Παραδόξως (;) η αντεπίθεση των αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ, συγκεκριμένα ο –επιπόλαιος – ρεβανσισμός στο ολισθηρό έδαφος του σκανδάλου Νοναrtis, δοκιμάζει την ίδια τη ΝΔ, τις εσωκομματικές της ισορροπίες. Είναι ένα πρώτο συμβάν σ’ αυτό το κόμμα;
Αν θέλουμε να εξετάσουμε διαφοροποιήσεις μέσα στη ΝΔ το υλικό είναι πάρα πολύ και σε πλήθος θεμάτων. Δείχνουν ότι, επί της ουσίας, η ΝΔ κέρδισε τις εκλογές ως αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και όχι ως ενιαία, οργανικά συνεκτική, παράταξη, ιδεολογικά και προγραμματικά. Κορυφαίο το ζήτημα των Πρεσπών με τον τακτικισμό και τη συνύπαρξη ριζικά διαφορετικών απόψεων. Αλλά και σε άλλα ζητήματα π.χ. παιδείας, στον γιορτασμό του 2021, ή και στα θρησκευτικά έχουν αναφανεί αντιφάσεις καθώς συνυπάρχουν ακροδεξιές και παραδοσιακές δεξιές αντιλήψεις με τον πολιτικό φιλελευθερισμό. Η συνύπαρξη αυτών των ιδεολογικών απόψεων και ρευμάτων προφανώς σε σειρά ζητημάτων, όπως επίσης στο θέμα της ανομίας και ασφάλειας και πώς το αντιμετωπίζουν, ακόμη και για το μεταναστευτικό και το προσφυγικό, παρά τη ρητορική τους πριν, πώς τώρα προσγειώνονται σε μια άλλη γραμμή.
Σε πλήθος ζητημάτων, λοιπόν, έχει ανακύψει σοβαρή διάσταση απόψεων μεταξύ, θα το ονόμαζα, κεντροδεξιών απόψεων νεοφιλελεύθερων, μεν, αλλά με τα στοιχεία του φιλελευθερισμού ως προς τη δικαιωματική του διάσταση, με τα στερεότυπα της δεξιάς και των συστεγασμένων στοιχείων της εθνικοφροσύνης, των μακεδονομάχων κτλ.
Στο θέμα της Novartis είναι ένα κορυφαίο ζήτημα, που έρχεται στην επιφάνεια, η διάσταση των απόψεων. Δηλαδή, στο κατά πόσο η πολιτική ζωή του τόπου πρέπει να προχωρήσει ενθαρρύνοντας την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης να βρει την άκρη σε κορυφαία σκάνδαλα σε ό,τι αφορά ενδεχομένως και σε πολιτικά πρόσωπα ή κατά πόσο επεμβαίνει και παρεμβαίνει η εκτελεστική και νομοθετική εξουσία κατά τη διάρκεια της δικαστικής διερεύνησης, που τώρα προχωρεί στη Novartis, ώστε να υπάρξει αποπροσανατολισμός και συγκάλυψη.
Έτσι πρέπει να προσεγγιστεί το θέμα. Να αποκαλύπτονται οι αντιφάσεις και να αποδομούνται τα στοιχεία τα πιο διχαστικά και συγκρουσιακά που αποπροσανατολίζουν από την ουσία και να ενθαρρύνονται απόψεις οι οποίες, πράγματι, μπορεί να βοηθήσουν σε μια δημοκρατική θεσμική λειτουργία με βάση τις συνταγματικές πρόνοιες για την ανεξαρτησία και τη μερική διασταύρωση των τριών εξουσιών.
Ο Κ. Μητσοτάκης επιχειρεί αναπροσανατολισμό σε πλευρές της πολιτικής του διατηρώντας την ηγεμονία, προς το παρόν, παρά το ότι προεκλογικά κινήθηκε στον αντιπολιτευτικό λαϊκισμό. Πώς θα αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το φαινόμενο;
Με σοβαρή και τεκμηριωμένη, προγραμματική αvτιπολίτευση που ταυτόχρονα, όμως, θα ριζοσπαστικοποιεί την κοινωνία απέναντι, κυρίως, στη λαίλαπα των επιθέσεων σε εργασιακά δικαιώματα και εγγυήσεις, στα πρώτα βήματα που είχαν γίνει από τον ΣΥΡΙΖΑ για την αποκατάσταση των βασικών εργατικών δικαιωμάτων, μισθών κτλ.
Δηλαδή, μια ταυτόχρονη προσπάθεια αποδόμησης, στη βάση τεκμηριωμένης προγραμματικής αντιπολίτευσης, αυτών των ακραίων και νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, μαζί με μια προϊούσα συνειδητοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας για να αντιληφθεί ότι όχι μόνο διακυβεύονται οι λίγες κατακτήσεις που είχαν υπάρξει επί των ημερών μας, αλλά απειλούνται και μπορεί να πάμε σ΄ ένα άτυπο μνημόνιο έμπνευσης, πχ, ΔΝΤ. Αυτή πρέπει να είναι η προσπάθειά μας με προτεραιότητα την απεύθυνση στην κοινωνία.
Η προσπάθεια που σκιαγράφησες ότι πρέπει να γίνεται αφορά πολύ ευρύτερες από την Αριστερά δυνάμεις. Πώς θα εργαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ για να γίνει έργο και αυτών των ευρύτερων δημοκρατικών δυνάμεων; Η Ανανεωτική Αριστερά έχει μακρά παράδοση σ’ αυτό.
Συμφωνώ απολύτως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πολιτική δύναμη, γι’ αυτό πήρε και αυτό το υψηλό ποσοστό στις εθνικές εκλογές, στην οποία επαφίονται οι ελπίδες και οι προσδοκίες μεγάλου μέρους της κοινωνίας και του λαού να οργανώσει, με όρους ηγεμονίας, τις αντινεοφιλελεύθερες απόψεις και ιδέες με θετικό πρόσημο. Υπέρ των δικαιωμάτων, των εργασιακών εγγυήσεων και κοινωνικών κατακτήσεων, υπέρ του περιβάλλοντος σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, υπέρ της διαμόρφωσης σε κλίμακα ευρωπαϊκή για πολιτικές, πλειοψηφίες μαζί με τους Πράσινους και με το τμήμα της σοσιαλδημοκρατίας που παίρνει αποστάσεις.
Συμφωνώ, λοιπόν, απολύτως ότι θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να γειωθεί κοινωνικά και να γίνει μεγάλο κόμμα, να ανακτήσει ή να δημιουργήσει σχέσεις ηγεμονίας με ένα ευρύτερο μπλοκ δυνάμεων μέσα στην κοινωνία. να επηρεάσει και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, το ΚΙΝΑΛ, το ΜΕΡΑ 25, την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, δυνάμεις κοινωνικές που βλέπουν μεν κριτικά την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά σήμερα αντιλαμβάνονται τα επικίνδυνα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργεί η ΝΔ.
Είναι ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που οφείλουμε να ενθαρρύνουμε να οργανωθούν στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο. Αλλά και στο πολιτισμικό πεδίο που καλύπτει, από τα μέσα ενημέρωσης και την παραπληροφόρηση που ασκείται, την κριτική άποψη για τα τεκταινόμενα της κρίσης. Επίσης «χρεωνόμαστε» την επαναπολιτικοποίηση μεγάλου μέρους του 1,5 εκ. συμπολιτών μας που δεν προσέρχονται πλέον στις κάλπες με προτεραιότητα βέβαια τους νέους.
