Macro

«38ος παράλληλος, έτος 2018»

Οι πιο αισιόδοξοι θεωρούν πως η αναμόχλευση της κορεατικής κρίσης από την κυβέρνηση Τραμπ αποτελεί απλώς ακόμη έναν μοχλό πίεσης της Κίνας με την ενίσχυση των αμερικανικών στρατευμάτων στα σύνορά της. Και η απειλή του Τραμπ για «οργή και φωτιά που ο κόσμος δεν έχει ξαναδεί» δεν είναι τελικά τίποτε περισσότερο από ακόμη ένα δείγμα της περιβόητης «στρατηγικής του τρελού»: κάνε τους αντιπάλους σου να πιστεύουν ότι είσαι ικανός για όλα.

Το 2018 το τοπίο μάλλον θα αρχίσει να ξεκαθαρίζει. Όλα θα κριθούν ενδεχομένως στην επόμενη πυρηνική δοκιμή της Πιονγκγιάνγκ. Οι αμερικανικές απειλές δεν μπορούν να συνεχίζονται επ’ αόριστον χωρίς αντίκρισμα. Αν δεν υπάρξει νέα δοκιμή, τότε μάλλον οι πιέσεις του Πεκίνου θα έχουν αποφέρει καρπούς και πιθανότατα θα έχουμε μέσα στον χρόνο την έναρξη των πολυπόθητων συνομιλιών που μπορούσαν να επαναφέρουν τη διπλωματία -και τη λογική- στο επίκεντρο των εξελίξεων.

Πριν από λίγες μέρες, άλλωστε, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον -σε μια αξιοσημείωτη διαφοροποίηση με την μέχρι τώρα γραμμή του Λευκού Οίκου- κάλεσε την Πιονγκγιάνγκ σε διαπραγματεύσεις χωρίς προϋποθέσεις. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «δεν είναι ρεαλιστικό να λέμε ότι θα συζητήσουμε μόνο αν προσέλθετε στις διαπραγματεύσεις μόνο αν είστε έτοιμοι να εγκαταλείψετε το πυρηνικό σας πρόγραμμα».

Χρειάστηκαν λίγα μόλις 24ωρα μέχρι ο Λευκός Οίκος να τον επαναφέρει στην τάξη, αναγκάζοντάς τον να υιοθετήσει τα επιχειρήματα που ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει ως μη ρεαλιστικά. «Η Βόρεια Κορέα πρέπει να κερδίσει το δικαίωμά της για διαπραγματεύσεις» δήλωσε ο μετανοημένος επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας. Η αναδίπλωση έφερε ξανά στην επιφάνεια τις διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών ενισχύοντας έτσι τη φημολογία ότι η «αλλαγή καθεστώτος» στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενδεχομένως να έρθει πολύ πιο γρήγορα από εκείνη που προγραμματίζει ο Τραμπ στη Βόρεια Κορέα.

Το μεγάλο ερώτημα παραμένει αν η Κίνα και η Ρωσία θα ανταποκριθούν στο αίτημα της αμερικανικής κυβέρνησης για ακόμη μεγαλύτερη οικονομική πίεση στην Πιονγκγιάνγκ. Πεκίνο και Μόσχα έχουν ήδη αποδεχτεί, στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, κυρώσεις που ουσιαστικά απαγορεύουν τις βορειοκορεατικές εξαγωγές και περιορίζουν σημαντικά τις εισαγωγές της σε καύσιμα.

Μέχρι στιγμής, οι δύο χώρες διστάζουν να επιβάλουν πλήρη οικονομικό αποκλεισμό στη χώρα, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει πολιτική αναταραχή ή μια απελπισμένη αντίδραση της Πιονγκγιάνγκ. Και οι δύο εξελίξεις θα διευκόλυναν μια στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στο κατώφλι τους.

Πριν από λίγες μέρες, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ έσπευσε να προσδιορίσει τις πιθανότητες μιας τέτοιας επέμβασης με όρους μπουκμέικερ. Όπως δήλωσε στο περιοδικό “Atlantic”, οι πιθανότητες ενός νέου κορεατικού πολέμου βρίσκονται σήμερα στο 30%. Όμως μια νέα πυρηνική δοκιμή από πλευράς Πιονγκγιάνγκ θα τις ανέβαζε στο 70%. Και τι θα σήμαινε ακριβώς μια στρατιωτική αναμέτρηση στην περιοχή;

«Δεν μιλάμε για χειρουργικά χτυπήματα… Αν ποτέ καταφύγεις στην στρατιωτική επιλογή, δεν θα είναι για να εξουδετερώσεις τις πυρηνικές εγκαταστάσεις. Θα πρέπει να είσαι αποφασισμένος να ρίξεις το καθεστώς» τόνισε. Ας ελπίσουμε επομένως πως μέσα στο 2018 ούτε η Πιονγκγιάνγκ θα φανεί τόσο απερίσκεπτη ώστε να προκαλέσει με ακόμη μία πυρηνική δοκιμή ούτε η έρευνα του FBI για τις διασυνδέσεις του επιτελείου Τραμπ με τη Μόσχα θα γίνει τόσο πιεστική ώστε να σπρώξει τον Αμερικανό πρόεδρο στον συνήθη αντιπερισπασμό μιας στρατιωτικής επέμβασης. Μιας επέμβασης που, όμως, αυτή τη φορά θα έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά και συνέπειες.

Μιχάλης Τρίκκας

Πηγή: Η Αυγή