Η τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή που ζούμε τις τελευταίες μέρες έγινε αφορμή για τη διατύπωση κάθε λογής θεωριών συνωμοσίας, αλλά ταυτόχρονα θεωρήθηκε από πολλές πλευρές και μια καλή αφορμή για ξεκαθάρισμα πολιτικών λογαριασμών. Ξεχωρίζει η «από τα δεξιά» επίθεση στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου, με αφορμή μια απόφαση του ΣτΕ, στην οποία υπήρξε εισηγήτρια, ενώ πρόεδρος ήταν ο Κώστας Μενουδάκος, ο σημερινός πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Πρόκειται για την απόφαση 2499/2012 της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου («Ανάπτυξη ΑΣΠΗΕ εντός αναδασωτέων εκτάσεων»), με την οποία γινόταν δεκτή η εγκατάσταση αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΣΠΗΕ), ισχύος 36 ΜW στη θέση Μελίσσι του Δήμου Θίσβης Βοιωτίας και απορρίπτονταν οι ενστάσεις του Δήμου Θηβαίων.
Σε κύριο άρθρο της η «Δημοκρατία» συνέδεε την απόφαση αυτή της Ολομέλειας του ΣτΕ με τις πρόσφατες πυρκαγιές: «Οι συμπτώσεις είναι πολλές για να είναι τυχαίες. Ηδη από το 2012 φαίνεται πως υπήρξε σχεδιασμός για επενδύσεις στο Τατόι, καθώς το ΣτΕ με απόφασή του, την οποία είχε εισηγηθεί η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, είχε κρίνει πως δύναται να αναπτυχθούν έργα εντός αναδασωτέων εκτάσεων» («Οι επενδύσεις στο Τατόι και η Σακελλαροπούλου», 6.8.2021).
Την ίδια μέρα, το «Μακελειό» επαναλάμβανε τα ίδια: «Με υπογραφή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου απόφαση του ΣτΕ νομιμοποίησε τη δημιουργία αιολικών πάρκων σε αναδασωτέες εκτάσεις, με το εύκολο επιχείρημα ότι αυτό μπορεί να συμβεί για σκοπούς ιδιαίτερης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον» («Ο ρόλος της Σακελλαροπούλου», 6.8.2021).
Δύο μέρες αργότερα, η «Εστία», του ίδιου συγκροτήματος με τη «Δημοκρατία», κατάγγειλε κι αυτή τη «σκανδαλώδη εισήγησή της [κυρίας Σακελλαροπούλου] στο ΣτΕ το 2012, που ουσιαστικά άνοιγε την κερκόπορτα για την τοποθέτηση ανεμογεννητριών σε αναδασωτέες εκτάσεις» («Με Σινούκ έκανε βόλτες η Κ. Σακελλαροπούλου την ώρα που όλοι έψαχναν πτητικά μέσα!», 8.8.2021).
Αφήνω κατά μέρος την πικρία των φανατικών υποστηρικτών του Προκόπη Παυλόπουλου που δεν μπορούν ακόμα να πιστέψουν ότι ο δικός τους άνθρωπος έχασε την ευκαιρία για μια δεύτερη θητεία στο Προεδρικό Μέγαρο. Και δεν αμφιβάλλω για τις περιβαλλοντικές ανησυχίες των κ. Φιλιππάκη, Κοττάκη και Χίου. Η καταγγελία όμως είναι σοβαρή και αξίζει να διερευνηθεί.
Η αντίφαση στο Σύνταγμα
Πίσω από το ζήτημα αυτό βρίσκεται μια εξόφθαλμη αντίφαση -ή τουλάχιστον ανακολουθία- μεταξύ δύο άρθρων του Συντάγματος που προέκυψε ήδη από την αναθεώρηση του 1975 και διατηρείται μέχρι σήμερα με την πιο πρόσφατη αναθεώρηση του 2019.
Η προστασία των δασικών εκτάσεων ορίζεται από το άρθρο 24, παρ. 1, στο οποίο σαφώς περιλαμβάνεται η δυνατότητα εξαιρέσεων: «Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον».
