Macro

To τέλος του μεταπολεμικού σουηδικού παραδείγματος

Την Κυριακή στη σουηδική πολιτική κοινωνία διεξήχθησαν κοινοβουλευτικές εκλογές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των πολιτικών αναλυτών, τα εκλογικά αποτελέσματα θα οδηγήσουν τη χώρα σ’ ένα μετεκλογικό τοπίο πολιτικής αποσταθεροποίησης, για να χρησιμοποιήσω τη σχετική ορολογία.

Εμείς όμως ως πολίτες στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ως μέλη μιας οντότητας, της ευρωπαϊκής, η οποία αυτοπροσδιορίζεται ως η «συνείδηση της οικουμένης» (κατά τον Χούσερλ), οφείλουμε να εξετάσουμε το ζήτημα των κοινοβουλευτικών εκλογών στη Σουηδία όχι ως ένα πρόβλημα τυπικής πολιτικής αλλαγής, αλλά ως μείζον δομικό πρόβλημα πολιτικού αυτοπροσδιορισμού της ίδιας της Ευρώπης.

Τα πραγματικά δεδομένα στη Σουηδία είναι αμείλικτα και περιγράφονται ως εξής: Το κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών (δηλαδή οι ακροδεξιοί-νεοφασίστες) σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα φτάσει στο εξωφρενικό ποσοστό του 20%. Και εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Σουηδοί νεοναζί είναι αδίστακτοι, βίαιοι, σκληροί και απορρίπτουν την κοινοβουλευτική δημοκρατία.

Η δεξιά παράταξη με τον όρο «Μετριοπάθεια» προσπαθεί να βρει τον τόπο της στην κοινοβουλευτική σφαίρα.

Το μεγαλύτερο και πλουσιότερο σε πολιτικές και κοινωνικές εμπειρίες κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών, πάντοτε σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται σε πτώση.

Στο σημείο αυτό ας σημειωθεί ότι η υφιστάμενη κυβέρνηση στη Σουηδία συγκροτείται από τα κόμματα των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων.

Με βάση τα εμπειρικά και πραγματολογικά δεδομένα, τίθεται το ερώτημα τι θα γίνει στις επικείμενες εκλογές στη Σουηδία; Ποιο θα είναι το εκλογικό αποτέλεσμα;

Για το τελευταίο εννοείται ότι τον λόγο έχει ο σουηδικός λαός, σύμφωνα με όσα ισχύουν στην κοινοβουλευτική λογική της τυπικής πολιτικής αλλαγής.

Μπορεί, που λέει ο λόγος, να αναδείξει ως πρώτο κόμμα τους Σουηδούς Δημοκράτες (δηλαδή τους νεοφασίστες). Σίγουρα αυτό το νεοφασιστικό μόρφωμα κατά τις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου αναγορεύεται δεύτερο κόμμα στο σουηδικό Κοινοβούλιο!

Μετά την παράθεση των δεδομένων και των διαπιστώσεων έφτασε επιτέλους η ώρα των θεωρητικών αναλύσεων. Η γλαύκα (δηλαδή η θεωρία), κατά τον Χέγκελ, πετάει στο σούρουπο.

Κατά τους πολιτικούς αναλυτές, μετά τις εκλογές της Κυριακής, θα μετασχηματιστεί μια όποια κυβέρνηση: είτε μεγάλου συνασπισμού (Δεξιάς και Σοσιαλδημοκρατίας) είτε κυβέρνηση μειοψηφίας.

Για όλους εμάς όμως που έχουμε γαλουχηθεί και μορφωθεί με τις ιδέες του πολιτικού διαφωτισμού, συμβαίνει κάτι εντελώς και ριζικά διαφορετικό σε σχέση με άλλες πολιτικές κοινωνίες (π.χ. την Ουγγαρία, την Ισπανία, την Ελλάδα κ.ά.).

Στις σουηδικές κοινοβουλευτικές εκλογές, κρίνεται το μέλλον του μεταπολεμικού πολιτικού παραδείγματος. Μετά τον πόλεμο σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη, τότε (1949-1989), εφαρμόστηκε το μοντέλο της θετικής διαμεσολάβησης και του θετικού συγκερασμού ανάμεσα σε δύο ιδέες (αξίες): της πολιτικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Τότε λοιπόν, «κατασκευάστηκε» και το κράτος δικαίου των πολιτικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων και το κοινωνικό κράτος πρόνοιας και προστασίας.

Η Σουηδία μέχρι πρόσφατα υποστασιοποιούσε το πρότυπο του μεταπολεμικού πολιτικού αυτού παραδείγματος.

Το μεταπολεμικό πολιτικό παράδειγμα περιλαμβάνει στις πρακτικές και θεσμικές εφαρμογές του τα εξής πράγματα: την κοινοβουλευτική-αντιπροσωπευτική δημοκρατία, την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, το σύστημα προστασίας πολιτικών δικαιωμάτων, το κοινωνικό κράτος κ.λπ. Εννοείται ότι δεν περιλαμβάνει τις πελατειακές σχέσεις, ούτε το σύστημα διαφθοράς και δωροδοκίας!

Τέλος πάντων, εκείνο που αξίζει να επισημανθεί είναι το εξής: στη Σουηδία το μεταπολεμικό πολιτικό παράδειγμα βρήκε επί εβδομήντα χρόνια (1949-2019) τον «τόπο» (κατά τον Αριστοτέλη) της θεσμικής εφαρμογής του. Και τώρα βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από την απόρριψή του, από τους ψηφοφόρους-πολίτες-εκλέκτορες της ίδιας της κοινωνίας!

Τελευταία και τελική παρατήρηση: Στη δημοκρατία οι ίδιοι οι ψηφοφόροι-πολίτες-εκλέκτορες αναδεικνύουν τους αντιπροσώπους τους!

Στις σουηδικές εκλογές οι ίδιοι οι Σουηδοί «αποδομούν» το πολιτικό σύστημα που μεταπολεμικά «κατασκεύασαν». Τι τοποθετούν, άραγε, στη θέση του;

O Θεόδωρος Γεωργίου είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών