Για να καταλάβει κανείς την πραγματική ιστορία της πρόσφατης κρίσης στη Βραζιλία, αρκεί να δει ποιος προαλείφεται για πρόεδρος και ποιοι θα αναλάβουν τις καίριες θέσεις στην οικονομία. Διεφθαρμένοι πολιτικοί, ισχυροί οικονομικοί παράγοντες και μηντιάρχες συνωμοτούν προκειμένου να αποπέμψουν μια μετριοπαθή αριστερή κυβέρνηση και να ακυρώσουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις των τελευταίων χρόνων.
Δεν είναι εύκολο για ένα ξένο να κατανοήσει τις αντικρουόμενες αφηγήσεις σχετικά με την πολιτική κρίση της Βραζιλίας και τη συνεχιζόμενη προσπάθεια να αποπεμφθεί η Πρόεδρός της Ντίλμα Ρούσεφ, η οποία επανεξελέγη μόλις πριν από 18 μήνες με 54 εκατομμύρια ψήφους. Όμως το καλύτερο εργαλείο για να κατανοήσει κανείς τον πραγματικά αντιδημοκρατικό χαρακτήρα όσων συμβαίνουν εκεί είναι να δει ποιο είναι το πρόσωπο που οι Βραζιλιάνοι ολιγάρχες και τα μηντιακά τους όργανα προσπαθούν να εγκαταστήσουν ως πρόεδρο: τον στιγματισμένο για διαφθορά, βαθιά αντιδημοφιλή υπηρέτη τον ολιγαρχών, Αντιπρόεδρο Μισέλ Τέμερ. Έτσι φωτίζεται πραγματικά το τι πραγματικά συμβαίνει, και γιατί ο κόσμος πρέπει να είναι βαθιά ενοχλημένος.
Ο Σιμόν Ρομέρο, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στη Βραζιλία, πήρε συνέντευξη από τον Τέμερ αυτή την εβδομάδα, και να πώς αρχίζει το εξαιρετικό άρθρο του:
«Ρίο ντε Τζανέιρο. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι μόνο το 2% των Βραζιλιάνων θα τον ψήφιζαν. Βρίσκεται υπό έλεγχο μετά από μαρτυρία που τον συνδέει με ένα κολοσσιαίο σκάνδαλο χρηματισμού. Ταυτόχρονα, ένα ανώτερο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το Κογκρέσο θα πρέπει να εξετάσει τη διαδικασία μομφής εναντίον του.
Ο Μισέλ Τέμερ, αντιπρόεδρος της Βραζιλίας, ετοιμάζεται να αναλάβει τα ηνία της Βραζιλίας τον επόμενο μήνα, εάν η Γερουσία αποφασίσει να οδηγήσει την πρόεδρο Ντίλμα Ρούσεφ σε δίκη».
Ποιος λογικός άνθρωπος θα πίστευε ότι η οργή κατά της διαφθοράς κινεί την προσπάθεια των ελίτ για αποπομπή της Ντίλμα, όταν την ίδια στιγμή εγκαθιστούν στη θέση του προέδρου κάποιον που κατηγορείται για πολύ σοβαρότερη διαφθορά από εκείνη; Πρόκειται προφανώς για φάρσα. Υπάρχει όμως κάτι ακόμα χειρότερο.
Αυτό που βρίσκεται στην τρίτη θέση της ιεραρχίας για την προεδρία, ακριβώς πίσω από τον Τέμερ, έχει εκτεθεί ως ξεδιάντροπα διεφθαρμένος: πρόκειται για τον ευαγγελικό ζηλωτή και Πρόεδρο της Βουλής Εντουάρντο Κούνια. Είναι αυτός που ηγήθηκε της διαδικασίας μομφής, παρόλο που πέρυσι πιάστηκε να διοχετεύει κρυφά εκατομμύρια δολάρια από δωροδοκίες σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, αφού είχε ήδη πει ψέματα στο Κογκρέσο, όταν αρνήθηκε πως είχε σχέση με οποιονδήποτε λογαριασμό σε ξένες τράπεζες. Όταν ο Ρομέρο ρώτησε τον Τέμερ σχετικά με τη στάση του απέναντι στον Κούνια, όταν πάρει την εξουσία, ο τελευταίος απάντησε ως εξής:
«Ο κ. Τέμερ υπερασπίστηκε τον εαυτό του και υψηλά ιστάμενους συμμάχους του που βρίσκονται κάτω από ένα νέφος κατηγοριών για τη σκευωρία. Εξέφρασε την υποστήριξή του στον εμπλεκόμενο σε σκάνδαλα Εντουάρντο Κούνια, τον Πρόεδρο της Κάτω Βουλής που ηγείται της πρότασης μομφής στο Κογκρέσο, λέγοντας ότι δεν θα ζητήσει από τον κ. Κούνια να παραιτηθεί. Ο κ. Κούνια θα είναι ο επόμενος στη σειρά για την προεδρία, σε περίπτωση που ο κ. Τέμερ αναλάβει».
Αυτό και μόνο αποδεικνύει την τεράστια απάτη που λαμβάνει χώρα εδώ. Όπως έγραψε στον Guardian ο συνεργάτης μου Ντέιβιντ Μιράντα: «Είναι πλέον σαφές ότι η διαφθορά δεν είναι η αιτία της προσπάθειας να αποπέμψουν τη δύο φορές εκλεγμένη πρόεδρο της Βραζιλίας· η διαφθορά είναι μάλλον απλώς το πρόσχημα». Σε απάντηση, οι μηντιακές ελίτ της Βραζιλίας θα ισχυριστούν (όπως έκανε ο Τέμερ) ότι, μόλις παραπεμφθεί η Ντίλμα, τότε είναι βέβαιο ότι θα κληθούν να λογοδοτήσουν κι άλλοι διεφθαρμένοι πολιτικοί, γνωρίζουν όμως ότι αυτό είναι ψέμα, και η σοκαριστική υποστήριξη του Τέμερ στον Κούνια το καθιστά σαφές. Πράγματι, δημοσιεύματα δείχνουν ότι ο Τέμερ σχεδιάζει να διορίσει Γενικό Εισαγγελέα ‒κυβερνητική θέση-κλειδί για τη διερεύνηση της διαφθοράς‒ έναν πολιτικό τον οποίο προώθησε ειδικά για αυτή τη θέση ο Κούνια. Όπως εξηγεί ο Μιράντα, «το πραγματικό σχέδιο πίσω από την πρόταση παραπομπής της Ρούσεφ είναι να θέσει τέλος στη συνεχιζόμενη έρευνα, προστατεύοντας έτσι τη διαφθορά, και όχι τιμωρώντας τη».
Υπάρχει όμως ένα ακόμη πιο σημαντικό κίνητρο πίσω από όλα αυτά. Δείτε ποιος πρόκειται να αναλάβει την οικονομία και τα δημοσιονομικά της Βραζιλίας μόλις ακυρωθεί η εκλογική νίκη της Ντίλμα. Πριν από λίγες εβδομάδες, το Reuters ανέφερε ότι η πρώτη επιλογή του Τέμερ για τη διοίκηση της κεντρικής τράπεζας είναι ο πρόεδρος της Goldman Sachs στη Βραζιλία Πάουλο Λέμε. Λίγες μέρες νωρίτερα, το Reuters ανέφερε ότι «ο Μουρίλο Πορτουγκάλ, ο επικεφαλής του πιο ισχυρού τραπεζικού λόμπι της Βραζιλίας» ‒και επί μακρόν υψηλό στέλεχος του ΔΝΤ‒ «έχει αναδειχθεί ως ισχυρός υποψήφιος για τη θέση του υπουργού Οικονομικών, αν ο Τέμερ πάρει την εξουσία». Ο Τέμερ δεσμεύτηκε επίσης ότι θα υιοθετήσει τη λιτότητα για τον πληθυσμό της Βραζιλίας που ήδη υποφέρει: «Προτίθεται να συρρικνώσει την κυβέρνηση» και να «περικόψει τις δαπάνες.»
Σε μια τηλεδιάσκεψη με την JP Morgan τις προηγούμενες ημέρες, ο επίτιμος διευθύνων σύμβουλος της Banco Latinoamericano de Comercio Exterior Ρούμπενς Αμαράλ περιέγραψε ρητά την πρόταση παραπομπής της Ντίλμα ως «ένα από τα πρώτα βήματα για την εξομάλυνση στη Βραζιλία», και είπε ότι εάν η νέα κυβέρνηση Τέμερ εφαρμόσει τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που η οικονομική κοινότητα επιθυμεί, τότε «οπωσδήποτε θα υπάρξουν ευκαιρίες». Οι πληροφορίες για τα άτομα που θα επιλέξει να διορίσει ο Τέμερ υποδηλώνουν έντονα ότι ο κ. Αμαράλ ‒και οι πλουτοκράτες συνάδελφοί του‒ θα μείνουν ευχαριστημένοι.
Στο μεταξύ, τα όργανα των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης της Βραζιλίας, Globo, Abril (Veja), Estadão –για τα οποία μιλά εκτενώς ο Μιράντα‒ ουσιαστικά υποστηρίζουν σύσσωμα την πρόταση παραπομπής –και αυτό χωρίς να επιτρέπουν τον αντίλογο‒ και εξαρχής υποκινούν τις διαδηλώσεις. Γιατί είναι αυτό αποκαλυπτικό; Οι «Δημοσιογράφοι χωρίς σύνορα» τις προηγούμενες ημέρες δημοσιοποίησαν την Κατάταξη Ελευθερίας του Τύπου για το 2016 κατατάσσοντας τη Βραζιλία 103η στον κόσμο, λόγω της βίας εναντίον των δημοσιογράφων, αλλά και εξαιτίας αυτού του καίριου στοιχείου: «Η ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης εξακολουθεί να είναι συγκεντρωμένη, ιδιαίτερα στα χέρια μεγάλων βιομηχανικών οικογενειών που συχνά είναι κοντά στην τάξη των πολιτικών». Δεν είναι πεντακάθαρο τι συμβαίνει εδώ;
Για να συνοψίσουμε: Οι οικονομικές και μηντιακές ελίτ της Βραζιλίας ισχυρίζονται ότι η διαφθορά είναι ο λόγος για την αποπομπή της δύο φορές εκλεγμένης προέδρου, ενώ την ίδια στιγμή συνωμοτούν για να εγκαταστήσουν και να ενισχύσουν τις πιο διεφθαρμένες πολιτικές προσωπικότητες της χώρας. Οι ολιγάρχες της Βραζιλίας θα έχουν καταφέρει να απομακρύνουν από την εξουσία μια μετριοπαθή αριστερή κυβέρνηση, που κέρδισε τέσσερις συνεχόμενες εκλογές εν ονόματι της εκπροσώπησης των φτωχών της χώρας, και κυριολεκτικά παραχωρούν τον έλεγχο της βραζιλιάνικης οικονομίας (έβδομης μεγαλύτερης στον κόσμο) στην Goldman Sachs και τους λομπίστες της τραπεζικής βιομηχανίας.
Η απάτη που διαπράττεται εδώ είναι τόσο κραυγαλέα όσο και καταστροφική. Πρόκειται όμως για ένα κοινό μοτίβο, που έχει κατ’ επανάληψη ακολουθηθεί σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, όταν μια μικρή ελίτ επιχειρεί έναν αυτοπροστατευτικό και ιδιοτελή πόλεμο ενάντια στις βασικές αρχές της δημοκρατίας. Η Βραζιλία, η πέμπτη πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου, υπήρξε φωτεινό παράδειγμα για το πώς μια νεαρή δημοκρατία μπορεί να ωριμάσει και να ευδοκιμήσει. Τώρα όμως, αυτοί οι δημοκρατικοί θεσμοί και αρχές γίνονται στόχος μιας ολομέτωπης επίθεσης από τις ίδιες οικονομικές και μηντιακές φατρίες που κατέστελλαν τη δημοκρατία και επέβαλλαν την τυραννία σε αυτή τη χώρα για δεκαετίες.
Μετάφραση: Γιώργος Τσιρίδης
Πηγή: The Intercept