Μπήκαμε, ουσιαστικά, στην πολιτική συμμαχιών που πρέπει να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Προεκλογικά, τα παρέλυε όλα το αντί-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και ο ΣΥΡΙΖΑ παράλληλα δεν εξάντλησε τα όριά του εδώ. Τώρα πώς πρέπει να κινηθεί;
Η Βουλή και οι διεργασίες που γίνονται στις επιτροπές κτλ, στη συζήτηση για τα νομοσχέδια, πχ τώρα με το λεγόμενο αναπτυξιακό, αργότερα το εκλογικό σύστημα, τα ζητήματα εκλογής Προέδρου, τη συνταγματική αναθεώρηση που ήδη ξεκίνησε κ.ά. Η Βουλή είναι ένα πεδίο κατ’ εξοχήν όπου μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να ανιχνεύσει και να ενθαρρύνει δυνάμεις σε όλο το εύρος της αντιπολίτευσης. Και στο ΚΙΝΑΛ, και στο ΚΚΕ και στο ΜΕΡΑ 25.
Μπορούμε, οριακά, να επηρεάζουμε και δυνάμεις μέσα στη ΝΔ όπως έχει ήδη φανεί σε κάποια επιμέρους ζητήματα. Αλλά δεν ξεχνάμε ότι βασικό είναι το πεδίο της κοινωνίας. Θεωρώ, πχ, σημαντικό το ότι έγινε, το προπερασμένο Σάββατο μια μεγάλη διαδήλωση νέων ενάντια στον αυταρχισμό και την καταστολή. Ή οι αντιφασιστικές εκδηλώσεις, πολύ μαζικές, που έγιναν για να τιμήσουν τον Παύλο Φύσσα ή οι κινητοποιήσεις των μαθητών για το περιβάλλον που έχουν πολύ μεγάλη σημασία και στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη. Να σημειώσουμε και τις επιμέρους κινητοποιήσεις εργαζομένων, όπως οι εργολαβικά εργαζόμενοι κ.ά. Την Τρίτη έχει μεγάλη βαρύτητα η επιτυχία της απεργίας και των κινητοποιήσεων ενάντια στα αντεργατικά μέτρα που επιχειρείται να νομοθετηθούν.
Με παρακινείς, με την έκθεση που κάνεις να σου θέσω την αδυναμία που καταγράφεται τόσο στο συνδικαλιστικό όσο και στο φοιτητικό κίνημα παρά τα όσα συμβαίνουν. Πώς το ερμηνεύεις;
Και στους δυο αυτούς πάρα πολύ κρίσιμους χώρους όπου υπάρχει και μια υπεροχή, πολιτική, του ΣΥΡΙΖΑ – και στις τελευταίες εκλογές καταγράφηκε αυτό – στους άνεργους, στο δημόσιο, στις λαϊκές συνοικίες, στους νέους υπάρχει όντως μια υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ και των αριστερών – προοδευτικών δυνάμεων ευρύτερα. Και οι δυο χώροι έχουν ζωτικά προβλήματα, είναι σαφές – και οι δικές μας ευθύνες εδώ είναι υπαρκτές, δεν τις κρύβουμε – έχουν δομικά προβλήματα στην ανάπτυξή τους. Στην ανάπτυξη κινημάτων, κινήσεων στην ανάδειξη αιτημάτων και στόχων.
Χρειάζεται ριζική αναδιοργάνωση όχι όμως, μόνο οργανωτικού τύπου αλλά κυρίως διεκδικητική, ιδεολογική, προγραμματική. Γι’ αυτό πριν μίλησα για ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, άρα και αιτήματα μέσα σ’ αυτούς τους χώρους, στην κοινωνική τους δράση – πράγμα ασφαλώς πιο δύσκολο – όχι μόνο στην εκλογική τους συμπεριφορά όπου ήδη έχει γίνει το «βήμα» στήριξης του προοδευτικού πόλου. Μετά θα βρεθούν και οι κλασικές φόρμες, στις νέες συνθήκες μετά την κρίση, τώρα δηλαδή, όπου, θα αναπτυχθούν θεσμικά και οργανωμένα κινήματα μέσα στους χώρους εργασίας και το Πανεπιστήμιο.
Πρέπει να ωριμάσει μια ευρεία κίνηση μαζών, και ο ΣΥΡΙΖΑ να την ενθαρρύνει, πάνω στα υπαρκτά προβλήματα και τις αντιθέσεις της περιόδου.
Μιλώντας στην επιτροπή θεσμών, με την ευκαιρία της εγκατάστασης της νέας ηγεσίας της ΕΡΤ, μίλησες για ό,τι συμβαίνει γενικά στα ΜΜΕ με πολύ πικρά λόγια, με μελαγχολία.
Να δούμε την αλήθεια κατάματα διότι το να λέμε ότι διεξάγεται πόλεμος, το ξέρουμε. Το ότι υπήρξε αντί-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο χειραγωγημένο σε μεγάλο βαθμό, επίσης, από ένα καρτέλ ενημέρωσης σε όλα τα είδη του Τύπου είναι ένα γεγονός που το ζήσαμε όλοι. Η διαπίστωση αυτή θα πρέπει να μας βάλει σε μια συζήτηση που να αποτιμά τη δουλειά που κάναμε εμείς ή που δεν κάναμε και σε ποιο βαθμό την κάναμε σ’ αυτό τον πάρα πολύ κρίσιμο τομέα.
Είσαι ικανοποιημένος εσύ;
Όχι, δεν είμαι ικανοποιημένος χωρίς όμως να θεωρώ ότι ήταν ένα εύκολο πεδίο όπου θα μπορούσαμε να καταγάγουμε νίκες ή να έχουμε πολύ διαφορετικό συσχετισμό υπέρ μας. Αλλά η σημερινή κατάσταση θα μπορούσε να είναι καλύτερη εάν είχαμε κάνει μια μεγαλύτερη προσπάθεια εδώ.
Δεν είμαι, όμως, ικανοποιημένος και από την ανταπόκριση του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα δηλαδή και γενικότερα της εκλογικής μας επιρροής στην ενθάρρυνση, την κυκλοφορία των μέσων που αντιστάθηκαν σ’ αυτό το καρτέλ. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα στενά κομματικά Αυγή – Κόκκινο ή την Εποχή, αλλά και σε άλλα εγχειρήματα, εφημερίδες, ιστοσελίδες κ.τ.λ. Δεν βρήκαν ικανή ενθάρρυνση.
Με την ομιλία του ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ μίλησε και για τα πολιτικά σχέδιά του σε βάθος τετραετίας: εκλογές, εκλογικό νόμο κτλ. Τι σχεδιάζει, κατά τη γνώμη σου, ακριβώς και πώς θα πρέπει να αντιμετωπισθεί;
Ασκεί μια πίεση στα όρια του πολιτικού εκβιασμού και προς το ΚΙΝΑΛ γιατί είχε απ’ αυτό τον χώρο μεγαλύτερες ενθαρρύνσεις προεκλογικά, είναι φανερό. Έχοντας την αυτοδυναμία αισθάνεται ισχυρός και ασκεί μια περαιτέρω πίεση ώστε να ξαναστηθεί το αντί-ΣΥΡΙΖΑ μπλοκ πάνω, όμως, σε ποια γραμμή; Αυτό δεν ξέρω αν το μπορεί. Πιστεύω ότι, ανομολόγητα, στη ΝΔ και γενικότερα στο σύστημα, υπάρχει, εμφιλοχωρεί η ρήση του Βορίδη. Δηλαδή, η θωράκιση του συστήματος, πλέον, με τέτοιον τρόπο ώστε να μην μπορεί να επανεπιχειρήσει η Αριστερά να έλθει στα πράγματα.
