Οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές θα αποτελέσουν τον τέταρτο και εξίσου κρίσιμο σταθμό, στην πορεία της ελληνικής κοινωνίας να αλλάξει τη μοίρα της. Η πόλωση έχει ήδη ξεκινήσει και ο πολιτικός ανταγωνισμός θα πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Δεν βρισκόμαστε στη προμνημονιακή περίοδο, που ο δικομματισμός ανέπτυσσε τεχνητά έναν κομματικό ανταγωνισμό, για να κερδίσει την κρίσιμη μάζα που θα έκρινε το νικητή. Σήμερα έχουμε πίσω μας τρεις σταθμούς που καθόρισαν την πορεία ως εδώ. Έχουμε πίσω μας ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που, στο όνομα των μνημονίων, διέλυσαν την κοινωνία, προκάλεσαν οξύτατη κρίση στο πολιτικό σύστημα και ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρωταγωνιστή των πολιτικών εξελίξεων.
Ο πρώτος σταθμός ήταν η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με την είσοδο στα μνημόνια και την παρουσία του ΔΝΤ στη χώρα, που οδήγησε σε κρίση και διάλυση τον έναν από τους δυο πόλους του συστήματος. Η παράδοση της διακυβέρνησης της χώρας σε τεχνοκράτη τραπεζίτη, (κυβέρνηση Παπαδήμου το 2010), λύση στην οποία συναίνεσαν τα κόμματα του δικομματισμού και το ΛΑΟΣ, αποτέλεσε και σε συμβολικό επίπεδο την επιβεβαίωση της χρεοκοπίας του δικομματισμού.
Η πρωτιά της ΝΔ το 2012, οι δεύτερες εκλογές και η συγκρότηση κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, αποτέλεσαν το δεύτερο σταθμό, στην πορεία κρίσης του συστήματος. Η συγκυβέρνηση βασικά των δυο πρώην αντιπάλων ήταν μονόδρομος για να κερδίσουν χρόνο, διατηρώντας το κυβερνητικό προνόμιο. Ο φόβος μιας κοινωνικής εξέγερσης, αλλά και ο φόβος αύξησης της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία, καθόρισαν την επιλογή του 2012, με την τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά.
Η συνταγή πέτυχε βραχυπρόθεσμα, αλλά απέτυχε στρατηγικά και οδήγησε σε ανοιχτή κρίση και τα δυο κόμματα του πρώην δικομματισμού, ενώ, από τότε, το πολιτικό σύστημα προσπαθεί ακόμα να βρει ένα αξιόπιστο φάρμακο για την υπέρβαση της κρίσης του.
Η αποτυχία της αριστερής παρένθεσης
Τον Ιανουάριο του 2015 καταγράφηκε μια ευρωπαϊκή πρωτοτυπία με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, συμβάν που αποτέλεσε τον τρίτο σταθμό. Η επινόηση της αριστερής παρένθεσης δεν αποτέλεσε τότε μόνο μια παρηγορητική συνταγή για τη συγκράτηση των κομματικών μηχανισμών των ηττημένων, αλλά και μια επιλογή στοχευμένη, όσο κι αν στηρίχτηκε σε αυθαίρετες προφητείες, για την αποτυχία της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο συμβιβασμός του 2015, που είχε ως αποτέλεσμα το 3ο μνημόνιο, και η διάσπαση που ακολούθησε αναζωπύρωσαν τις προσδοκίες τους. Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 και η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, επιτάχυνε την κρίση και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, χωρίς να αγνοηθεί ότι κάποια κέντρα εξουσίας φλέρταραν εκείνη την περίοδο (ίσως και να φλερτάρουν ακόμα) με την ιδέα της ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ, ως μέσου υπέρβασης της κρίσης του πολιτικού συστήματος.
Δεν υπήρχαν όμως προϋποθέσεις και εγγυήσεις για ένα τέτοιο εγχείρημα και έτσι υποχρεώθηκαν να στηρίξουν τον πόλο της ΝΔ και την επανεκκίνησή της με αρχηγό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενθαρρύνοντας ταυτόχρονα την αποκατάσταση του ΠΑΣΟΚ ως κόμμα της κεντροαριστεράς.
