Η υπόθεση με τα νεκρά παιδιά στην Πάτρα μονοπωλεί με φρικαλέο τρόπο το ενδιαφέρον του κοινού τους τελευταίους δύο μήνες.
Μονοθεματικά δελτία με τα προσωπικά δεδομένα των εμπλεκομένων να γίνονται φύλλο και φτερό, κουτσομπολιά να βαφτίζονται «αξιόπιστες πληροφορίες», παρατρεχάμενοι, γνωστοί, άγνωστοι και σεσημασμένοι τηλεμαϊντανοί να κραυγάζουν την ετυμηγορία τους στα τηλεοπτικά παράθυρα. Η υπόθεση έχει τελεσιδικήσει πριν καν φτάσει στο ακροατήριο.
Νεκροζώντανα μωρά, 3D κελιά και virtual κούνιες. Τηλεπλάτες, αλλοιωμένες φωνές, «συγκλονιστικές» μαρτυρίες.
Αν όλοι οι τηλεδικαστές αποφάσιζαν να κάνουν ταυτόχρονα λίγη ησυχία θα άκουγαν τον επιθανάτιο ρόγχο του τεκμηρίου της αθωότητας και της δεοντολογίας. Να ζήσουμε να τα θυμόμαστε.
Άνθρωποι που έτυχε να βρεθούν κοντά στο ζευγάρι ακόμη και στην ουρά του σούπερ μάρκετ, χρίζονται μάρτυρες κατηγορίας σε ένα διακαναλικό λαϊκό δικαστήριο και βιώνουν ασμένως τα δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας που τους αναλογούν. Με την πλάτη.
Τις «μαρτυρίες» συνοδεύουν πηχυαίοι clickbait τίτλοι με λέξεις που δεν σημαίνουν τίποτα. Όσοι κάνουμε αυτή τη δουλειά το ξέρουμε. Όσο πιο βαρύγδουπος ο τίτλος, τόσο πιο ασήμαντη η πληροφορία.
«Αποκάλυψη – σοκ», «ντοκουμέντο», «ανατροπή». Και μέσα αποκλειστική δήλωση του μπατζανάκη της ξαδέλφης του εργοδότη του πατέρα. «Η Ρούλα ζήλευε τον Μάνο», «η μητέρα έβαφε τα νύχια της», «την είχα δει στο κομμωτήριο».
Ένας οχετός «αποκαλύψεων» που ταΐζει τα πιο ταπεινά ένστικτα μιας αποκτηνωμένης μερίδας της κοινωνίας, που περιμένει έτοιμη να ξεχυθεί εξαγριωμένη στους δρόμους, φωνάζοντας «θάνατος».
Όπως και συνέβη.
Δεν ξέρω αν η ηθική προηγείται της αισθητικής ή το ανάποδο, ωστόσο στον τρόπο κάλυψης της υπόθεσης της Πάτρας, η απουσία και των δύο έκανε εκκωφαντικό θόρυβο. Και ξύπνησε τον όχλο.
Εξαγριωμένοι νοικοκυραίοι έσπευσαν να ποζάρουν έξω από το σπίτι της τραγωδίας, δηλώνοντας «εξαπατημένοι». Αυτόκλητοι δήμιοι που μπορεί να ξέχασαν τις δάδες, πήραν όμως μαζί τα κινητά και τα παιδιά τους.
Ποια άρρωστη ανάγκη τους έσπρωξε να δηλώσουν ότι ήταν κι αυτοί εκεί, απαιτώντας κρεμάλες και δημόσιες εκτελέσεις για παραδειγματισμό;
Ποιοι είναι οι ηθικοί αυτουργοί για την πέρα από κάθε μέτρο καταστρατήγηση του τεκμηρίου της αθωότητας;
Σε κεντρικό δελτίο μεγάλου καναλιού την ώρα που ο όχλος ζητούσε την εσχάτη των ποινών για τη «φόνισσα» από κάτω το σούπερ έγραφε: «Λαοθάλασσα οργής». Συνωμοτικό κλείσιμο ματιού σε όλους εκείνους που κλήθηκαν να ξεπεράσουν σε αρρώστια αυτό που καταγγέλλουν. Ξεδιάντροπο «ξέπλυμα» της αυτοδικίας, «δικαίωση» του Lynch σε live streaming, κι ας γράφει το ημερολόγιο 2022.
Όλη η χώρα καρφωμένη 24/7 σε μια γιγαντιαία κλειδαρότρυπα. «Επιστήμονες» κάθε είδους από στασίδια πρωινάδικων ανακοινώνουν τηλεδιαγνώσεις εξ αποστάσεως. Γνωστός τηλεψυχίατρος ωρύεται σε παράθυρο κεντρικού δελτίου ότι η 33χρονη «δεν είναι άνθρωπος», παιδοψυχολόγος χαρακτηρίζει την κατηγορούμενη «παμφάγο τέρας». Ιατροδικαστές βγάζουν πόρισμα πριν το πόρισμα. Σενάρια παρουσιάζονται ως συμπεράσματα, οι υποθέσεις γίνονται ακλόνητα στοιχεία. Το ιατρικό απόρρητο της 33χρονης διάτρητο γίνεται βορά στα θηρία.
Δεν είναι μόνο η δημοσιογραφική δεοντολογία που κατακρεουργήθηκε σε διακαναλική. Καμία δεν γλίτωσε.
«Μπορείς να διαλέξεις την ηθική ή την αισθητική, αλλά όποια από τις δυο και να διαλέξεις θα βρεις την άλλη στο τέλος του δρόμου». Πού είναι όμως το τέλος; Πού σταματάει αυτή η φρίκη;
Η τηλεοπτική ανάσταση της Τζωρτζίνας στην εκπομπή του Νίκου Ευαγγελάτου ήταν ίσως η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ο παρουσιαστής στεκόταν δίπλα στο ολόγραμμα του νεκρού χαμογελαστού παιδιού περιγράφοντας τα ευρήματα των τοξικολογικών. Κι αν ένα 3D τανκ είναι απλά γραφικό, ένα νεκροζώντανο παιδί που χρησιμοποιείται για να φανεί πιο ρεαλιστική η ανατριχιαστική αφήγηση που το συνοδεύει, είναι κανιβαλισμός του αισχίστου είδους.
Στα τελευταία λεπτά της τελευταίας της εκπομπής, η Αγγελική Νικολούλη ζήτησε μια χάρη από τον σκηνοθέτη της, παρακαλώντας το κοινό της να μην την παρεξηγήσει. «Να βγάλουμε τις ταινίες από τα ματάκια των παιδιών, τα παιδάκια δεν είναι εγκληματίες, να δούμε τα αθώα ματάκια τους» είπε η αστυνομική ρεπόρτερ σε ένα ρεσιτάλ φτηνού συναισθηματικού εκβιασμού. Ένα πιξελιασμένο παιδικό πρόσωπο δεν συγκινεί όσο πρέπει. Κοντινό λοιπόν στα μάτια των μωρών, και πλάνο που επιστρέφει στη συγκινημένη παρουσιάστρια. Ρελάνς στη χυδαιότητα.
Λίγες ημέρες μετά, στην εκπομπή Πρωινό, κατά τη μεταγωγή της 33χρονης στον Κορυδαλλό, o Γιώργος Λιάγκας, την ώρα που προβάλλονταν τα πλάνα είπε ότι ο κόσμος που βρέθηκε εκεί την υποδέχθηκε «με τον καλύτερο δυνατό τρόπο», ενώ παρακάλεσε να δυναμώσουν τον φυσικό ήχο ώστε να ακουστούν στον αέρα τα «κρεμάστε την», «ψόφα» και άλλα «μετριοπαθή» που φώναζε το πλήθος. Τότε ο παρουσιαστής συνέχισε λέγοντας πως «την περιποιήθηκαν καταλλήλως».
Αυτά είναι τρία μόνο από τα εκατοντάδες παραδείγματα, που οι παρουσιαστές έπαιξαν τα ρέστα τους δίπλα στο κουφάρι της δεοντολογίας.
Οι μασκότ του infotainment τρίβουν τα αιματοβαμμένα χέρια τους με ικανοποίηση που και σήμερα έβγαλαν το παχυλό τους μεροκάματο. Μεγαλύτερο ψέμα από το κλισέ, που ισχυρίζεται ότι «η δουλειά δεν είναι ντροπή» δεν υπάρχει. Και όποιος το πρωτοείπε δεν είχε σίγουρα παρακολουθήσει ελληνική τηλεόραση το τελευταίο δίμηνο.
Η δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι να λύνει εγκλήματα. Και ευτυχώς. Ο παρουσιαστής δεν (θα έπρεπε να) είναι δημόσιος κατήγορος.
Όσες ενστάσεις κι αν έχει κανείς για τον τρόπο που λειτουργεί η αστική δικαιοσύνη, αυτή έχουμε, με αυτή θα πορευτούμε.
Κι αν η μητέρα από την Πάτρα αποδειχθεί ένοχη, θα πληρώσει για το έγκλημα της όπως προβλέπεται σε ένα ευνομούμενο κράτος ή σε ένα κράτος που προσποιείται ότι είναι τέτοιο. Εκείνη όμως είναι μία. Οι κανίβαλοι είναι χιλιάδες και θα παραμείνουν ατιμώρητοι, όσο εμείς θα αναγκαζόμαστε να ζούμε ανάμεσά τους με σφιγμένο το στομάχι…
Άννα Μαλλιαρού