Όσο σκληρό και αν ακούγεται αυτό πιστεύω ότι είναι κοινός οδηγός πολύ διαφορετικών ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων που συνυπάρχουν σήμερα στο ΚΙΝΑΛ και στη ΝΔ ή έξω απ’ αυτά. Ακόμη και διανοούμενοι που έχουν περάσει από την Αριστερά και δεν μπορεί να τους πει κανένας, στερεότυπα, ακραίους νεοφιλελεύθερους ή ακροδεξιούς εμφορούνται από τέτοιες απόψεις. Ενυπάρχει ακόμη η αντί-ΣΥΡΙΖΑ πολιτική και άρα σε όλες αυτές τις τακτικές όπου υπαινίχθηκε ο κ. Μητσοτάκης και στους τακτικισμούς που ενδεχομένως υπάρχουν και θα υπάρξουν, στην πορεία, πάντοτε υπάρχει αυτό το στοιχείο το οποίο, βεβαίως, είναι εξαιρετικά διχαστικό. Και διαρρηγνύει το μεταπολιτευτικό πλαίσιο του «δημοκρατικού τόξου». Θέλει να αρνηθεί και να αλλοιώσει τους πολιτικούς συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν ενός νέου διπολισμού, όχι δικομματισμού όπως διαμορφώθηκε μεταπολιτευτικά.
Με τον ένα πόλο να ηγεμονεύει η Αριστερά, αυτό θέλουν να το αρνηθούν, ιστορικά. Άρα, για να το θωρακίσουν επιθυμούν να μην λειτουργεί όχι μόνο να μην ξαναγυρίσει, να μην λειτουργεί καθημερινά σαν ένα τέτοιο σύστημα που είναι αφενός ισχυρά αντιπαραθετικό και αφετέρου σταθεροποιητικό για τη δημοκρατική πορεία και εξέλιξη. Αυτή είναι η ουσία. Εδώ ο ρόλος της χειραγώγησης που επιχειρείται μέσω του μιντιακού καρτέλ είναι οργανικά ενσωματωμένος…
Ιστορικά, βέβαια, δεν φαίνεται να μπορεί να επιβεβαιωθεί αυτό για τον χώρο μας. Εξάλλου, αυτό το 32% του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τόσο αντίξοες συνθήκες, λέει πολλά.
Προφανώς, αν είχε επιβεβαιωθεί το σενάριο για διαφορά 15 μονάδων τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο δύσκολα. Πάντως, να γνωρίζουμε, η προσπάθεια εκ μέρους τους θα γίνει και με τη βοήθεια της εναρμόνισης του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα με την ΕΕ, που είναι πορεία προς τον συντηρητισμό. Θα προσπαθήσουν να αξιοποιήσουν αυτή την πορεία έτσι ώστε να ευνουχιστεί η ριζοσπαστικοποίηση αυτού του δεύτερου πόλου, δηλαδή της Αριστεράς και ταυτόχρονα να συρρικνωθεί, θεσμικά, η δυνατότητά του να διαμορφώνει εξελίξεις και μέσα στην κοινωνία με τα κινήματα και ως εκλογικό ποσοστό να διεκδικεί βάσιμα και ρεαλιστικά τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη προσπάθησε να βάλει σε μια σειρά πολλά απ’ αυτά που υποστηρίζεις και εσύ σ’ αυτή τη συζήτηση. Δημιούργησε μια θετική εικόνα με την παρουσίαση, συνοπτικά του κυβερνητικού έργου, με την πιο επεξεργασμένη κριτική στο έργο της κυβέρνησης της ΝΔ, με μια πρώτη προσπάθεια διατύπωσης εναλλακτικής πρότασης και με αναστοχασμό για την κυβερνητική θητεία, για πρώτη φορά.
Θα έλθω σ’ αυτό, λέγοντας πρώτα ότι είναι τρία τα βασικά σημεία, κατά τη γνώμη μου, της ομιλίας που πράγματι προκάλεσε μια πολύ θετική εντύπωση και γι’ αυτό δεν απάντησαν σ’ αυτή ούτε το ΚΙΝΑΛ ούτε τη ΝΔ. Ο Αλέξης Τσίπρας έβαλε τρία βασικά ζητήματα τα οποία είναι και πολύ μεγάλα όπλα για την Αριστερά, για την ευρύτερη δημοκρατική και προοδευτική παράταξη, για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πρώτον, ότι είναι η παράταξη που έβγαλε τη χώρα από τη μνημονιακή μέγγενη και όχι πλαστά αλλά με την κοινωνία όρθια, σε ένα αρκετά μεγάλο βαθμό, και με ένα μαξιλάρι οικονομικό που δίνει τη δυνατότητα κάποιων ετών για την άσκηση, έως ένα βαθμό, αυτόνομης δημοσιονομικής πολιτικής. Δεύτερον, τη Συμφωνία των Πρεσπών που δείχνει μια πολύ μεγάλη ευθύνη, ιστορικού διαμετρήματος, για την Αριστερά που πολύ απέχει από την καρικατούρα περί λαϊκισμού.
