Το δημοσίευμα των New York Times που δημοσιοποιήθηκε στις 19-5-2023 και απεικονίζει σε βίντεο όλη τη διαδικασία επαναπροώθησης προσφύγων (αρκεί βέβαια και η απλή αναφορά ως ανθρώπων) με άτυπη σύλληψη στη Λέσβο από μασκοφόρους άνδρες, επιβίβαση σε σκάφη του λιμενικού σώματος και στη συνέχεια εγκατάλειψη αυτών σε liferaft, πλησίον τουρκικών ακτών, που καλά κρατεί στα ελληνικά νησιά από τις 1 Μαρτίου 2020 και εξής, είναι, μάλλον πλέον, μετά τα πολλαπλά παρόμοια δημοσιεύματα, εκθέσεις, έρευνες που πιστοποιούν αυτό, μια κοινοτοπία. Απλά ίσως για πρώτη φορά έχει καταγραφεί το σύνολο μιας τέτοιας επιχείρησης σε βίντεο.
Το ότι για μία ακόμη φορά η αρμόδια Επίτροπος ζήτησε τη διερεύνηση του περιστατικού, είναι επίσης κάτι το συνηθισμένο. Έχει πολλάκις συμβεί, δεν ξέρουμε τι έχει απογίνει, μάλλον τίποτε. Ίσως μόνο να ήταν η πρώτη φορά που υπό το βάρος ενός βίντεο μιας ολόκληρης επιχείρησης, ο πρωθυπουργός δεν αμφισβήτησε το περιστατικό, αλλά δήλωσε ότι είναι μια απαράδεκτη πρακτική που ερευνάται.
Το ότι δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη για τη διερεύνηση του περιστατικού, ιδίως από τη στιγμή που ανατέθηκε στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας, την υπηρεσία δηλαδή που δημιουργήθηκε για να λειτουργεί ως κατ’ επίφαση έλεγχος ενοχλητικών υποθέσεων, πάλι επίσης είναι κάτι το συνηθισμένο.
Εκείνο βέβαια, που, υπό την παρούσα συγκυρία, δεν είναι συνηθισμένο, είναι ότι οι ως άνω, εγκληματικές, κατά την κοινή συνήθη ορολογία, πρακτικές, τυγχάνουν μάλλον ευρύτερης αποδοχής, ή έστω ανοχής. Το κόμμα της απερχόμενης κυβέρνησης, όπως επίσης και άλλων κυβερνήσεων κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, ακόμη και της Ιταλίας, επιδοκιμάστηκαν εκλογικά για τις πρακτικές αυτές, υπό το πρόσχημα της προστασίας συνόρων, από έναν απροσδιόριστο εχθρό, μάλλον αυτόν της φτώχειας.
Ψάχνουμε για αντίβαρα και αντιστάσεις. Ευτυχώς κόσμος διασώζεται από οργανώσεις, όπως τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα και άλλες, από απλούς εθελοντές ή απλούς ανθρώπους, που δεν αντέχουν αυτή τη βαρβαρότητα. Κι όλα αυτά υπό τον φόβο μιας ποινικοποίησης της δράσης τους, απτό παράδειγμα της οποίας είναι οι υποθέσεις της Σάρα και Γιούσρα Μαρντίνι (που η ιστορία τους έγινε και ταινία στο Netflix) ή του Παναγιώτη Δημητρά, παλαιού ακτιβιστή των δικαιωμάτων, που του τέθηκαν δρακόντειοι περιοριστικοί όροι επειδή επιθυμούσε να βοηθήσει στην καταγγελία παρόμοιων περιστατικών.
Πάντως, πέρα από αντιστάσεις σε αυτή τη βαρβαρότητα, δεν θα πρέπει να χάσουμε την ψυχραιμία μας και κυρίως να αποκόψουμε τους δεσμούς μας με τον καλοπροαίρετο, αλλά και τον δύσπιστο ακόμη κόσμο, που δεν τον συγκινεί ακόμη και το θέαμα μιας σομαλής μάνας με 6 παιδιά, όπως αυτής που επαναπροωθήθηκε στο συγκεκριμένο περιστατικό.
Κάτω από το δημοσίευμα των NY Times, υπάρχουν 702 σχόλια από όλο τον δυτικό εν πολλοίς κόσμο, που θα άξιζε κάποιος να διαβάσει. Κάποιοι αναρωτιούνται:
-αν οι άνθρωποι που έρχονται είναι πραγματικοί πρόσφυγες
-αν μπορούν να ενταχθούν, ή αν οι κοινωνίες μας μπορούν να τους εντάξουν
-αν οι πολιτικές μας, είτε προκαλούν πολέμους είτε απλά κλιματική αλλαγή, είναι αυτές που προξενούν τις μεταναστευτικές ροές και αν μπορούμε να επέμβουμε θετικά για καλυτέρευση της ζωής στις χώρες καταγωγής τους
-ακόμη αν είναι ρατσισμός ή σκληρότητα το να φοβάσαι για τους ξένους που έρχονται ή αν δεν θέλεις απλά ανοικτά σύνορα
-ακόμη και αν οι πολιτικές ασύλου πρέπει να αλλάξουν και να περιοριστεί η προστασία που παρέχεται στους ανθρώπους αυτούς, λόγω μη επάρκειας πόρων.
Όλα αυτά είναι θεμιτά και αξίζει πράγματι να μπουν σε συζήτηση. Εκείνο όμως που δεν μπορεί να μπει σε συζήτηση, είναι η προστασία της ζωής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Σε αυτά τα σχόλια, ένας συνταξιούχος αξιωματικός του ναυτικού λέει το εξής απλό: «Η σκέψη και μόνο του να εγκαταλείπεις ανθρώπους στη θάλασσα είναι αποκρουστική. Υπάρχει κάτι περισσότερο από μια παραβίαση νόμου εδώ».
Ας αναλογιστούμε τι βάζουμε ή τι αποδεχόμαστε να κάνουν οι άνθρωποι που προστατεύουν πράγματι τα σύνορά μας. Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει κακός, όπως παρατήρησε η Χάνα Άρεντ, πολύ περισσότερο, όσοι είναι εντεταλμένοι να υπακούουν σε εντολές. Αν δεν προστατεύσουμε τη σομαλή μάνα με τα 6 παιδιά, τότε οδηγούμαστε στην κοινοτοπία του κακού και με αργά, αλλά σταθερά, βήματα προς τον φασισμό.
Ο Βασίλης Παπαδόπουλος είναι πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες