Το 1973 η ιστορικός Ζαν Γκαγιάρ, κάνοντας μια πρώτη αποτίμηση της ιστοριογραφικής παραγωγής με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων από την Παρισινή Κομμούνα, σχολίασε αιχμηρά την προτροπή του Μαξ Γκαλό προς τους ιστορικούς να «αφήσουν τους νεκρούς με τους νεκρούς», επισημαίνοντας ότι για τη σύγχρονη ιστοριογραφία η Κομμούνα είναι ακόμα ζωντανή. Φαίνεται λοιπόν ότι, όσες επέτειοι και αν παρέλθουν, το επαναστατικό γεγονός του 1871 θα συνεχίσει να διχάζει, τόσο επιστημονικά όσο και πολιτικά.
Μετά από τα επαναστατικά κινήματα του 1820, του 1830 και του 1848, τα οποία εξαπλώθηκαν και αναδιαμόρφωσαν πολιτικά και χωροταξικά τον παγκόσμιο χάρτη, η Παρισινή Κομμούνα, αν και εγκλωβισμένη κατά κύριο λόγο στη γαλλική πρωτεύουσα, προκαλεί ισχυρότερους φόβους ή και ελπίδες στην εν πολλοίς σαστισμένη Ευρώπη. Εκτοτε πυροδοτεί το ενδιαφέρον διαφορετικών επιστημών, δεδομένου ότι αποτελεί ταυτοχρόνως μια ιστορία κοινωνική, πολιτική, ταξική· μια ιστορία του εργατικού κινήματος και των επαναστατικών ομάδων· μια ιστορία επιτήρησης, προπαγάνδας και καταστολής· μια ιστορία ιδεολογιών και εννοιών· μια ιστορία των πόλεων και όπως δείχνουν οι νέες κατευθύνσεις της ιστοριογραφίας, μια ιστορία διεθνισμού με παγκόσμιες προεκτάσεις.
Το 2006 η αναθεωρημένη έκδοση μιας κριτικής βιβλιογραφίας για την Παρισινή Κομμούνα (Robert Le Quillec, Bibliographie critique de la Commune de Paris 1871, La Boutique de l’Histoire, 2006) κατέγραφε 5.000 εκδόσεις για την επανάσταση του 1871. Σε αυτές θα πρέπει πλέον να προστεθούν οι νεότερες δουλειές των τελευταίων δεκαετιών, που παρουσιάζονται σε μεγάλο βαθμό στα διεθνή συνέδρια της χρονιάς που διανύουμε, καθώς και μια πλούσια εκδοτική παραγωγή στα είδη της μυθοπλασίας, κυρίως λογοτεχνίας και κόμικ. Αν σε όλα αυτά συμπεριλάβουμε τα εκατοντάδες αφιερώματα ηλεκτρονικών περιοδικών, εφημερίδων και ιστοσελίδων, το συνολικό υλικό μοιάζει απροσπέλαστο.
Η Παρισινή Κομμούνα προκαλεί το ενδιαφέρον καθώς στέκεται αινιγματική στο σταυροδρόμι των επαναστάσεων της νεότερης Ιστορίας. Αποτελεί μια νικηφόρα απόπειρα επανάστασης που προλαβαίνει να δημιουργήσει, έστω πρόσκαιρα, πολλαπλές αναπαραστάσεις ενός νέου, διαφορετικού κόσμου. Γι’ αυτό και η καταστολή που θα ακολουθήσει είναι συστηματική και διαρκεί χρόνια. Αποτυπώνεται στην εγκύκλιο που αποδέχονται οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ως προς τη δίωξη της Διεθνούς Ενωσης Εργατών, στις εκτελέσεις της αιματηρής εβδομάδας, στα στρατοδικεία, στις εξορίες, τις απελάσεις, στη διαπόμπευση των κρατουμένων και στις ποινές που επιβάλλονται ερήμην σε όσους κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Η καταστολή αντικατοπτρίζεται στην ανέγερση του ναού της Σακρέ-Κερ (Basilique du Sacré Cœur) στο ψηλότερο σημείο της πόλης για τον «εξαγνισμό» του Παρισιού, στην αναδιαμόρφωση της αστυνομίας των μεγάλων πόλεων, στην εντατικοποίηση του βαθμού επιτήρησης της ζωής των πολιτών, στη λογοκρισία που θα εφαρμοστεί για περίπου δέκα χρόνια, στην κρυφή χρηματοδότηση και φανερή βράβευση ευνοϊκών προς το καθεστώς εκδόσεων, από τις οποίες αρκετά αφηγήματα επικρατούν και αναπαράγονται ακόμα και σήμερα. Το ανανεωμένο ενδιαφέρον που εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια γύρω από την επανάσταση του 1871 έχει να μας πει λοιπόν πολλά για τη σύνθετη ιστορία του 19ου αιώνα, ενώ επίσης αποκαλύπτει μια αγωνία απέναντι σε σημερινά αδιέξοδα.
Η Ξένια Μαρίνου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ζάκυνθο. Σπούδασε στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου ολοκλήρωσε και τις μεταπτυχιακές σπουδές της στην Ιστορία του Γαλλικού Πολιτισμού. Το 2014 υποστήριξε τη διατριβή της με θέμα «Η Παρισινή Κομμούνα (1871) και η Ελλάδα». Το βιβλίο της «Αστικός Τύπος και ελληνικές συμμετοχές στον γαλλοπρωσικό πόλεμο και την Παρισινή Κομμούνα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΨΜ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών