Ο τίτλος είναι ασαφής, κι όμως πρόκειται για κυριολεξία. Προς απόδειξη, κάποια παραδείγματα: Στο πλαίσιο της απλής αναλογικής, τα κόμματα προγραμματίζουν τις συμμαχίες τους. Συχνά ωστόσο στον πολιτικό τους λόγο προτάσσονται συγκυριακές – ακόμη και προσωπικές – παράμετροι, κι όχι τα εκπροσωπούμενα κοινωνικά συμφέροντα, ευρύτερα ή ανταγωνιστικά. Η κοινωνία, δηλαδή, δευτερεύον. Παραπέρα: Η οικονομία, παγκόσμιο αίτιο και αιτιατό, μοιάζει περισσότερο να ακολουθεί συμφέροντα λίγων, χρηματιστηριακές εξελίξεις και τεχνοκρατικές δικλείδες, και λιγότερο την πυξίδα που δείχνει προς την κατεύθυνση των κοινωνικών αναγκών. Η ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί, επίσης, να έχει πολύ σημαντικές θετικές ή αρνητικές επενέργειες στον κοινωνικό χώρο, αλλά συνήθως δεν είναι αυτές που καθορίζουν την εξέλιξή της.
Ακόμη και η μελέτη της κοινωνίας, η Κοινωνιολογία, μοιάζει να βρίσκεται σε δυσμένεια και σε σταδιακή αποδρομή από τα προγράμματα της πανεπιστημιακής και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και μάλιστα σε όλο τον κόσμο. Αιτιολογώντας πχ θέματα συμπεριφοράς, με άνεση αναλύουμε οργανικούς ή γονιδιακούς παράγοντες, ενώ αποφεύγουμε σαν κακοτοπιά την κοινωνική ανισότητα. Η ίδια υποβάθμιση αφορά την έρευνα και τα κονδύλιά της, ιδιωτικά και κρατικά, που κατευθύνονται προς την τεχνολογία.
Στις διεθνείς σχέσεις και μάλιστα στη γειτονιά μας τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά: Οι σχέσεις μας με τους Τούρκους φαίνονται σήμερα να καθορίζονται από τις αγριάδες και τις απειλές του Ερντογάν, των κρατικών δομών και του βαθέος κράτους στην Τουρκία, κι όχι από τα κοινωνικά και πολιτιστικά ρεύματα στις δυο χώρες. Η ελληνική βοήθεια της ηρωϊκής ΕΜΑΚ προς τους σεισμόπληκτους και η εγκάρδια υποδοχή των στελεχών της από τους Τούρκους πολίτες έδειξαν ότι οι κοινωνίες έχουν διακριτή στάση, αλλά σε ένα τελείως διαφορετικό μήκος κύματος.
Δεν πρόκειται για ξαφνικό εύρημα: Θυμάμαι προ ετών είχα ρωτήσει φοιτητές μας για την καθημερινότητά τους σε ξένες χώρες όπου σπούδαζαν. Μου είχαν απαντήσει, ότι πολύ εύκολα έκαναν εκεί σε φοιτητικές Εστίες κλπ παρέα με Τούρκους. Ο λόγος; «Γιατί γελάμε ή θυμώνουμε ή κλαίμε με τον ίδιο τρόπο, γιατί μας αρέσουν τα ίδια φαγητά, τραγουδάμε τη «Μισιρλού», το «Δίχτυ», «Εγώ Χριστό εσύ Αλλάχ», χορεύουμε τους ίδιους χορούς κλπ.». Όποιος έχει παρακολουθήσει ελληνικά και τούρκικα τηλεοπτικά serial επίσης εντοπίζει αρκετές ομοιότητες: Οικογένεια, αρκετή ζήλια, πατριαρχική λεβεντιά και φιλότιμο, αρετές και πάθη σε εναλλασσόμενες δοσολογίες. Βέβαια από την άλλη συναντάται και η επιθετικότητα του εθνικισμού με τα παλιά ιστορικά τραύματα, την υποδούλωση, έτσι αναπαράγονται οι έχθρες.
Να όμως που με ένα τραγικό καταλύτη, το σεισμό, αποκαλύπτεται ότι αυτά που συνδέουν είναι περισσότερα. Η εκδήλωση της αλληλεγγύης και της καλής διάθεσης έχει γίνει ένα μήνυμα προς τον εθνικισμό, ιδίως προς τον Ερντογάν και τους πολιτικούς που τον περιστοιχίζουν και διαγωνίζονται μεταξύ τους σε ύβρεις ή απειλές προς την Ελλάδα. Θα αψηφήσουν οι επικεφαλής Τούρκοι κυβερνητικοί το κοινωνικό μήνυμα ενώ ακολουθούν εκλογές; Απίθανο.
Η δυσμένεια προς την κοινωνία και τον παλμό της είναι ένα «φρούτο» που πέφτει άνωθεν. Ακόμη ευτυχώς οι θεσμοί αντέχουν, δεν έχουν προσβληθεί στα θεμελιακά τους κείμενα από τα νέα δυσμενή ολιγαρχικά ιδεολογήματα. Η Δημοκρατία παραμένει αντιπροσωπευτική, το Σύνταγμά μας θυμίζει ότι οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, αναφέρεται στη λαϊκή κυριαρχία.
Σε κάτι μοιάζουν όμως οι συνέπειες των σεισμών με την υποτίμηση της κοινωνίας: Για να αντιμετωπιστούν χρειάζεται προεργασία. Στην περίπτωση των σεισμών, από ανύποπτο χρόνο αντισεισμική θωράκιση των κτιρίων. Στην περίπτωση της κοινωνίας και της λαϊκής κυριαρχίας, έγκαιρη παιδεία και θεσμοί. Αλλιώς, την κρίσιμη ώρα ο ουρανός καταρρέει.
*Ο Νίκος Παρασκευόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης