Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μάς έχει συνηθίσει σε μια απλή τακτική: όταν είναι στριμωγμένη, επιχειρεί αντιπερισπασμό με το δόγμα «Νόμος και Τάξη». Λίγο η οικονομική κρίση που ήδη έχει αρχίσει να χτυπάει την πόρτα των περισσότερων νοικοκυριών, λίγο το εργασιακό νομοσχέδιο Χατζηδάκη, λίγο η έξαρση του οργανωμένου εγκλήματος, χρειαζόταν επειγόντως μια επικοινωνιακή ρελάνς. Έτσι, τα ξημερώματα της Τετάρτης 19 Μαΐου, η Ελληνική Αστυνομία εκκένωσε την κατάληψη στο θέατρο «Εμπρός» και έχτισε με τσιμεντόλιθους πόρτες και παράθυρα. Μόνο που η συνέχεια δεν ήταν ακριβώς αυτή που περίμεναν…
Καταρχάς η κατάληψη του «Εμπρός» είναι διάσημη σε όλη την Ευρώπη. Σε αντίθεση με τη χώρα μας, στις πολιτιστικές μητροπόλεις οι καταλήψεις εγκαταλελειμμένων κτηρίων από καλλιτεχνικές ομάδες όχι μόνο είναι κάτι πολύ συνηθισμένο αλλά συχνά γίνονται με την αρωγή των ίδιων των δήμων. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η πρόταση της “Ανοιχτής Πόλης” για το «Εμπρός» όταν αντιμετώπιζε διάφορα πρακτικά προβλήματα στο παρελθόν.
Το ιστορικό κτήριο ζωντάνεψε ξανά το 2011, στα πιο σκληρά μνημονιακά χρόνια, μέσω της «κίνησης Μαβίλη», μιας ομάδας νέων και ανήσυχων ανθρώπων, μερικοί από τους οποίους σήμερα θεωρούνται η νέα δημιουργική γενιά του θεάτρου μας. Στα δέκα χρόνια που μεσολάβησαν, η κατάληψη άλλαξε χέρια, έγιναν ζυμώσεις, δόθηκε βήμα σε εκατοντάδες καλλιτέχνες του θεάτρου, της μουσικής και του χορού να εκφραστούν, χωρίς να χρειάζεται να δίνουν υπέρογκα ποσά για ενοίκιο θεάτρου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το «Εμπρός» σε κάποιο βαθμό υποκατέστησε την Πολιτεία στην υποχρέωσή της να στηρίζει τον σύγχρονο πειραματικό πολιτισμό, αφού διαχρονικά η κρατική στήριξη περιορίζεται να μοιράζει χρήματα υπό μορφήν επιχορηγήσεων.
Με τέτοιο συσσωρευμένο πολιτιστικό κεφάλαιο, δεν είναι παράξενο που η είδηση του «τσιμεντώματος του ‘Εμπρός’» έπεσε σαν βόμβα στον χώρο του πολιτισμού. Η χρονική συγκυρία ήταν επίσης συντριπτική. Μετά από δεκατέσσερις μήνες χωρίς ζωντανό πολιτισμό (με ένα ασθενικό διάλειμμα το προηγούμενο καλοκαίρι), με τους εργαζόμενους στον χώρο χωρίς καμία στήριξη αφού δεν έχουν λάβει ούτε καν το επίδομα των 524 ευρώ από τον Μάρτιο και μετά, με ένα καλοκαίρι να διαγράφεται σκοτεινό, με ελάχιστες παραγωγές και προοπτικές εργασίας, η κίνηση της κυβέρνησης ήταν πραγματικά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Οι φωτογραφίες των εργατών που έφτιαχναν το μείγμα για το τσιμεντοκονίαμα μέσα στο διατηρητέο κτήριο και έχτιζαν τις πόρτες, οι ανακοινώσεις της ΠΟΘΑ και των κομμάτων της αντιπολίτευσης έκαναν τον γύρο του Διαδικτύου σε ελάχιστο χρόνο. Ένα πολύχρωμο πλήθος γέμισε το Σάββατο το απόγευμα τη Ρήγα Παλαμίδου και αργά το βράδυ, μέσα σε χορούς και τραγούδια, οι τοίχοι έπεσαν. Την επόμενη μέρα οι Support Art Workers έκαναν την ανοιχτή τους πρόβα μέσα στους γκρεμισμένους τσιμεντόλιθους. Τα υλικά που χρησιμοποίησε η αστυνομία για να σφραγίσει το θέατρο έγιναν πόντιουμ για μαέστρους, καθίσματα για κιθάρες και βιολοντσέλα. Η πολυπληθής απογευματινή συνέλευση έδειξε ότι οι καλλιτέχνες είναι αποφασισμένοι να υπερασπιστούν το σπίτι τους.
