Macro

Τζέλα Αλιπράντη: «Όσοι δυσφορούν, είναι μίζεροι», το νέο κυβερνητικό σλόγκαν

«Αφήνουμε πίσω, λοιπόν, τις φουρτούνες και τη μιζέρια του χθες. Νιώθω, βέβαια, πως καμία πρόοδο δεν πρέπει ποτέ να τη θεωρούμε αρκετή. Όμως αυτή είναι πλέον ορατή», δήλωσε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του, κάνοντας αρκετά σαφές με ποιο αφήγημα σκοπεύει να πορευτεί η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα. Όχι απλά ότι η χώρα χάρη στη διακυβέρνηση της ΝΔ έχει διαβεί τον Ρουβίκωνα, αναπτύσσεται ραγδαία, ζει το success story της κτλ κτλ, αλλά πως οποιαδήποτε φωνή αμφισβήτησης αυτής της εικόνας αποτελεί «μιζέρια».
 
 
Η επικοινωνιακή τακτική της ΝΔ να επενδύει σε μια έννοια-κλειδί κάθε φορά εναντίον των αντιπολιτευτικών κομμάτων της Αριστεράς −καθιστώντας τη μέσω συνεχούς επανάληψης κυρίαρχη πλαισίωση− κάθε άλλο παρά νέα είναι. Το ίδιο είχε συμβεί και με την «κωλοτούμπα», πατώντας και ενισχύοντας την εικόνα αναξιοπιστίας για τον ΣΥΡΙΖΑ, το ίδιο και με την «τοξικότητα» το προηγούμενο διάστημα, κατασκευάζοντας κατά αυτόν τον τρόπο κάθε άσκηση έντονης κριτικής σαν υπέρβαση των ορίων της πολιτικής ευπρέπειας.
 
 
Καθώς φαίνεται, η «μιζέρια» μάλλον έχει επιλεχθεί να αποτελέσει το νέο κυβερνητικό αρνητικό σλόγκαν σε βάρος όποιας αντίθετης (αριστερής κυρίως) πολιτικής επιχειρηματολογίας και δυσφορίας. Την ίδια κατηγορία είχε εξαπολύσει ο υπουργός Υγείας Α. Γεωργιάδης πριν περίπου ένα μήνα, λέγοντας πως ο κόσμος δεν είναι φτωχός, αλλά νομίζει πως είναι φτωχός γιατί έχει γαλουχηθεί στη μιζέρια της Αριστεράς· «συμμορία της μιζέριας» είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος τους υγειονομικούς συνδικαλιστές που διαμαρτύρονταν για τη διάλυση του ΕΣΥ τον Σεπτέμβρη· «μίζερη προσέγγιση» ήταν και για τον υφυπουργό Μεταφορών και Υποδομών Β. Οικονόμου και η ανάδειξη των προβλημάτων του μετρό Θεσσαλονίκης· «Αριστερά της μιζέριας» είναι και κατά διάφορους αρθρογράφους όσοι πχ άσκησαν κριτική στη νέα πλατεία Πανεπιστημίου στον Βόλο, ή μετείχαν σε «προεκλογικούς καυγάδες» αντί να προχωρούν μπροστά σαν κάποιες «πρωτοποριακές εταιρείες», ή διαφωνούν με το έργο στο Ελληνικό, κ.ά.
 
 
Κάπως έτσι, μετά την παρουσίαση της έντονης διαμαρτυρίας και πολιτικής διαφωνίας σαν «τοξικότητα», τώρα επιχειρείται και πάλι η ψυχολογιοποίηση πολιτικών πρακτικών, όπως η διαπίστωση προβλημάτων και δυσμενών καταστάσεων, προβάλλοντάς τις σαν ατομικά αρνητικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Το έδαφος, άλλωστε, της ατομικής ευθύνης για οποιαδήποτε δυσκολία αντιμετωπίζουν οι πολίτες έχει καλλιεργηθεί εδώ και χρόνια από την κυβέρνηση. Όσον αφορά δε ειδικά στις οικονομικές δυσκολίες, αυτό ήταν ούτως ή άλλως εύφορο, με τη φτώχεια, στη βάση και της προτεσταντικής ηθικής του καπιταλισμού, να θεωρείται σαν προσωπική αποτυχία και ανικανότητα, αντί απόρροια κοινωνικών αδικιών και ανισοτήτων.
 
 
Ζητούμενο, βέβαια, παραμένει το πώς πρόκειται να απαντήσουν σ’ αυτό το αφήγημα τα κόμματα της Αριστεράς. Η μέθοδος …«καθρεφτάκι» χρησιμοποιώντας την κατηγορία της μιζέριας εναντίον της κυβέρνησης (όπως επιχειρήθηκε και με τις έννοιες της κωλοτούμπας και της τοξικότητας) −που ήδη έχει παρατηρηθεί σε μικρό βαθμό− μόνο να ενισχύσει την πλαισίωση της κυβέρνησης θα καταφέρει. Η διάψευση μάλλον με πράξεις μόνο θα μπορούσε να επιτευχθεί. Και με αυτό δεν εννοείται να σταματήσει η κριτική προς τα κακώς κείμενα, αλλά μαζί με αυτά να αντιπαραβάλλεται ένα όραμα για ένα καλύτερο παρόν και μέλλον (στη βάση και ενός διαφορετικού αξιακού πλαισίου) και πώς αυτό θα γίνει εφικτό.
 
Τζέλα Αλιπράντη