Σε επίπεδο Ε.Ε. αλλά και Ελλάδας υπάρχει ξεκάθαρη συσχέτιση της ανεργίας με το επίπεδο εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού, όπου όσο μειώνεται το επίπεδο εκπαίδευσης αυξάνεται και το ποσοστό ανεργίας.
Για την κρίσιμη κοινωνικά και συναισθηματικά ηλικία των εφήβων 15-18 ετών, το σχολείο (γενικής Παιδείας – επαγγελματικής εκπαίδευσης) αποτελεί ένα ασφαλές και γόνιμο πολιτισμικό περιβάλλον, συγκριτικά με την ηλικιακή σύνθεση αλλά και την εργασιακή πίεση που έχει το εργασιακό περιβάλλον.
Καίριο ζήτημα είναι η εξεύρεση εκείνης της «χρυσής τομής» ανάμεσα στο πλαίσιο της εκπαίδευσης και της εργασίας. Το σκέλος της μάθησης ώστε αυτή να αποβεί ουσιαστική και χρήσιμη μάθηση για τους εκπαιδευόμενους απαιτεί εμπρόθετη παρέμβαση: σχεδιασμό, οργάνωση, διασφάλιση και προστασία της διεργασίας μάθησης με συγκεκριμένες πρόνοιες.
Σε μια οικονομία γνώσης, η πρόωρη αύξηση της απασχόλησης μέσω της επαγγελματικής κατάρτισης μπορεί να οδηγήσει σε μεταγενέστερα προβλήματα, όταν συγκεκριμένες δεξιότητες καταστούν παρωχημένες και οι εργαζόμενοι δεν έχουν την ικανότητα να προσαρμοστούν σε ένα μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον. Οι δεξιότητες που δημιουργούνται από την επαγγελματική εκπαίδευση φαίνεται να διευκολύνουν την αρχική μετάβαση στην αγορά εργασίας, αλλά αργότερα καθίστανται παρωχημένες με ταχύτερο ρυθμό. Σε μια εποχή όπου οι εργαζόμενοι αναμένεται να αλλάξουν περισσότερα καθήκοντα και επαγγέλματα, η δημιουργία ισχυρής εκπαιδευτικής βάσης έχει συνέπειες και στο εκπαιδευτικό περιεχόμενο των προγραμμάτων μαθητείας.
Η μαθητεία δεν είναι πανάκεια ή λύση σε ευρύτερα δομικά προβλήματα δημιουργίας θέσεων εργασίας του παραγωγικού συστήματος. Πιο ισχυρές επιπτώσεις στην ανεργία μπορεί να έχει ο περιορισμός δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, των εισοδημάτων, της καταναλωτικής ζήτησης και της παραγωγής, από την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού. Η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου ένα, υψηλών προσόντων και εκπαίδευσης, ανθρώπινο δυναμικό μετανάστευσε στο εξωτερικό με σκοπό την εξεύρεση -καλύτερα αμειβόμενων- θέσεων εργασίας (brain waste) μετά την οικονομική κρίση και τις πολιτικές λιτότητας που την ακολούθησαν (π.χ., μείωση μισθών και υποκατώτατος μισθός για νέους).
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι σημαντικό οι όποιες μεταρρυθμίσεις να «χτίζουν» πάνω στις εμπειρίες του θεσμού έως τώρα, σε ό,τι λειτουργεί και είναι αποτελεσματικό, καθώς και στις κατευθύνσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό διότι τα στοιχεία σχετικά με τη μετάβαση στην εργασία των νέων είναι αποθαρρυντικά. Ενδεικτικά, η χώρα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας των νέων στην Ε.Ε., 33,2% τον Οκτώβριο του 2021, το υψηλότερο ποσοστό νέων μακροχρόνια ανέργων εκτός κατάρτισης, εκπαίδευσης και απασχόλησης εντός Ε.Ε. (41%), ενώ παράλληλα διακρίνεται και από υψηλά ποσοστά μετανάστευσης νέων για εξεύρεση εργασίας.
Στην Ελλάδα οι κατευθύνσεις πολιτικής οφείλουν να συγκεντρώνονται σε ένα βασικό κείμενο πολιτικής εν είδει «στρατηγικού σχεδίου για τη μαθητεία». Αυτό το στρατηγικό σχέδιο θα μπορούσε να αναπτύσσεται σε τρεις άξονες:
* Άξονας βελτίωσης ποιότητας της εκπαίδευσης στη μαθητεία.
* Άξονας διασφάλισης εργασιακών δικαιωμάτων και ποιοτικών θέσεων εργασίας.
* Άξονας διασύνδεσης μαθητείας με την παραγωγική ανάπτυξη.
Ο Βασίλης Δελής είναι απόφοιτος ΕΣΣΔΑ, συνεργάτης πολιτικής Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέλος Ομάδας Κοινωνικών Εξελίξεων ΕΝΑ. (Το παρόν είναι σύνοψη της ανάλυσής του για το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ. Ολόκληρο το κείμενο: https://bit.ly/30AKMe9)
Πηγή: Η Αυγή