Αντίθετα, το άρθρο 117, παρ. 3, το οποίο αναφέρεται σε δασικές περιοχές που καταστράφηκαν από πυρκαγιά ή άλλη αιτία, δεν προβλέπει καμιά εξαίρεση: «Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για τον λόγο αυτό τον χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό».
Το δεύτερο αυτό άρθρο περιλαμβάνεται στις λεγόμενες «Μεταβατικές διατάξεις» του Συντάγματος (Τμήμα Γ΄), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει μειωμένη ισχύ. Ετσι βρισκόμαστε μπροστά στο συνταγματικό παράδοξο να παρέχεται μεγαλύτερη «προστασία» στις καμένες δασικές περιοχές από εκείνη που διαθέτει το υγιές φυσικό περιβάλλον.
Οι λόγοι που οδήγησαν τον συνταγματικό νομοθέτη να συμβιβαστεί μ’ αυτή την αντίφαση είναι πρόδηλοι. Εξάλλου το έχουν αναλύσει οι βουλευτές που πρότειναν τη σχετική προσθήκη στο σχέδιο Συντάγματος το 1975. Η αυστηρότερη προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων από τις δασικές θεσπίστηκε ως αντικίνητρο για τους λεγόμενους «οικοπεδοφάγους» της περιόδου της Μεταπολίτευσης, αυτούς που βρίσκονταν πίσω από ορισμένους εμπρησμούς δασικών εκτάσεων στο όριο οικισμών, οι οποίες στη συνέχεια μετατράπηκαν σε οικόπεδα.
Η νομολογία του ΣτΕ
Το τελικό ερώτημα είναι πώς συνδέεται η επίμαχη απόφαση του ΣτΕ το 2012 με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Τμήμα Ε΄) που άφησε εποχή για τη συμβολή του στην προστασία του περιβάλλοντος, κάτι που είχε οδηγήσει τον Αδωνι Γεωργιάδη το 2009 να καταγγείλει από το βήμα της Βουλής ότι το ΣτΕ «είναι βραχνάς στην πρόοδο της Ελληνικής Δημοκρατίας» («Οταν ο Αδωνις ζητούσε κατάργηση του ΣτΕ», «Εφ.Συν.» 15.9.2016).
Οπως επισημαίνει η Επιτροπή του ΔΣΑ για την Αναθεώρηση του Συντάγματος το 2006, «η φιλοσοφία της νομολογίας του ΣτΕ συνοψίζεται στο ακόλουθο: προ πάσης επεμβάσεως στον χώρο και εγκαταστάσεως των πάσης φύσεως δραστηριοτήτων πρέπει να προηγείται ο συνολικός χωροταξικός σχεδιασμός, με την εκπόνηση γενικών χωροταξικών και περιφερειακών χωροταξικών σχεδίων, σε συνδυασμό με την κατάρτιση δασολογίου και κτηματολογίου.
Δηλαδή το ΣτΕ όχι μόνο δεν εμπόδισε τις επενδύσεις, αλλά παρακίνησε τον Νομοθέτη και τη Διοίκηση να υλοποιήσουν τη συνταγματική περί σχεδιασμού υποχρέωσή τους, να “ξεκαθαρίσουν” τους κανόνες του παιχνιδιού, ούτως ώστε ο καθένας να γνωρίζει εκ των προτέρων πού, πότε και πώς μπορεί να ασκηθεί κάθε επιχειρηματική και μη δραστηριότητα, όπως γίνεται σε όλες τις πολιτισμένες χώρες. Η μεθοδολογία και η φρασεολογία της νομολογίας του ΣτΕ επηρέασε ενίοτε και τον ίδιο τον Νομοθέτη, όπως Ν. 2742/1999 περί χωροταξικού σχεδιασμού» («Νομικός Φάκελος», τ. 14, σ. 11).
