Ο τζόγος των δασμών θα πληρώσει τον Ντόναλντ Τραμπ; Αυτό είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα των ημερών σε παγκόσμιο επίπεδο για την στρατηγική του Αμερικανού προέδρου, που έχει προκαλέσει ισχυρούς κλυδωνισμούς σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο – μιας στρατηγικής ιδιαίτερα ριψοκίνδυνης για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο τραμπικός νεομερκαντιλισμός ακολουθεί την υπεραπλουστευτική προσέγγιση «οι εισαγωγές είναι κακές, οι εξαγωγές είναι καλές» για τις ΗΠΑ, εκτιμώντας ότι ο προστατευτισμός και η επιβολή δασμών θα θεραπεύσει το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο αγαθών της υπερδύναμης. Tελευταία εξέλιξη αποτέλεσε η αναφορά του Αμερικανού προέδρου στο Οβάλ Γραφείο περί σχεδίου «αμοιβαίων δασμών», σύμφωνα με το οποίο όσο χρεώνει μια χώρα τις Ηνωμένες Πολιτείες σε δασμούς θα κάνει το ίδιο και η Ουάσιγκτον. Υπενθυμίζεται ότι προεκλογικά ο Τραμπ είχε εξαγγείλει δασμούς 10%-20% προς όλες τις χώρες και 60% προς την Κίνα, ωστόσο η γραμμή του φαίνεται να αλλάζει, επιλέγοντας ad hoc προσέγγιση αντί καθολικότητας.
Οι ΗΠΑ ρισκάρουν με «απομόνωση»
Στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών σχέσεων, οι ΗΠΑ και ο Τραμπ ρισκάρουν να αντιμετωπίσουν έναν ιδιόμορφο απομονωτισμό, με απομάκρυνση παραδοσιακών συμμάχων, αλλά και ενιαία μέτωπα κρατών που θα συνασπιστούν και θα συσπειρωθούν απέναντι στην οικονομική απειλή της Ουάσιγκτον. Οι εκβιαστικού και αλαζονικού χαρακτήρα δηλώσεις, όπως αυτές του αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς προς την Ευρώπη, στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, περί δημοκρατίας και «νέου σερίφη στην πόλη» ήταν σαφές μήνυμα (απόρριψης) προς την Ευρώπη και για τις προοπτικές της Διατλαντικής Σχέσης. «Το Πρώτα η Αμερική μετατρέπεται γρήγορα σε Μόνη η Αμερική» (America First Is Quickly Becoming America Alone) σημείωσε δηκτικά o Aντρέας Κλουτ, αρθρογράφος του Βloomberg, ενώ ο Μάρτιν Γουλφ τόνισε στους Financial Times ότι «οι ασυνεπείς ΗΠΑ είναι ένας αναξιόπιστος εταίρος».
Aπό την επιβολή των δασμών ο Αμερικανός πρόεδρος έχει διαμηνύσει ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν εξαιρέσεις, ακόμη κι αν πρόκειται για συμμάχους και σταθερούς εταίρους της Ουάσιγκτον. Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Αυστραλία είναι τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις χωρών στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας και του Ειρηνικού που αναζητούν συνομιλίες με την αμερικανική κυβέρνηση ώστε να μη συμπεριληφθούν στην επιβολή δασμών για χάλυβα και αλουμίνιο.
Ταυτόχρονα, βλέποντας τη μεγαλύτερη εικόνα, στα αμερικανικά ΜΜΕ σχολιάζεται το γεγονός ότι, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδίωκαν για χρόνια την άρση των εμποδίων προς το ελεύθερο εμπόριο σε διεθνές επίπεδο, τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ έρχεται να υψώσει εκ νέου εμπόδια, εντείνοντας τις προοπτικές περαιτέρω κατακερματισμού των παγκόσμιων εμπορικών διαδρομών – ουσιαστικά μία αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης που είχε ως βασικά χαρακτηριστικά τη φιλελελευθεροποίηση των οικονομιών και την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου. Ο τραμπικός νεομερκαντιλισμός έχει ως στόχο τη μεταφορά της διαπραγμάτευσης σε διμερές επίπεδο ώστε να αξιοποιήσει, κατά την άποψή του, την αμερικανική ισχύ, με οποιαδήποτε έννοια μπορεί να λάβει ο τελευταίος όρος.
Το πιθανό «μπούμερανγκ» στην αμερικανική οικονομία
Οι πολιτικές που έχει εξαγγείλει ο Αμερικανός πρόεδρος δεν αποκλείεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην αμερικανική οικονομία, με σειρά οικονομολόγων να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Πιέρ-Ολιβιέ Γκουρενσά με την ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ προειδοποίησε1 ότι οι πολιτικές που αυτός έχει εξαγγείλει είναι πιθανό να αυξήσουν τις πληθωριστικές πιέσεις βραχυπρόθεσμα. Και πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι «πολιτικές, όπως υψηλότεροι δασμοί ή περιορισμοί της μετανάστευσης, θα λειτουργήσουν ως αρνητικά σοκ στην προσφορά, μειώνοντας την παραγωγή και αυξάνοντας τις πιέσεις στις τιμές».
Σύμφωνα με μελέτη2 του Peterson Institute (PIIE), οι δασμοί που επέβαλε ο Τραμπ σε Καναδά, Μεξικό και Κίνα θα κοστίσουν στο μέσο αμερικανικό νοικοκυριό ετησίως το ποσό των 1.200 δολαρίων. Σε γενικές γραμμές, οι υψηλότερες τιμές μαζί με τις υφεσιακές επιπτώσεις από τα αντίποινα και τη διακοπή της αλυσίδας εφοδιασμού θα επηρεάσουν αρνητικά τα περισσότερα νοικοκυριά των ΗΠΑ, δείχνοντας επί της ουσίας ότι θα κληθούν να σηκώσουν μεγαλύτερο βάρος τα μεσαία και κατώτερα στρώματα.
O Αμερικανός οικονομολόγος Ντάνι Ρόντρικ, ο οποίος επανειλημμένα έχει επικρίνει την άκρατη και χωρίς κανόνες υπερπαγκοσμιοποίηση των δεκαετιών του 1990 και του 2000 – εξαιτίας της διόγκωσης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών ανισοτήτων που διαμόρφωσε στον πλανήτη–, σε πρόσφατες δηλώσεις3 του προειδοποίησε για τις συνέπειες του οικονομικού εθνικισμού του Τραμπ, και πιο συγκεκριμένα για την επιβολή δασμών. «Οι δασμοί έχουν τη χρησιμότητά τους» ανέφερε, ωστόσο τόνισε ότι «δεν είναι ένας ελβετικός σουγιάς με την έννοια ότι από μόνοι τους θα επιλύουν πολλά προβλήματα». Και συνέχισε επισημαίνοντας ότι η προσέγγιση του Τραμπ θεωρεί τους δασμούς ως ένα είδος πολιτικής για όλες τις χρήσεις που θα διορθώσει το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας της Αμερικής, θα αποκαταστήσει τη μεσαία τάξη, θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας, θα διορθώσει το εμπορικό ισοζύγιο, κ.ά. Όμως οι δασμοί από μόνοι τους δεν μπορούν να το κάνουν αυτό, αλλά μπορούν να παίξουν στην καλύτερη περίπτωση έναν συμπληρωματικό ρόλο για μία εγχώρια οικονομική στρατηγική».
Σύμφωνα με τον καθηγητή Χάρολντ Τζέιμς, η επιβολή δασμών του Τραμπ μπορεί να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε μία κρίση χρέους, «αποτελώντας το στρεβλό αποτέλεσμα της εκστρατείας της κυβέρνησής του κατά της παγκοσμιοποίησης». Συγκεκριμένα, εκτιμά4 ότι ενδεχόμενος περιορισμός των ξένων επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες θα προκαλούσε βραχυκύκλωμα στην αναχρηματοδότηση των αμερικανικών εισαγωγών εξαιτίας του υφιστάμενου εμπορικού ελλείμματος. Ωστόσο, με κλιμάκωση της διαμάχης των ΗΠΑ με σειρά χωρών στο εμπορικό πεδίο και όχι μόνο, η πιθανότητα περιορισμού των άμεσων ξένων επενδύσεων είναι κάτι παραπάνω από ρεαλιστική. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά την εξ αποστάσεως ομιλία του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός είχε απευθύνει κάλεσμα προς τις παγκόσμιες ελίτ να επενδύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, υποσχόμενος χαμηλούς φόρους, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν υψηλούς δασμούς.
Το πρόσφατο παρελθόν, πάντως, μπορεί να προϊδεάσει για το μέλλον. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Τax Foundation5, οι δασμοί στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου την περίοδο 2018-2019 που επιβλήθηκαν κατά την πρώτη θητεία Τραμπ και διατηρήθηκαν από την κυβέρνηση Μπάιντεν μείωσαν μακροπρόθεσμα το ΑΕΠ κατά 0,2% και οδήγησαν σε απώλεια 142.000 θέσεων πλήρους απασχόλησης. «Ακαδημαϊκές και κυβερνητικές μελέτες διαπιστώνουν ότι οι δασμοί Τραμπ-Μπάιντεν έχουν αυξήσει τις τιμές και έχουν μειωσει την παραγωγή και την απασχόληση, διαμορφώνοντας μια σαφή αρνητική επίπτωση στην αμερικανική οικονομία», σημείωσε χαρακτηριστικά η ανάλυση.
Συμπερασματικά, η νεομερκαντιλιστική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, με αιχμή τους δασμούς και τον προστατευτισμό, αποτελεί μια επιλογή με δύο μεγάλα ρίσκα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο για την εξωτερική πολιτική της χώρας όσο και για την οικονομία της∙ εξελίξεις, φυσικά, με άγνωστες επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία, με τις ευρύτερες ανακατατάξεις και αναδιατάξεις δυνάμεων και συσχετισμών να είναι τόσο απρόβλεπτες όσο και ο χαρακτήρας και οι αποφάσεις του ενοίκου του Λευκού Οίκου.
* Βαγγέλης Βιτζηλαίος, συντονιστής Κύκλου Διεθνών & Ευρωπαϊκών Αναλύσεων Ινστιτούτου ΕΝΑ, υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πειραιώς
1 https://www.imf.org/en/Blogs/Articles/2025/01/17/as-one-cycle-ends-another-begins-amid-growing-divergence
2 https://www.piie.com/research/piie-charts/2025/trumps-tariffs-canada-mexico-and-china-would-cost-typical-us-household
3 https://www.weforum.org/stories/2025/02/globalization-tariffs-democracy-isolationism-dani-rodrik/
4 https://www.socialeurope.eu/trumps-tariff-gamble-will-americas-golden-age-end-in-an-economic-nightmare
5 https://taxfoundation.org/research/all/federal/trump-tariffs-trade-war/
Η ΕΠΟΧΗ
