Macro

Ο νέος πυρετός για την Αφρική

Μια τουρκική εταιρεία καλύπτει κομμάτι των αναγκών της Γκάνας σε ενέργεια. Μια άλλη μόλις αυτόν το μήνα ολοκλήρωσε έναν εντυπωσιακό, νέο τερματικό σταθμό στο διεθνές αεροδρόμιο της χώρας. Μια φιλιππινέζικη εταιρεία κοινής ωφέλειας ετοιμάζεται να αναλάβει τη διαχείριση της Εταιρείας Ηλεκτρισμού της Γκάνας, τον μεγαλύτερο πάροχο στη δυτική Αφρική. Ακόμη και ο μεγαλύτερος ανισόπεδος κόμβος της Γκάνας, που φέρει το όνομα του ήρωα της απελευθέρωσης Κουάμε Νκρούμα, κατασκευάστηκε από Βραζιλιάνους.

Η Γκάνα, μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες παγκοσμίως αυτή τη χρονιά, είναι ένας μικρόκοσμος δυνάμεων που μεταμορφώνουν δραστικά τη διάδραση της Αφρικής με τον κόσμο. Μια νέα ομάδα εξωτερικών δυνάμεων – από την Κίνα έως τη Βραζιλία και από τη Ρωσία έως την Τουρκία – κερδίζει έδαφος και εδραιώνεται εμπορικά και στρατηγικά σε όλη την τεράστια ήπειρο όπου μέχρι πρότινος κυριαρχούσαν οι πρώην αποικιοκρατικές ευρωπαϊκές δυνάμεις και οι ΗΠΑ.

Παίζοντας αυτό που κάποιοι ονόμασαν «νέο πυρετό για την Αφρική», τα προαναφερθέντα μη δυτικά έθνη ξετρυπώνουν εμπορικές ευκαιρίες και ψάχνουν τρόπους να ξεχωρίσουν σε ένα δύσκολο, αλλά δυναμικό κομμάτι του κόσμου. Την ώρα που η Κίνα αναλάμβανε επικεφαλής του εγχειρήματος κατά την τελευταία δεκαετία, μια στρατιά άλλων χωρών άρχιζε να ακολουθεί τα βήματά της.

Είτε πρόκειται για κράτη του Κόλπου και της Μέσης Ανατολής, που διαγκωνίζονται για την επιρροή τους στο Κέρας της Αφρικής, για κινεζικές εταιρείες που κλείνουν συμφωνίες στη Δημοκρατία του Κονγκό για αγορά κοβαλτίου – ζωτικού για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα – είτε για την Ινδία που έρχεται να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας του νιγηριανού αργού πετρελαίου, σε όλη την Αφρική νέοι παίκτες κάνουν αισθητή την παρουσία τους.

Οι Αφρικανοί φυσικά αντιτίθενται στην έννοια του «πυρετού» που παραπέμπει συνειρμικά στην αποικιοκρατία του 19ου αιώνα, όταν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ανταγωνίζονταν για μια φέτα αυτού που ο Λεοπόλδος ο Β’ του Βελγίου αποκάλεσε «εκπληκτικό αφρικανικό γλυκό». Αντιθέτως, πολλοί θεωρούν το γενικότερο ενδιαφέρον για την ήπειρό τους ως μια χρυσή ευκαιρία – καταλύτη για μια διαφορετική φάση ανάπτυξης, πολύ μακριά από τις σχέσεις πατερναλισμού ή απόλυτης εκμετάλλευσης που θεωρούσαν ότι είχαν με τις παραδοσιακές δυνάμεις.

Ο Κάρλος Λόπες, οικονομολόγος για θέματα ανάπτυξης από τη Γουινέα Μπισάου, λέει ότι ακόμη δεν έχει συναντήσει έναν Αφρικανό ηγέτη που να μην ενθουσιάζεται από τις νέες δυνατότητες που ανοίγονται μπροστά του σε μια εποχή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «μετά – μετά – αποικιοκρατική». «Παρέχει στους Αφρικανούς πολύ περισσότερο χώρο για ελευθερία κινήσεων» λέει. «Οι ηγέτες έχουν γίνει πολύ πιο φιλόδοξοι και είναι έτοιμοι να πράξουν περισσότερα στους τομείς των υποδομών και της οικονομίας και να τολμήσουν να αψηφήσουν τις πιέσεις της Δύσης. Το βρίσκουν πολύ συναρπαστικό».

