Macro

Στέφανος Δημητρίου «Ο ελεύθερος άνθρωπος. Ο πολιτικός ανθρωπισμός και η “πολιτική μηχανή” του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ», εκδόσεις Πόλις, 2021

Ο Στέφανος Δημητρίου είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και ειδικεύεται στην πολιτική φιλοσοφία, έναν κλάδο από τον οποίο δικαιούμαστε να περιμένουμε κρίσιμα και πολύτιμα πορίσματα, ιδιαίτερα σε τούτες τις δύσκολες εποχές που ζούμε. Πέρυσι κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις μια πολύ σημαντική μελέτη του Δημητρίου για τον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, αυτόν τον ήρωα του Διαφωτισμού, με τον ωραίο τίτλο «Ο ελεύθερος άνθρωπος», και έναν ευρηματικό υπότιτλο που αναφέρεται στην «πολιτική μηχανή» του πρωτοπόρου μηχανικού της πολιτικής θεωρίας που υπήρξε ο φιλόσοφος-πολίτης της Γενεύης. Η έκδοση αφιερώνεται στον αείμνηστο συνάδελφο Μανόλη Αγγελίδη, που μας άφησε πρόωρα, αφού ενέπνευσε με το έργο και την προσωπικότητά του μια ολόκληρη γενιά νέων ερευνητών.
 
 
 
Το βιβλίο του Δημητρίου δομείται σε πέντε κεφάλαια, που αποτελούν πέντε διακριτές ενότητες. Το πρώτο κεφάλαιο τιτλοφορείται «Κυριαρχία και φόβος» και παρουσιάζει διεξοδικά τη θεωρία περί κυριαρχίας του Τόμας Χομπς. Το δεύτερο κεφάλαιο ονομάζεται «Αυθεντικότητα και αλλοτρίωση» και εξετάζει τη φυσική ελευθερία του ανθρώπου, όπως αυτή προκύπτει από την ανάλυση της φυσικής κατάστασης στους δύο Λόγους του Ρουσσώ, πρωτίστως στον Λόγο για την προέλευση της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων. «Αυτεξουσιότητα και ελευθερία» είναι ο τίτλος του τρίτου κεφαλαίου, με το οποίο περνάμε στο Κοινωνικό Συμβόλαιο και μαθαίνουμε τι είναι η πολιτική ελευθερία, σε σχέση με την ηθική, με τη βούληση, με την ισονομία και την ελευθερία. Το τέταρτο κεφάλαιο, που είναι και το εκτενέστερο, επιγράφεται «Νόμος και ελευθερία». Εδώ εξετάζονται όλες οι πτυχές της κυριαρχίας, μέσα από πλήθος αναφορών στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη, καθώς και η έννοια της γενικής βούλησης, αλλά και του νόμου και του νομοθέτη. Τέλος, το πέμπτο κεφάλαιο φέρει τον τίτλο: «Η “πολιτική μηχανή” και ο πολιτικός άνθρωπος». Πρόκειται για το πιο ευθέως πολιτικό τμήμα του βιβλίου, πιθανόν και για το πιο πρωτότυπο, όπου ενσωματώνονται και τα συμπεράσματα όλης αυτής της τόσο εντυπωσιακής μελέτης αναφορικά με την πολιτική σκέψη του Ρουσσώ.
 
 
 
Ο άνθρωπος ως μέλος ενός συνόλου
 
 
 
Προκειμένου να αντιμετωπίσει το απαιτητικό θέμα του, ο συγγραφέας επιλέγει να κινηθεί στο μεταίχμιο μεταξύ της πολιτικής και της ηθικής φιλοσοφίας. Αναλαμβάνει να σκεφτεί τις ηθικές και πολιτικές, καθώς και τις πολιτισμικές προεκτάσεις της ρουσσωικής θεωρίας, που οδηγούν στη θεμελίωση μιας πρωτότυπης νεοτερικής σύλληψης για την κοινωνία κατά τον 18ο αιώνα. Πράγματι, την ίδια στιγμή που οι φιλελεύθεροι στοχαστές του αιώνα οραματίστηκαν μια ειδυλλιακή κοινωνία γενικής και αυθόρμητης εναρμόνισης, χάρη σε ένα «αόρατο χέρι» που με άψογο τρόπο θα ρύθμιζε τα πάντα στην αγορά, στο εμπόριο και στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων, ο Ρουσσώ από τη δική του σκοπιά θέτει στο επίκεντρο της προβληματικής του τον άνθρωπο ως μέλος ενός συνόλου, μιας συλλογικότητας, μιας κοινότητας ίσων και ελεύθερων πολιτών.
 
Στο πλαίσιο της εποχής για την οποία μιλούμε επιτελείται μια σημαντική μετατόπιση, αφού παντού ο Διαφωτισμός παρουσιάζεται ως ιδεολογικό κίνημα ολοκλήρωσης της νεοτερικής μετάβασης από την κοινότητα στην κοινωνία. Τούτη η μετάβαση γίνεται αισθητή ως πολιτική και ηθική κρίση. Ακριβώς σε αυτή την κρίση παρεμβαίνει ο Ρουσσώ και απαντά με τρόπο ρηξικέλευθο, εμβαθύνοντας τη δημοκρατική ρεπουμπλικανική πολιτική θεωρία και επινοώντας την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας, μια έννοια που αποδεικνύεται εξαιρετικά κρίσιμη μέχρι και τις μέρες μας.
 
 
 
Το δίκαιο του ισχυροτέρου
 
 
 
Ο γαλλοελβετός φιλόσοφος επιλέγει να επιτεθεί με ιδιαίτερη σφοδρότητα στο λεγόμενο «δίκαιο του ισχυροτέρου», δηλαδή στην αντίληψη ότι ο ισχυρότερος έχει πάντα δίκιο ή τουλάχιστον έχει την ισχύ να επιβάλει το δίκιο του. Στο 3ο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου του Κοινωνικού Συμβολαίου διαβάζουμε τα εξής: «Ο ισχυρότερος δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός ώστε να μείνει για πάντα κυρίαρχος, αν δεν μετατρέψει την ισχύ του σε δίκαιο και την υπακοή σε καθήκον. Από εδώ πηγάζει και το δίκαιο του ισχυροτέρου, που φαινομενικά μπορεί να εκληφθεί ως ειρωνεία, αλλά στην πραγματικότητα έχει αναχθεί σε αρχή. Δεν υπάρχει λοιπόν κανένας για να μας εξηγήσει αυτή τη λέξη; Η ισχύς είναι μια φυσική δύναμη και δεν βλέπω καθόλου ποια ηθική μπορεί να προκύψει από τα αποτελέσματά της. Η υποταγή στη δύναμη είναι πράξη ανάγκης, όχι βούλησης». Εδώ ο Ρουσσώ θέτει προφανώς στο στόχαστρο της κριτικής του τον Χομπς, ο οποίος φαίνεται να υιοθετούσε μια παρόμοια αντίληψη. Για να θεμελιωθεί όμως αυτή η νέα σύλληψη περί της πολιτικής κοινότητας και περί της λαϊκής κυριαρχίας, ο φιλόσοφος της Γενεύης θα χρειαστεί να επεξεργαστεί διεξοδικά τις έννοιες του κοινωνικού συμβολαίου, της γενικής βούλησης, του νόμου, του νομοθέτη, του πολίτη και της πολιτικής ελευθερίας.
 
 
 
Η σχέση νόμου και ελευθερίας
 
 
 
Ο Δημητρίου εξηγεί στο βιβλίο του με αξιοθαύμαστο τρόπο πώς ακριβώς τίθεται και πώς λύνεται το πρόβλημα της σχέσης νόμου και ελευθερίας στη ρουσσωική πολιτική θεωρία: αν ο νόμος είναι περιορισμός και καταναγκασμός, τότε πώς θα μπορούσε ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος ως πολίτης; Το παράδοξο του Ρουσσώ προκύπτει από την εξής διατύπωση που συναντούμε στο κείμενο του Κοινωνικού Συμβολαίου: κανένας δεν μπορεί να αντιταχθεί στη γενική βούληση, κι αν κάποιος το επιχειρήσει, τότε θα αναγκαστεί να είναι ελεύθερος. Δηλαδή ο εξαναγκασμός μοιάζει να συνοδεύει αρμονικά την ελευθερία, επειδή μόνον εκεί όπου υπάρχει νόμος υπάρχει και ελευθερία.
 
Συνδέοντας συστηματικά τη συλλογιστική του Ρουσσώ με αντίστοιχες αναλύσεις και σκέψεις που διατύπωσαν ο Πλάτων και –κυρίως– ο Αριστοτέλης, ο συγγραφέας καταφέρνει να δείξει πώς με το ρουσσωικό έργο (αλλά και, εν συνεχεία, με την καντιανή ηθικοπολιτική σκέψη) θεμελιώνεται η νεοτερική και η σύγχρονη δημοκρατική ρεπουμπλικανική πολιτική θεωρία, σε αντίθεση με τις απολυταρχικές θέσεις του Χομπς. Ο νόμος είναι εκείνος που τελικά οδηγεί στην ελευθερία, δηλαδή στην ελευθερία του αυτόνομου ανθρώπου, του πολίτη μιας ευνομούμενης πολιτείας.
 
Εν κατακλείδι, ας τονιστεί ότι η μελέτη του Στέφανου Δημητρίου αποτελεί σημαντική συμβολή στη διεθνή βιβλιογραφία για τον Ρουσσώ και τη συναφή πολιτική προβληματική, επειδή πραγματεύεται με πρωτότυπο τρόπο όλα αυτά τα κρίσιμα θέματα για τη δημοκρατική θεωρία και πράξη. Είναι πολλά τα ζητήματα που ανακύπτουν μέσα από την ανάγνωση της εξαιρετικής αυτής μελέτης, τα οποία αποτελούν ιδανική τροφή για πλούσιο προβληματισμό γύρω από επίκαιρα προβλήματα της δικής μας εποχής. Βεβαίως, τα ερωτήματα αυτά καλείται να σκεφτεί και να απαντήσει, σε τελική ανάλυση, ο αναγνώστης και η αναγνώστρια του βιβλίου.
 
Ο Άρης Στυλιανού είναι αναπληρωτής καθηγητής φιλοσοφίας στο Α.Π.Θ.