Ήταν μια ήττα που η ΕΛ.ΑΣ. δεν είχε καμία πρόθεση να ανεχθεί. Έτσι, τη Δευτέρα το πρωί, έστειλε ξανά συνεργείο, για να εγκαταστήσει αυτή τη φορά κάγκελα. Στο σημείο έσπευσαν οι επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων «Ανοιχτή Πόλη» Ν. Ηλιόπουλος και «Ανταρσία στις γειτονιές» Π. Κωνσταντίνου, καθώς και το προεδρείο της ΠΟΘΑ. Πήγε όμως και κλιμάκιο της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο διαπίστωσε για δεύτερη φορά ότι ο εργολάβος δεν είχε άδεια για παρέμβαση σε διατηρητέο κτήριο, κάτι που οδήγησε σε παραπομπή της υπόθεσης στην Εισαγγελία. Παρά τη βεβαιωμένη παρανομία, οι παρευρισκόμενοι αστυνομικοί αρνήθηκαν να σταματήσουν τις εργασίες και το έκαναν μόνο όταν ο Νάσος Ηλιόπουλος δήλωσε ότι υποβάλλει μήνυση. Μια ιστορία πραγματικά αδιανόητη για ευνομούμενη χώρα. Η κυβέρνηση ηττήθηκε τόσο στο επίπεδο της γραφειοκρατίας όσο και στο ηθικό επίπεδο. Δεν είναι η πρώτη φορά. Θυμίζουμε την υπόθεση του «Τζόκερ», που πάλι η προσπάθειά της να κολακέψει τα συντηρητικά αντανακλαστικά της εκλογικής της βάσης προκάλεσε την οργή των δημοκρατικών πολιτών.
Όταν όλα τελείωσαν, ο δήμαρχος Αθηναίων Κ. Μπακογιάννης έσπασε τη σιωπή του και δήλωσε ότι πρόκειται να ζητήσει από την ΕΤΑΔ να παραχωρήσει το «Εμπρός» στον Δήμο Αθηναίων. Υπό διαφορετικές συνθήκες, αυτό θα ήταν μια πολύ θετική εξέλιξη. Ο Κ. Μπακογιάννης, όμως, έχει δώσει μερικά πολύ ανησυχητικά δείγματα γραφής ως προς τη διαχείριση του δημόσιου χώρου, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον «Μεγάλο Περίπατο», όπου έδειξε και την απροθυμία του να διαβουλεύεται και να συναποφασίζει. Το «Εμπρός» δεν πρέπει να περάσει στον Δήμο Αθηναίων ώστε να προστεθεί στους χώρους πολιτισμού μαζί με το Ολύμπια και την Τεχνόπολη και να έχει την ίδια τύχη στη διαχείριση. Αν το ενδιαφέρον είναι ουσιαστικό και όχι ευκαιριακό, θα πρέπει να καταρτιστεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης των κενών χώρων, οι οποίοι θα στεγάσουν έναν πολιτισμό «από τα κάτω». Άλλωστε το μεγαλύτερο πρόβλημα των καλλιτεχνικών ομάδων είναι πάντα η στέγη. Τώρα είναι η ευκαιρία να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία του «Εμπρός» για να στηρίξουμε τον ακηδεμόνευτο πολιτισμό, που παλεύει να ακουστεί ανάμεσα στα μεγαθήρια των ιδρυμάτων και των μεγάλων παραγωγών και που η πανδημία έχει πρακτικά ισοπεδώσει. Αν θέλουμε να κάνουμε restart στη μικρή πολιτιστική παραγωγή, στις ελεύθερες φωνές, αυτή είναι η ευκαιρία. Αν δεν λάβουμε γενναία μέτρα στήριξης -και οι δΔήμοι μπορούν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτό-, η επόμενη μέρα θα μας βρει μόνο με τον πολιτισμό που παράγουν οι οικονομικά ισχυροί, με ό,τι σημαίνει αυτό για τη δημόσια ρητορική, για το πώς θα διηγούμαστε την ιστορία της εποχής μας.
Θα θελήσει ο Κ. Μπακογιάννης να κάνει κάτι τέτοιο ή θα επιλέξει τον εύκολο και επικερδή δρόμο των «χορηγών»; Δεν έχουμε κανένα λόγο να του έχουμε εμπιστοσύνη, αλλά είναι μια μάχη που αξίζει να δώσουμε.
ΥΓ.: Στο περιθώριο αυτής της ιστορίας, να αναδείξουμε το ότι μία υπηρεσία του ΥΠΠΟΑ δεν φοβήθηκε την ΕΛ.ΑΣ. και βεβαίωσε την παρανομία της. Σε πολλές περιπτώσεις, οι δημόσιες υπηρεσίες αρνούνται να συμμετάσχουν στις παρανομίες των πολιτικών προϊσταμένων. Καταλαβαίνουμε έτσι γιατί η μονιμοποίηση των δημόσιων υπαλλήλων από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν μια τομή ως προς τη δημιουργία του δημοκρατικού κράτους.
Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου είναι μέλος του Δ.Σ., οργανωτική γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος – Ακροάματος
Πηγή: Η Αυγή