Ακολουθώντας τους Κινέζους

Τα διαφορετικά μοτίβα εμπλοκής στην Αφρική – που έχουν οδηγήσει την Ουάσιγκτον και την Ευρώπη να επανεξετάσουν τη στάση τους απέναντι στην ήπειρο – αντανακλώνται στο εμπόριο. Η Κίνα υπερκέρασε τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Αφρικής ήδη από το 2009. Την περασμένη χρονιά, το σινοαφρικανικό εμπόριο έφτανε τα 170 δισ. δολάρια, χαμηλότερα από τη χρονιά ρεκόρ του 2014, αλλά και πάλι σχεδόν είκοσι φορές υψηλότερα από ό,τι στην αρχή της χιλιετίας. Στον αντίποδα, το αμερικανικό εμπόριο με την υποσαχάρια Αφρική ήταν μόλις 39 δισ. δολάρια.

Τον δρόμο που άνοιξε η Κίνα ακολουθούν τώρα και άλλοι. Ξεκινώντας από πιο χαμηλά, αρκετές χώρες είδαν να μεγαλώνει κατακόρυφα η έκθεσή τους στην Αφρική. Το εμπόριο ανάμεσα στην Αφρική και την Ινδία αυξήθηκε τουλάχιστον δέκα φορές, από 7,2 δισ. δολάρια το 2001 σε 78 δισ. το 2014, καθιστώντας την Ινδία τον τέταρτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Αφρικής σύμφωνα με την Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Αφρική. Το Ινστιτούτο Μπρούκινγκς υπολογίζει ότι ανάμεσα στο 2006 και το 2016 οι αφρικανικές εισαγωγές από τη Ρωσία και την Τουρκία αυξήθηκαν 142% και 192% αντιστοίχως. Σύμφωνα με την Πρωτοβουλία Σινοαφρικανικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο Τζον Χόπκινς της Ουάσιγκτον, τη δεκαετία 2006-2016 η Κίνα είχε επενδύσει περίπου 125 δισ. δολάρια σε αφρικανικές χώρες. Αυτό τον μήνα περίπου σαράντα Αφρικανοί ηγέτες ταξίδεψαν στο Πεκίνο για να ακούσουν τον Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ να υπόσχεται 60 δισ. περισσότερα μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.

Η Ουάσιγκτον παρακολουθεί με ανησυχία αυτή την αυξανόμενη επιρροή. Πέρυσι, η Κίνα άνοιξε την πρώτη εκτός των συνόρων της στρατιωτική βάση στο μικροσκοπικό Τζιμπουτί, όπου ήδη έχουν βάσεις οι ΗΠΑ και άλλοι. Το Τζιμπουτί, που έχει μεγάλο δανειακό άνοιγμα προς την Κίνα, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που κάποιοι Αμερικανοί επικρίνουν ως «διπλωματία των δανείων», σύμφωνα με την οποία το Πεκίνο φέρεται να εκμεταλλεύεται τον δανεισμό για να κερδίσει πολιτική επιρροή. Επίσης, η Κίνα έχει κατηγορηθεί ότι χρησιμοποιεί τα δάνεια για να πάρει τον έλεγχο υπηρεσιών της Ζάμπια, μεταξύ αυτών και τον εθνικό φορέα παροχής ρεύματος.

Οι ΗΠΑ προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος

Αυτό τον Αύγουστο πολλοί Αμερικανοί γερουσιαστές με επιστολές τους προς τον υπουργό Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο κατηγόρησαν το Πεκίνο ότι «μετατρέποντας το χρήμα σε όπλο» στην Αφρική, καθώς και στην Ασία, χρησιμοποιεί το χρέος για να δημιουργήσει μια οικονομική παγκόσμια τάξη στα δικά του μέτρα.

Η αυξανόμενη αίσθηση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν την επιρροή τους στην ήπειρο εξηγεί την απόφαση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να υποστηρίξει μια μεγάλη επέκταση της Overseas Private Investment Corporation, μιας αναπτυξιακής εταιρείας με έμφαση στον ιδιωτικό τομέα. Το όριο δανεισμού της αναπτυξιακής εταιρείας θα υπερδιπλασιαστεί, αγγίζοντας τα 60 δισ. δολάρια. Η σχετική νομοθεσία, που έχει διακομματική υποστήριξη, έχει ήδη περάσει από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και αναμένει την έγκριση από τη Γερουσία. Οι υποστηρικτές της λεγόμενης Πράξης «Καλύτερης χρήσης των επενδύσεων που οδηγούν στην ανάπτυξη» (BUILD) τη συνδέουν άμεσα με την εθνική ασφάλεια και την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην Αφρική.

Ο Κουασί Πρεμπέχ, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου για τη Δημοκρατική Ανάπτυξη στην Άκρα, λέει ότι η Ουάσιγκτον εστιάζει υπερβολικά στις απειλές στην Αφρική και όχι στις ευκαιρίες. «Οι ΗΠΑ παραμένουν παίκτης, αλλά είναι παγιδευμένες στη ‘μετά-Ιράκ’ εποχή», λέει. «Η πολιτική τους οδηγείται από αυτούς που ομνύουν στην ασφάλεια».

Οι μπίζνες των Ευρωπαίων και το μεταναστευτικό

Κατά τον ίδιο τρόπο, και η Ευρώπη άργησε να δει τις προοπτικές της Αφρικής, λένε οι επικριτές, και μόλις τώρα ξεκινά να προσπαθεί να ανταποκριθεί στην πρόοδο που έχουν καταγράψει άλλες χώρες.

Τον περασμένο μήνα η Τερέζα Μέι, η πρωθυπουργός της Βρετανίας, στη διάρκεια της περιοδείας της σε τρία κράτη της Αφρικής, δεν δίστασε να χορέψει προκειμένου να κερδίσει ευκαιρίες για τις βρετανικές επιχειρήσεις στη μετά Brexit εποχή και να διεκδικήσει μια θέση για τη χώρα της. Λόγω της ιστορικής παρουσίας των βρετανικών επιχειρήσεων στην ήπειρο, που περιλαμβάνουν μεγάλες επενδύσεις σε πετρέλαιο και ορυχεία, η Βρετανία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος επενδυτής στην Αφρική σε ό,τι αφορά το μετοχικό κεφάλαιο. Παραμένει επίσης ένας από τους μεγάλους δωρητές. Αυτό όμως που πολλοί αποκόμισαν από την περιοδεία της κ. Μέι -η οποία, παραδόξως, περιλάμβανε και την πρώτη επίσκεψη Βρετανού πρωθυπουργού στην Κένυα τα τελευταία 30 χρόνια- είναι πόσο μεγάλη είναι η διπλωματική αποξένωση του Λονδίνου. «Η καημένη η κ. Μέι πρέπει πραγματικά να τρέξει πολύ για να καταλάβει τι γίνεται» λέει ο Μαρκ Μάλοχ Μπράουν, Βρετανός διπλωμάτης και πρώην αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ υπό τον Κόφι Ανάν. Στις αρχές του 2000, λέει, «αρχίσαμε να ακούμε παράπονα για το τι κάνει η Κίνα στην Αφρική, γκρίνια από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς. Όμως, Θεέ μου, έδωσαν ένα κίνητρο ανταγωνισμού στους υπόλοιπους».

Υπάρχουν ενδείξεις ότι, έστω και με καθυστέρηση, η Ευρώπη αρχίζει να ξυπνά και να βλέπει τη διπλωματική και εμπορική πρόκληση. Πέρυσι, η Γερμανία εγκαινίασε αυτό που ονόμασε «Σχέδιο Μάρσαλ με την Αφρική», υποσχόμενη δημόσιους πόρους για εταιρείες που επενδύουν στην ήπειρο. «Θα δημιουργήσουμε περισσότερη ασφάλεια για εμάς τους ίδιους και θα δώσουμε τέλος στην εμπορία ανθρώπων» είπε η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ εγκαινιάζοντας το πρόγραμμα, που πάντως συνεχίζεται με αργούς ρυθμούς. «Ανταποκρίνονται στο εκλογικό τους σώμα, που ανησυχεί για τη μαζική εισροή μεταναστών» λέει ο κ. Πρεμπέχ και συνεχίζει: «Σκέφτονται: εάν καταστήσουμε αυτές τις χώρες οικονομικά βιώσιμες, είτε μέσω άμεσων επενδύσεων είτε βοήθειας, τότε ίσως περιορίσουμε τις ροές». Αναφέρει μάλιστα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη δέσμευση της Volkswagen να συναρμολογεί 5.000 αυτοκίνητα στην Γκάνα.

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν επιχείρησε και αυτός να διατυπώσει ένα νέο όραμα για την ήπειρο. Υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι ο ίδιος γεννήθηκε αφότου οι αφρικανικές χώρες είχαν κερδίσει την ανεξαρτησία τους, υποστήριξε τη δημιουργία μιας σχέσης απαλλαγμένης από τα αποικιοκρατικά βάρη. Και ο Εμ. Μακρόν επισήμανε τις εμπορικές ευκαιρίες για τις γαλλικές εταιρείες, ανάμεσά τους και τις μικρές και μεσαίες, στις περιοχές της ηπείρου που μιλούν αγγλικά και πορτογαλικά καθώς και στα εδάφη όπου παραδοσιακά κυριαρχεί η γαλλική γλώσσα. Όμως, όπως και στην περίπτωση της Άν. Μέρκελ, έτσι και τα κίνητρα του Εμ. Μακρόν για μεγαλύτερη συνεργασία κρύβουν μια δόση ανησυχίας. Σε ομιλία του τον περασμένο Δεκέμβριο στο Ουαγκαντουγκού, την πρωτεύουσα της Μπουρκίνα Φάσο, προειδοποίησε για τους κινδύνους που – όπως είπε – «θα μπορούσαν να σαρώσουν μη αναστρέψιμα τη σταθερότητα της Αφρικής και τη σταθερότητα της Ευρώπης».

Καιροσκοπισμός ή φόβος;

Είτε έχουν ως κίνητρο τον φόβο είτε μια αίσθηση εμπορικών και διπλωματικών ευκαιριών, η πληθώρα αυτή των παικτών έχει προσφέρει στους Αφρικανούς ηγέτες μια σειρά επιλογών. «Αυτό έχει επιτρέψει την εμφάνιση ενός ανταγωνισμού που όμοιό του δεν είχαμε δει στο παρελθόν» λέει η Βέρα Σόνγκουε, εκτελεστική γραμματέας της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Αφρική.

Ένα μέρος αυτού του αυξανόμενου ενδιαφέροντος είναι καιροσκοπικό. «Στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου η Δύση σε μεγάλο βαθμό αποσύρθηκε και έπαψε να διεκδικεί το συμφέρον της στην Αφρική» λέει ο Χάουαρντ Φρεντς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Δημοσιογραφίας του Κολούμπια και ειδικός στην Αφρική. «Χρειάστηκε να περάσει όλο αυτό το διάστημα ώστε το κενό που δημιουργήθηκε να καλυφθεί από μια στρατιά νέων παικτών. Η Κίνα είναι προφανώς η πιο σημαντική, αλλά η Μαλαισία, η Ινδία, το Βιετνάμ, η Τουρκία, η Βραζιλία, η Ρωσία και τα κράτη του Κόλπου έχουν μπει επίσης στο παιχνίδι» λέει. «Νομίζω πως συμβαίνει κάτι σημαντικό. Παρά τα ευρέως γνωστά προβλήματα της Αφρικής, εταιρείες με μικρότερο κόστος βάσης από τους ευρωπαίους ή Αμερικανούς ανταγωνιστές τους μπορούν να βγάλουν ένα καλό κέρδος». «Οι Τούρκοι αποφάσισαν εδώ και χρόνια ότι θέλουν να έχουν περισσότερες δοσοληψίες με την Αφρική» λέει ο Έντουαρντ Έφαχ, πρόεδρος στην Τράπεζα Πίστεως της Γκάνας. «Άνοιξαν πρεσβείες, δημιούργησαν υπηρεσίες εξαγωγικών πιστώσεων και εγκαινίασαν περισσότερες πτήσεις» λέει αναφερόμενος στις Τουρκικές Αερογραμμές, που πετάνε σε περισσότερες από 40 αφρικανικές πόλεις.

Δημογραφικό και οικονομικές ευκαιρίες

Πολλές είναι οι επιχειρήσεις επίσης που βλέπουν πιο μακροπρόθεσμες εμπορικές προοπτικές σε σχέση με τα δημογραφικά στοιχεία της Αφρικής που δημιουργούν ανησυχία για μετανάστευση στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Τα Ηνωμένα Έθνη προβλέπουν ότι από το 2018 έως το 2035 οι πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες πόλεις θα βρίσκονται στην Αφρική. Με μέσο όρο ηλικίας μόλις τα 19, ο πληθυσμός της ηπείρου αναμένεται να διπλασιαστεί, ξεπερνώντας τα 2 δισεκατομμύρια, έως το 2050 και να διπλασιαστεί εκ νέου έως το τέλος του αιώνα.

