Βίντεο

Θεανώ Φωτίου: Η Νέα Αριστερά θέλει ποιοτική παιδεία για όλα τα παιδιά που μόνο ένα δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης μπορεί να το παρέχει

“Η Νέα Αριστερά δεν θέλει νησίδες δήθεν αριστείας όπως η κυβέρνηση της ΝΔ διαφημίζει τα Ωνάσεια Σχολεία αλλά ένα αρχιπέλαγος ποιοτικής παιδείας για όλα τα παιδιά που μόνο ένα δημόσιο, δωρεάν κι επαρκώς χρηματοδοτημένο σύστημα εκπαίδευσης μπορεί να το παρέχει.
Κατά την ομιλία μου στην Ολομέλεια για το σ/ν του Υπουργείου Παιδείας για τα Ωνάσεια Σχολεία, ανέφερα, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Η κυβέρνηση της ΝΔ παραχωρεί κρίσιμα ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής σε ιδιώτες παρόλο που το Συντάγματος ρητά ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι η ανάπτυξη και η προαγωγή της διδασκαλίας είναι υποχρέωση του Κράτους. Αυτό όμως δεν είναι το μόνο πρόβλημα.
Το σοβαρότερο πρόβλημα του ν/σ διαρθρώνεται σε τρία επίπεδα.
Το πρώτο επίπεδο είναι ότι με αυτό το νομοθέτημα συνεχίζεται η αντιεκπαιδευτική, ταξική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πολιτική που ενώ ενισχύει τους ταξικούς φραγμούς και διευρύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες προωθείται υπό τις επικοινωνιακές πομφόλυγες των δήθεν «νησίδων αριστείας», της «πολυτυπίας των σχολείων» και της ενίσχυσης περιοχών όπου διαβιούν ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Το δεύτερο επίπεδο είναι ότι η πολιτική της ΝΔ υπονομεύει ευθέως και εσκεμμένα την ποιότητα της δημόσιας παιδείας, εν προκειμένω του Γυμνασίου και του Λυκείου. Διότι η κατηγοριοποίηση σχολείων με βάση επιδόσεις μαθητών είναι αντιπαιδαγωγική, έχει αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα. Αυτό έχει τεκμηριωθεί θεωρητικά και εμπειρικά – όπως εξήγησαν τόσο η αγορήτρια όσο και η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος της Νέας Αριστεράς, η Μερόπη Τζούφη και η Σία Αναγνωστοπούλου – Sia Anagnostopoulou ιδίως στις ΗΠΑ και το ΗΒ που επέβαλαν αστόχαστα τέτοια συστήματα κατακερματισμού του εκπαιδευτικού συστήματος.
‘Εθεσα το ερώτημα αν οι καλύτεροι (ακαδημαϊκά) μαθητές μιας περιοχής π.χ. της Κυψέλης που θα δημιουργηθεί Ωνάσειο συγκεντρωθούν σε αυτό (δλδ το 60% από την Κυψέλη και το 40% από το Λεκανοπέδιο) τι θα συμβεί με την (ακαδημαϊκή) ποιότητα όλων των υπόλοιπων σχολείων, τα οποία είναι και η συντριπτική πλειοψηφία; Το παράδειγμα της Κυψέλης, συμπλήρωσε, είναι χαρακτηριστικό γιατί εκεί έγινε πρόσφατα σύσκεψη όλων, εκπαιδευτικών, γονιών, μαθητών, των πάντων. Και είπανε ότι είναι κατηγορηματικά αντίθετοι στην ίδρυση Ωνάσειου Σχολείου το οποίο θα γινόταν με τη συγχώνευση του 60ου Γυμνασίου και του 15ου Γυμνασίου. Αντίστοιχα αντίθετοι ήταν και με την μετατροπή σε Ωνάσειο του 15ου Λυκείου. Αυτό συνέβη γιατί τα παιδιά που δεν θα καταφέρουν να περάσουν τις εξετάσεις και άρα δεν θα γραφτούν στο σχολείο της γειτονιάς τους θα μεταφερθούν σε γειτονικά σχολεία στα οποία οι διαθέσιμες θέσεις είναι από ελάχιστες έως μηδαμινές ή, ακόμα χειρότερα, θα αναγκαστούν να αλλάξουν γειτονιά.
Επίσης, ρώτησα τους συναδέλφους μου αλλά και τους γονείς που τους ακούγεται θετικά αυτή η ιστορία, αν έχουν συνειδητοποιήσει πόσο αντιπαιδαγωγικό αλλά και ψυχοφθόρο είναι το σύστημα στο οποίο πάνε να βάλουν τα παιδιά τους. Ανέφερα μάλιστα προσωπική, οδυνηρή εμπειρία που όπως είπα με «κυνηγάει» σε όλη μου τη ζωή.
Προφανώς, όλα αυτά η κυβέρνηση τα γνωρίζει. Γι’ αυτό μίλησα για εσκεμμένη πολιτική υποβάθμισης του δημόσιου συστήματος. Η υποβάθμιση ανοίγει το δρόμο σε ιδιωτικές δομές εκπαίδευσης όπως το κάνουν μείζονες κυβερνητικές παρεμβάσεις. Θύμισα ότι η βάση του 10 απέκλεισε δεκάδες χιλιάδες μαθητές από τα δημόσια πανεπιστήμια για να τους στείλει στα ιδιωτικά κολλέγια ή τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, όσους βέβαια μπορούσαν να αντέξουν τα δίδακτρα.
Το τρίτο επίπεδο είναι ότι αυτή η αντιεκπαιδευτική πολιτική της ΝΔ δεν είναι μόνο κοινωνικά άδικη καθώς στερεί από την πλειοψηφία της νεολαίας δημόσια, δωρεάν και ποιοτική παιδεία αλλά είναι και άκρως αντιαναπτυξιακή. Τα αποτελέσματα της ήδη φαίνονται στις ελλείψεις ειδικευμένου εργατικού δυναμικού στον ψηφιακό τομέα, τον ενεργειακό τομέα, τις κατασκευές και το νοσηλευτικό προσωπικό.
Η Νέα Αριστερά, υπογράμμισα, δεν θέλει «νησίδες (δήθεν) αριστείας», αλλά ένα αρχιπέλαγος ποιοτικής εκπαίδευσης. Και αυτό μόνο ένα δημόσιο σύστημα δωρεά, ποιοτικής εκπαίδευσης μπορεί να το παρέχει.
Γι’ αυτό η Νέα Αριστερά προτείνει και αγωνίζεται να αυξηθεί η χρηματοδότηση της δημόσιας Παιδείας τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ ώστε να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις στις υποδομές, το προσωπικό και τα διδακτικά υλικά, και οι εκπαιδευτικοί να πληρώνονται επιτέλους ότι τους αξίζει και όχι τους μισθούς πείνας που λαμβάνουν σήμερα, ειδικά οι πρωτοδιόριστοι. Για να γίνουν όμως αυτά και πολλά άλλα χρειάζεται να φτιαχτεί ένα μέτωπο αριστερών, προοδευτικών και οικολογικών δυνάμεων που θα αμφισβητήσει την κυριαρχία της ΝΔ και θα ανακόψει την άνοδο της ακροδεξιάς.”