Ενα από τα θέματα που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στην «Εποχή» είναι η σχέση μεταξύ του παγκοσμιοποιημένου παραγωγικού και εμπορικού μοντέλου και των όλο και συχνότερα εμφανιζόμενων ιογενών λοιμώξεων. Υπενθυμίζουμε ότι σ’ αυτό το πλαίσιο οι «Ιδέες» έχουν παρουσιάσει στο φύλλο της 21ης Ιούλη, άρθρο των Τζον Μπέλαμυ Φόστερ και Ίντα Σουγουάντι με τίτλο «Κυκλώματα κεφαλαίου και οικολογικές-επιδημιολογικές κρίσεις», και στο φύλλο της 2ας Αυγούστου συνέντευξη του Ζοάο Πέντρο Στέντιλε με τίτλο «Αναγκαία η διατροφική κυριαρχία και η αγροοικολογία».
Σήμερα παρουσιάζουμε το μεγαλύτερο μέρος ενός άρθρου του Γουόλντεν (ή Ουόλντεν) Μπέλο, καθηγητή Κοινωνιολογίας στον Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, συνεργάτη του οργανισμού TNI (Διεθνικό Ινστιτούτο) στο Άμστερνταμ, και βετεράνου ακτιβιστή του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος, γνωστού μας και από τη συνέντευξη που έδωσε την προηγούμενη Κυριακή στον Δημήτρη Γκιβίση για τις εξελίξεις στις Φιλιππίνες, τη χώρα καταγωγής του. Το άρθρο, που δημοσιεύτηκε στις 22 Απριλίου στην ιστοσελίδα του περιοδικού Foreign Policy in Focus ( https://fpif.org/the-corporate-food-system-is-making-the-coronavirus-crisis-worse/ ), βασίζεται σε έρευνα του συγγραφέα που χρηματοδότησε το TNI. Ο Γουόλντεν Μπέλο καταδεικνύει με μεγάλη διαύγεια την ευθύνη του παγκόσμιου μοντέλου παραγωγής τροφίμων και της αντίστοιχης παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας για τη γέννηση και τη διασπορά του ιού. Το άρθρο κλείνει με την παράθεση τεσσάρων αρχών ενός εναλλακτικού μοντέλου «διατροφικής κυριαρχίας», που κατά την γνώμη μας θα έπρεπε να διέπουν τις προγραμματικές θέσεις όλων εκείνων των ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων που έχουν στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό με ορίζοντα την μετακαπιταλιστική κοινωνία. Όπως πάντα, το πλήρες κείμενο υπάρχει στην ιστοσελίδα της Εποχής (www.epohi.gr).
Χ. Γο.
Του Γουόλντεν Μπέλο
Το διατροφικό ζήτημα αποτελεί μια βασική πτυχή της τρέχουσας πανδημίας. Αφ’ ενός, λόγω της σύνδεσης του ιού με την αποσταθεροποίηση της άγριας ζωής και, αφ’ ετέρου, εξ αιτίας του τρόπου που τα μέτρα για την αντιμετώπιση της διασποράς αποκάλυψαν την ακραία ευαλωτότητα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων.
Η ιστορία του τρόπου με τον οποίο ο νέος κορονοϊός μεταπήδησε από το ζώο ξενιστή στους ανθρώπους σε μια υγρή αγορά της Γιουχάν δεν έχει ακόμα ειπωθεί με λεπτομέρειες. Μια υπόθεση που κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα είναι ότι ο αρχικός ξενιστής ήταν μια νυχτερίδα, ενώ ο ενδιάμεσος ξενιστής μεταξύ της νυχτερίδας και των ανθρώπων ήταν ένας παγκολίνος ή φολιδωτός μυρμηγκοφάγος. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι το πέρασμα του ιού από τους παγκολίνους στους ανθρώπους συνέβη στην Κίνα, γιατί η χώρα αυτή είναι το παγκόσμιο κέντρο του εμπορίου άγριας ζωής, που το μεγαλύτερο μέρος του είναι παράνομο. Όπως επισημαίνει ο ειδικός διατροφικών συστημάτων Μαχέντρα Λάμα, η Κίνα φιλοξενεί «πολυάριθμα νόμιμα και παράνομα εμπορικά κέντρα αναπαραγωγής άγριων ζώων: τίγρεων, σκατζόχoιρων, παγκολίνων, αρκούδων, φιδιών και αρουραίων». Σύμφωνα με μελέτη της Κινεζικής Ακαδημίας Μηχανικής, το 2016 περισσότερα από 14 εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονταν στη βιομηχανία άγριας ζωής, η οποία απέφερε στη χώρα 74 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων: Ο αδύναμος κρίκος
Μια σημαντική διάσταση της πανδημίας του COVID-19 που συνδέεται με τη διατροφή είναι η ευαλωτότητα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων. Οι επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, και της Διεθνούς Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) σε κοινή δήλωσή τους, τον περασμένο Μάρτιο, επισήμαναν ότι από τη στιγμή που «εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο εξαρτώνται για τον ασφαλή εφοδιασμό τους με τρόφιμα και για τον βιοπορισμό τους από το διεθνές εμπόριο», οι κυβερνήσεις έπρεπε να αποφύγουν να πάρουν μέτρα που θα «δημιουργούσαν εμπόδια στην εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων».
Όμως, η απειλή για την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα δεν είναι πια θεωρητική. Ήδη έχει σπάσει ένας από τους σημαντικότερους κρίκους αυτής της αλυσίδας: η εργασία των μεταναστών. Η πανδημία αποκάλυψε τον βαθμό εξάρτησης της αγροτικής οικονομίας από τους μετανάστες εργάτες, με περισσότερο από το 25 τοις εκατό των παγκόσμιων αγροτικών εργασιών να γίνονται από αυτούς. Σύμφωνα με μια εξαιρετική μελέτη της Τζιν Σαούλ, περίπου τα δύο τρίτα των 800.000 δύσκολων και κοπιαστικών εργασιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που τα κύρια χαρακτηριστικά τους είναι οι χαμηλές αμοιβές και οι πολλές ώρες εργασίας, καλύπτονται κατά την περίοδο της συγκομιδής από εργάτες οι οποίοι προέρχονται από τη Βόρεια Αφρική και την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Ως ανήκοντες σε ένα κλάδο παραγωγής «βασικών» προϊόντων, οι εργάτες γης και οι εργάτες στους κλάδους μεταποίησης και λιανικού εμπορίου τροφίμων βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα που γίνεται για τον περιορισμό του COVID-19. Αλλά πολλοί από αυτούς στερούνται του βασικότερου προστατευτικού εξοπλισμού, όπως οι μάσκες, και εργάζονται σε συνθήκες συνωστισμού, κάτι που γελοιοποιεί τους κανόνες της κοινωνικής απόστασης.
Όμως η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα δεν απειλείται μόνο από τα προβλήματα στα άκρα της παραγωγής και της μεταποίησης, αλλά και από την κυκλοφοριακή συμφόρηση, ειδικά σε βασικούς κόμβους. Μια μελέτη του FAO απεικονίζει με γλαφυρό τρόπο ένα πρόβλημα που έχει αρχίσει να εμφανίζεται στην πόλη Ροσάριο της Αργεντινής, τον μεγαλύτερο εξαγωγέα ζωοτροφών σόγιας:
Πρόσφατα, δεκάδες δημοτικές αρχές κοντά στην πόλη Ροσάριο εμπόδισαν την είσοδο και την έξοδο από τις πόλεις τους φορτηγών με σιτηρά, προκειμένου να επιβραδύνουν τη μετάδοση του ιού… Έτσι, οι σπόροι σόγιας δεν μεταφέρονται στα εργοστάσια σύνθλιψης, γεγονός που επηρεάζει τις εξαγωγές από την χώρα ζωοτροφών σόγιας. Παρομοίως, στην Βραζιλία, μια άλλη σημαντική χώρα εξαγωγής βασικών τροφίμων, υπάρχουν αναφορές υλικοτεχνικών εμποδίων που θέτουν σε κίνδυνο τις εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων. Διεθνώς, το κλείσιμο ενός μεγάλου λιμανιού, όπως το Σάντος στην Βραζιλία ή το Ροσάριο στην Αργεντινή, θα σημάνει την καταστροφή του παγκόσμιου εμπορίου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εξασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων είναι μια βραχυχρόνια προτεραιότητα για την αποφυγή λιμού και εξεγέρσεων για τα τρόφιμα. Όμως, το δυσάρεστο είναι ότι δεν φαίνεται να περνάει από το μυαλό του FAO και άλλων πολυμερών οργανισμών ότι η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων μεγεθύνει το φιάσκο του COVID-19. Με τον εκτοπισμό των τοπικών και περιφερειακών συστημάτων παραγωγής τροφίμων, έχει κάνει τις χώρες λιγότερο αυτάρκεις σε τρόφιμα, και έχει καταστήσει πολλές από αυτές περισσότερο ευάλωτες στις πανδημίες και άλλες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Επιπλέον, τα ίδια τα πλοία και τα αεροπλάνα στα οποία φορτώνονται τα τρόφιμα είναι φορείς μετάδοσης της νόσου σε μεγάλες αποστάσεις.
Η επέκταση της αλυσίδας
Η διατροφική κρίση του 2007-2008 και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009 θα έπρεπε να είχαν δείξει στους πολυμερείς οργανισμούς πόσο εύθραυστες είναι οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες του διατροφικού συστήματος, στην πρώτη περίπτωση, και του βιομηχανικού συστήματος, στη δεύτερη, όταν η χρηματοπιστωτική κρίση κατέληξε σε παγκόσμια ύφεση που οδήγησε στο κλείσιμο των επιχειρήσεων πολλών παγκόσμιων υπεργολάβων στην Κίνα.
Αυτές οι εξελίξεις θα έπρεπε να είχαν οδηγήσει σε έναν σοβαρό προβληματισμό για την ανθεκτικότητα του προτύπου της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, το οποίο έχει γίνει το «επιχειρησιακό μοντέλο» των δυτικών διεθνικών εταιρειών. Όμως, αντί να καταργηθεί σταδιακά, η εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων επεκτάθηκε περισσότερο, και τα περιφερειακά διατροφικά συστήματα μαράζωσαν ακόμα πιο πολύ.
Ο FAO υπολογίζει ότι η αξία του παγκόσμιου εμπορίου αγροτικών προϊόντων υπερτριπλασιάστηκε μεταξύ του 2000 και του 2016 και έφτασε περίπου τα 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια. Τα τοπικά και περιφερειακά διατροφικά συστήματα, που συνήθως καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής και κατανάλωσης, υποχωρούν συνεχώς εξ αιτίας αυτών των αλυσίδων, που κυριαρχούνται από μεγάλες εταιρείες μεταποίησης και σουπερμάρκετ, είναι εντάσεως κεφαλαίου, και έχουν σχετικά χαμηλές εισροές εργασίας σε σύγκριση με τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις μικρής κλίμακας. Σήμερα, αυτοί οι διεθνείς και περιφερειακοί γίγαντες αποτελούν περίπου το 30 ως 50 τοις εκατό των διατροφικών συστημάτων στην Κίνα, τη Λατινική Αμερική, και τη Νοτιοανατολική Ασία, και το 20 τοις εκατό των διατροφικών συστημάτων στην Αφρική και τη Νότια Ασία.
Οι ευθύνες της Κίνας
Ποιες αλλαγές στο παγκόσμιο διατροφικό σύστημα μάς παροτρύνει να κάνουμε η νίλα του COVID-19; Κατ’ αρχάς, η Κίνα πρέπει να σταματήσει να αποσταθεροποιεί τα καταφύγια άγριας ζωής. Να υπογραμμίσουμε εδώ ότι οι εξωτικές εδεσματολογικές πρακτικές της Κίνας, που συνδέονται με την παράνομη εμπορική λαθροθηρία άγριων ζώων, έχουν ήδη παραγάγει δύο πανδημίες σε λιγότερο από δύο δεκαετίες-του SARS και του COVID-19. Έτσι, το Πεκίνο φέρει την ευθύνη να εξασφαλίσει ότι η Κίνα δεν θα γίνει η πηγή μιας τρίτης πανδημίας.
Αναγνωρίζοντας τη σύνδεση της Γιουχάν με την παράνομη άγρια ζωή, η Μόνιμη Επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, που είναι το ανώτατο νομοθετικό όργανο της χώρας, έχει απαγορεύσει το εμπόριο άγριας ζωής. Επίσης, το Πεκίνο έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο Απειλουμένων με Εξαφάνιση Ειδών της Πανίδας και Χλωρίδας (CITES), και έχει νομοθετήσει χρηματική ποινή για αδικήματα που συνδέονται με την άγρια ζωή ύψους 29.441 δολαρίων, και ισόβια κάθειρξη.
Όμως, όπως μας πληροφορεί ο Μαχέντρα Λάμα, παρά ταύτα «το εμπόριο άγριας ζωής συνεχίζεται αμείωτο». Προτεραιότητα του Πεκίνου πρέπει να είναι η πραγματική εφαρμογή της νομοθεσίας, η οποία προϋποθέτει και την χρήση μεθόδων που βασίζονται σε τεχνολογίες αιχμής, «έτσι ώστε οι έμποροι άγριων ζώων, οι μάνατζερ της εφοδιαστικής αλυσίδας, και οι παγκόσμιες αποθήκες να αντιμετωπίζονται με τρόπο παρόμοιο αυτού των δρώντων της παγκόσμιας τρομοκρατίας, με την καταγραφή τους και την αυστηρή αντιμετώπισή τους όταν συλληφθούν». Η Κίνα, τονίζει σωστά ο Λάμα, «πρέπει να αντιληφθεί ότι η διατήρησή της στη θέση ενός παγκόσμιου πρωταγωνιστή είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τις τοπικές εδεσματολογικές και εμπορικές πρακτικές των υγρών αγορών που υπάρχουν σε πολλές πόλεις της».
Η Κίνα έχει να αντιμετωπίσει και μια ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση. Πρέπει να ξανασκεφτεί σοβαρά και ίσως να βάλει στο ράφι την εμβληματική Πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» (BRI). Με ένα μαζικό πρόγραμμα τρισεκατομμυρίων δολαρίων για την κατασκευή δρόμων και σιδηροδρόμων, υδροηλεκτρικών σταθμών παραγωγής και σταθμών παραγωγής με την χρήση άνθρακα, και δημιουργίας εξορυκτικών επιχειρήσεων, τα προγράμματα της BRI απειλούν, σύμφωνα με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Άγριας Φύσης, περισσότερα από 1.700 κρίσιμες περιοχές βιοποικιλότητας και 265 είδη απειλούμενα με εξαφάνιση. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται τα υψίπεδα του Μπατάνγκ Τόρου της Σουμάτρας, μια περιοχή μεγάλης βιοποικιλότητας της Ινδονησίας, όπου ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο αξίας 1,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων θέτει σε κίνδυνο τον σπάνιο ουραγκοτάγκο του Ταπανούλι, την τίγρη της Σουμάτρας, και τον παγκολίνο της Σούντα. Στις Φιλιππίνες, το χρηματοδοτούμενο από την BRI φράγμα Καλίγουα στο ορεινό νησί του Ανατολικού Λουζόν προβλέπεται ότι θα εκτοπίσει περίπου 20.000 αυτόχθονες που ζουν σε 230 εκτάρια δασών δικτεροκάρπης, και επιπλέον αποτελεί απειλή για τα σπάνια είδη χλωρίδας και πανίδας στην περιοχή -στα οποία περιλαμβάνονται η τεράστια νυχτερίδα γνωστή με το όνομα ιπτάμενη αλεπού, ο αρουραίος με τη λεπτή ουρά, η μοσχογαλή, ο αγριόχοιρος, ο αετός των Φιλιππίνων, και το ελάφι των Φιλιππίνων.
Πολλά από αυτά τα άγρια ζώα είναι ξενιστές ιών, όπως εκείνοι που προκάλεσαν τον SARS και τον COVID-19, και υπάρχει μια ισχυρή υποψία ότι ευθύνονται για τη μετάδοση των ιών από τις νυχτερίδες στους ανθρώπους. Έτσι, πολλά προγράμματα που συνδέονται με την Πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» θα αποσταθεροποιήσουν τα τοπικά οικολογικά συστήματα, συνιστώντας κίνδυνο πρόκλησης μελλοντικών πανδημιών.
Η μετάδοση ιών δεν είναι η μόνη απειλή που εγκυμονεί η Πρωτοβουλία BRI. Σύμφωνα με μια μελέτη, το δίκτυο των προβλεπόμενων δρόμων, σιδηροδρομικών γραμμών, και αγωγών θα μπορούσε να εμφυτεύσει, δίκην εισβολέων, περισσότερα από 800 είδη άγριων ζώων-στα οποία περιλαμβάνονται 98 αμφίβια, 177 ερπετά, 391 πτηνά, και 150 θηλαστικά-σε διάφορες χώρες που βρίσκονται κατά μήκος των πολλών διαδρομών της, αποσταθεροποιώντας τα οικοσυστήματά τους.
Η κινεζική κυβέρνηση πρέπει να ξανασκεφτεί σοβαρά την BRI και να τροποποιήσει ριζικά, αν όχι να καταργήσει πολλά από τα προγράμματα που συνδέονται με αυτήν για λόγους δημόσιας υγείας και οικολογίας.
Να υιοθετηθεί η διατροφική κυριαρχία ως πρότυπο παραγωγής τροφίμων
Πιθανόν το πιο σημαντικό μέτρο που μπορούμε να προτείνουμε είναι να μεταφερθεί η παραγωγή τροφίμων από την εύθραυστη, εταιρικά ελεγχόμενη και παγκοσμιοποιημένη εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων η οποία βασίζεται σε συγκεκριμένα αυστηρά κριτήρια, όπως η μείωση του μοναδιαίου κόστους, στα περισσότερο βιώσιμα τοπικά συστήματα που βασίζονται στις μικρές καλλιεργητικές μονάδες. Ενώ, βραχυχρονίως, πρέπει να διασφαλιστεί η λειτουργία των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων για να υπάρξει η βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι δεν θα λιμοκτονήσουν, ο στρατηγικός στόχος πρέπει να είναι η αντικατάστασή τους με κάποια μέτρα που μπορούν να ληφθούν από τώρα.
Υπάρχουν ισχυροί λόγοι για την αντιστροφή της τάσης προς παγκοσμιοποίηση της παραγωγής τροφίμων και την επιδίωξη μεγαλύτερης διατροφικής αυτάρκειας. Όμως, αυτό που χρειάζεται δεν είναι απλώς η εξασφάλιση της διατροφικής αυτάρκειας, αλλά η καλλιέργεια αξιών και πρακτικών που διευρύνουν την έννοια της κοινότητας, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη δημοκρατία. Η μετακίνηση προς ένα εναλλακτικό διατροφικό σύστημα έχει αποκτήσει δυναμική στις τελευταίες δεκαετίες λόγω της αυξανόμενης συνειδητοποίησης ότι ο τρόπος που παράγουμε τα τρόφιμά μας είναι ένα από τα κλειδιά για την υπέρβαση της αλλοτρίωσης στις σχέσεις των ανθρώπινων όντων και της αποξένωσης της ανθρωπότητας από τον πλανήτη.
Έχοντας επικεφαλής τους αγρότες και τους μικροκαλλιεργητές που εξακολουθούν να παράγουν περίπου το 70 τοις εκατό των παγκόσμιων τροφίμων, το κίνημα προτείνει το εναλλακτικό παράδειγμα της «διατροφικής κυριαρχίας», οι θεμελιώδεις αρχές του οποίου περιλαμβάνουν τα εξής:
• Η τοπική παραγωγή τροφίμων πρέπει να αποσυνδεθεί από τις εταιρικά κυριαρχούμενες παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, και κάθε χώρα πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να επιτύχει την διατροφική της επάρκεια. Αυτό σημαίνει ότι οι αγρότες μιας χώρας πρέπει να παράγουν τα περισσότερα τρόφιμα που καταναλώνονται σ’ αυτήν, μια συνθήκη που υπονομεύεται από την εταιρική έννοια της «διατροφικής ασφάλειας», σύμφωνα με την οποία μία χώρα μπορεί επίσης να καλύπτει ένα μεγάλο μέρος των αναγκών της σε τρόφιμα με εισαγωγές.
• Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να καθορίζουν τα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων, λαμβάνοντας υπόψη τους την «αγροτική και παραγωγική ποικιλότητα», και να μην επιτρέπουν αυτές να υποτάσσονται στο μη ρυθμισμένο διεθνές εμπόριο.
• Η τοπικοποίηση της παραγωγής τροφίμων είναι καλή για το κλίμα, δεδομένου ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της τοπικοποιημένης παραγωγής σε παγκόσμια κλίμακα είναι πολύ λιγότερες από εκείνες της γεωργίας, που βασίζεται στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
• Οι παραδοσιακές τεχνολογίες των αγροτών και των αυτοχθόνων περιέχουν μεγάλη σοφία και εκπροσωπούν την εξέλιξη μιας σε μεγάλο βαθμό αρμονικής ισορροπίας μεταξύ της ανθρώπινης κοινότητας και της βιόσφαιρας. Έτσι, η ανάπτυξη της αγροτεχνολογίας με στόχο την αντιμετώπιση των κοινωνικών αναγκών πρέπει να θεωρεί τις παραδοσιακές πρακτικές ως αφετηρία, και όχι να τις θεωρεί παρωχημένες.
Σίγουρα υπάρχουν πολλά ερωτήματα που σχετίζονται με τα οικονομικά, την πολιτική, και την τεχνολογία της διατροφικής κυριαρχίας που παραμένουν αναπάντητα, ή στα οποία οι υποστηρικτές της δίνουν ποικίλες και μερικές φορές αντιφατικές απαντήσεις. Αλλά κανένα νέο πρότυπο δεν γεννιέται τέλειο. Αυτό που του δίνει δυναμική είναι η μη αντιστρεπτή κρίση του παλιού προτύπου, και η πεποίθηση μιας κρίσιμης μάζας ανθρώπων ότι το νέο παράδειγμα είναι ο μόνος τρόπος για να ξεπεραστούν τα προβλήματα του παλιού συστήματος και να ανοίξουν νέες δυνατότητες για την εκπλήρωση εκείνων των αξιών που οι άνθρωποι θεωρούν πολύτιμες.
Όπως συμβαίνει σε κάθε νέα μορφή οργάνωσης των κοινωνικών σχέσεων, τα αναπάντητα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν, και οι αμφισημίες και οι αντιφάσεις να αμβλυνθούν, στην πράξη, γιατί η πράξη είναι η μητέρα των δυνατοτήτων.
Έχει ειπωθεί ότι ποτέ δεν πρέπει να αφήνουμε μια καλή κρίση να πάει χαμένη. Στην περίπτωση της κρίσης του COVID-19, με την ευκαιρία που δίνεται για την προώθηση της διατροφικής κυριαρχίας, ισχύει η παροιμία «ουδέν κακόν αμιγές καλού».
Walden Bello
Πηγή: Η Εποχή