Ακόμη κι αν δεν βελτιωθεί δραματικά το επίπεδο διαβίωσης, η αριθμητική αύξηση διασφαλίζει κυριολεκτικά μια ρωμαλέα ανάπτυξη για δεκαετίες. Και δεν λείπουν και οι αφρικανικές χώρες που δείχνουν να εκμεταλλεύονται την οικονομική συγκυρία. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, έξι από τις δέκα πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες χώρες στον κόσμο για φέτος βρίσκονται στην Αφρική. Ανάμεσά τους η Αιθιοπία, μια χώρα 105 εκατομμυρίων, όπου η Κίνα, η Τουρκία και τα κράτη του Κόλπου είναι ενεργά.

Αρκετές χώρες, περιλαμβανομένης της Τουρκίας, όπου ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να δώσει τέλος στην εξάρτηση από τις ευρωπαϊκές αγορές, έχουν αντιληφθεί τη λογική της μεγαλύτερης εμπλοκής. Ο Ρ.Τ. Ερντογάν έχει επισκεφτεί 23 αφρικανικές χώρες αφότου ανέλαβε την εξουσία το 2003.

Μόλις τον περασμένο Ιούνιο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα παρείχαν στην Αιθιοπία 3 δισ. δολάρια σε βοήθεια και επενδύσεις, συμβάλλοντας ώστε να αποφευχθεί μια συναλλαγματική κρίση. Έναν μήνα αργότερα, η Σαουδική Αραβία υποσχέθηκε στον Πρόεδρο της Νότιας Αφρικής Σίριλ Ραμαπόσα 10 δισ. δολάρια σε επενδύσεις, κυρίως στον τομέα της ενέργειας.

Η Ρωσία, που ασκούσε τεράστια επιρροή στην ήπειρο στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ανασυντάσσεται και εξασφαλίζει συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας με τη Δημοκρατία του Κονγκό, την Αιθιοπία, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και τη Μοζαμβίκη, ενώ κάνει συμφωνίες για πωλήσεις όπλων στη Νιγηρία και την Ανγκόλα. «Έχουμε μείνει πίσω από όλους, αλλά αυτό είναι κάτι προσωρινό» είπε στους «Financial Times» ο Εβγκένι Κορεντιάσοφ, πρώην πρεσβευτής σε πολλές αφρικανικές χώρες.

Όλη αυτή η προσοχή, είτε ξεκινά από τον φόβο της μετανάστευσης ή της τρομοκρατίας είτε από τη λογική του εμπορίου παρέχει νέες ευκαιρίες στην Αφρική, δίνοντας στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να ψάχνουν τις πιο συμφέρουσες συμφωνίες εκμεταλλευόμενες τον ανταγωνισμό των διεκδικητών.

Υπάρχουν όμως και παγίδες. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών σε κάθε γωνιά της Αφρικής επιζητούν να ελέγχουν τους ηγέτες τους, πολλούς από τους οποίους κατηγορούν πως συνάπτουν διεφθαρμένες συμφωνίες που είναι επικερδείς για τους ίδιους, αλλά κακές για τις ίδιες τις χώρες. Δάνεια προερχόμενα από την Κίνα και από άλλους νεοεισερχόμενους παίκτες είναι συχνά αδιαφανή, λένε οι επικριτές, ενώ τα σχέδια που χρηματοδοτούν δεν αποδίδουν πάντα τόσο ώστε να ισοσταθμίζουν το υποφώσκον χρέος.

Η Β. Σόνγκουε υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η σύναψη μιας καλής συμφωνίας και η νομή της εμπειρίας αυτής σε όλη την ήπειρο. Λέει επίσης ότι η κίνηση για μια περιοχή ελεύθερου εμπορίου στην ήπειρο, που υπογράφηκε επί της αρχής φέτος, θα ενισχύσει την Αφρική, δημιουργώντας την οικονομική κλίμακα που είχε καθυστερήσει λόγω της βαλκανιοποίησης της ηπείρου.

«Θα ήθελα να πιστεύω ότι εμείς στην ήπειρο γνωρίζουμε τι θέλουμε και πώς το θέλουμε» λέει, απορρίπτοντας την έννοια του «σκραμπλ». «Ο ‘πυρετός’ παραπέμπει στην Άγρια Δύση και δεν πιστεύω ότι η ήπειρος είναι πλέον στη φάση της Άγριας Δύσης. Έχουμε προχωρήσει μπροστά, προς τη διασαφήνιση του σκοπού και των στόχων».

David Pilling

Πηγή: Η Αυγή από Financial Times