Συνεντεύξεις

Θοδωρής Δρίτσας: Μας περιμένουν ώριμα ερωτήματα, μας περιμένει η κοινωνία

Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός

Έχουμε ήδη τα πρώτα δείγματα και βήματα της – αυτοδύναμης – κυβέρνησης της ΝΔ: πρώτες πρωτοβουλίες, σύνθεση, τάσεις, κτλ. Ποιο το σχόλιό σου; Τι εξουσία αρχίζει να διαφαίνεται;
Τα πρώτα δείγματα επιβεβαιώνουν την εκτίμησή μας για τη ΝΔ και το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, του οποίου ηγήθηκε. Τα πρόσωπα, η σύνθεση της κυβέρνησης, η απουσία συμμετοχής γυναικών και η ταξική-τεχνοκρατική προέλευση των υπουργών, παραπέμπει σε αυτό που είναι η ΝΔ: ένα νεοσυντηρητικό κόμμα, με ακραία αρχηγικά χαρακτηριστικά και υπερσυγκεντρωτισμό στη λειτουργία του.
Εξουσία τεχνοκρατικού αυταρχισμού. Εξουσία διαμεσολάβησης ισχυρών συμφερόντων. Εξουσία πορφυρογέννητων, υπεροπτική και κενόδοξη. Εξουσία μισαλλόδοξη.
Δεν πρέπει, ούτε να τους υπερτιμάμε, αλλά ούτε και να τους υποτιμάμε. Αντίθετα, σε σύντομο χρόνο πρέπει να συγκροτήσουμε μια συλλογική αξιολόγηση, για τα όριά τους, τις δυνατότητές τους και τις αδυναμίες τους. Είναι πάντως αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η νίκη της ΝΔ δεν σηματοδότησε περαιτέρω συνολική μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά. Αντίθετα, η ήττα της Χρυσής Αυγής και η κατά μεγάλο ποσοστό απορρόφησή της από τη ΝΔ, έστω κι αν μας προέκυψε ο Βελόπουλος, παραπέμπει σε συγκράτηση της ενίσχυσης του δεξιού ρεύματος. Η ψήφος προς τη ΝΔ εκφράζει, κυρίως, την προσδοκία επιστροφής στην προ κρίσης εποχή, αφού η παραπλανητική ρητορική για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις κάλυψε σε σημαντικό βαθμό αυτήν την επιτακτική προσδοκία.

Δύο πρώτα πεδία δυναμικής αντιπολίτευσης

Μπορείς να μας περιγράψεις το είδος, τους άξονες αναφοράς, την εικόνα, τη μέθοδο και το περιεχόμενο της αντιπολίτευσης που θα ασκήσει ο ΣΥΡΙΖΑ; Δεν φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί ακόμη η τακτική του. Βλέπουμε διαφορές περιεχομένου, πχ από τις υποδειγματικές παραδόσεις των συντροφισσών/φων Υπουργών, και χαρακτηρισμών όπως «Βόρεια Κορέα».
Η σταθεροποίηση της αντιπολιτευτικής μας τακτικής, ώστε να περιγράφεται με δυο-τρεις λέξεις, χρειάζεται χρόνο. Την Τετάρτη συνεδρίασε η Πολιτική Γραμματεία, το Σάββατο η Κεντρική Επιτροπή και την Τρίτη θα συνεδριάσει η νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα. Με συλλογικές διαδικασίες θα αναζητηθούν οι όροι της αντιπολιτευτικής τακτικής μας. Αλλά δεν πρέπει να χαθεί χρόνος. Μέρα με τη μέρα, πρέπει να γίνονται βήματα και να χαράσσεται σαφής οδικός χάρτης. Στο μεταξύ, καλό θα είναι, όπλα μας και εργαλεία, να είναι η ψυχραιμία, η αυτοκυριαρχία και η αυτοπεποίθηση. Όχι το άγχος.
Πρόκειται για μία νέα εποχή, μετά από τέσσερα χρόνια. Δεν πρόκειται για μια απλή εναλλαγή ρόλων του παλιού δικομματισμού, αλλά για την ανάγκη διαμόρφωσης ενός συνεκτικού πολιτικού λόγου, που θα ξεκινάει από την υπεράσπιση του έργου μας και θα καταλήγει στο νέο επικαιροποιημένο πολιτικό μας σχέδιο. Με αυτά θα πρέπει να απευθυνθούμε προς την κοινωνία στη νέα περίοδο.
Εννοείται ότι θα παρακολουθήσουμε συστηματικά τα δείγματα της κυβερνητικής πολιτικής, ώστε μαζί με την αντιπολίτευση αρχών, να παρουσιάζουμε επεξεργασμένες αντιπροτάσεις, με ανοικτή απεύθυνση και προς την κοινωνία.
Θεωρώ, πάντως, ότι με βάση τα όσα επιδιώξαμε και πετύχαμε ως κυβέρνηση, τα όσα συγκροτήσαμε ως πρόγραμμα προεκλογικά και τα όσα μας συνέδεσαν με εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες στην κάλπη της 7ης Ιουλίου, είναι ήδη ώριμα και σε σημαντικό βαθμό επεξεργασμένα, δύο τουλάχιστον πρώτα πεδία, ουσιαστικής δυναμικής αντιπολίτευσης με προοπτική: Το πρώτο είναι το πεδίο προστασίας του κοινωνικού κράτους και της δημοκρατίας, που πρέπει να τα υπερασπιστούμε, αλλά και να διεκδικήσουμε την παραπέρα εδραίωσή τους και ανάπτυξής τους. Άμεση συνεπαγωγή είναι, μέσα και έξω από τη Βουλή, να μην αφήσουμε απροστάτευτο κανέναν φτωχό, κανέναν άνεργο, κανέναν αποκλεισμένο, κανέναν εργαζόμενο, κανέναν αυτοαπασχολούμενο, κανέναν συνταξιούχο και μαζί με αυτό, να μην αφήσουμε απροστάτευτο κανέναν πολίτη που μπορεί να απειληθεί η θέση του στον ιδιωτικό ή περισσότερο στο δημόσιο τομέα, επειδή στήριξε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερα στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας.
Το δεύτερο είναι το πεδίο του εναλλακτικού προοδευτικού-αριστερού μοντέλου της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, με κοινωνικό κράτος, εργασιακά δικαιώματα, με κράτος δικαίου, με δραστικό περιορισμό των ανισοτήτων και με ισχυρή άμυνα απέναντι στην κλιματική κρίση. Βεβαίως, αυτά τα δύο πεδία, πρέπει να συναντώνται και να συντίθενται δημιουργικά επίσης και με τα πεδία των ελευθεριών, των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας για όλες και όλους, με το πεδίο δημοκρατικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού του κράτους, όπως τέλος και με τα πεδία του πολιτισμού, της παιδείας και των ανοιχτών οριζόντων, ιδιαίτερα για τη νεολαία.
Για όλα αυτά, όσο αναγκαία και σημαντικά κι αν είναι, δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε τις δυσκολίες. Η διεθνής και εσωτερική συγκυρία, ιδιαίτερα μετά από δέκα χρόνια κρίσης, ευνοεί μηνύματα με παραλήπτες πολίτες που αγωνιούν πρωτίστως για την επίλυση των δικών τους ατομικών προβλημάτων. Η κρίση παρόξυνε την ατομικότητα. Αλλά το παιχνίδι δεν έχει χαθεί. Η ελληνική κοινωνία διαθέτει ισχυρά αποθέματα εμπειριών, που στηρίζονται στις αξίες της αλληλεγγύης. Αρκεί ο καθένας/καθεμιά, να μπορεί να βρει σε αυτό και τον εαυτό του/της.
Είναι για τούτο αναγκαίο, όχι μόνο να επιμείνουμε στο στόχο της δίκαιης ανάπτυξης, αλλά και να τεκμηριώσουμε πειστικά το ιστορικό συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη είναι βιώσιμη μόνο όταν είναι δίκαιη. Η βιωμένη εμπειρία της δεκαετίας του ’90 και κυρίως του 2000, όπου η αδιαμφισβήτητη ανάπτυξη οδήγησε τελικά στη χρεοκοπία, πρέπει να αξιοποιηθεί και να γίνει σημαία μας.

Κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες

Η κυβέρνηση της δεξιάς θέλει, και μάλιστα πολύ γρήγορα, να πάρει πίσω κατακτήσεις κυρίως στα δικαιώματα, μέσω της καταστολής κτλ, και της αφαίρεσης εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Πώς θα προσπαθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ να το αποτρέψει; Πώς θα συνδεθεί με κινήματα πολιτών, με κοινωνικές ομάδες που θίγονται, οργανώσεις;
Πράγματι, το πρόγραμμα της ΝΔ δεν ευνοεί την κατοχύρωση κοινωνικών δικαιωμάτων. Πολύ περισσότερο την παραπέρα ενίσχυσή τους. Νομίζω όμως ότι όσα κατακτήθηκαν σ’ αυτήν την τετραετία υπάρχει κοινωνική δυναμική για να τα υπερασπιστεί. Αυτό άλλωστε αποτυπώθηκε με σαφή τρόπο, στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εκλογικού αποτελέσματος στις 7 Ιουλίου. Πλατιά λαϊκά στρώματα στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ για να μη μείνουν απροστάτευτα. Είναι γι’ αυτό που νομίζω ότι, όπως κάθε κυβέρνηση, έτσι και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, θα ιεραρχήσει με προσοχή τις επιλογές της. Εκτιμώ ότι δεν θα θελήσει να βρεθεί άμεσα σε αντιπαράθεση με ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας. Πολύ περισσότερο που αν ο Μητσοτάκης προκαλέσει αυτό το τμήμα της κοινωνίας να αντιδράσει, ο ΣΥΡΙΖΑ, υπερασπιζόμενος την πολιτική του, θα έχει τη φυσική ηγεσία της συλλογικής διαμαρτυρίας.
Προφανώς δεν μας ταιριάζει η επανάπαυση. Εδώ θα είμαστε. Άλλωστε το 31,5% είναι ποσοστό προοπτικής, έστω κι αν η ΝΔ νίκησε κι εμείς ηττηθήκαμε. Η επανασύνδεσή μας με κινήματα πολιτών και με κοινωνικές ομάδες που θίγονται, συναρτάται κυρίως από το επεξεργασμένο περιεχόμενο της προοπτικής με βάση το οποίο θα επανεπιβεβαιώσουμε τη σχέση μας με την κοινωνία.

Πώς θα προσδιόριζες την αναγκαία, γι’ αυτή την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία θα είναι στην αντιπολίτευση, πολιτική συμμαχιών; Με δεδομένη και την απλή αναλογική; Αυτό αφορά το ΚΙΝΑΛ, το ΚΚΕ, το ΜΕΡΑ, τους Οικολόγους Πράσινους, ανεξάρτητα από προσδοκίες. Ισχύει και για τις κοινωνικές συμμαχίες το ίδιο ερώτημα.
Η πολιτική συμμαχιών συγκροτεί και προσδιορίζει την πολιτική ταυτότητα των κομμάτων. Σε κάθε πολιτική πρόταση ή πολιτικό σχέδιο, η επιλογή των συμμαχιών είναι κρίσιμη. Στην περίπτωση διακυβέρνησης, η πολιτική συμμαχιών αναδεικνύεται ως καθοριστική. Αλλά και εκτός κυβέρνησης, ως αντιπολίτευση, η αξία των πολιτικών συμμαχιών πρέπει να μας απασχολήσει ως άμεση προτεραιότητα, ιδιαίτερα σήμερα, μέσα και έξω από τη Βουλή. Απαιτούνται μελετημένες πολιτικές πρωτοβουλίες.
Η Προοδευτική Συμμαχία αποτέλεσε για το ΣΥΡΙΖΑ και κυβερνητική πρόταση, αλλά και περιεχόμενο πολιτικού προσανατολισμού, στην εσωτερική και διεθνή-ευρωπαϊκή συγκυρία. Στις νέες συνθήκες, χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε το περιεχόμενο και το εύρος των πολιτικών πρωτοβουλιών μας και να εμβαθύνουμε τις αξιολογήσεις μας.
Στο νέο τοπίο εμείς έχουμε την κύρια ευθύνη και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη να διαμορφώσουμε ένα προωθητικό αλλά και ρεαλιστικό σχέδιο κοινών στόχων, που να ευνοεί συνεργασίες ή και συμμαχίες με ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που προφανώς θα μπορεί να συμπεριλάβει και την Αριστερή Σοσιαλδημοκρατία και τους Οικολόγους Πράσινους και την κομμουνιστογενή Αριστερά και την εναλλακτική Αριστερά. Ξεχωριστή, τέλος, και ίσως πιο δύσκολη και περίπλοκη, είναι η διαδικασία για τις κοινωνικές συμμαχίες. Αυτές θέλουν προγραμματική, αλλά και καθημερινή εξειδικευμένη δουλειά, με στράτευση και μετρήσιμους στόχους.

Ήττα, ανατροπή και απολογισμός

Πώς θα αποτιμούσες το εκλογικό αποτέλεσμα όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία; Συζητώντας με Συριζαίους βλέπεις να αναζητούν μια ισορροπία ανάμεσα στη δυσάρεστη πραγματικότητα της απώλειας της κυβερνητικής εξουσίας, που συνιστά ήττα, και στην ανάδειξη της Αριστεράς ως σταθερά ισχυρού και με υψηλά ποσοστά πόλου στο πολιτικό σύστημα.
Την ήττα την βιώσαμε με το εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Το διορθωτικό αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών διαμόρφωσε όρους ανάκαμψης και προοπτικής. Αυτή η πολυσήμαντη διαφορά και η σχετική ανατροπή μόλις μέσα σε ένα μήνα, μας υποχρεώνει, ειδικά αυτό, να ψάξουμε βαθιά για τα λάθη μας. Γιατί αυτή η ανατροπή δείχνει ότι με άλλους χειρισμούς θα μπορούσε ίσως η κοινωνική πλειοψηφία, να ανανεώσει την κυβερνητική εντολή προς το ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς και δεν θα σταθούμε σε υποθετικά «εάν» και «εφόσον». Εδώ όμως είναι, κατά τη γνώμη μου, το πιο κρίσιμο ζήτημα που πρέπει αυτοκριτικά να μας οδηγήσει στην αυτογνωσία. Από τη μία διερράγησαν οι σχέσεις μας με κοινωνικά στρώματα και από την άλλη συγκροτήθηκαν και ενισχύθηκαν. Και τα δύο συνθέτουν την τωρινή πραγματικότητα και προσδιόρισαν το αποτέλεσμα. Το μέλλον απαιτεί απαντήσεις.
Φαίνεται πως σχεδόν όλες οι πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν αντιληφθεί τί ακριβώς έγινε το 2015, αφού θεώρησαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχει ανθεκτικότητα. Όλες οι θεωρίες και οι αντιλήψεις περί στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ και διάλυσης της Αριστεράς, διαψεύστηκαν. Αυτό όμως υποχρεώνει κυρίως εμάς, σε αναστοχασμό και εμβάθυνση.

Παραμένει, πάντοτε, στον ηγετικό κομματικό λόγο ένα μείζον κενό, που μας δυσκόλεψε και στις δεύτερες εκλογές. Μιλούν για αστοχίες, λάθη, μηνύματα χωρίς να λένε ποια είναι αυτά και πώς προέκυψαν. Εσύ πού θα «συμπλήρωνες» αυτό το «κενό»;
Όσο δεν έχει ανοίξει ο συλλογικός απολογισμός όλων των εκλογικών αποτελεσμάτων, αυτοδιοικητικών, ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών αλλά και της κυβερνητικής θητείας μας, και γιατί όχι της δεκαετούς πορείας μας, υπάρχει περιθώριο μόνο για υπαινικτικές αναφορές, και αυτό δεν μας βοηθάει ιδιαίτερα. Πρέπει με σοβαρό και συντεταγμένο τρόπο να ανοίξουμε αυτά τα θέματα σε όλα τα όργανα του κόμματος, σε όλο το κόμμα, αλλά και στην κοινωνία. Η συνεδρίαση της ΚΕ θα είναι, φαντάζομαι, το εναρκτήριο λάκτισμα.

Η συζήτηση για το μαζικό κόμμα

Ασκείται κριτική στο κόμμα, κάποτε και με ίχνη απαξίωσης γενικά για το ρόλο του κόμματος στην εποχή μας, την αναντιστοιχία του, όπως υποστηρίζουν, με την εκλογική του επιρροή κ.τ.λ. Κατά βάση, στον πυρήνα της η κριτική αυτή έχει κυρίαρχο το ποσοτικό στοιχείο, πράγμα σωστό, όχι όμως τόσο το ποιοτικό, που είναι πιο σημαντικό. Δηλαδή, την ποιότητα της δουλειάς των ΟΜ, τη σχέση τους με την κοινωνία όπου δρουν και τα προβλήματά της. Όπως και την ποιότητα – εμπειρικά και όχι συλλογικά επεξεργασμένη – του ηγετικού λόγου. Εσύ πώς προσδιορίζεις το κομματικό ζήτημα σήμερα;
Το κόμμα από το 2015 που κερδίσαμε τις εκλογές, έμεινε μόνο και αμήχανο. Όχι μόνο δεν ζητήθηκε η γνώμη των μελών σε κρίσιμες αποφάσεις, αλλά είχαν και έλλειμα ενημέρωσης. Η εξαναγκαστική πολιτική αν και με προωθητικές ανάσες, μετά από κάθε κύκλο διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, αιτιολογεί αλλά και δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό αυτήν την αρνητική πραγματικότητα. Ιδιαίτερα σε εποχές όπου το φαινόμενο των μαζικών κομμάτων με ενεργά μέλη βρίσκεται διεθνώς σε υποχώρηση. Παρόλα αυτά, πολλά θα μπορούσαν και θα έπρεπε να γίνουν διαφορετικά. Από εδώ θα πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα.
Παρόλα αυτά αν και χωρίς έμπνευση και με άνευρες διαδικασίες, ένας σημαντικός αριθμός μελών του κόμματος επέδειξε ηρωισμό και αφοσίωση, μένοντας και λειτουργώντας αυτό το αδύναμο κόμμα, σχεδόν με αυταπάρνηση. Ιδιαίτερα τώρα στις εθνικές εκλογές πολλά μέλη αλλά και φίλοι του κόμματος ξεπέρασαν τον εαυτό τους, συνδέθηκαν με την κοινωνία και συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάκαμψη. Αυτά τα μέλη, περισσότερο από τον καθένα μας, επιθυμούν ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει μαζικό κόμμα. Τέσσερα χρόνια μοναξιάς κατάφεραν να αντέξουν. Σήμερα, περιμένουν να τους λογαριάσουμε, να ακούσουμε τη γνώμη τους, να σεβαστούμε την κομματική μνήμη τους και να τους καταστήσουμε πρωταγωνιστές αυτής της νέας φάσης, για τη μαζικοποίηση του κόμματος.

Έχει αρχίσει ήδη μια συζήτηση για τα επόμενα βήματα του κόμματος. Οι απόψεις – προτάσεις δεν φαίνονται ενιαίες ενώ έχει πέσει στο τραπέζι και ένας πολύ βαρύς όρος για το περιεχόμενό του, ο μετασχηματισμός του κόμματος, χωρίς αποσαφηνίσεις του περιεχομένου του. Εσύ πώς νομίζεις ότι πρέπει να προχωρήσουμε; Ποιο το σχέδιο που θα προταθεί τόσο για την αύξησή του αριθμητικά, που είναι όντως κραυγαλαία ανάγκη – και η μάχη που δόθηκε στις δυο εκλογές την κάνουν πιο εύκολο στόχο -, όσο και για την ποιοτική αναβάθμιση του κόμματος;
Η συζήτηση μόλις ξεκινά. Δεν υπάρχουν οριστικές και πλήρως διατυπωμένες προτάσεις, ώστε να προκύψουν συνθέσεις ή αντιπαραθέσεις. Η ΚΕ το Σάββατο ή και την Κυριακή, θα ανοίξει τα πρώτα κεφάλαια. Οι κατευθύνσεις ευελπιστώ ότι θα διαμορφώσουν όχι τόσο προτάσεις, όσο δομημένα ερωτήματα. Αυτό που πρέπει σίγουρα να αποφύγουμε, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, είναι να αναδειχθούν διλήμματα πριν την ωρίμανσή τους.
Ένα κρίσιμο ερώτημα για παράδειγμα είναι, ενόψει μάλιστα της προοπτικής σύγκλισης του Συνεδρίου, αν θα προηγηθεί η υιοθέτηση του επικαιροποιημένου πολιτικού προγράμματος και θα ακολουθήσει η πρόσκληση ένταξης και διεύρυνσης ή αν θα προηγηθεί η ένταξη και στη συνέχεια θα υιοθετηθεί το πολιτικό πρόγραμμα. Η ωριμότητά μας θα κριθεί, πιστεύω, από το αν θα υπερβούμε διλημματικού χαρακτήρα αντιπαραθέσεις που η μία αποκλείει την άλλη. Το κόμμα έχει ανάγκη από συνθέσεις και αυτές απαιτούν δημοκρατία, συλλογικότητα, ψυχραιμία και ισοτιμία της γνώμης όλων των μελών.
Το άλλο κρίσιμο ερώτημα έχει να κάνει με τους τρόπους οργανωτικής σύνδεσης των νέων μελών. Αν η στράτευσή τους θα είναι συμβολική ή πραγματική. Αν επίσης θα είναι όχι μόνο πολιτική και κομματική, αλλά και κοινωνική. Αν επίσης θα είμαστε διατεθειμένοι να εγκαινιάσουμε επί της ουσίας ευέλικτες μεν αλλά συλλογικές διαδικασίες, συμμετοχής, συναπόφασης και συνευθύνης.
Το τρίτο τέλος κρίσιμο ερώτημα είναι πώς θα αυτοπροσδιοριστεί ο νέος ΣΥΡΙΖΑ και ποια θα είναι η πολιτική του ταυτότητα.
Το βέβαιο είναι ότι όλοι θέλουμε ένα μαζικό, σύγχρονο, πλουραλιστικό, δημοκρατικό και αποτελεσματικό κόμμα, με κοινωνική γείωση.
Ποτέ δεν είχαμε τόσο ώριμα και ταυτόχρονα τόσο σοβαρά ερωτήματα, στα οποία η πραγματικότητα να μας καλεί να απαντήσουμε. Ας στοχαστούμε λοιπόν, ας συζητήσουμε με ανοικτή καρδιά και ανοικτό μυαλό και ας εμβαθύνουμε στην ουσία των πραγμάτων, με σεβασμό ο ένας στη γνώμη του άλλου. Η κοινωνία μας περιμένει.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται και στο ευρωπαϊκό πεδίο. Σύνθετες οι εξελίξεις εκεί και με σοβαρούς κινδύνους. Πώς θα συνεχίσει να παίζει, όσο μπορεί, το ρόλο του καταλύτη και πώς θα συνεχίσει τη γραμμή του για την κόκκινο – κόκκινο – πράσινο συμμαχία;
Η ιστορία καλεί το ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί και στο ευρωπαϊκό πεδίο. Όσο κι αν η Ελλάδα είναι μία μικρή κουκίδα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Οφείλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να διαδραματίσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο, με στόχο την ενδυνάμωση της συμμαχίας «κόκκινο – κόκκινο – πράσινο», δηλαδή, την ηγεμονική επιρροή του ευρωπαϊκού προοδευτικού πόλου στις σύγχρονες συνθήκες.

Πηγή: Η Εποχή