανά στην κοινωνία και ιδιαίτερα στα νέα παιδιά που λόγω ηλικίας δεν ξέρουν πώς ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ πριν γίνει κυβέρνηση. Παρόλα αυτά, τον έχουν στηρίξει εκλογικά σε όλες τις αναμετρήσεις από το 2012, κατατάσσοντάς τον πρώτο στις προτιμήσεις τους. Εν κατακλείδι, η συζήτηση είναι που θα αναδείξει ποια θα είναι η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη περίοδο.
Οι πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες, επιβεβλημένες
-
Η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ προϋποθέτει μαζικές και ανοιχτές διαδικασίες βάσης;
Πρώτα από όλα, είναι απολύτως απαραίτητο να μπούμε σε διαδικασία διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και ανανέωσης, αλλαγής ορισμένων στοιχείων, αφού τίποτα δεν μπορεί να μένει για πάντα αναλλοίωτο. Η ζωή, η πολιτική, η κυβερνητική εμπειρία, όλα διδάσκουν. Ένα μόνο μένει σταθερό, η αριστερή και προοδευτική μας φυσιογνωμία.
Ήδη, το διάστημα μετά την εκλογική αναμέτρηση έχουμε υποδεχθεί χιλιάδες νέα μέλη. Πρόκειται για συνειδητοποιημένο πολιτικά κόσμο από τον προοδευτικό χώρο, και έχει διαπιστώσει -με απέχθεια, θα έλεγα- πώς η ολιγαρχία και τα ΜΜΕ στήριξαν μονομερώς ένα κόμμα, πώς ο ΣΥΡΙΖΑ με τις αδυναμίες του πέτυχε πράγματα, πώς η ΝΔ μέσα σε τρεις μήνες επιχειρεί την ολική ανατροπή των κατακτήσεων της διακυβερνησής μας.
Η διεύρυνση όμως του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι αναγκαία, δεν υποκαθιστά αλλά επιβάλει την ανάγκη πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών, δηλαδή τη δημιουργία ενός μπλοκ κατά της κυβέρνησης ΝΔ. Όσο για τα οργανωτικά, έπονται της συζήτησης για τα πολιτικά ζητήματα. Προηγείται το κύριο, το πολιτικό, χωρίς να υποτιμώ τίποτα. Θα τα βρούμε τα άλλα στην πορεία.
-
Σε προσωπικό επίπεδο, τι θεωρείτε ότι συνέβαλε περισσότερο στην ήττα του ΣΥΡΙΖΑ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε τις εκλογές για ένα μόνο λόγο. Τα αίτια της ήττας είναι προφανώς πολυπαραγοντικά. Έχει παίξει για παράδειγμα ρόλο η δεξιά – ακροδεξιά πορεία των πολιτικών εξελίξεων στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και αλλού, που πιέζουν προς μια συγκεκριμένη εκλογική συμπεριφορά. Πρόκειται για αντανακλαστική αντίδραση του εκλογικού σώματος σε συνθήκες κρίσεις της οικονομίας και των αξιών, πάνω στην οποία σπέρνει και θερίζει η ακροδεξιά.
Αλλά βεβαίως, τα καθοριστικά αίτια ήταν εσωτερικά. Κυρίως, το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να εφαρμόσει μια πολιτική που δεν ήταν δική του, έστω και πολιτευόμενος με κοινωνική ευαισθησία, στην οποία άλλωστε οφείλεται το υψηλό εκλογικό του ποσοστό. Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι. Η διακυβέρνησή μας συχνά χαρακτηρίστηκε από αλαζονικές συμπεριφορές, ενώ ορισμένες αρνητικές επιλογές μας δεν υπαγορεύτηκαν από τα μνημόνια, ήταν δικές μας. Το γεγονός ότι δεν προχωρήσαμε στο δημοκρατικό εκσυγχρονισμό του κράτους, γεγονός που είχε επιπτώσεις στην καθημερινότητα του πολίτη, η περιπέτεια στο χώρο των μίντια και η αποτυχία στην ΕΡΤ, η υποχωρητικότητα στην αντιμετώπιση της εκκλησιαστικής εξουσίας, είναι μερικές επιλογές που μας στοίχισαν.
Υπάρχει όμως και σοβαρό έλλειμμα πολιτικού σχεδιασμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε μόνος εναντίον όλων το Γενάρη του 2015, αλλά μετά τον αναγκαστικό συμβιβασμό αυτή η συνθήκη έπρεπε να τροποποιηθεί. Το γεγονός ότι δεν αντιληφθήκαμε τις νέες πραγματικότητες, επέτρεψε στη ΝΔ να συγκροτήσει ένα αντί-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Για αυτό στο 40% της ΝΔ διακρίνει κανείς «συγκαταβατικές» πολιτικές προτιμήσεις. Διαπιστώνει -σε ένα βαθμό- ψήφο όχι θετική για τη ΝΔ αλλά αρνητική για το ΣΥΡΙΖΑ.
Κρίσιμος την επόμενη περίοδο είναι και ο ρόλος του ΚΙΝΑΛ: αν θα απογαλακτιστεί ή όχι από τη ακραίως μονομερή αντι-ΣΥΡΙΖΑ στάση του, που έσπρωξε και δικούς του ψηφοφόρους στη ΝΔ. Πάντοτε βέβαια την ευθύνη την έχει ο ισχυρός, στην περίπτωσή μας ο ΣΥΡΙΖΑ, να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες πολιτικού διαλόγου ή και κοινής δράσης μπροστά στο λαό, ανοιχτά, ούτως ώστε η προοδευτική τομή στην κοινωνία να συμπεριλαμβάνει ευρύτερες δυνάμεις και να απομονώνει τη ΝΔ· ιδιαιτέρως τώρα που αυτή έχει καταντήσει υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς. Με το ΜΕΡΑ25 θα μπορούσε να επιδιωχθούν προγραμματικές συγκλίσεις ενώ με το ΚΚΕ μπορεί να υπάρξουν κοινές δράσεις στην αντιμετώπιση του νεοφιλελευθερισμού.
Για αυτό η αναγκαία προγραμματική επαναθεμελίωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά μόνο τα οργανωμένα μέλη, ούτε απλώς την εκλογική του επιρροή. Είναι πρόταση για ολόκληρη την κοινωνία, θέμα για το οποίο έχω μιλήσει ξανά.
Πηγή: Νέα Σελίδα