Κι αν δεν υπήρχαν τα βίντεο; Αν δεν είχε επικρατήσει και στην οδό Γλάδστωνος η πλανητική συνήθεια των τελευταίων ετών, που εννοεί σαν ηλιοβασίλεμα κάθε σκηνή του βίου; Αυτή η συνήθεια που θέλει τον κάτοχο κινητού ακίνητο καταγραφέα των όσων βλέπει (όποιας λογής κι αν είναι), και όχι συγκινούμενο μέτοχό τους, που παρεμβαίνει, για να αποτρέψει λ.χ. έναν καβγά, να προσπαθήσει να σώσει κάποιον που τον παρέσυρε το νερό της καταιγίδας ή το κύμα της θάλασσας κ.ο.κ.;
Πρέπει ωστόσο να μην είμαστε απόλυτοι. Καταγραφές όπως αυτές της Ομόνοιας είναι πιθανό να τις υπαγορεύει ένα αίσθημα κοινωνικής ευθύνης. Να απορρέουν από κάποιον ενδόμυχο φόβο ότι δίχως βίντεο, εύκολα και γρήγορα θα κατασκευαστεί «αρμοδίως» μια άλλη αλήθεια, η οποία και θα επικρατήσει, επίσης εύκολα και γρήγορα. Εύκολα άλλωστε το φανταζόμαστε: Δίχως τα βίντεο, θα είχε επιβληθεί η «επίσημη εκδοχή», η επίσημη ερμηνεία των πραγμάτων, γιατί περί ερμηνείας πρόκειται κάθε φορά: απόπειρα ληστείας από μαχαιροβγάλτη («αναζητούνται οι πιθανοί συνεργοί του, που μάλλον διέφυγαν μες στην αναστάτωση»), λυσσώδης αντίσταση κατά της αρχής, τραυματισμός του ιδιοκτήτη και τριών περαστικών από τον γαντοφορεμένο ληστή, που εξακόντιζε κομμάτια γυαλί, τέτοια. Η κοινή γνώμη, έτσι κι αλλιώς υπερτροφοδοτημένη από ρεπορτάζ «βίας και ανομίας», θα είχε κατασκευαστεί πριν καν προλάβει να αναρωτηθεί μόνη της, σιωπηρώς, μακριά από τον θόρυβο, τι μπορεί να συνέτρεξε.
Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο, η μαρτυρία του ανθρώπου που προσπάθησε να σταματήσει το λιντσάρισμα θα κρινόταν εξωφρενική, ίσως και πλαστή ή υποβολιμαία. Ιδού: «Η φάση που είναι το παλικάρι πεσμένο κάτω και τρώει τα σουτ, τα σουτ ήτανε απίστευτα. Δηλαδή οι κλοτσιές που έτρωγε στο κεφάλι, δεν ξέρω, και να μην πέθανε από αυτό, να πέθανε από κάτι άλλο, τα χτυπήματα ήτανε δολοφονικά». Μα μπάλα με ανθρώπινο κεφάλι, θα σκεφτόμασταν. Υπερβολές…
Δίχως τα βίντεο, οι διαβεβαιώσεις του προέδρου της Ενωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής Δημοσθένη Πάκου πως όλα έγιναν σύμφωνα με τα αστυνομικά εγχειρίδια θα γίνονταν πιστευτές από πολλούς. Και ο κυνισμός του ανδρός, το «σ’ όποιον αρέσει» που εξαπέλυσε, δεν θα κατακρινόταν σαν κυνισμός, αλλά θα διακινούνταν σαν «ιερή αγανάκτηση ενός βαρύτατα αδικουμένου». Δίχως τα βίντεο η κτηνώδης χλεύη κατά των ομοφυλοφίλων δεν θα περιοριζόταν στα πρωτοσέλιδα του «Μακελειού» και της «Ελεύθερης Ωρας» και στους ανωνυμοψευδώνυμους κανίβαλους του Διαδικτύου.
Παντελής Μπουκάλας
Πηγή: Καθημερινή