Αυτόν τον όρο πληροί απολύτως η απόφαση 2499/2012 ΣτΕ, αναφερόμενη στην υπό εξέταση περίπτωση, συνδέοντάς τη με το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις ΑΠΕ. Αλλωστε ήταν η Κατερίνα Σακελλαροπούλου εκείνη που ως αντιπρόεδρος του ΣτΕ είχε συντάξει μελέτη το 2016 για το ζήτημα, επισημαίνοντας ότι «την πρόσφατη νομολογία του Ε΄ Τμήματος απασχόλησαν σε σημαντικό βαθμό τα ειδικά χωροταξικά πλαίσια, τα οποία, παρά τη ρητή συνταγματική πρόβλεψη του άρθρου 24 παρ. 2, εκδόθηκαν από το 2008 κι ύστερα, 33 χρόνια μετά την ψήφιση του Συντάγματος» («Νομολογία του Ε΄ Τμήματος σε θέματα χωροταξίας και περιβαλλοντικής αδειοδότησης»).
Η επισήμανση έχει ιδιαίτερη σημασία μετά την πρόσφατη τεράστια καταστροφή. Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για την ανάθεση της αναδάσωσης σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, που μάλιστα θα εκπονούν οι ίδιες τη σχετική μελέτη, βρίσκονται σε απόλυτη αντίθεση με τον δημόσιο χαρακτήρα του χωροταξικού σχεδιασμού. Αν δεν προηγηθεί αυτός ο σχεδιασμός που προβλέπει το άρθρο 24.1 και 2 του Συντάγματος, οι πυρόπληκτες περιοχές διατρέχουν τώρα τον κίνδυνο μιας δεύτερης καταστροφής.
Εμπρησμοί «υπέρ του περιβάλλοντος»
Η επίμαχη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ το 2012 περιλαμβάνει στο σκεπτικό της την ακόλουθη ανάλυση: «Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης είχε τη βούληση να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αναδασωτέων εκτάσεων ακόμη και για σκοπούς ιδιαίτερης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον, αφού η απαγόρευση θα είχε ως συνέπεια να καταστεί αδύνατη η ικανοποίηση υπέρτερων δημόσιων σκοπών, λόγω του γεγονότος ότι προηγήθηκε καταστροφή της δασικής βλάστησης, που ενδεχομένως, μάλιστα, να προκλήθηκε, με σκοπό τη ματαίωση του έργου. Ως εκ τούτου [η ρύθμιση του άρθρου 117.3] είναι ερμηνευτέα στο πλαίσιο του επιδιωκόμενου με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 σκοπού, [επομένως] δεν αποκλείεται η θέσπιση από τον νομοθέτη ρυθμίσεως, διά της οποίας παρέχεται η δυνατότητα σε εξαιρετικές περιπτώσεις να εγκριθεί επέμβαση σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ακόμη και πριν ανακτήσει τη δασική μορφή της».
Το υπονοούμενο που αφήνει αυτή η ανάλυση είναι σαφές: η συνταγματική αντίφαση αποδεικνύεται προβληματική, εφόσον μπορεί κάποιος εμπρησμός να προκαλείται με στόχο τη ματαίωση ενός έργου, το οποίο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του άρθρου 24.1 αλλά όχι του 117.3! Ας ληφθεί υπόψη ότι την περίοδο που συνεδρίασε η Ολομέλεια του ΣτΕ που εξέδωσε την απόφαση 2499/2012 ήταν πρόσφατα τα βίαια επεισόδια της Κερατέας και οι συγκρούσεις των ΜΑΤ με κατοίκους που διαφωνούσαν για τη χωροθέτηση ΧΥΤΑ στην περιοχή τους. Ηταν τότε που ο κ. Βορίδης (Φεβρουάριος 2011) συμβούλευε τους εξεγερμένους κατοίκους να φτάσουν μέχρι το τέλος τις κινητοποιήσεις τους, ειρωνευόταν τις συζητήσεις για εμπρησμούς με φωτοβολίδες και προπάνιο και προσέφερε τη νομική του αρωγή: «Εάν θεωρείτε ότι χρειάζεται και κάποια ανάγκη νομικής στήριξης, θα μου το πείτε» (το σχετικό βίντεο στην «Εφ.Συν.»).
