«Οι νέοι δεν γνωρίζουν ιστορία»: μια διαπίστωση που ακούγεται τόσο συχνά, ώστε να θεωρείται πλέον κοινότοπη. Οι περισσότεροι από όσους την επαναλαμβάνουν αβασάνιστα, υποθέτουν ότι οι παλαιότερες γενιές γνώριζαν ιστορία (κάτι το οποίο είναι συζητήσιμο και δύσκολα αποδεικνύεται) και, το κυριότερο, δεν θέτουν το κρίσιμο ερώτημα: «γιατί συμβαίνει αυτό;». Η ειλικρινής απάντηση είναι ότι τους περισσότερους μαθητές δεν τους ενδιαφέρει η ιστορία, το θεωρούν ένα βαρετό μάθημα, γεμάτο άχρηστες πληροφορίες τις οποίες, επιπλέον, θα πρέπει να αποστηθίσουν. Με λίγα λόγια το πρόβλημα δεν είναι η νέα γενιά, αλλά η διδασκαλία της ιστορίας στα σχολεία.
Τι γνωρίζουν για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία οι μαθητές που τελειώνουν το σχολείο; Στο εγχειρίδιο ιστορίας της Γ΄ Λυκείου «Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου (από το 1815 έως σήμερα)» που υπερβαίνει τις 200 σελίδες, η Αντίσταση «στριμώχνεται» σε μισή σελίδα, ο Εμφύλιος καταλαμβάνει αντίστοιχη έκταση, ενώ η δικτατορία λίγο μεγαλύτερη. Με άλλα λόγια, τρεις κρίσιμες ιστορικές στιγμές που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ελλάδα δεν αναδεικνύονται, δεν αναλύονται, αλλά αντίθετα υποβαθμίζονται μέσα σε ένα όγκο άλλων πληροφοριών, γεγονότων, ημερομηνιών, προσώπων. Υιοθετώντας μια λογική ότι ο μαθητής πρέπει να τα γνωρίζει όλα, τελικά δεν μαθαίνει ουσιαστικά τίποτα –στην καλύτερη περίπτωση απομνημονεύει κάποια γεγονότα και ημερομηνίες.
Τι είδους σκέψη καλλιεργείται στο σχολείο σε σχέση με το παρελθόν; Η ιστορία παρουσιάζεται στο εγχειρίδιο ως μια γραμμική διαδοχή γεγονότων, χωρίς ποτέ ο μαθητής να παρακινείται να θέσει τα ερωτήματα που πάντα θέτει ο ιστορικός στο παρελθόν: γιατί και πώς συνέβη κάτι; Η ιστορία ως τρόπος σκέψης και κατάκτησης γνώσης για το παρελθόν απονεκρώνεται, καθώς αντικαθίσταται από τη στείρα συσσώρευση πληροφοριών. Όταν επιχειρείται η εξήγηση των γεγονότων του παρελθόντος, τότε αυτή συχνά καταλήγει σε ηρωικά στερεότυπα, που λίγη σχέση έχουν με την ιστορική ερμηνεία. Για παράδειγμα, ο μαθητής διαβάζει ότι «η ανάπτυξη ενός ισχυρού κινήματος Εθνικής Αντίστασης στην κατεχόμενη Ελλάδα υπήρξε το αποτέλεσμα της άρνησης του ελληνικού λαού να συμβιβαστεί με το καθεστώς της τριπλής εχθρικής κατοχής –Γερμανών, Ιταλών, Βουλγάρων -σε βάρος των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του». Δηλαδή, το κίνημα της Αντίστασης δημιουργήθηκε επειδή οι Έλληνες είναι …από τη φύση τους ασυμβίβαστοι και όχι επειδή υπήρξε η πείνα, ο διαμελισμός της χώρας, η ασυδοσία και βαρβαρότητα των στρατευμάτων κατοχής και, βέβαια, η πολιτική πρωτοβουλία να οργανωθεί συλλογικός αγώνας για την απελευθέρωση της χώρας.
Τέλος στα ταμπού
Η υποβάθμιση των κρίσιμων περιόδων ή ζητημάτων της σύγχρονης ιστορίας δηλώνει και την αμηχανία μπροστά σε φαινόμενα που δεν μπορούν να ενταχθούν σε μια ηρωϊκή εθνική αφήγηση του παρελθόντος, στην οποία οι Έλληνες πρωταγωνιστούν είτε ως ήρωες είτε ως θύματα. Η ελληνική κοινωνία είναι αρκετά ώριμη και δεν θα πρέπει να υπάρχουν ταμπού ως προς τι θα πρέπει να διδάσκονται οι μαθητές. Η σιωπή για τα «ευαίσθητα θέματα» (όπως π.χ. οι μειονότητες) ή τις «σκοτεινές περιόδους» (όπως π.χ. ο Εμφύλιος) αποτελεί το καλύτερο έδαφος για να αναπτυχθούν μύθοι και διαστρεβλώσεις, που οδηγούν τελικά στην παραχάραξη της ιστορίας. Αντίθετα, η διδασκαλία των «δύσκολων» ζητημάτων μπορεί να εξάψει την περιέργεια, να προκαλέσει την ενεργητική συμμετοχή των μαθητών και τη συζήτηση στην τάξη, και με αυτόν τον τρόπο να αντιληφθούν οι μαθητές τη συνθετότητα της ιστορικής εξέλιξης ενάντια στις απλοϊκές εξηγήσεις.
Χρειάζεται μια ουσιαστική αναμόρφωση του μαθήματος της ιστορίας στα σχολεία: της ύλης, των εγχειριδίων, του τρόπου διδασκαλίας του μαθήματος. Θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ιστορία του εικοστού αιώνα, καθώς αυτή είναι πιο απαραίτητη για να κατανοήσει η νέα γενιά τον κόσμο στον οποίο γεννήθηκε και μεγαλώνει. Να εγκαταλειφθεί η ιδέα ότι «οι μαθητές πρέπει να τα μάθουν όλα» και το μάθημα να εστιάσει μόνο στις κρίσιμες εξελίξεις, ώστε ο εκπαιδευτικός να μπορεί να εμβαθύνει. Κυρίως, η ιστορία πρέπει να διδάσκεται με τέτοιο τρόπο, ώστε οι μαθητές να αντιληφθούν ότι η ιστορία δεν είναι «νεκρή γνώση» και άχρηστες πληροφορίες, αλλά η σχέση μας με το παρελθόν. Ένα παρελθόν που δεν εγκλωβίζεται στις σελίδες του σχολικού εγχειριδίου, αλλά συντίθεται μέσα από τη σχέση που αναπτύσσουμε με τις παλαιότερες γενιές, τα υλικά κατάλοιπα του παρελθόντος, τα μνημεία, τα ίχνη της ιστορίας στις πόλεις που ζούμε. Εάν γίνουν αυτές οι αλλαγές, τότε είναι πολύ πιθανό η νέα γενιά θα ενδιαφερθεί για την ιστορία και το παρελθόν.
Ο Πολυμέρης Βόγλης διδάσκει σύγχρονη ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Πηγή: Η Εποχή