Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να φέρει διάταξη με την οποία θα απαγορεύει στο κόμμα του Κασιδιάρη να συμμετάσχει στις εκλογές εξελίσσεται σε περίπλοκη υπόθεση. Και αυτό γιατί ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεται η σχετική διάταξη είναι ανοιχτός σε κάθε είδους ερμηνείες και παρερμηνείες και θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει σε διασταλτικού χαρακτήρα απαγορεύσεις, παραβιάζοντας το σύνταγμα και την ανεμπόδιστη πολιτική λειτουργία των κομμάτων.
Θα ήταν πολύ απλά τα πράγματα αν η διάταξη έλεγε καθαρά και ξάστερα ότι δεν μπορούν να συγκροτούν συνδυασμούς όσοι έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα με ναζιστικό κίνητρο, αλλά αυτό δεν γίνεται για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί στον Κασιδιάρη δεν έχουν καταλογιστεί τα πραγματικά ιδεολογικά του κίνητρα, αλλά μόνο η συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης. Και, δεύτερον, γιατί σε ένα μεγάλο κομμάτι της δεξιάς βάσης τα εγκλήματα με ναζιστικό ή ρατσιστικό κίνητρο δεν θεωρούνται απαραιτήτως καταδικαστέα και η Ν.Δ. δεν θα ήθελε να πάει κόντρα σε αυτόν τον κόσμο. Προτιμά λοιπόν να προσεγγίσει το θέμα διά της τεθλασμένης, γεγονός που δημιουργεί έναν σωρό προβλήματα.
Παράθυρο για ευρύτερους αποκλεισμούς
Το πρώτο πρόβλημα που δημιουργείται είναι ο προσδιορισμός των αδικημάτων που αποτελούν λόγο αποκλεισμού από τις εκλογές. Η πρόταση της Ν.Δ. αναφέρει ότι αποκλείονται τα κόμματα η ηγεσία των οποίων έχει καταδικαστεί σε οποιονδήποτε βαθμό σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1 έως 6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα. Μια ματιά στον Ποινικό Κώδικα δείχνει ότι τα κεφάλαια αυτά αφορούν αδικήματα όπως η προσβολή του πολιτεύματος, η προδοσία, τα εγκλήματα κατά ξένων κρατών, τα εγκλήματα κατά της ελεύθερης άσκησης των πολιτικών δικαιωμάτων, οι προσβολές κατά της πολιτειακής εξουσίας, η επιβουλή της δημόσιας τάξης. Όχι μόνο, λοιπόν, είναι εντελώς άσχετα με τον πραγματικό λόγο για τον οποίο πρέπει να αποκλειστεί ο Κασιδιάρης, αλλά ανοίγουν και παράθυρο για μελλοντικούς αποκλεισμούς σε όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Και αυτό είναι προφανέστατα αντισυνταγματικό.
Πώς ορίζεται ο «πραγματικός αρχηγός»
Το δεύτερο πρόβλημα που δημιουργείται σχετίζεται με τον ορισμό του «πραγματικού αρχηγού», που σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι διαφορετικό πρόσωπο από αυτά που κατέχουν τυπικά τις ηγετικές θέσεις στο υπό απαγόρευση κόμμα. Αυτό γίνεται προφανώς για να μην ορίσει ο Κασιδιάρης άλλον αρχηγό στη θέση του, σε ρόλο «αυτοφωράκια». Δημιουργεί, όμως, προβλήματα, καθώς αρκεί μια έκθεση της ΕΥΠ ή της ΕΛ.ΑΣ. που θα πιστοποιεί ότι κάποιο πρόσωπο, καταδικασμένο για εγκλήματα όπως τα παραπάνω, είναι ο αφανής αρχηγός ενός κόμματος, για να αποφασίσει ο Άρειος Πάγος τον αποκλεισμό του κόμματος από τις εκλογές.
Τα κριτήρια της απαγόρευσης
Τέλος, το τρίτο πρόβλημα που προκύπτει από την πρόταση της Ν.Δ. είναι η αναφορά στο άρθρο 29 παρ. 1 του συντάγματος που προβλέπει ότι η οργάνωση και η δράση των πολιτικών κομμάτων πρέπει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η πρόταση της Ν.Δ. λέει ότι ένα κόμμα θα πρέπει να αποκλείεται από τις εκλογές αν δεν εκπληρώνει αυτή τη συνταγματική προϋπόθεση. Ένα κριτήριο για το αν την εκπληρώνει ή όχι μπορεί να είναι η ύπαρξη καταδικαστικών αποφάσεων σε βάρος ηγετικών του στελεχών για τα αδικήματα που αναφέρονται παραπάνω. Εδώ όμως ανοίγει παράθυρο για την υιοθέτηση και άλλων κριτηρίων, πράγμα που, όπως επισημαίνει και ο συνταγματολόγος Ν. Αλιβιζάτος (Καθημερινή, 3.2.2023), θα μπορούσε να φτάσει μέχρι την απαγόρευση του ΚΚΕ, το οποίο έχει στο πρόγραμμά του τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτός είναι ο λόγος που ο Ν. Αλιβιζάτος χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη διάταξη επικίνδυνη και ζητάει την απόσυρσή της.
Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ
Αντιλαμβανόμενος τα προβλήματα αντισυνταγματικότητας που προκύπτουν από την πρόταση της Ν.Δ., ο ΣΥΡΙΖΑ προσανατολίζεται στην κατάθεση της δικής του πρότασης. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει ότι ένα κόμμα απαγορεύεται να συμμετάσχει στις εκλογές αν δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του πολιτεύματος (όπως επιτάσσει το άρθρο 29 παρ. 1 του συντάγματος) υπό την έννοια, όμως, ότι το καταστατικό, οι διακηρύξεις και η δράση του υποκινούν, διεγείρουν ή προτρέπουν σε φασιστική και ρατσιστική βία. Και προσθέτει ότι λόγος απαγόρευσης συντρέχει ακόμα και όταν έστω και απλά μέλη του έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα με ρατσιστικό ή ναζιστικό κίνητρο, στο πλαίσιο τις δράσης κάποιου κόμματος ή στο όνομά του.
Παρότι οι πολιτικοί τόνοι γύρω από το θέμα παραμένουν χαμηλά, η αντιπαράθεση που υποβόσκει είναι προφανής. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι επιδιώκει ευρεία πλειοψηφία γύρω από το θέμα της απαγόρευσης του Κασιδιάρη, αποφεύγει όμως σκόπιμα να μπει σε οποιονδήποτε διάλογο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Γνωρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δεχτεί μια διάταξη της λογικής των «δύο άκρων» και θα επιμείνει στη δική του πρόταση, διατηρεί ανοιχτή την προοπτική να τον κατηγορήσει για υπόγεια στήριξη στη ναζιστική Ακροδεξιά και να επαναφέρει στο προεκλογικό προσκήνιο την ακροκεντρώα φιλολογία για τα άκρα που συνεργάζονται, τις δύο πλατείες κ.λπ. κ.λπ. Και αυτό, μαζί με το Μάτι, τη σπέκουλα για τους πρόσφυγες και τις σακούλες του Καλογρίτσα, όλο και κάποιο αθροιστικό αποτέλεσμα θα έχει. Οι εξελίξεις των προσεχών ημερών θα δείξουν.
Άγγελος Τσέκερης