Και τρίτον, αποτόλμησε κάτι που, η ΝΔ το είχε, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, έξω από τον ορίζοντά της: να θέσει και να θέτει τα σοβαρά ζητήματα στην κλίμακα της Ευρώπης. Δηλαδή, στο μεγάλο κάδρο των εξελίξεων πάνω στον χώρο του οποίου είμαστε, διαμορφώσαμε για τη χώρα μια οντότητα σταθερή, δεν είμαστε καθόλου στην άκρη. Και άρα τα ερωτήματα που τίθενται: θα συνεχίσει η ΝΔ την πολιτική αυτή, πχ, την προσέγγιση των Χωρών του Νότου, την προσπάθεια για την κοινωνική ατζέντα της Ευρώπης που εμείς θέσαμε, την προσπάθεια για συγκρότηση μετώπου απέναντι στις ρατσιστικές θέσεις για το μεταναστευτικό; Αυτές είναι κρίσιμες πλευρές της ευρωπαϊκής διάστασης της πολιτικής. Η υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ σ’ αυτά τα μεγάλα ζητήματα είναι πασιφανής και είναι ταυτόχρονα και τα μεγαλύτερα όπλα.
Και ο αναστοχασμός που τέθηκε για την κυβερνητική θητεία;
Αυτά τα οποία μόλις ανέφερα δίνουν και το έναυσμα για μια ουσιαστική και συντεταγμένη προσπάθεια αποτίμησης κοιτώντας προς τα μπρος, χωρίς στείρα λαθολογία εσωκομματικού τύπου αλλά μια ουσιαστική αποτίμηση της εξαιρετικής ιστορικής εμπειρίας, και σε ευρωπαϊκή κλίμακα και σε ελληνική, της διακυβέρνησης για 4,5 χρόνια της Αριστεράς. Είναι ένα όπλο για μας. ΄Οσοι το θεωρούν, και κάποιοι δυστυχώς το θεωρούν, εσωστρέφεια και μειονέκτημα κάνουν λάθος.
Προφανώς, υπάρχουν κίνδυνοι, όπως σε κάθε συζήτηση, να υπάρξει τάση εσωτερικής ανασκόπησης και να τραβήξουμε τα μάτια από την κοινωνία ή από το μέλλον. Αλλά εδώ είμαστε να το αντιμετωπίσουμε αυτό γιατί όλοι θέλουμε. Όμως, όχι να απαγορεύσουμε μεταξύ μας αυτή τη συζήτηση. Διότι την απαιτεί και την περιμένει και η κοινωνία στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Δεν είναι ένα έργο για να το αφήσουμε μόνο στους δημοσιολογούντες και στους επιστήμονες. Πρέπει επ’ αυτού να μιλήσει και το Κόμμα και η Ευρύτερη Αριστερά και όλος αυτός ο κόσμος που θέλει πρώτα απ’ όλους ο Αλέξης Τσίπρας αλλά και όλοι μας να απευθυνθούμε για να διαμορφωθεί πραγματικά η μεγάλη δημοκρατική, προοδευτική παράταξη της Αριστεράς στη χώρα μας τόσο σε κλίμακα ενεργών μελών και φίλων αλλά κυρίως στην κλίμακα της κοινωνικής γείωσης και ιδεολογικής πολιτισμικής διεκδίκησης της ηγεμονίας.
Πηγή: Left από Εποχή