Κανένα κέντρο εξουσίας δεν διανοήθηκε να αναθέσει εκείνη την εποχή έστω λίγο πιο φιλολαϊκές πολιτικές στους δυο εταίρους του δικομματισμού, ώστε να διαμορφώσουν νέους δεσμούς με τις κοινωνικές δυνάμεις. Αντίθετα, τους ενέπνευσαν ακόμα περισσότερο μίσος για τον ΣΥΡΙΖΑ, που «λεηλάτησε» τους ψηφοφόρους τους.
Σε αυτές τις συνθήκες το μόνο πολιτικό σχέδιο που τους απέμενε, ήταν να ζητάνε ακατάπαυστα εκλογές και να προσεύχονται για την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ελπίδα της διαρκούς ομηρίας
Βοηθουσών των δημοσκοπήσεων και της σχετικής φθοράς του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω των μνημονιακών μέτρων που έλαβε, καλλιέργησαν την πεποίθηση ότι ήγγικεν η ώρα! Ο πρώην δικομματισμός, αναπτέρωσε τις ελπίδες του, ότι θα πάρει τη ρεβάνς, ιδεολογικά, πολιτικά και υπαρξιακά. Έχει στην υπηρεσία του όλα τα κέντρα εξουσίας, που ακόμα πιο φανατικά, επιζητούν την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Από τον ΣΕΒ και τον κεντρικό τραπεζίτη, μέχρι και το σύνολο των ΜΜΕ, είναι υποστηρικτές της πιστοληπτικής γραμμής στήριξης και χλευάζουν την έξοδο από τα μνημόνια, διαστρεβλώνοντας νοήματα και γεγονότα. Προτιμούν τη διαρκή ομηρία από τα δανεικά των δανειστών, γιατί ναι μεν τα μνημόνια αποτέλεσαν την αιτία της κρίσης τους, όμως αποτελούσαν και αποτελούν το στέρεο έδαφος για την υλοποίηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τους.
Μια παρατεταμένη περίοδος παρουσίας των μνημονίων και των δανειστών στη χώρα, έχουν την ελπίδα ότι θα μπορέσει να τους βοηθήσει στο συντριπτικό χτύπημα του κόσμου της εργασίας, ώστε να περάσουν κάποτε στη μεταμνημονιακή περίοδο, με όρους ασφάλειας και πολιτικής ανάκαμψης.
Εισπράττουν το συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ και την κάμψη των κοινωνικών αγώνων τα τελευταία τρία χρόνια ως μια κανονικότητα που μπορούν να εκμεταλλευτούν. Και η ψευδαίσθηση αυτή τους αποθρασύνει, ώστε να τολμούν να προτείνουν, ασφαλιστικό σύστημα τύπου Πινοσέτ, να διακηρύσσουν ότι θα καταργήσουν το νόμο Παρασκευόπουλου, ως θεματοφύλακες του νόμου και της τάξης, και να προβάλλουν τον εθνικισμό και το φλερτ με την ακροδεξιά, ως δήθεν πατριωτική πολιτική.
Ο παράγοντας της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς
Οι εξελίξεις στην Ευρώπη, με την άνοδο της ακροδεξιάς, όχι μόνο δεν τους αποθαρρύνει, αλλά τους ενθαρρύνει να αντιγράψουν την ατζέντα της. Δεν τολμούν, όμως, να προτάξουν το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, ως κύριο ζήτημα, γιατί και το μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε στη χώρα μας το 2015 είναι νωπό και ταυτόχρονα είναι προνομιακό ζήτημα στην ατζέντα της Χρυσής Αυγής. Έτσι, επέλεξαν καιροσκοπικά τη συμφωνία των Πρεσπών, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αντιπολιτευτούν τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς βέβαια να εγκαταλείψουν την παραδοσιακή συνταγή: πατρίς-θρησκεία- οικογένεια.
Με αυτές τις εξελίξεις που ανεβάζουν το θερμόμετρο του εκλογικού πυρετού και καθιστούν την πόλωση αναπόφευκτη, διατρέχουμε τον τέταρτο σταθμό.
Υιοθέτηση της ατζέντας της ΝΔ
Τα μικρότερα κόμματα και της Αριστεράς, που ανησυχούν, λόγω της πόλωσης, για την εκλογική τους επιβίωση, δεν έχουν την πολυτέλεια, ούτε ίσων αποστάσεων, ούτε ουδετερότητας. Υιοθετούν στην αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, την ατζέντα της ΝΔ, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμα φορά, ότι η σημαία σε πηγαίνει δεν την πας. Ο μηδενισμός της σημασίας των εξαγγελιών του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, η καταστροφολογία, τα τσιτάτα για καλλιέργεια εντυπώσεων, επιβεβαιώνουν με τη σειρά τους τη γνωστή ρήση, ότι ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου. Τους ενώνει όλους το πολιτικό μίσος προς τον ΣΥΡΙΖΑ και γι’ αυτό ομονοούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μνημονιακό κόμμα και συναποτελείται από ανθρώπους που είναι ψεύτες και ενδιαφέρονται για τις καρέκλες τους. Αυτή η πολιτική σύμπτωση έφερε και μια άλλη σύμπτωση, εξαιρετικά προβληματική, τουλάχιστον για κόμματα της Αριστεράς. Είναι η σύμπτωση στην αντίθεσή τους στη συμφωνία των Πρεσπών.
Επανέρχεται η τομή αριστερά-δεξιά
Από την άλλη, ο ναζισμός επιχειρεί να σηκώσει και πάλι κεφάλι. Η Χρυσή Αυγή δίνει το στοίχημα της σύνδεσης με την κοινωνία, όχι με δολοφονικές επιθέσεις, αλλά με αντιμεταναστευτικές και ρατσιστικές πολιτικές στη Λέσβο και αλλού και με την οργάνωση των συλλαλητηρίων των μακεδονομάχων. Ο κίνδυνος της μετατόπισης όλης της πολιτικής σκηνής προς τα δεξιά είναι ορατός.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν οργανώνει την πόλωση. Η πόλωση παράγεται μόνο με την ύπαρξη του! Γιατί η ΝΔ δεν είναι ένα αντιπολιτευτικό κόμμα που διεκδικεί τη διαδοχή, αλλά ένα συγκροτημένο σύστημα ιδιοτελών, φαύλων συμφερόντων που διεκδικεί την παλινόρθωσή του.
Αυτές οι εκλογές θα είναι, ως εκ τούτου, κρίσιμες. Η διαιρετική τομή μνημόνιο-αντιμνημόνιο δεν μπορεί να λειτουργήσει στις νέες συνθήκες. Η διαιρετική τομή αριστερά-δεξιά επανέρχεται και μάλιστα με αξιώσεις νίκης. Αρκεί στο κέντρο του ενδιαφέροντός μας να είναι οι κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπούμε, όχι για λόγους προεκλογικούς, αλλά κυρίως για λόγους αναδιάταξης του κοινωνικού ιστού, που διαλύθηκε στα χρόνια των μνημονίων. Οι υπόγειες διαδρομές των πολιτών είναι ικανές για το καλύτερο και το χειρότερο.
Οι άνθρωποι χρειάζονται κοινωνική ταυτότητα, φωνή, παρουσία, αξιοπρέπεια, για να μην καταφεύγουν στον αμυντισμό της εθνικής ταυτότητας, που τους στέλνει στην αγκαλιά της ακροδεξιάς. Για μια ακόμα φορά καλείται η Αριστερά στην Ελλάδα να αποτελέσει, για δεύτερη φορά, την εξαίρεση στο βαρύ χειμώνα που έχει ενσκήψει στην Ευρώπη. Οφείλουμε να διατρανώσουμε ότι ο φασισμός και ο ρατσισμός δεν είναι ούτε μόδα, ούτε μεταδοτική ασθένεια. Μπορούμε και πρέπει να νικήσουμε!
Η Τασία Χριστοδουλοπούλου είναι βουλεύτρια Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος της Βουλής.
Πηγή: Η Εποχή