Τη σύνδεση αυτή μας θυμίζει η Θεοδότα Νάντσου, διευθύντρια περιβαλλοντικής πολιτικής του WWF: «Για την Ιστορία, ήμουν στο ακροατήριο όταν δικάστηκε η πολύκροτη αυτή υπόθεση. Οι δικαστές έλαβαν αυτή την απόφαση ύστερα από συζήτηση που αφορούσε και το “κίνητρο” που έχει κάποιος να κάψει έκταση για να σαμποτάρει ένα έργο, προβληματισμός ο οποίος εκφράστηκε από δικαστές και σε άλλη δίκη. Είχαν προηγηθεί τα επεισόδια σε περιοχές της Αττικής κατά της κατασκευής χώρων ταφής απορριμμάτων. Με την απόφαση αυτή, αφαιρείται κάθε κίνητρο εμπρησμού που να αφορά αιολικά (υπέρ ή κατά της χωροθέτησής τους) σε εκτάσεις που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες» (ανάρτηση στο facebook, 9.8.2021).
Στην απόφαση 2499/2012 του ΣτΕ υπήρξαν βέβαια δικαστές που μειοψήφησαν, θεωρώντας ότι επικρατεί η απαγόρευση του 117.3. Αλλά η κατάληξη του Ανώτατου Δικαστηρίου δεν έπεσε από τον ουρανό. Σε όλο αυτό το διάστημα που μεσολάβησε από το 1975 επιχειρήθηκε να λυθεί η αντίφαση με μια σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων. Ηδη από το 1979 ψηφίστηκε ο εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος 998, με τον οποίο ορίζονταν οι πρώτες εξαιρέσεις από τον ορισμό του 117.3, επιτρέποντας στρατιωτικά έργα ακόμα και σε αναδασωτέες εκτάσεις. Οι διατάξεις αυτές εξειδικεύτηκαν με τις ρυθμίσεις των ν. 1734/1987, 1822/1988 και 2773/1999.
Και τελικά ψηφίστηκε ο ν. 2941/2001 με τον οποίο σαφώς περιλαμβάνονται οι ΑΠΕ στις εξαιρέσεις της συνταγματικής πρόβλεψης: «Η παραπάνω γενική απαγόρευση δεν ισχύει εφόσον πρόκειται για εκτέλεση στρατιωτικών έργων που αφορούν άμεσα την εθνική άμυνα της χώρας, για διανοίξεις δημόσιων οδών, για την κατασκευή και εγκατάσταση αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων, για την κατασκευή και εγκατάσταση έργων ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς και δικτύων σύνδεσής τους με το Σύστημα ή το Δίκτυο του άρθρου 2 του ν. 2773/1999, η χάραξη των οποίων προβλέπει διέλευσή τους από δάσος ή δασική έκταση».
Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ Γεώργιο Καραβοκύρη, η απόφαση 2499/2012 ΣτΕ συνδέεται με τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας (οδηγία Ε.Ε. το 2001 και Πρωτόκολλο Κιότο) για την «πράσινη ενέργεια», επιλύει την «ένταση» μεταξύ των άρθρων 24.1 και 117.3 του Συντάγματος και «αντιμετωπίζει μια στρέβλωση: την καταστροφή/αποψίλωση δασών για να μη γίνει σε αυτά καμία απολύτως τέτοια χρήση (π.χ. ΑΠΕ, ΧΥΤΑ). Κοντολογίς, [πλέον] δεν χρειάζεται να κάψει κανείς το δάσος για να εγκαταστήσει ΑΠΕ (αντιθέτως, η φωτιά ήταν ο πιο ασφαλής τρόπος για να αποτραπεί το έργο). Ούτε το μείζον ερμηνευτικό στοίχημα του νομικού πλαισίου -και της απόφασης του ΣτΕ που υπερβαίνει τη γραμματική ερμηνεία- είναι η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία, αλλά η ίδια η προστασία του περιβάλλοντος» (ανάρτηση στο facebook, 8.8.2021).
Δημήτρης Ψαρράς
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών