Προχτές, την Κυριακή, ο Πάνος Καμμένος, αρχηγός του ελάσσονος κυβερνητικού εταίρου και Υπουργός Αμύνης, αφου συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό, δήλωσε ότι το κόμμα του αποχωρεί από την κυβερνηση -με αποτέλεσμα ο Αλέξης Τσίπρας να κινήσει τη διαδικασία για να ζητησει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, αφού, χωρίς τους ΑΝΕΛ, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει στους 145 βουλευτές.
Το σημείο τριβής, φυσικά και όπως αναμενόταν, η συμφωνία των Πρεσπών. Ο Π. Καμμένος είχε προεξοφλήσει ότι η συμφωνία δεν επρόκειτο να εγκριθεί στη γειτονική χώρα, κάτι που θα τον απάλλασσε από το δίλημμα, και είχε βασίσει όλη του τη στρατηγική σε αυτή την παραδοχή. Όμως στις αρχές του χρόνου το κοινοβούλιο της (οσονούπω) Βόρειας Μακεδονίας ενέκρινε τη συμφωνία των Πρεσπών με την απαιτούμενη πλειοψηφία (81 στους 120 βουλευτές) κι έτσι το μπαλάκι βρέθηκε στην ελληνική πλευρά και ο Πάνος Καμμένος πήρε την απόφαση να διαλύσει τον κυβερνητικό συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Δεν τον ακολούθησαν όλοι οι βουλευτές του: δύο απο τους υπουργούς, η Έλενα Κουντουρά και ο Βασίλης Κόκκαλης, προτίμησαν να μείνουν στην κυβέρνηση (και να κρατήσουν τα υπουργεία τους) και ανακοίνωσαν πως θα ψηφίσουν θετικά στην επικείμενη ψηφοφορία εμπιστοσύνης. Ήδη διαγράφτηκαν από την κοινοβουλευτική ομάδα. Άλλοι δυο βουλευτές του, ο προερχόμενος από την κομμουνιστική αριστερά Κώστας Ζουράρις και ο Θάνος Παπαχριστόπουλος, επίσης θα ψηφίσουν «ναι» στην ψήφο εμπιστοσύνης (ο δεύτερος και στην επόμενη ψηφοφορία για τη συμφωνία των Πρεσπών). Αυτοί όμως δεν θα διαγραφούν, με το επιχείρημα ότι δεν ειναι υπουργοί, και ουσιαστικά για να μην πέσει κάτω από τους 5 βουλευτές η δύναμη των ΑΝΕΛ και χάσουν έτσι την ιδιότητα της κοινοβουλευτικής ομάδας και τα συναφή διαδικαστικά προνόμια. (Υπάρχει πάντως δεξαμενή ανεξαρτητοποιημένων βουλευτών από την οποία μπορεί να αντλήσει ο Π.Καμμένος αν χρειαστει).
Η ψηφοφορία θα γίνει αύριο και ελπίζω, χωρίς βεβαιότητα πάντως, να συγκεντρωθούν οι 151 ψήφοι, όπως επίσης ελπίζω να εγκριθεί απο τη Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών, ένα αριστούργημα πολιτικής τέχνης (χαρακτηρισμός του Άκη Γαβριηλίδη), μια λύση που δεν αφήνει πληγές στο σώμα της Ελλάδας (χαρακτηρισμός του Ν. Μέρτζου, οργανωτή των συλλαλητηρίων του 1992), μια λύση που σταματάει την αιμορραγία διπλωματικού κεφαλαίου και αποτρέπει μια εθνική ήττα στο μέλλον, η καλύτερη δυνατή λύση μετά την προδοσία του Αντώνη Σαμαρά που τορπίλλισε την επίτευξη συμφωνίας το 1992-3 για να οικοδομήσει το πολιτικό του μέλλον.
Αλλά το θέμα του σημερινού μου σημειώματος δεν είναι οι Πρέσπες, είναι το διαζύγιο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Θα μπορούσα να γράψω ένα άρθρο γλωσσικό, περί διαζυγίων και χωρισμών, και ίσως το γράψω στο κοντινό μέλλον, όχι ομως σήμερα. Σήμερα θέλω να συζητήσουμε το γεγονός.
Η κυβερνητική συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ γεννήθηκε μετα τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκεντρώσει 149 έδρες, αγγίζοντας αλλά μην πετυχαίνοντας αυτοδυναμία. Καθώς την εποχή εκείνη, αλλά και όλη την προηγούμενη τριετία, η βασική διαχωριστική γραμμή ήταν μνημόνιο-αντιμνημόνιο, η συνεργασία ενός αριστερού ριζοσπαστικού κόμματος και ενος κόμματος της δεξιάς θεωρήθηκε αν όχι αυτονόητη πάντως η καλύτερη από τις εναλλακτικές που παρουσιάζονταν, κι έτσι οι 13 βουλευτές των ΑΝΕΛ βοήθησαν να σχηματιστεί μια σχετικώς ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ στην πλειοψηφία τους δεν δυσφόρησαν γι’ αυτή τη συνεργασία, που άλλωστε διευκολύνθηκε από την όχι σπάνια συμπόρευση των δύο κομμάτων ως αντιπολίτευσης μέσα στη Βουλή την προηγούμενη τριετία 2012-2015 (αλλά και έξω από τη Βουλή: θυμηθείτε τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τη Ραχήλ Μακρή στην ΕΡΤ -άσχετο από την πορεία που ακολούθησαν στη συνέχεια και αυτές και όλοι εμείς οι άλλοι). Μάλιστα, τον πρώτο καιρό ήταν συχνά τα μιμίδια με φωτογραφίες από το υπουργικό συμβούλιο όπου ο Πάνος Καμμένος δήθεν ρωτούσε τον Παναγιώτη Λαφαζάνη «Και πώς το είπες αυτό για τον νόμο της πτωτικής τάσης του κέρδους στον καπιταλισμό;» ή κάποια άλλη ανάλογη βαθιά μαρξιστικούρα.
Εκτός ΣΥΡΙΖΑ, πολλοί ήταν εκείνοι, στην αριστερά και κεντροαριστερά, που διαμαρτύρονταν ή έσκιζαν τα ιμάτιά τους, για τη συνεργασια με τους «ακροδεξιούς ψεκασμένους» ΑΝΕΛ. Χρησιμοποιώ δυο διαφορετικά ρήματα για να διαχωρίσω τις ειλικρινεις αντιρρήσεις από τις υποκριτικές -και βέβαια, πιστεύω ότι όσοι κατάπιαν τη συνεργασία με το ακροδεξιό ΛΑΟΣ (που δεν ήταν καν απαραίτητη κοινοβουλευτικά) το 2011 και στη συνέχεια ανέδειξαν σε κοινοβουλευτικό τους εκπρόσωπο τον Βορίδη, που μπορεί να έχει ακόμα σε κάποιο συρτάρι του γραφείου του το δαχτυλίδι του δικτάτορα Παπαδόπουλου ο οποίος τον διόρισε αρχηγό της νεολαίας ΕΠΕΝ, διάδοχο του Μιχαλολιάκου, αυτοί λοιπόν δεν είναι ειλικρινείς όταν εξανίστανται για τον «ακροδεξιό Καμμένο». Δεν θα αρνηθώ όμως ότι υπήρχαν και ειλικρινείς καταγγελίες της συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. (Δείκτης της ειλικρίνειας, η στάση στο θέμα των Πρεσπών: δεν είναι ειλικρινής όποιος επέκρινε τον Καμμένο και κατάπιε τα συλλαλητήρια, τον Φραγκούλη Φράγκο και τους Μεγαλέξαντρους πάνω στ’ άλογο).
Το έχω πει πολλές φορές και έχω φάει ξύλο, μεταφορικά μιλώντας, γι’ αυτό -δεν θεωρούσα ακροδεξιά τους ΑΝΕΛ και δεν τους θεωρώ ούτε τώρα. Για μένα, όπως προκύπτει από την πρακτική τους, την κοινωνική τους σύνθεση, τη στάση τους στο θέμα της ΕΕ και τη θέση τους στο ευρωπαϊκό πολιτικό τοπίο, καθώς και από την απόλυτη έλλειψη βίας στην πρακτική τους (παρά τις κορόνες του αρχηγού τους) οι ΑΝΕΛ είναι ολοκάθαρα κόμμα της λαϊκής δεξιάς, όχι της ακροδεξιάς. Ο ίδιος ο αρχηγός τους είναι τυπικό δείγμα μέινστριμ δεξιού πολιτικού -άλλωστε όταν ίδρυσε τους ΑΝΕΛ κόντευε να συμπληρώσει εικοσαετία στα έδρανα της Νέας Δημοκρατίας, πουλέν αν δεν κάνω λάθος της οικογένειας Μητσοτάκη.
Η κατάταξη στη λαϊκή δεξιά δεν σημαίνει ότι μέσα στους ΑΝΕΛ δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν ακροδεξιά στοιχεία ή ότι πολιτευτές τους δεν παίρνουν ακροδεξιές, ρατσιστικές, αντισημιτικές ή ομοφοβικές θέσεις. Φυσικά υπάρχουν -εδώ υπάρχουν στην κεντροδεξια φιλελεύθερη Νέα Δημοκρατία τέτοια στοιχεία, δεν θα υπάρχουν στη λαϊκή δεξιά; Εκτός αυτού, οι ΑΝΕΛ είναι εξαιρετικά ετερογενές κόμμα -συγκρίνετε, ας πούμε, τον Ζουράρι ή τον Παπαχριστόπουλο με τον Κατσίκη ή τον Δ. Καμμένο. Αλλά παρασύρθηκα στην ανάλυση των ΑΝΕΛ και σταμάτησα τη χρονολογική μου ανασκόπηση. Επιστρέφω.
Το καλοκαίρι του 2015 τα πράγματα ήρθαν τα πάνω κάτω, ο ΣΥΡΙΖΑ διασπάστηκε από τη βάση ίσαμε (κυρίως) την κορυφή, αλλά στις εκλογές που ακολούθησαν οι δυο εταίροι διατήρησαν αθροιστικά την κοινοβουλευτική πλειοψηφία αν και συρρικνωμένη: το 149 συν 13 είχε γίνει 145 συν 10 και πολύ γρήγορα το 155 έγινε 154 όταν αποχώρησε ο Στάθης Παναγούλης -που ως διά μαγείας έπαψε να χαρακτηρίζεται γυρολόγος αφού τώρα έφευγε από την Αριστερά. Και ενώ οι νόμιμοι ιδιοκτήτες του κράτους περίμεναν, σαν την αλεπού του ανεκδότου, να κλείσει επιτέλους η αριστερή παρένθεση, ή, ελλείψει αυτού, πρόβλεπαν ότι το «ακροδεξιό βαρίδι» θα εμποδίσει κάθε κοινωνικό προοδευτικό μέτρο, περιέργως η οριακή πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ άντεξε τους κλυδωνισμούς και διέψευσε τις δυσοίωνες προφητείες ότι «δεν θα βγάλουν το φθινοπωρο», που ανανεώνονταν κάθε χρόνιο, ενώ παρά την αντίθεση των ΑΝΕΛ ψηφιστηκαν, με τη συνδρομή μερίδας της αντιπολίτευσης, αρκετά πρωτοποριακά κοινωνικά νομοσχέδια (σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια, αναδοχή, μετανάστες).
Δηλαδή, ο «ακροδεξιός» εταίρος δεν εμπόδισε να ψηφιστούν προοδευτικά μέτρα που ως τώρα καμιά άλλη κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει να φέρει προς ψήφιση (να αναγνωρίσουμε πάντως ότι έχουν ωριμάσει και οι συνθήκες). Από την άλλη πλευρά, και για να τα λέμε όλα, σε επίπεδο προσώπων υπήρξαν απώλειες εξαιτίας του ελάσσονα εταίρου -θυμηθείτε την αποπομπή του Νίκου Φίλη και, τώρα στο τέλος, την παραίτηση του Νίκου Κοτζιά.
Πάντως, είτε επειδή η εξουσία και οι καρέκλες είναι ισχυρό κίνητρο για ενότητα και σύμπνοια, είτε επειδή πίστευαν ότι έχουν ένα έργο να φέρουν σε πέρας, είτε επειδή τους ατσάλωνε και τους συσπείρωνε ο πρωτοφανής πόλεμος που δέχονταν, η ετερόκλιτη (ή ετερόκλητη, μην μαλώσουμε τώρα) συνεργασία άντεξε στον χρόνο μέχρι που, το καλοκαίρι που μας πέρασε, η χώρα βγήκε από το πρόγραμμα στήριξης, κοινώς «βγήκε από τα μνημόνια». Αληθινή ή εικονική, καθαρή ή βρώμικη, πάντως η έξοδος από τα μνημόνια άλλαξε το πολιτικό τοπίο, κατά το ότι αφαίρεσε τον βασικό λόγο ύπαρξης της συνεργασίας -και ηταν πλέον πάγκοινη η εντύπωση πως μετά τις εκλογές ο καθένας θα έπαιρνε τον δρομο του.
Η Συμφωνία των Πρεσπών, και η αίσια περάτωση της διαδικασίας από την (οσονούπω) βορειομακεδονική πλευρά επιτάχυνε κατά μερικούς μήνες το προδιαγραμμένο τέλος αυτής της συμμαχίας -και γι’ αυτό δεν χρειάζονται ούτε ιαχές πανηγυρισμού ούτε κακολογίες προς τον πρώην εταίρο, το πολύ ένας αδιόρατος αναστεναγμός ανακούφισης για το τέλος μιας σχέσης η οποία είχε αρχίσει να κουράζει πολύ. Βέβαια, τα διαζύγια είναι άτιμο πράγμα, όπως ξέρει ο καθένας μας από την καθημερινή ζωή και όπως βλέπουμε και από το Μπρέξιτ, για το οποίο κατά σύμπτωση σήμερα γίνεται μια κρισιμη ψηφοφορία, οπότε δεν αποκλείω να ακουστουν βαριά λόγια, καθώς μάλιστα οι κουτσομπόληδες της γειτονιάς θα αρχίσουν να βάζουν φιτιλιές.
(Και μια παρένθεση επειδή ανέφερα το Μπρέξιτ. Πολλοί ελεεινολογούν τη χαμηλή ποιότητα των Ελλήνων πολιτικών -του πολιτικού προσωπικού, όπως λένε. Πέρα από το ότι είδαμε και τα καζάντια των πολιτικών υψηλής ποιότητας, στη σύγκριση με τη συμπεριφορά των Τόρηδων της Αγγλίας οι ΑΝΕΛ φαντάζουν πρότυπα λογικής και συγκρότησης, σχεδόν statesmen).
Πάντως, σαν αποχαιρετισμό στον δύσκολο εταίρο, πρέπει να του αναγνωρίσουμε, τουλάχιστον, ότι έμεινε σταθερός στις αρχές του: διαψεύδοντας οσους έλεγαν ότι πρέπει να γίνει χειρουργική επέμβαση για να αποκολληθεί από την υπουργική καρέκλα, ο Πάνος Καμμένος την εγκατέλειψε ο ίδιος, αυτόβουλα -και αυτονόητα, θα πείτε, ύστερα από όσα είχε κατά καιρούς δηλώσει. Συμφωνώ. Να συγκρίνουμε όμως τη στάση του με τη στάση πολικών αστέρων του εκσυγχρονισμού και της προόδου, που μήνες και μήνες τώρα δεν έχουν ψελλίσει λέξη υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών με την οποία κατ’ιδίαν συμφωνούν απόλυτα. Εκείνων τη στάση βρίσκω εγώ επαίσχυντη.
Και τώρα τι θα γίνει, αν υποτεθεί ότι η κυβέρνηση παίρνει αύριο ψήφο εμπιστοσύνης και ότι εγκρίνεται από τη Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών; Υποθέτω -ή ίσως επιθυμώ- ότι θα πάμε σε εκλογές το φθινόπωρο, πιθανώς στο τέλος της συνταγματικής προθεσμίας -με μια αναδιαμορφωμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος προβλέπει το ίδιο, αν και κάνει λόγο για αποστασία και χαρακτηρίζει άτομα «χωρίς παράδοση και χωρίς αξίες» όσους ενδεχομένως προσχωρήσουν στη νέα πλειοψηφία.
Περίεργο. Δεν κοιτάζει τις γραμμές του κόμματός του ο κ. Βενιζέλος; Αν το κάνει, θα δει να τις στελεχώνουν, μεταξύ άλλων, ο Στάθης Παναγούλης (από τον ΣΥΡΙΖΑ), ο Ιλχάν Αχμέτ (τελευταία από το Ποτάμι), ο Κωνσταντίνος Μπαργιώτας (επίσης εκλεγμένος με το Ποτάμι) και ο Γ.Δ. Καρράς (εκλεγμένος με την Ένωση Κεντρώων). Αν πάλι κοιτάξει λίγο παραπέρα ο κ. Βενιζελος, στον προνομιακό του εταίρο, τη Νέα Δημοκρατία, θα δει στις γραμμές της τον Ιάσονα Φωτήλα (από το Ποτάμι), την Κατερίνα Μάρκου (από το Ποτάμι, μεταξύ άλλων), τον Γιώργο Κατσιαντώνη (από την Ένωση Κεντρώων) και τον Χάρη Θεοχάρη (επίσης από το Ποτάμι). Προφανώς αποστάτες «χωρίς παράδοση και χωρίς αξίες» είναι μόνο όσοι μετατοπίζονται προς την αριστερά. Όσοι πηγαίνουν στο ΚΙΝΑΛ ή τη ΝΔ ειναι υπεύθυνοι πολιτικοί. (Για να μη θυμηθούμε ότι ανάλογες περιπτώσεις…. αποστασίας είχαμε και όταν αποχώρησε από την κυβέρνηση ο Γ. Καρατζαφέρης και το ΛΑΟΣ το 2012, αλλά τα δυο πιο ακραία στελέχη του, Γεωργιάδης και Βορίδης, έμειναν στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία).
Θα έκλεινα εδώ, όμως θέλω να πω δυο λόγια παραπάνω, πέρα από τη σημερινή συγκυρία. Αν έκανε κάτι καλό η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ως μοντέλο είναι ότι μάς συνήθισε στην ιδέα των ετερόκλιτων (ή ετερόκλητων) συμμαχιών και των κυβερνήσεων που δεν έχουν πανίσχυρη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Τις συγκυβερνήσεις τις είχαμε γνωρίσει από το 2012 (οι λίγοι μήνες του 1989-90 ας θεωρηθούν έκτακτη κατάσταση) αλλά με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έγιναν πια συνείδηση. Είτε καθιερωθεί η απλή αναλογική, είτε αλλάξει (που το απεύχομαι), κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει εκλογικά αποτελέσματα που θα καταστήσουν αναγκαίες τις συνεργασίες ακόμα κι αν υπάρχει ένα θηριώδες μπόνους για το πρώτο κόμμα, όπως στο σημερινό σύστημα.
Οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι ο κανόνας στη σημερινή Ευρώπη, ενίοτε και κυβερνήσεις μειοψηφίας. Όχι μόνο στον Νότο με την Ισπανία, αλλά και στον ακόμη ευημερούντα ευρωπαϊκό Βορρά, στη Σουηδία, όπου από τις εκλογές προέκυψε κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο, και όπου φαίνεται πως θα σχηματιστεί κυβέρνηση μειοψηφίας, από Σοσιαλδημοκράτες και Οικολόγους, με τη στήριξη Κέντρου και Φιλελεύθερων, ενδεχομένως και των Αριστερών. Φυσικά έγιναν διαπραγματεύσεις πολύμηνες πριν από την επίτευξη συμφωνίας και ο κάθε εταίρος ζήτησε και πήρε κάτι: οι Κεντρώοι την απορρύθμιση των ενοικίων, οι Πράσινοι την επιβολή φόρου στον άνθρακα. Παζάρι χωρίς αρχές; Μπορεί, αλλά οι πολυκομματικές συνεργασίες έτσι είναι και έτσι θα είναι κι εδώ. (Και δεν εννοώ το επαίσχυντο 4-2-1 της σαμαροβενιζελικής συγκυβέρνησης με τη ΔΗΜΑΡ, αλλά την επίτευξη προγραμματικής συμφωνίας πάνω σε συγκεκριμένες θέσεις).
Θα μου πείτε: Μήπως είναι πολυτέλεια για τη χειμαζόμενη Ελλάδα η ακυβερνησία που θα προκύψει ενδεχομένως από την απλή αναλογική; Σιγά σιγά θα εκπαιδευτούμε και στο τέλος θα φτάσουμε το Βέλγιο που κρατάει και 500 μέρες χωρίς κυβέρνηση. Το Βέλγιο συνορεύει με το Λουξεμβούργο, θα πείτε, όχι με την Τουρκία. Ξέρω όμως ένα άλλο κράτος, ανεξάρτητα από το ποια γνώμη έχετε γι’ αυτό, που έχει υιοθετήσει το πιο αναλογικό εκλογικό συστημα που μπορεί να υπάρξει, που όταν κάνει εκλογές κατεβαίνουν (και μπαίνουν στη Βουλή) δεκάδες κόμματα, και που οπωσδήποτε δεν συνορεύει με το Λουξεμβούργο και το Λιχτενστάιν: εννοώ το Ισραήλ, στη Βουλή του οποίου εκπροσωπούνται σήμερα 12 κόμματα, 6 στον κυβερνητικό συνασπισμό (61 έδρες στις 120) και άλλα τόσα στην αντιπολίτευση (59 έδρες). Στην πραγματικότητα, τα κόμματα είναι περισσότερα, 12 είναι οι εκλογικοί συνασπισμοί -για παράδειγμα, το κόμμα Ενιαία Λίστα που έχει 11 βουλευτές είναι συνασπισμός από τα κόμματα Χαντάς (που κι αυτό με τη σειρά του είναι συνασπισμός του ΚΚΙσραήλ με άλλα αριστερά κόμματα), Ραάμ (αραβικό) και Μπαλάντ (άλλο αραβικό). Κι όμως το Ισραήλ παρά την εντελώς απλή αναλογική και τον κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων και τα παρατεταμένα παζαρέματα στα οποία επιδίδονται οι μικρότεροι εταίροι πριν από τον σχηματισμό κυβέρνησης, θα έλεγα ότι δεν έχει καταστραφεί. Ούτε η Ολλανδία άλλωστε, που επίσης έχει αναλογικότατο εκλογικό σύστημα -αλλά αυτή δεν πιάνεται γιατί συνορεύει με το Βέλγιο, που συνορεύει με το Λουξεμβούργο -το οποίο έχει κυβερνήσεις συνασπισμού τα τελευταία 100 χρόνια.
Θέλω να πω, αν είσαι αριστερός κατά πάσα πιθανότητα θα εισαι υπέρ της απλής αναλογικής. Και αν μεν εισαι με το ΚΚΕ έχει καλώς, όλα είναι λυμένα και δεν έχεις κανένα πρόβλημα στο εξής. Αν όμως δεν είσαι με το ΚΚΕ, δεν μπορείς να είσαι υπέρ της απλής αναλογικής και να σου ξινίζουν οι συνεργασίες. Απλή αναλογική σημαίνει συνεργασίες.
Αλλά αυτά θα τα συζητήσουμε και άλλη φορά. Προς το παρόν, ας σημειώσουμε ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ διέκοψαν τη συνεργασία τους και επανήλθε ο καθένας στη φυσική του θέση.
Νίκος Σαραντάκος