Μετά τον σκληρό χειμώνα του 2022-23 και ανεξάρτητα από την τροπή ή την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, τίποτε δεν θα είναι όπως μέχρι τώρα στους ευρωπαϊκούς και διατλαντικούς συσχετισμούς.
Οι ισορροπίες που διαμορφώθηκαν μετά το 1989-91 δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να είναι το σημείο επανεκκίνησης τόσο για τη διατλαντική σχέση όσο και για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Δεν είμαστε στο 1947, την ημερομηνία έναρξης του Ψυχρού Πολέμου, με την εξαγγελία του δόγματος Τρούμαν και του Σχεδίου Μάρσαλ.
Τότε η στοίχιση με τις ΗΠΑ δεν εγγυόταν μόνο την ασφάλεια των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και την κάλυψη του κόστους της μεταπολεμικής τους ανασυγκρότησης και ανοικοδόμησης.
Το 1947 δεν ήταν το 1920, όταν η Γερουσία απέρριψε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών με τις ΗΠΑ να παλινδρομούν στον απομονωτισμό.
Η διακομματική συναίνεση του Κογκρέσου στην ανάληψη από τις ΗΠΑ παγκόσμιων ευθυνών ήταν δεδομένη πριν από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1945.
Σήμερα ουδείς μπορεί να διακινδυνεύσει την πρόβλεψη για το αν οι ΗΠΑ, που διέρχονται μια ζώνη έντονων κοινωνικών και πολιτικών αναταράξεων, δεν θα παλινδρομήσουν στον ιδιότυπο επιθετικό απομονωτισμό της τετραετίας 2016-20 με τον Τραμπ ή με έναν υποψήφιο της επιλογής του να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο.
Μέχρι η παγκόσμια στρατηγική των ΗΠΑ να σταθεροποιηθεί, οι προσπάθειες του Μπάιντεν να αναζωογονήσει το ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία αλλά και να συσπειρώσει τα κράτη της περιοχής Ινδικού-Ειρηνικού απέναντι στην Κίνα δεν θα μπορούν να ολοκληρωθούν.
Επόμενος σταθμός λοιπόν οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ στις αρχές Νοεμβρίου στις οποίες επανεκλέγεται το ένα τρίτο της Γερουσίας και το σύνολο της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Αν σήμερα, στις αρχές του φθινοπώρου, επικρατεί στη Γηραιά Ηπειρο μια ατμόσφαιρα πανικού που θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στη φράση «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», εύκολα μπορούμε να φανταστούμε την κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση της Ε.Ε. στα τέλη του 2022 – αρχές 2023.
Μια αποσταθεροποίηση που δεν θα οφείλεται μόνο στη διακοπή της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία, συνολική ή επιλεκτική, αλλά και στη συσσωρευμένη κόπωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης μετά το 2008, της κρίσης της ευρωζώνης μετά το 2010 και, τέλος, της πανδημίας μετά τις αρχές του 2020.
Με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να προκύψει από πουθενά αισιοδοξία για επανεκκίνηση της δυναμικής της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία θα μπορούσε να απαλύνει τις παρενέργειες των κυρώσεων που η Δύση επέβαλε στη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Τριάντα και πλέον χρόνια μετά το τέλος της διπολικής αντιπαράθεσης η Ευρώπη παρακολουθεί ως θεατής μια πολεμική σύγκρουση ΗΠΑ – Ρωσίας με την Ουάσινγκτον να στηρίζει πολύπλευρα την αντίσταση του Κιέβου στον εισβολέα.
Αν δεν υπάρξει μια ανασύνταξη της Ε.Ε. των 27, οι εξελίξεις τόσο στο πεδίο της μάχης όσο και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα διαμορφωθούν μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.
Το ζητούμενο δεν είναι πλέον αν θα υπάρξει σκληρός πυρήνας ενισχυμένης συνοχής στην Ε.Ε. που θα επιτρέψει στη Γηραιά Ηπειρο να υπερασπίζεται τα ζωτικά της συμφέροντα.
Το βραχυκύκλωμα της Ευρώπης, που μπορούσε να απεικονιστεί με βήμα σημειωτόν, έχει ήδη μεταλλαχθεί σε διολίσθηση προς τα πίσω.
Πρόκειται για μια δυναμική που παραπέμπει στον 19ο αιώνα και στο σύστημα εναλλασσόμενων ισορροπιών των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες λίγες δεκαετίες αργότερα αλληλοεξουδετερώθηκαν προς όφελος κυρίως των ΗΠΑ.
Σήμερα δεν υπάρχουν οι κρουνοί του Σχεδίου Μάρσαλ για να στηριχθεί η ανασυγκρότηση της Ε.Ε., είναι όμως ορατή η Κίνα, έτοιμη να διεισδύσει ανά πάσα στιγμή προς πάσα κατεύθυνση.
Γιώργος Καπόπουλος